B
et OfficesΠρωτοβουλία για τη Διάσωση των Φυσικών Ακτών
Υπόμνημα Θέσεων
Τετάρτη, 10 Οκτωβρίου 2018
Προς: Πρόεδρο και Μέλη Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Περιβάλλοντος
Συνεδρία 10/10/2018. Κεφάλαιο Β. Θέμα 1.
Οι περί της Σύμβασης για την Προστασία της Μεσογείου Θάλασσας από τη Ρύπανση και περί Συναφών Πρωτοκόλλων (Τεχνητοί Ύφαλοι) Κανονισμοί του 2018 (Αρ. Φακ. 23.03.054.085-2017).
Πλαίσιο αναφοράς
Επί της γενικής αρχής, η Πρωτοβουλία για τη Διάσωση των Φυσικών Ακτών θεωρεί ότι η θάλασσα αποτελεί κοινό αγαθό και αναπόσπαστο μέρος του δημόσιου πλούτου. Ως εκ τούτου, η Κυπριακή Δημοκρατία οφείλει να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη διατήρηση και ολοκληρωμένη διαχείριση του θαλάσσιου χώρου, και την διασφάλιση του ως δημόσιο αγαθό.
Αντ’ αυτού, παρατηρούμε συστηματικές προσπάθειες με στόχο την αποξένωση / εκχώρηση και οικειοποίηση / ιδιωτικοποίηση του θαλάσσιου χώρου. Τονίζουμε την έλλειψη στρατηγικού σχεδιασμού όσον αφορά θαλάσσιες δραστηριότητες, την έλλειψη διαφάνειας και την περιορισμένη διαβούλευση, την ανεπαρκή αιτιολόγηση των αναγκών που καλούνται να καλύψουν οι συγκεκριμένες τροποποιήσεις, αλλά και τη σύγκρουση / ασυμβατότητα των προτεινόμενων Κανονισμών με την ισχύουσα νομοθεσία και τις υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας ως Κράτους Μέλους της ΕΕ.
Το υπό συζήτηση νομοσχέδιο, με τίτλο «Οι περί της Σύμβασης για την Προστασία της Μεσογείου Θάλασσας από τη Ρύπανση και περί Συναφών Πρωτοκόλλων (Τεχνητοί Ύφαλοι) Κανονισμοί του 2018» προβλέπει την έκδοση κανονισμών κατόπιν απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου, «ασκώντας τις εξουσίες που του χορηγούνται με βάση το άρθρο 6 των περί της Σύμβασης για την Προστασία της Μεσογείου Θάλασσας από τη Ρύπανση και περί συναφών Πρωτοκόλλων (Κυρωτικών) Νόμων του 1979 μέχρι 2017».
Οι προτεινόμενοι κανονισμοί, σύμφωνα με το Άρθρο 3 («Πεδίο Εφαρμογής») θα:
«(1) εφαρμόζονται στους τεχνητούς υφάλους, οι οποίοι κατασκευάζονται, τοποθετούνται και λειτουργούν σε θαλάσσιο χώρο της Δημοκρατίας.
(2) […] εφαρμόζονται για την αδειοδότηση δυνητικών επενδύσεων και δεν εφαρμόζονται σε σχέση με έργα τα οποία υλοποιούνται από τη Δημοκρατία».
Αποσκοπούν δηλαδή στη δημιουργία νομικού πλαισίου για την κατασκευή, τοποθέτηση και λειτουργία ιδιωτικών τεχνητών υφάλων. Σύμφωνα με το προτεινόμενο νομοσχέδιο: «Για την έκδοση ή ανανέωση άδειας κατασκευής, τοποθέτησης και λειτουργίας τεχνητών υφάλων σε θαλάσσιο χώρο καταβάλλονται τέλη που ανέρχονται σε επτακόσια ευρώ (€ 700)» (Άρθρο 7), «η άδεια χρήσης θαλάσσιου χώρου σε θαλάσσια περιοχή της Δημοκρατίας για σκοπούς κατασκευής, τοποθέτησης και λειτουργίας τεχνητών υφάλων χορηγείται από το Υπουργικό Συμβούλιο» (Άρθρο 8), και «για κάθε θαλάσσια περιοχή, σε σχέση με την οποία εκδίδεται άδεια χρήσης θαλάσσιου χώρου για σκοπούς τοποθέτησης και λειτουργίας τεχνητών υφάλων, καταβάλλονται τέλη 17 σεντ ετησίως για κάθε τετραγωνικό μέτρο της επιφάνειας του θαλάσσιου βυθού που αποτελεί τη συνολική περιοχή έκτασης των τεχνητών υφάλων, περιλαμβανομένης της θαλάσσιας περιοχής που ορίζεται με βάση το Άρθρο 5Α του Περί Αλιείας Νόμου» (Άρθρο 9).
Κατευθυντήριες Γραμμές
Σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε ο Κυπριακός Οργανισμός Τουρισμού (ΚΟΤ) στις 2/7/2015, με αφορμή την «Εβδομάδα Ζηνοβίας», διεξήγαγε έρευνα για τη «Λειτουργία και διαχείριση των υπό δημιουργία θαλασσίων προστατευόμενων περιοχών με την τοποθέτηση τεχνητών υφάλων – θαλάσσιων πάρκων στην Κύπρο», την οποία παρέδωσε στο Τμήμα Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών για πιθανή αξιοποίηση. Προς συνέχεια της συγκεκριμένης έρευνας και με αφορμή τη συζήτηση του συγκεκριμένου νομοσχεδίου, σε επιστολή ημερομηνίας 24/9/2018, ο ΚΟΤ αναφέρει προς την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Περιβάλλοντος ότι ο τομέας του καταδυτικού τουρισμού έχει μεγάλες προοπτικές ανάπτυξης και γι’αυτό τον λόγο στηρίζει την προσπάθεια που γίνεται για ρύθμιση των περιβαλλοντικών θεμάτων που αφορούν τη δημιουργία τεχνητών υφάλων.
Δεν αντιλαμβανόμαστε στη βάση ποιας δικαιοδοσίας και τεχνογνωσίας, ο ΚΟΤ προέβη σε μια έρευνα για τη «λειτουργία και διαχείριση των υπό δημιουργία θαλασσίων προστατευόμενων περιοχών με την τοποθέτηση τεχνητών υφάλων – θαλάσσιων πάρκων στην Κύπρο». Επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με τις κατευθυντήριες αρχές του Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας (Food and Agriculture Organisation – FAO) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, στόχοι των τεχνητών υφάλων είναι «η αναβάθμιση και / ή βελτίωση των φυσικών βιοτόπων, η αύξηση της παραγωγικότητας του οικοσυστήματος και η διαχείρηση των αλιευτικών πόρων» («to recover and/or improve natural habitats, increase productivity and manage aquatic resources») [1]. Επιπρόσθετα, οι κατευθυντήριες γραμμές του Μεσογειακού Σχεδίου Δράσης του Προγράμματος Περιβάλλοντος των Ηνωμένων Εθνών (United Nations Environment Programme / Mediterranean Action Plan – UNEP/MAP), αν και αναγνωρίζουν ότι οι τεχνητοί ύφαλοι μπορούν να στοχεύουν και στην προώθηση έρευνας και αναψυχής, τονίζουν πως πρωταρχικός στόχος των τεχνητών υφάλων είναι το «να παρέχουν ορισμένες λειτουργίες ενός φυσικού υφάλου, όπως η προστασία, η αναγέννηση, η συγκέντρωση και/ή η ενίσχυση της βιολογικής ποικιλομορφίας ή / και των πληθυσμών των έμβιων θαλάσσιων πόρων» («emulate some functions of a natural reef such as protecting, regenerating, concentrating, and/or enhancing [biological diversity and/or] populations of living marine resources») [2]. Σύμφωνα με το «Ερωτηματολόγιο Αντίκτυπου» του προτεινόμενου Νομοσχεδίου, ο στόχος των προτεινόμενων Κανονισμών είναι «η παραχώρηση χρήσης χώρου για τη διεξαγωγή και αδειοδότηση δυνητικών επενδύσεων με τεχνητούς υφάλους στο θαλάσσιο χώρο», γεγονός το οποίο δεν συνάδει με τις πιο πάνω κατευθυντήριες γραμμές.
Όσον αφορά τη διαβούλευση που προηγήθηκε, σε αυτή συμμετείχαν ως επί το πλείστον συναρμόδιες αρχές. Η διαβούλευση πραγματοποιήθηκε μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, χωρίς να διεξαχθεί οποιαδήποτε δημόσια παρουσίαση και ακρόαση με τα ενδιαφερόμενα μέρη. Ο μόνος περιβαλλοντικός μη κυβερνητικός οργανισμός που κλήθηκε να υποβάλει απόψεις ήταν η Ομοσπονδία Περιβαλοντικών Οργανώσεων Κύπρου (ΟΠΟΚ), οι θέσεις της οποίας ήταν αρνητικές και δεν ενσωματώθηκαν στους προτεινόμενους Κανονισμούς.
Κατά την άποψη μας, υπάρχει έλλειψη διαφάνειας και επαρκούς αιτιολόγησης όσον αφορά τους προτεινόμενους Κανονισμούς. Σύμφωνα με το άρθρο 28 (Επαρκής Αιτιολογία) των περί Γενικών Αρχών του Διοικητικού Δικαίου Νόμων του 1999 έως 2014: «(1) Η αιτιολογία μιας διοικητικής πράξης πρέπει να είναι σαφής, ώστε να μην αφήνει αμφιβολίες ως προς το ποιος ήταν ο πραγματικός λόγος που οδήγησε το διοικητικό όργανο στη λήψη της απόφασης. (2) Δεν αποτελεί επαρκή αιτιολογία η αναφορά στην απόφαση γενικών χαρακτηρισμών που μπορούν να εφαρμοστούν και να ισχύουν για κάθε περίπτωση ούτε η απλή αναφορά των γενικών όρων του νόμου που μπορούν να τύχουν εφαρμογής σε οποιαδήποτε περίπτωση. (3) Αναιτιολόγητη είναι μια πράξη που επικαλείται γενικά και αόριστα το δημόσιο συμφέρον. Το δημόσιο συμφέρον του οποίου γίνεται επίκληση πρέπει να εξειδικεύεται με αναφορά σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά στα οποία στηρίχτηκε η κρίση του αρμόδιου διοικητικού οργάνου» [7].
Αντιλαμβανόμαστε ότι η τοποθέτηση και λειτουργία τεχνητών υφάλων από επενδυτές αποσκοπεί σε κάποια ωφελήματα στους ίδιους τους επενδυτές. Νοουμένου ότι η δημιουργία τεχνητών υφάλων έχει πολύ υψηλό οικονομικό κόστος, ποιά θα είναι τα ωφελήματα και με ποιό τρόπο θα γίνει η απόσβεση ενός ιδιώτη επενδυτή;
Ταυτόχρονα η εκχώρηση δημόσιου (θαλάσσιου) χώρου ενέχει και άλλους προβληματισμούς και ερωτήματα τα οποία δεν έχουν απαντηθεί. Τι είδους δικαιώματα αποκτά ένας ιδιώτης επενδυτής, ο οποίος ενδέχεται να υποβάλει αίτηση για χορήγηση άδειας κατασκευής, τοποθέτησης και λειτουργίας τεχνητού υφάλου στο θαλάσσιο χώρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, με βάση τους προτεινόμενους Κανονισμούς; Στη βάση ποιων κριτηρίων και προδιαγραφών θα γίνεται η επιλογή του θαλάσσιου χώρου στον οποίο θα κατασκευαστεί ένας τεχνητός ύφαλος;
Πέρα από την ασυμβατότητα των προτεινόμενων Κανονισμών με τις Κατευθυντήριες Γραμμές Διεθνών Οργανισμών, όπως ο FAO και το UNEP/MAP, θα θέλαμε να σημειώσουμε και τους προβληματισμούς μας σχετικά με την ευθυγράμμιση / εναρμόνιση του συγκεκριμένου Νομοσχεδίου, με άλλες υποχρεώσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας, και συγκεκριμένα τη θέσπιση ενός δικτύου Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών, καθώς και την εκπόνηση ενός Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού.
Θαλάσσιες Προστατευόμενες Περιοχές
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο προωθείται με το πρόσχημα ότι οι τεχνητοί ύφαλοι θα «συμβάλλουν στην ανάπτυξη της βιοποικιλότητας, στην ανάκαμψη των ιχθυοαποθεμάτων και στην προσέλκυση καταδυτικού τουρισμού» (Άρθρο2: «Ερμηνεία»).
Το Τμήμα Αλιείας και Θαλασσίων Ερευνών (ΤΑΘΕ) του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος, έχει από το 2012 θεσπίσει, και ξεκινήσει να εφαρμόζει σχετική στρατηγική για τη δημιουργία θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών με τεχνητούς υφάλους. Έχουν ήδη εκδοθεί 6 διατάγματα για απαγόρευση αλιείας και διέλευσης σκαφών σε καθορισμένες θαλάσσιες περιοχές, με βάση το Άρθρο 5Α («Έκδοση διατάγματος απαγόρευσης της αλιείας ή/και της διέλευσης σκαφών») του «Περι Αλιείας Νόμο (ΚΕΦ.135)» [3]. Τα διατάγματα αυτά αφορούν τις ακόλουθες περιοχές: Θαλάσσια Προστατευόμενη Περιοχή Παραλιμνίου [4], Θαλάσσια Περιοχή Τεχνητού Υφάλου στην Αγία Νάπα [5], Ναυάγιο Ζηνοβία στη Λάρνακα [6], Θαλάσσια Προστατευόμενη Περιοχή Αμαθούντας στην Λεμεσό [7], Θαλάσσια Προστατευόμενη Περιοχή στο Δασούδι στην Λεμεσό [8] και Θαλάσσια Προστατευόμενη Περιοχή Τεχνητού Υφάλου Γεροσκήπου στην Πάφο [9].
Σύμφωνα με την Ειδική Έκθεση της Ελεγκτικής Υπηρεσίας της Κυπριακής Δημοκρατίας για τη «Διαχείριση Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών στην Κύπρο», η «απουσία ενιαίας εθνικής στρατηγικής στην Κύπρο για τη διαχείριση των θαλάσσιων προστατευόμενων περιοχών και ο καταρτισμός επιμέρους στρατηγικών εγγράφων ενδεχομένως να οδηγεί σε κατακερματισμό των προσπαθειών της Δημοκρατίας για την προστασία των περιοχών και των ειδών και οικοτόπων που απαντώνται σε αυτές» [10]. Η Ειδική Έκθεση επίσης αναφέρει ότι «διαπιστώνονται ανεπάρκειες στους μηχανισμούς παρακολούθησης της κατάστασης των προστατευόμενων περιοχών με τεχνητούς υφάλους, ενώ ο βαθμός εφαρμογής των καθορισμένων μέτρων διαχείρισης και η αποτελεσματικότητά τους στη διατήρηση των προστατευόμενων ειδών και περιοχών, δεν φαίνεται να αξιολογούνται» [11].
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο δεν θα βοηθήσει ως προς την εφαρμογή μιας ενιαίας εθνικής στρατηγικής για θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές στην Κύπρο, η οποία πρέπει να έχει προτεραιότητα. Αντίθετα, θα αποτελέσει ένα επιπλέον εμπόδιο, καθώς αντί να κηρύσσονται θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές με βάση οικολογικά κριτήρια, θα δημιουργούνται στη βάση ιδιωτικών συμφερόντων και επενδυτικών προγραμμάτων.
Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός
Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο προωθείται ενώ αναμένεται να ολοκληρωθεί ο Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός (ΘΧΣ – Maritime Spatial Planning, MSP), ένα από τα βασικά εργαλεία της Ολοκληρωμένης Θαλάσσιας Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σύμφωνα με την Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, με την έννοια του ΘΧΣ υποδηλώνεται «ο σχεδιασμός του χρόνου και του τόπου άσκησης ανθρώπινων δραστηριοτήτων στη θάλασσα, προκειμένου να διασφαλίζεται η αποτελεσματικότητα και η βιωσιμότητά τους στον μέγιστο δυνατό βαθμό. Κατά τη διαδικασία αυτή, όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη συνεργάζονται με διαφάνεια με στόχο τον σχεδιασμό των θαλάσσιων δραστηριοτήτων» [12]. Η Κυπριακή Δημοκρατία εναρμονίστηκε με την Οδηγία 2014/89/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 2014 Περί Θεσπίσεως Πλαισίου για τον Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχεδιασμό με την ψήφιση από την Βουλή των Αντιπροσώπων του περί Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασμού και άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμου του 2017 [Ν. 144(I)/2017] [13] στις 29/9/2017 και τη δημοσίευση του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας στις 13/10/2017.
Σύμφωνα με το Άρθρο 2 του σχετικού Νόμου, «Θαλάσσιο Χωροταξικό Σχέδιο» σημαίνει το «εθνικό σχέδιο ή σχέδια που καταρτίζονται, εγκρίνονται και δημοσιεύονται ως αποτέλεσμα της διαδικασίας του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού» («Ερμηνεία»). Επιπρόσθετα, σύμφωνα με το Άρθρο 17(2) («Κατάρτιση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδίου»), η θέσπιση του Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδίου «θα πρέπει να καταρτιστεί το συντομότερο δυνατό και το αργότερο έως την 31η Μαρτίου 2021».
Σημειώνεται ότι στις 25/10/2017 και ενώ η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε ανοίξει υπόθεση παράβασης του κοινοτικού κεκτημένου, η οποία βρισκόταν σε επίπεδο Αιτιολογημένης Γνώμης, για μη εναρμόνιση με την σχετική Οδηγία [14], το Υπουργικό Συμβούλιο ενέκρινε και εξουσιοδότησε τον Υπουργό Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος όπως καταθέσει τους προτεινόμενους Κανονισμούς στη Βουλή των Αντιπροσώπων για έγκριση.
Η ψήφιση των προτεινόμενων Κανονισμών από την Βουλή των Αντιπροσώπων και η προώθηση επενδύσεων υπό μορφή ιδιωτικών τεχνητών υφάλων θα δημιουργήσει τετελεσμένα εν τω μέσω της διαδικασίας κατάρτισης του θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού.
Εισηγήσεις
Έχοντας ως γνώμονα το γεγονός ότι η θάλασσα αποτελεί κοινό αγαθό και δημόσιο πλούτο, θεωρούμε ότι σε κρατική ακίνητη ιδιοκτησία πρέπει να αδειοδοτούνται αποκλειστικά σχέδια, προγράμματα ή/και έργα, τα οποία εξυπηρετούν υπέρτερους λόγους σημαντικού δημοσίου συμφέροντος και αιτιολογούνται επαρκώς, με αναφορά σε συγκεκριμένα πραγματικά περιστατικά. Προτεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας θα πρέπει να είναι μια Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική βασισμένη σε οικολογικά πρωτίστως κριτήρια, αλλά και κοινωνικά, και όχι σε δυνητικές επενδύσεις οι οποίες θα οικειοποιηθούν δημόσιο πλούτο για παραγωγή κέρδους από ιδιώτες επενδυτές.
Η οικειοποίηση και αποξένωση των κοινών αγαθών – της γης, των δασών, των παραλιών, της ακτογραμμής και της θάλασσας – δεν νομιμοποιείται ηθικά, κοινωνικά και πολιτικά. Στη βάση των πιο πάνω, η Πρωτοβουλία για τη Διάσωση των Φυσικών Ακτών διαφωνεί με τους υπό συζήτηση Κανονισμούς και εισηγείται την απόσυρση τους από το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος ή την καταψήφιση τους από την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Περιβάλλοντος και την Ολομέλεια της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Λευκωσία, Τετάρτη, 10/10/2018
Πρωτοβουλία για την Διάσωση των Φυσικών Ακτών
Υποσημειώσεις και Παραπομπές
[1] Practical Guidelines for the Use of Artificial Reefs in the Mediterranean and the Black Sea. Studies and Reviews. General Fisheries Commission for the Mediterranean. No. 96. Rome, FAO 2015; p.2.
[2] UNEP(DEPI)/MED IG.23/21. 20th Ordinary Meeting of the Contracting Parties to the Convention for the Protection of the Marine Environment and the Coastal Region of the Mediterranean and its Protocols Tirana, Albania, 17-20 December 2017. Agenda item 3: Thematic Decisions Draft Decision IG.23/15: Updated Guidelines for Regulating the Placement of Artificial Reefs at Sea.
[3] Ο περί Αλιείας Νόμος (ΚΕΦ.135)
[10] Ελεγκτική Υπηρεσία της Δημοκρατίας. Ειδική Έκθεση αρ. ΠΕ/03/2018. Διαχείριση Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών στην Κύπρο. 25 Ιουνίου 2018; σελ. 1.
[11] Ό.π. σελ.2.
[12] Γενική Διεύθυνση Περιβάλλοντος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ευρωπαϊκή Επιτροπή > Θαλάσσια πολιτική > Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική > Θαλάσσιος Χωροταξικός Σχεδιασμός
[13] CYLaw > Ο περί Θαλάσσιου Χωρταξικού Σχεδιασμού και άλλων Συναφών Θεμάτων Νόμος του 2017 (144(I)/2017)
[14] European Commission > Press Releases Database > Δέσμη Παραβάσεων Ιουλίου – Μέρος 1: Κυριότερες Αποφάσεις – Βρυξέλλες, 13 Ιουλίου 2017. 11. Θαλάσσια Πολιτική και Αλιεία.
The Archive has been significantly expanded in the last few months, expanding in type of content as well as chronologically. This material concerns primarily the Greek version of the site. The key developments are outlined below:
Note: The translation of the text was done in the framework of the documentary TONGUE –
(https://www.facebook.com/tonguefilm/?fb_…LnadcjU02Q)
Cypriot Consciousness
By Costis Achniotis
Within The Walls, Issue 35, September 1988
This text is my lecture for the event that our magazine has organized at Famagusta Gate. At the same event Mehmet Yiaşin spoke about the “Turkish Cypriot identity in literature”. We will publish Yiasin’s presentation in the next issue in which there will be a feature on Turkish Cypriots. We will also answer to some articles published in the newspapers about our event there.
____________________________________________________________________________
Firstly, I clarify that I understand the definition of collective consciousness (and its contents) not as stable and unchangeable and of course I do not give it the dimension of a natural order. Collective consciousness just as any social concept is changeable and follows the shifting needs of of a society.
This changeability of course is not at all mechanic. The superstructure can drastically act on social evolution. For example the appearance of industries shapes the totality of workers that are possible to become carriers of labor consciousness. Labor consciousness is potentially common for all nations and can determine the totality of the workers of the world. Of course, this understanding is macroscopic. Other factors (individual consciousness) act and shape opposing subtotalities.
For the purpose of this text, I call Cypriot Consciousness, the consciousness of the Cypriot Independence. Therefore, its carrier is anyone who understands Cyprus and its people as an independent entity and strives as a consequence for the protection of the corresponding state institution, the Independent Cypriot State.
Of course the understanding of Cypriot Independence is basically a subject that has not been studied neither historically nor sociologically, nor politically, and this stands for both communities. And it is entirely natural as since the 50’s the consciousness for Enosis (Union with Greece[1]) and for taksim (separation[2]) were entirely dominant. Regardless of the acceptance of this so-called Independence in 1960, the governing teams of both communities were (or were acting like) for Enosis or for taksim. Therefore only this version of history was projected with its corresponding ideological response. It is indicative how misguiding history is in Greek-Cypriot schools.
So it is not easy to realise that CPC (Communist Party of Cyprus) took an anti-union stand. I will quote an excerpt:
“…CPC sees as its duty to protest by any means, firstly against local English government which due to its indifference contributes in the intensification of intercommunal hate between the citizens of Cyprus and secondly against the fraudulent leaders of this place which spoke and will speak in the name of the Cypriot people. DOWN WITH ENOSIS – LONG LIVE THE INDEPENDENCE OF CYPRUS – LONG LIVE THE PROLETARIATS OF THE WORLD (Neos Kosmos, 25.4.1925)
We see that the understanding for Independence was already in combination with the effort to escape bicommunal conflicts.
Of course there is no doubt that since then, up until the categorical acceptance of “Enosis and only Enosis” by AKEL after about 25 years of inaptitude, the folk sentiment of the Greek-Cypriot community was all the more oriented toward Greece. The Turkish-Cypriot minority seems to have lagged behind in terms of following the developments and eventually takes a position after EOKA’s struggle. When AKEL leaned toward Enosis, the Trotskyist Party of Cyprus (which was a small communist organisation) criticized them harshly, as they saw independence as a self-government of the oppressed classes, without mentioning the Turkish-Cypriot community.
I quote an excerpt:
“COMRADES,
May this year’s 1st of May find us on the frontlines of the struggle for the handing down of power to our people, for SELF-GOVERNMENT. The traitorous abandonment of the position for Self-government on the part of the stalinist leadership and the adoption of the position for Enosis should make us come to our senses. We ourselves must stop the poisoning by Enosis. We must make the ill-fated leaders of our laborer’s organisations get on the right track of serving workers’ benefits. If they deny, we should set them aside and keep moving forward in a new polemic, with class-awareness and decisive leadership for the struggle for the handing down of power to the workers and farmers. Enosis can provide us neither better working conditions nor better wages, nor can it ensure our social emancipation. It will merely exchange our chains. Nothing more, nothing less.
WORKERS, FARMERS, OPPRESSED,
Move forward in the struggle for our emancipation. The struggle for our economic and political demands. The battle for the improvement of our working conditions and Social Security. For the creation of more jobs for the unemployed. For unemployment benefits. For the organisation and class awareness of all of the oppressed. For SELF-GOVERNMENT. For a Government of Workers – Farmers, that feels for the worker and protects the farmer. For the complete national and social liberation.”
In this text there is no mention of Turkish-Cypriots. But in the municipal elections the idea of proportionate representation of Turkish-Cypriots is projected from the candidates of this party and at the same time the request for Enosis is condemned in exchange for the request for Self-Government. The request for Enosis is considered a request which is entirely bourgeois (Ergatis, 15 May 1949).
The organisation of Trotskyists broke up and got dismantled soon after. One of the reasons is that a fraction of the members becomes for Enosis as one can witness through the conversational essays in it’s later editions.
We can see that briefly before the 50s, the Greek-Cypriot left tends to ambiguously want independence without always condemning Enosis and combines this demand with an intense worker’s politics (it is not by chance that the last labour struggles happened back then) and an understanding of danger that is included in a possible intercommunal conflict (and certainly other reasons such as geopolitical ones).
I do not know whether you, like myself, see that history actively justified the dears of the leftists of the era.
Whereas the Greek-Cypriot community votes for “Enosis and only Enosis” as one in 1950, and for the entire decade it leaves no space for anything else, I suppose that hidden within the bourgeois class exist thoughts for independence, because of course it cannot be by chance that Makarios gave that infamous interview in 1957 or that the national council of the time takes part, even in disagreement, in the negotiations in Zurich and London.
In making a report of the 50s, we can in summary say that the entire revolutionary force of the Cypriot people, Turkish Cypriot and Greek Cypriot, was wasted on marginalising the conscious participation of the working class, in order for an intercommunal conflict to be built and for neither self-government nor Enosis but for dependence to be given.
This is why Cypriot Consciousness is always a newborn consciousness. It has never overcome the stage of infancy. In consequence, its face is marked by the sorrow of profound old-age and the main sentiment that it can feel is the uncertain pain of existence. Cypriot Consciousness exists trampled under the feet of its adversaries who are caught in an infinite hand-to-hand battle. From the point of view of where it exists, on the ground, it sees them as enormous giants. Regardless of the constant trampling, the Cypriot Consciousness is saved by the fact that none of the giants is entirely dominant. Otherwise the Cypriot Consciousness would be lost.
The Cypriot Consciousness thinks itself weak. That’s why it plays possum, waiting for better days.
The Cypriot Consciousness is weak and humble. It knows it and doesn’t go to battle. It settles for cackling at the weakness of its far stronger adversaries who are nonetheless also too weak to impose their own order of things. In its ears the voices echo like empty words and fanfare.
Cypriot Consciousness has the arrogance of the marginals.
[1]. The dominant Greek Cypriot Discourse which called for union with Greece.
[2]. The dominant Greek Cypriot Discourse which called for complete separation of the two communities.
Αυτό δεν ήλθε από το πουθενά. Ηταν το αποτέλεσμα της οργής και της αγανάκτησης που έχει συσσωρευτεί από τα χρόνια προβλήματα που ταλανίζουν την Παιδεία και την υποβάθμιση του Δημόσιου Σχολείου αλλά και τις προσβολές και τον εξευτελισμό των εκπαιδευτικών από την κυβέρνηση και τους συνοδοιπόρους της.
Ηταν το αποτέλεσμα της οργής και της αγανάκτησης που έχει συσσωρευτεί τα τελευταία πέντε χρόνια μέσα στους εργαζόμενους από τα κουρέματα, τις μειώσεις μισθών και συντάξεων, τις παραβιάσεις των συλλογικών συμβάσεων, την καταστρατήγηση των εργατικών κατακτήσεων, την διάλυση της Δημόσιας Υγείας, το ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου, τα σκάνδαλα και τη διαφθορά στα ψηλά δώματα του κρατικού μηχανισμού και της κοινωνίας.
Ηταν ακόμη το αποτέλεσμα μιας σειράς κινητοποιήσεων που έγιναν αυτά τα χρόνια όπως οι κινητοποιήσεις του 2013 ενάντια στα κουρέματα, που έκτισαν για πρώτη φορά την κοινωνική συμμαχία και το συντονισμό των συνδικάτων. Ηταν η κοινή κινητοποίηση των συνδικάτων της ΑΗΚ της ΑΤΗΚ και τις Αρχής Λιμένων ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις το 2014. Ήταν την ίδια χρονιά η πολιορκία της Βουλής από τους εργαζόμενους της ΑΗΚ. Ήταν η μεγαλειώδης απεργία των νοσηλευτών το 2016 που έδειξε ότι με αγώνα, ενότητα και αποφασιστικότητα μπορούμε να κερδίσουμε και να ανατρέψουμε τις αποφάσεις της Κυβέρνησης.
Ο κάθε αγώνας αφήνει τα δικά του σημάδια και την δική του έμπνευση στους επόμενους. Τα μπλουζάκια της ΠΑΣΥΝΟ με το «είμαι νοσηλευτής/ρια» τα διαδέχτηκαν τα μπλουζάκια των εκπαιδευτικών με το «Όχι στην διάλυση του Δημόσιου Σχολείου». Η πολιορκία της Βουλής έγινε πολιορκία του Υπουργείου Παιδείας από τους εκπαιδευτικούς. Πάνω απ όλα όμως στις 28 Αυγούστου έξω από το Προεδρικό η κοινωνική αλληλεγγύη δεν ήταν απλά ένα σύνθημα αλλά μια πραγματικότητα, με την συμμετοχή της συντριπτικής πλειοψηφίας των συνδικάτων. Αυτή είναι η μεγαλύτερη παρακαταθήκη που αφήνει αυτός ο αγώνας που δείχνει και ποια πρέπει να είναι η συνέχεια.
ΤΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ
Το συλλαλητήριο στις 28 Αυγούστου έστειλε ένα ηχηρό μήνυμα σε πολλούς αποδέκτες. Πρώτα και κύρια στην κυβέρνηση η οποία δεν μπορεί πια να ισχυρίζεται ότι οι επιλογές της είναι προς όφελος της κοινωνίας. Η κοινωνία μίλησε δυνατά και καθαρά, και είπε όχι στις επιλογές της. Όσο και να θέλει να υποβαθμίσει το μέγεθος και τη σημασία της εκδήλωσης δεν μπορεί, και τώρα τρέχει να τα μαζέψει. Ο Αβέρωφ που μιλούσε για την ενίσχυση της ιδιωτικής εκπαίδευσης, έδωσε δημοσιογραφική διάσκεψη για να μας πείσει ότι είναι θιασώτης του Δημόσιου Σχολείου και μας θύμησε τα μαθητικά του χρόνια στην Αργάκα!!!
Η πορεία στις 28 ήταν ένα δυνατό χαστούκι και προς τα ΜΜΕ τα οποία προσπαθούσαν όλη αυτή την περίοδο να παρουσιάσουν τους εκπαιδευτικούς ότι βρίσκονται σε σύγκρουση με την κοινωνία. Όσο και να προσπάθησαν να υποτιμήσουν το μέγεθος και τον χαρακτήρα της εκδήλωσης δεν τα κατάφεραν. Οι εικόνες που είδε ο κόσμος, κυρίως από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης είναι συντριπτικές.
Τέλος η εκδήλωση έστειλε ένα δυνατό μήνυμα και στις ηγεσίες των ίδιων των εκπαιδευτικών οργανώσεων αλλά και των άλλων συνδικάτων. Πρώτη φορά η βάση των εργαζομένων προσφέρει τόσο μαζικά και αποφασιστικά την στήριξη της στις αποφάσεις των ηγεσιών τους. Είναι σίγουρο ότι ούτε και οι ίδιοι δεν περίμεναν τόση ανταπόκριση από τους εκπαιδευτικούς αλλά και τους άλλους εργαζόμενους και την κοινωνία συνολικά. Η συμμετοχή, οι πρωτοβουλίες και οι διεργασίες από τα κάτω, μέσα στους ίδιους τους εκπαιδευτικούς έπαιξαν καθοριστικό ρόλο. Αυτό όμως πάει προς δυο κατευθύνσεις και έτσι θα πρέπει να το κατανοήσουν και οι ηγεσίες των εκπαιδευτικών οργανώσεων. Είμαστε αποφασιστικά μαζί σας όσο στηρίζεται τον δίκαιο αγώνα μας αλλά θα μας βρείτε μπροστά σας αν προσπαθήσετε να εκφυλίσετε τον αγώνα μας ή να μας ξεπουλήσετε. Τα γελαστά πρόσωπα του κόσμου, τα γεμάτα αυτοπεποίθηση και αποφασιστικότητα που είδαμε το βράδυ της 28ης Αυγούστου δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία γι’ αυτό.
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ
Παρά το δυνατό χαστούκι που έφαγε η κυβέρνηση δεν πρόκειται να τα βάλει κάτω και να υποχωρήσει. Το διακύβευμα είναι πολύ μεγάλο. Θα πρέπει να τσακίσει την αντίσταση. Δεν θα αφήσει ένα Γαλατικό χωρίο να εμποδίσει τα σχέδια της, να κυριαρχήσει ολοκληρωτικά και να κάνει ότι θέλει για λογαριασμό της τάξης που αντιπροσωπεύει, των τραπεζιτών και των αρπαχτικών της αγοράς. Ανασυντάσσεται και ετοιμάζει την αντεπίθεση της.
Το ίδιο ισχύει και με τα ΜΜΕ. Θα συνεχίσουν την παραπληροφόρηση και θα είναι στο πλευρό της κυβέρνησης και θα τη στηρίζουν μέχρι το τέλος. Είναι τόση η διαπλοκή και τα συμφέροντα που τους δένουν με την κυβέρνηση και τις πολιτικές που εφαρμόζει που μόνο κατ’ εξαίρεση μπορεί να δούμε καμιά αντικειμενική είδηση ή κανένα θετικό άρθρο. Και αυτά όταν αναγκάζονται από τη δράση και τους αγώνες μας.
Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση θέλει να σπρώξει τους εκπαιδευτικούς στα άκρα. Θέλει να τους σπρώξει στην απεργία. Πιστεύει πως αν κλείσουν τα σχολεία θα είναι θέμα χρόνου για να καταφέρει να στρέψει μαζικά τους γονείς και την κοινή γνώμη εναντίον τους. Οι γονείς, πολλοί από τους οποίους συνήθως «παρκάρουν» τα παιδιά τους στο σχολείο, για να πάνε στη δουλειά τους ή για να κάνουν τις δουλειές τους, και να γυρίσουν μετά να τα πάρουν, θα αρχίσουν να δυσανασχετούν με αυτή την κατάσταση. Το ίδιο και για τα Γυμνάσια και τα Λύκεια που τα παιδιά θα σπαταλούν το χρόνο τους στα διάφορα στέκια. Πολύ πιθανό να συμβεί το ίδιο και με την λευκή απεργία.
Για να έχουν νόημα τα απεργιακά μέτρα πρέπει να έχουν την προοπτική της νίκης. Δεν φτάνει να είναι κλειστά τα σχολεία. Η πίεση στη κυβέρνηση εξαρτάται από τον αν θα θεωρείται αυτή υπεύθυνη για το κλείσιμο και όχι οι εκπαιδευτικοί. Χρειάζεται να κερδιθεί η συμπαράσταση και η αλληλεγγύη των εργαζομένων, των γονιών, των μαθητών. Η κινητοποίηση στις 28 Αυγούστου έδειξε ότι αυτό είναι εφικτό.
Για να γίνει αυτό όμως χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις:
1. Τα απεργιακά μέτρα και το κλείσιμο των σχολείων δεν θα πρέπει να είναι μια παθητική ενέργεια. Θα πρέπει οι εκπαιδευτικοί να είναι στα σχολεία, να περιφρουρούν την απεργία. Να καλέσουν οι ίδιοι όσους γονείς και μαθητές θέλουν να πάνε στο σχολείο να πάνε εθελοντικά. Να λειτουργήσουν τάξεις σε φιλικό περιβάλλον και να διδάξουν τα μαθήματα που οι ίδιοι θέλουν και όπως θέλουν, που να καλλιεργούν την κριτική σκέψη, την κοινωνική αλληλεγγύη, τον σεβασμό προς την διαφορετικότητα, την ειρηνική συνύπαρξη, την αγάπη για το περιβάλλον και τα άλλα πλάσματα που μοιραζόμαστε τον πλανήτη. Να μετατρέψουν τα σχολεία σε χώρους ζύμωσης και ζωντανής παρέμβασης. Να οργανώνονται ανοικτές εκδηλώσεις με την συμμετοχή κόσμου, γονιών, μαθητών και άλλων κοινωνικών φορέων, με συζητήσεις για το τι είδους Παιδεία θέλουμε, με πολιτιστικές δραστηριότητες, μουσικές και θεατρικές παραστάσεις, που να μπορεί ο κόσμος να έλθει να δει τι σημαίνει ένα άλλο δημοκρατικό σχολείο, να ενημερωθεί και να εκφράσει την συμπαράσταση και την αλληλεγγύη του στους απεργούς. Με αυτό τον τρόπο θα φεύγουν καθημερινά από τα σχολεία δεκάδες εργαζόμενοι, γονείς και μαθητές που θα είναι πρεσβευτές στο όραμα για ένα άλλο σχολείο, για μια άλλη κοινωνία.
2. Θα πρέπει να προγραμματιστούν και κάποιες κεντρικές εκδηλώσεις όπως συναυλίες ή πορείες.
3. Να αξιοποιηθεί η κοινωνική συμμαχία και η εργατική αλληλεγγύη που εκφράστηκε στις 28 Αυγούστου. Οι ηγεσίες των εκπαιδευτικών οργανώσεων που πέτυχαν αυτή την εκπληκτική ενότητα μεταξύ τους, αλλά και σε μεγάλο βαθμό μεταξύ των παρατάξεων που εκπροσωπούνται στις διοικήσεις των συνδικάτων, πρέπει να πάρουν την πρωτοβουλία και να καλέσουν τις ηγεσίες των άλλων συνδικάτων που δήλωσαν αλληλέγγυες στον αγώνα τους να συντονιστούν όλες μαζί, σε μια κοινωνική συμμαχία, με στόχο το κάλεσμα σε μια 24ωρη παναπεργία και ένα κοινό συλλαλητήριο. Υπάρχει η κοινή βάση που είναι η αντίσταση στην υποβάθμιση της Δημόσιας Παιδείας και στις πολιτικές λιτότητας και περικοπών που χτυπούν όλους τους εργαζόμενους. Ετσι και αλλιώς σε λίγο θα κινητοποιηθούν ξανά οι εργαζόμενοι στους Δήμους ενάντια στις ιδιωτικοποιήσεις, οι εργαζόμενοι στην ΑΗΚ και άλλοι. Από κεί και πέρα ανοίγει ο δρόμος για πάρα πέρα κλιμάκωση του αγώνα αν χρειαστεί.
Ετσι μπορεί να κερδιθεί αυτή η μάχη. Οι εκπαιδευτικοί κάνουν ένα αγώνα για λογαριασμό όλων μας. Δεν μπορούν όμως να τον κερδίσουν μόνοι τους. Χρειάζονται την δική μας συμπαράσταση και αλληλεγγύη. Έμπρακτα και δυνατά. Οι μεμψιμοιρίες και τα μιζεριάσματα του τύπου «μα δεν είχε παλμό η εκδήλωση και δεν φωνάζαμε συνθήματα» «μα δεν μας συμπαραστάθηκαν αυτοί όταν απεργούσαμε εμείς» «μα δεν βάζουν έντονα το θέμα της κοσμικής Παιδείας» ή «μα αυτοί τον ψήφισαν» δεν έχουν θέση εδώ. Μπαίνουμε σε αυτή τη μάχη με όλες μας τις δυνάμεις και όλη μας τη ψυχή αν θέλουμε να κερδίσουμε. Στην πορεία μπορούμε να εμπλουτίσουμε και θα εμπλουτίσουμε τα αιτήματα μας. Οι ιδέες δεν αλλάζουν ούτε με κηρύγματα ούτε με διαταγές, αλλάζουν όταν έρχονται σε σύγκρουση με την πραγματικότητα. Όταν αυτά που πιστεύουμε, για το ποιοι είναι φίλοι μας και ποιοι οι εχθροί μας επιβεβαιώνονται ή διαψεύδονται μέσα από την ίδια τη ζωή και τα γεγονότα. Σ αυτή τη διαδικασία βρίσκονται και οι εκπαιδευτικοί όπως και πολλοί άλλοι αυτή την περίοδο. Η πραγματικότητα έχει ήδη συντρίψει πολλές από τις ιδέες που κουβαλούσαν. Ποτέ τα πράγματα δεν θα είναι όπως ήταν πριν τις 28 Αυγούστου στο χώρο της εκπαίδευσης.
Αυτή είναι η συζήτηση που χρειάζεται να κάνουμε όλοι μαζί αυτή τη στιγμή. Οι εκπαιδευτικοί που πρωτοστάτησαν την προηγούμενη περίοδο με τις πρωτοβουλίες και τις δράσεις τους στην μεγάλη επιτυχία της εκδήλωσης στις 28 Αυγούστου χρειάζεται να μπουν και πάλι μπροστά και να συμβάλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Δεν έχουμε το μαγικό φίλτρο που έδινε ο Πανοραμίξ στους Γαλάτες, αλλά έχουμε όλα τα άλλα. Πρώτα και κύρια έχουμε το δίκαιο με το μέρος μας, τις εμπειρίες μας, την ενότητα μας, την εργατική αλληλεγγύη. Έχουμε τις ιδέες της νίκης. Πρέπει όλοι να σταθούμε αλληλέγγυοι στους εκπαιδευτικούς και να συμβάλουμε με όλες μας τις δυνάμεις για να κερδιθεί αυτή η μάχη. Η πιο κρίσιμη και καθοριστική των τελευταίων χρόνων.
Ντίνος Αγιομαμίτης
30 Αυγούστου 2018
ΠΟΥ ΣΤΟΧΕΥΕΙ ΑΥΤΗ Η ΕΠΙΘΕΣΗ;
Στοχεύει σε τρία σημεία:
1.- Να εξοικονομήσει πόρους για να καλύψει τις τρύπες που δημιούργησαν τα δισεκατομμύρια που έδωσε σαν δώρα στους τραπεζίτες στο πρόσφατο ξεπούλημα του Συνεργατισμού που είχαν σαν αποτέλεσμα να αυξηθεί το δημόσιο χρέος και να χρειάζονται νέες περικοπές. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα είναι μόνο από τους εκπαιδευτικούς που θα πάρει αλλά θα ακολουθήσουν περικοπές και σε άλλες κοινωνικές δαπάνες.
2.- Θέλει να υποβαθμίσει το Δημόσιο σχολείο και να ενισχύσει την ιδιωτική εκπαίδευση. Αυτό δεν χρειάζεται και πολλή σκέψη για να το καταλάβει κανείς. Εξάλλου είναι κάτι που το δήλωσε ξεκάθαρα τόσο ο Υπουργός Παιδείας που μίλησε για «άνοιγμα της Παιδείας στην αγορά» όσο και ο Πρόεδρος του Δημοκρατικού Συναγερμού που ζήτησε να ενισχυθεί η ιδιωτική εκπαίδευση. Στην Παιδεία όμως, όπως και στην Υγεία δεν μπορεί να κυριαρχεί η λογική της αγοράς, δηλαδή του κέρδους. Σε αυτούς τους τομείς εκείνο που πρέπει να μετρά είναι ο άνθρωπος και όχι τα κέρδη. Κέρδος στην Παιδεία είναι να υπάρχει ελεύθερη πρόσβαση στην Δημόσια Εκπαίδευση για όλα τα παιδιά, ανεξάρτητα από οικονομική, οικογενειακή κατάσταση ή εθνική καταγωγή. Να έχουν πρόσβαση σε ένα σχολείο που να τους μορφώνει, να καλλιεργεί την κριτική σκέψη και να απελευθερώνει τις δυνατότητες του κάθε παιδιού στον τομέα που μπορεί να διαπρέψει και όχι να παράγει άτομα που να υπηρετούν πιστά το σύστημα και να προσαρμόζουν τη ζωή τους στις ανάγκες της αγοράς και του κεφαλαίου. Οι εκπαιδευτικοί δεν πρέπει να πέσουν στην παγίδα της Κυβέρνησης και να ψάχνουν να βρουν οι ίδιοι εναλλακτικές προτάσεις για εξοικονόμηση πόρων στον τομέα της Παιδείας. Αυτό θα σημαίνει ότι αποδέχονται και οι ίδιοι την λογική της αγοράς που έχει στο επίκεντρο της τα κέρδη. Αντίθετα θα πρέπει να επιμένουν σε περισσότερες δαπάνες για ενίσχυση της Παιδείας.
3.- Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η κυβέρνηση με αυτή την επίθεση θέλει να τσακίσει κάθε αντίσταση μέσα στην κοινωνία που μπορεί να την εμποδίσει να εφαρμόσει τις πολιτικές της. Πολιτικές που τα προηγούμενα πέντε χρόνια είχαν σαν αποτέλεσμα τη μείωση μισθών και συντάξεων, τη διάλυση του τομέα της Δημόσιας Υγείας, τις περικοπές στα επιδόματα των αναπήρων, των τυφλών, των μονογονιών. Πέντε χρόνια όπου εργατικές κατακτήσεις δεκαετιών εξανεμίστηκαν και ο δημόσιος πλούτος ξεπουλήθηκε στο ιδιωτικό κεφάλαιο. Μια πενταετία που οι πλούσιοι έγιναν πλουσιότεροι και οι φτωχοί φτωχότεροι. Μια πενταετία που κυριολεκτικά κήρυξε τον πόλεμο στους εργαζόμενους, με τις περικοπές και τη λιτότητα, με την κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, τα ευέλικτα ωράρια, τους μισθούς πείνας. Ενα πόλεμο στον οποίο είχαμε πολλές απώλειες όχι μόνο στα εισοδήματα και τις κατακτήσεις μας αλλά και σε ανθρώπινες ζωές, είτε γιατί δεν υπήρχαν νευροχειρουργοί να δουν ένα μαθητή που χτύπησε στο σχολείο, είτε γιατί έπεσε ένα ράφι που δεν φρόντισε ο εργοδότης να στερεώσει και σκότωσε μια νέα εργαζόμενη είτε γιατί ο γερανός της ΑΗΚ δεν είχε συντηρηθεί σωστά και έπεσε και σκότωσε τον εργάτη που δούλευε πάνω είτε… είτε… Ο κατάλογος είναι μακρής.
Για να συνεχίσει και να ολοκληρώσει αυτό το έργο για λογαριασμό της τάξης των κεφαλαιοκρατών που υπηρετεί πρέπει να τσακίσει κάθε κοινωνική αντίσταση. Αυτή τη στιγμή οι εκπαιδευτικές οργανώσεις αποτελούν το πιο δυνατό συνδικάτο μέσα στην κοινωνία. Ιδιαίτερα μετά που κατάφεραν να συνεργαστούν και να συντονιστούν και οι τρεις οργανώσεις μαζί. Η δύναμη τους φάνηκε στην μεγαλειώδη κινητοποίηση και την πορεία στο Υπουργείο Παιδείας. Η κυβέρνηση θέλει να κάνει μαζί τους ότι έκανε η Θάτσερ με τους ανθρακωρύχους τη δεκαετία του ’80 στη Βρετανία. Να τους τσακίσει και να τους χρησιμοποιήσει σαν παράδειγμα για να μην τολμήσει κανείς να της αντισταθεί. Αν το καταφέρει τότε θα περάσει σαν οδοστρωτήρας και θα σαρώσει κάθε αντίσταση στα σχέδια της. Θα ακολουθήσουν οι γιατροί και οι νοσηλευτές, και όσοι παλεύουν για ένα ΓΕΣΥ που να λειτουργεί προς όφελος των ασθενών και όχι των ασφαλιστικών εταιρειών και των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων. Θα ακολουθήσει το ξεπούλημα της ΑΤΗΚ και της ΑΗΚ και ότι άλλο έχει στο μυαλό του ο Αναστασιάδης και το μεγάλο κεφάλαιο. Αυτό είναι το μεγάλο διακύβευμα αυτής της σύγκρουσης. Αυτό εξηγεί και τον αυθαίρετο τρόπο που πήρε την απόφαση για το σύστημα απαλλαγών και την προσπάθεια επιβολής της με εκβιασμούς και απειλές και κυρίως την προσπάθεια απαξίωσης και εξευτελισμού των εκπαιδευτικών και της ηγεσίας τους.
Μπορεί να υπάρχουν κάποιοι εκπαιδευτικοί που είναι προβληματικοί και δεν κάνουν σωστά τη δουλειά τους αλλά τέτοια άτομα είναι οι εξαιρέσεις και υπάρχουν σε όλους τους τομείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και σε όλες τις δουλειές ακόμη και στη Αστυνομία, τη Νομική Υπηρεσία, τη Βουλή και στην ίδια την κυβέρνηση. Ας μην ξεχνάμε πόσοι πρώην Υπουργοί, Βουλευτές, Δημάρχοι, και άλλοι βρέθηκαν στην φυλακή. Ας μην χρησιμοποιεί αυτό το επιχείρημα η Κυβέρνηση και ας καθαρίσει πρώτα τους δικούς τις στάβλους του Αυγεία πριν ακουμπήσει τους εκπαιδευτικούς.
ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ
Οι εκπαιδευτικοί καλούνται να δώσουν μια μάχη για λογαριασμό ολόκληρης της κοινωνίας. Είτε το καταλαβαίνουν είτε όχι επωμίζονται μια μεγάλη ευθύνη. Βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της αντίστασης και από την έκβαση αυτής της μάχης θα κριθούν πολλά για το μέλλον των εργαζομένων και της κοινωνίας συνολικότερα. Γι αυτό χρειάζεται να οργανώσουν τον αγώνα τους με προοπτική τη νίκη. Δεν αρκεί να έχεις δίκαιο και να είσαι καλά οργανωμένος για να κερδίσεις μια τέτοια μάχη. Χρειάζεσαι την αλληλεγγύη της μεγάλης μάζας των εργαζομένων.
Οι εκπαιδευτικοί δεν είναι όπως άλλους εργαζόμενους που κλείνουν το διακόπτη και κατεβαίνουν σε απεργία και χτυπούνε καθημερινά τα κέρδη του εργοδότη τους και τον πιέζουν να υποχωρήσει. Για να πιεστεί η κυβέρνηση χρειάζεται να έχει πολιτικό κόστος, πρέπει να κερδιθεί η μάχη της πληροφόρησης. Πρέπει να είναι φανερό ότι την ευθύνη για το ότι δεν ανοίγουν τα σχολεία την φέρει αποκλειστικά η Κυβέρνηση. Δυστυχώς όμως για την ώρα η Κυβέρνηση φαίνεται να κερδίζει αυτή τη μάχη αφού έχει μαζί της την πλειοψηφία των ΜΜΕ, τις εργοδοτικές οργανώσεις, τον αρχιεπίσκοπο αλλά και την ηγεσία των συνδέσμων γονέων που παραδοσιακά ελέγχονται από το κράτος.
Αυτό μπορεί και πρέπει να αλλάξει. Η μεγαλειώδης πορεία στο Υπουργείο Παιδείας έδειξε ότι αυτό είναι εφικτό και έδειξε και τον τρόπο με τον οποίο θα πρέπει να γίνει. Η κινητοποίηση στις 28 Αυγούστου θα είναι ένα κομβικό και καθοριστικό σημείο σε αυτή την προσπάθεια. Πολύ σωστά οι εκπαιδευτικοί όρισαν την πορεία έξω από το προεδρικό που είναι η έδρα της κυβέρνησης. Πολύ σωστά την έβαλαν απόγευμα για να μπορούν να συμμετέχουν και άλλοι εργαζόμενοι. Χρειάζεται όμως να κερδίσουν και τους γονείς και τους μαθητές σε αυτή την προοπτική. Η συντριπτική πλειοψηφία των εκπαιδευτικών είναι και γονείς. Μπορούν να εξηγούν συστηματικά και καθημερινά μέσα από άρθρα αλλά και συναντήσεις των τοπικών συνδέσμων και άλλες εκδηλώσεις τι πραγματικά ισχύει και να καταρρίπτουν τους παραπλανητικούς ισχυρισμούς της κυβέρνησης.
Πρέπει να έλθουν σε επαφή με άλλες οργανώσεις εργαζομένων που βρίσκονται ή θα βρεθούν στο στόχαστρο της κυβερνητικής πολιτικής ή πλήττονται από τις περικοπές και τη λιτότητα, όπως οι γιατροί, οι νοσηλευτές, οι φοιτητές, οι αγρότες, οι οδοκαθαριστές, που πανηγύρισαν μια σημαντική νίκη πριν λίγες μέρες, και πολλοί άλλοι. Πρέπει να περάσουν στην αντεπίθεση και να προβάλουν συνολικότερα αιτήματα για ενίσχυση της Δημόσιας Εκπαίδευσης, όπως την αύξηση των δαπανών για την Παιδεία, τη μείωση των μαθητών ανά τάξη, την αύξηση των μαθημάτων που καλλιεργούν τον πολιτισμό και την μόρφωση των παιδιών, την μείωση της κατ’ οίκο εργασίας, τον αποκλεισμό της Εκκλησίας από τα θέματα Παιδείας, την άμεση αποκατάσταση των μισθών και των συντάξεων, όχι μετά από 5 χρόνια, και για όλους τους εργαζόμενους. Με αυτό τον τρόπο μπορούν να κερδίσουν την συμπαράσταση και την αλληλεγγύη της μεγάλης μάζας της εργατικής τάξης.
ΝΑ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΕΚΕΙ
Είναι λάθος να σκέφτεται κανείς ότι αυτοί παίρνουν περισσότερα από μένα, έχουν περισσότερες διακοπές από μένα, είναι πιο ξεκούραστη η δουλειά τους από την δική μου, και να αδιαφορεί ή ακόμη χειρότερα να παίρνει το μέρος της κυβέρνησης. Τα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι. Ο κάθε εργαζόμενος ξέρει το δικό του πόνο. Πόσοι από μας θα αντέχαμε να φροντίζουμε 20-25 παιδιά ταυτόχρονα που να φωνάζουν, να κλαίνε, να διψούν, να κατουριούντε, να θέλουν τη μάμμα τους ή τη γιαγιά τους. Και να το κάνουμε κάθε μέρα για πέντε και έξη διδακτικές περιόδους. Πόσοι από μας θα είχαμε το στομάχι και την υπομονή να εξηγούμε σε ένα παιδί με μαθησιακές δυσκολίες πράγματα που του φαίνονται απίθανο να τα μάθει. Πόσοι από μας θα αφιερώναμε το διάλειμμα μας ή το απόγευμα μας να τα βοηθήσουμε ή να τους μάθουμε μουσική ή θέατρο. Πόσοι από μας θα αφιερώναμε την Κυριακή μας για να διορθώνουμε γραπτά ή για να προετοιμάζουμε το μάθημα της επόμενης μέρας. Πόσοι από εμάς θα πιάναμε από το χέρι ένα παιδί που οι περιστάσεις το έσπρωξαν στα ναρκωτικά ή την παραβατικότητα για να του δώσουμε μια δεύτερη ευκαιρία. Αυτή τη δουλειά κάνουν οι εκπαιδευτικοί μας και πρέπει να δίνουν την ψυχή τους για να το κάνουν γιατί δεν υπάρχει κανένας άλλος τρόπος για να γίνει. Αν ψάχνουμε για «Άρια φυλή» με προνόμια και ψηλές απολαβές, κλιματιζόμενα γραφεία και κεραστικά, ας κοιτάξουμε στα ψηλά δώματα της Κυβέρνησης και των αυλικών της, που παίρνουν τις 70,000 και 80,000 ευρώ το χρόνο και στις Τράπεζες και τους κεφαλαιοκράτες που κερδίζουν εκατομμύρια και δισεκατομμύρια από τα δώρα της κυβέρνησης. Ας κόψει από αυτούς η κυβέρνηση.
Στις 28 Αυγούστου πρέπει να είμαστε όλοι έξω από το Προεδρικό να υπερασπιστούμε το δικαίωμα μας στον συνδικαλισμό, την Δημόσια Παιδεία, τη Δημόσια Υγεία, το Κράτος Κοινωνικής Πρόνοιας, το δικαίωμα μας σε μια καλύτερη ζωή. Θα πρέπει όλοι, δημόσιοι, ημικρατικοί, ιδιωτικοί, άνεργοι, συνταξιούχοι να είμαστε μαζί με τους εκπαιδευτικούς. Εκεί θα πρέπει να εκφραστεί η οργή μας και όχι ενάντια στους εκπαιδευτικούς όπως θέλει η Κυβέρνηση. Να γίνουμε όλοι μαζί ένα ανθρώπινο ποτάμι που θα παρασύρει με την ορμή και τον όγκο του τις πολιτικές λιτότητας και περικοπών που έχουν μετατρέψει τη ζωή χιλιάδων ανθρώπων σε κόλαση. Που θα τσακίσει τα σχέδια της κυβέρνησης και του κεφαλαίου να ελέγχουν τη ζωή μας.
Ντίνος Αγιομαμίτης
20 Αυγούστου 2018
Το φεγγάρι κομμάτια κι ο ήλιος μισός, […]Ποιος νόμος παρανόμως μου κρύβει το φως; […]Δήμος Μούτσης- Δεν έχω μέσον!
Ecopolis is a 3-day anti-commercial festival with no sponsors. All events will be free. This year’s festival schedule is as follows (more info soon):
25/07 – Talks, presentations, and discussions
26/07 – Art exhibitions and performances
27/07 – Concert
Donations help us maintain the festival’s independent and self-funded character, so they are more than welcome.
The city as the main field of social activity and action reflects the wider social environment. Ecopolis festival aims to reveal, challenge, and renegotiate the social tensions of everyday life in the streets, squares and benches of Nicosia. A city that is drowning in coffee shops, street-side tables and fashionable bars. The old city of Nicosia has changed face: from sub-developed historical center it has now fulfilled its potential as an ideal city-commodity, maintaining the advertisable image of the “last divided capital”, while the accelerated gentrification of the last years has constituted it as an urban jewel “clean” from social relations and situations that oppose commodity relations mediated by spectacle.
Skyscrapers for high-class apartments and businesses, pedestrian zones occupied by the tables of countless interchangeable shops, the lack of public benches, fences around Faneromeni church that get taller every year, sidewalks full of parked cars, sky-rocketing rents that become prohibitive for migrant residents –all a result of gentrification and the consumerist influx which followed, creating a city where the only acceptable social / political activity is consumption. Meanwhile, barbed wire, barrels and armies force us us to live our geographical and historic site as half, mediated by the symbols of hatred and tedious queues at the checkpoints to walk a distance of 100 meters.
For us, these are factors composing a challenging landscape of action, in which we intervene creatively by expressing and making proposals for societies organized outside hierarchical, capitalist and sexist mentalities and institutions, on the basis of self-organization, solidarity and companionship. The Ecopolis festival is being held this year for the first time by the Ecopolis working group on ecology and the city. Ecopolis festival aims to put forth the claim to the city as a Common, as a field of resistance to the social and environmental endeavors of neoliberalism. We want to create the conditions in which the city is experienced as a point of reference and socialization, action and experimentation, rather than as a polished real estate commodity bought and sold according to the laws of the market and current trends.
Το Οικοπόλις εν ένα τριήμερο αντιεμπορευματικό φεστιβάλ χωρίς χορηγούς. Η είσοδος θα είναι ελεύθερη σε ούλλες τις εκδηλώσεις του φεστιβάλ.
Το φετινό πρόγραμμα είναι (παραπάνω πληροφορίες σύντομα):
25/07 – Παρουσιάσεις τζιαι συζητήσεις
26/07 – Καλλιτεχνικές εκθέσεις τζιαι παραστάσεις
27/07 – Συναυλία
Οι εισφορές εν ο κύριος παράγοντας που κρατά το φεστιβάλ ανεξάρτητο τζιαι αυτοχρηματοδοτούμενο, οπόταν είναι αυστηρά ευπρόσδεκτες.
Η πόλη ως το κατεξοχήν πεδίο κοινωνικής δραστηριότητας & δράσης αντικατοπτρίζει το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Το φεστιβάλ Οικοπόλις έσχει στόχο την ανάδειξη, αμφισβήτηση και επαναδιαπραγμάτευση των κοινωνικών εντάσεων της καθημερινότητας μέστους δρόμους, τες πλατείες τζιαι τα παγκάκια τούντης πόλης. Mιας πόλης που πλέον πνίεται μες τα καφέ, τα τραπεζάκια, τζιαι τα μοδάτα μπαράκια. Η παλιά πόλη της Λευκωσίας άλλαξε φάτσα: που υπο-ανάπτυκτο ιστορικό κέντρο εκπληρώνει πλέον τη δυνατότητά της ως ιδανική πόλη-εμπόρευμα. Που τη μια διατηρώντας τη διαφημιστική εικόνα της “τελευταίας μοιρασμένης πρωτεύουσας,” τζιαι που την άλλη η ριζική ανάπλαση των τελευταίων χρόνων να την καθιστά ως βιτρίνα “καθαρή” που κοινωνικές σχέσεις τζιαι καταστάσεις που αντιτίθενται στις εμπορευματικές σχέσεις διαμεσολαβημένες που το θέαμα.
Ουρανοξύστες για high class διαμερίσματα τζιαι επιχειρήσεις, πεζόδρομοι κατηλημμένοι που τα τραπεζάκια των δεκάδων ομοιότυπων μαγαζιών, ελάχιστα παγκάκια, κάτζελα που χρόνο με το χρόνο ψηλώνουν στην εκκλησία της Φανερωμένης, πεζοδρόμια γεμάτα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, ενοίκια που ανεβαίνουν τζιαι γίνουνται απαγορευτικά για μετανάστες κατοίκους – ούλλα κομμάτι της κοσμοσυρροής ως αποτέλεσμα του gentrification, δημιουργώντας μια πόλη όπου η μόνη αποδεκτή κοινωνική/πολιτική δραστηριότητα εν η κατανάλωση. Ταυτόχρονα, ττέλια, βαρέλλες τζιαι στρατοί αναγκάζουν μας να ζούμε το γεωγραφικό τζιαι ιστορικό μας χώρο ως μισό, διαμεσολαβημένο που τα συμβολα του μισους τζιαι τις κουραστικες αναμονες στα οδοφραγματα για να περπατησουμε μια αποσταση 100 μετρων.
Για εμάς τούτοι εν παράγοντες που συνθέτουν ένα προκλητικό τοπίο δράσης, στο οποίο παρεμβαίνουμε δημιουργικά εκφράζοντας τζιαι πραγματώνοντας προτάσεις για κοινωνίες οργανωμένες έξω που ιεραρχικούς, καπιταλιστικούς τζιαι σεξιστικούς θεσμούς τζιαι λογικές, στη βάση της αυτοοργάνωσης, της κοινωνικής αλληλεγγύης τζιαι της συντροφικότητας. Το φεστιβάλ Οικοπόλις διοργανώνεται φέτος για πρώτη φορά, που την ομώνυμη ομάδα εργασίας για την οικολογία τζιαι την πόλη. Έσχιει ως στόχο να βάλει κάτω το πρόταγμα της διεκδίκησης της πόλης ως ένα Κοινό, ως πεδίο αντίστασης στην κοινωνική τζιαι περιβαλλοντική επέλαση του νεοφιλελευθερισμού. Θέλουμε να δημιουργήσουμε τες συνθήκες όπου η πόλη βιώνεται ως σημείο αναφοράς τζιαι κοινωνικοποίησης, δράσης τζιαι πειραματισμού, παρά ως γυαλιστερό real estate-εμπόρευμα που αγοράζεται τζιαι πουλιέται σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς τζιαι τις εκάστοτε μόδες.
Στις 15 Απριλίου συμμετέχουμε στην πορεία και συναυλία διαμαρτυρίας που διοργανώνεται από την Κίνηση Save Akamas / Save Cyprus για την προάσπιση της κοινής φυσικής και πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Οι τελευταίες υποθέσεις υποβάθμισης του περιβάλλοντος και αλλοίωσης του τοπίου στις Θαλασσινές Σπηλιές της Πέγειας και στο Κάβο Γκρέκο αποτελούν απλά την αφορμή γι’ αυτήν τη διαμαρτυρία. Για εμάς, αυτές οι υποθέσεις αποτελούν τα πιο πρόσφατα παραδείγματα μίας συστηματικής πολιτικής καταστροφής του περιβάλλοντος και οικειοποίησης των οικολογικών μας κοινών.
Μαθητικό σκίτσο για την Έλενα, από τον τοίχο του Βασίλη Καφαντάρη
Τες τελευταίες μέρες εγίναμε μάρτυρες μιας υπόθεσης που είδε τα φώτα της δημοσιότητας πολλά αργά. Μιαν υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης ενός κοριτσιού, σήμερα 29 ετών, που τον ιερωμένο ανάδοχο γονιό της, το οποίο πριν που λλίες μέρες επέθανε κάτω που άγνωστα αίτια. Ξέρουμε καλά ότι τέθκοιες περιπτώσεις υπάρχουν, αλλά τζείνο που λείπει που την δημόσια σφαίρα εν η συζήτηση που αφορά στο πώς το σώμα ενός κοριτσιού ή μιας νεαρής γυναίκας μπαίνει σε μια διαλεκτική όπου στο τέλος της ιστορίας αμφισβητείται η αξία της ίδιας της της ύπαρξης. Είναι, λοιπόν, κάποια άτομα πιο άξια να προστατευτούν ή ακόμα τζαι να υπάρχουν που άλλα στην κυπριακή κοινωνία;
Μια πτυχή τούτης της υπόθεσης αφορά τον ρόλο τζαι τη στάση της ηγεσίας της εκκλησίας, που βέβαια έν προκαλούν έκπληξη. Η εκκλησιαστική ηγεσία, όπως εσυνέβηκε τζαι σε άλλες περιπτώσεις παιδοφιλίας από ιερωμένους που είδαν την δημοσιότητα στο παρελθόν στην Κύπρο -αλλά τζαι όπως είδαμε να συμβαίνει τζαι σε άλλες χώρες (π.χ με την καθολική εκκλησία)-, επιχείρησε, τούτα ούλλα τα χρόνια που την «απασχόλησε» η υπόθεση αλλά τζαι τωρά, να διατηρήσει την τάξη πραγμάτων, για να συνεχίζει ο ιερέας ναν ο φορέας της αλήθκειας, ακόμα τζαι όταν τούτος λειτουργεί εις βάρος της ψυχικής τζαι σωματικής υπόστασης των παιδιών. Τότε, η Ιερά Σύνοδος αθώωσε τον ιερέα -θύτη τζαι επανέφερε τον στα ιερατικά του καθήκοντα. Μάλιστα, όπως παρακολουθούμε στο βίντεο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, ο θύτης ιερωμένος, αμέσως μετά την αποφυλάκισή του, απευθύνθηκε στην θεία εξουσία για να τον στηρίξει τζαι ένας που τους επί γης αντιπροσώπους της επαρείχεν του δημόσια στήριξη. Σήμερα, όταν ανακινήθηκε το θέμα μετά τον θάνατο της Έλενας, παρακολουθούμε την αλληλοεπίρριψη ευθυνών μεταξύ αρχιεπισκόπου και μητροπολίτη Ταμασού συνεχίζοντας στην ουσία την προσπάθεια συγκάλυψης των ευθυνών τους.
Μια άλλη πτυχή, τζαι τζείνη που μας αφορά παραπάνω, εν η τοπική κοινότητα τζαι τα σεξιστικά αντανακλαστικά της. Αφορμολοημένη που αντιλήψεις περί ηθικής τζαι γυναικείας σεξουαλικότητας, μέρος της τοπικής κοινότητας καταδικάζει την κακοποιημένη γυναίκα τζαι μετά τον θάνατο της, αρνούμενη ακόμα τζαι την δικαστική καταδίκη. Στην ρητορική που βλέπει την δημοσιότητα η τοπική στήριξη στον ιερωμένο αναφέρεται σε ανάρμοστη σεξουαλική συμπεριφορά της νεαρής γυναίκας, για να στηρίξει το στήσιμο μιας υπόθεσης ότι τάχα η όλη δικαστική διαδικασία ήταν μια σκευωρία τζαι ότι ένα δεκάχρονο κορίτσι τζαι αργότερα μια νεαρή γυναίκα, που υποβλήθηκε σε επίπονες δικαστικές διαδικασίες, είσσιεν ως κίνητρο τον διασυρμό ενός «άγιου» ανθρώπου. Μια ρητορική που εν αρκετά κοινή σε τέθκοιες περιπτώσεις που την πλευρά του θύτη, πλην όμως βρίσκει στήριξη στο εύφορο έδαφος του εγκληματικού μισογυνισμού της κοινότητας, απόρροια τζαι της πατριαρχίας που χαρακτηρίζει ευρύτερα την κυπριακή κοινωνία. Η σεξουαλικότητα της νεαρής κοπέλας χρησιμοποιείται όι μόνο ως δικαιολογία για τον εξευτελισμό της, αλλά τζαι σαν μια ένδειξη ότι, επειδή εν λερωμένη, εν μια ζωή που έν αξίζει σημασίας ίσως ακόμα τζαι ύπαρξης γενικότερα. Η μικρή κοινωνία ενός χωρκού της Κύπρου ξερνά εγκληματικό σεξισμό που δημιουργεί τες προϋποθέσεις όι μόνο της συγκεκριμένης κακοποίησης, αλλά τζαι άλλων μεταγενέστερων κακοποιήσεων τζαι θυματοποίησης.
Ταυτόχρονα, τζείνο που πρέπει να μας απασχολήσει πιο πολλά που την εκκλησσιά, εν η εγκληματική στάση του κράτους τζαι των θεσμών του. Το αίμα της νεαρής κοπέλας έλουσε τζαι τα σιέρκα του κράτους. Αν τζαι έξερε, ταυτιζόμενο με την εκκλησία τζαι την κοινότητα, υποκινούμενο που την πατριαρχία τζαι τον μισογυνισμό τζαι εγκλωβισμένο μέσα στην αδιέξοδη εξάρτηση του που την εκκλησσιά, αμέλησε την προστασία της τζαι εκαθόρισε με την αδιάφορη αδράνεια του τες προϋποθέσεις για τον θάνατο της. Το κράτος τζαι οι υπηρεσίες του, που ετοποθετήσαν τούτην την κοπέλα όταν ήταν παιδί σε ανάδοχη οικογένεια λόγω ακατάλληλων συνθηκών στην βιολογική της οικογένεια, αντιμετωπίσαν την σαν μιας άλλης κατηγορίας άνθρωπο. Εάν ένα παιδί 10 χρονών που κακοποιήθηκε αγνοείται με τούντον τρόπο που τες υπηρεσίες ευημερίας, αντιλαμβανόμαστε (όπως πολύ πιθανό τζαι η ίδια η κοπέλα) ότι για το κράτος η ζωή της εν λιόττερο αξιοβίωτη. Στην συνέχεια, όταν ήταν πλέον ενήλικας τζαι αποφάσισε να προχωρήσει σε καταγγελία, όσο τζαι να κατάφερε να στοιχειοθετήσει την ποινική υπόθεση, ένα μεγάλο μέρος της κοινότητας εστράφηκε εναντίον της, θυματοποιώντας την ξανά.Τότε οι υπηρεσίες του κράτους ήταν πάλε απούσες για να την προστατέψουν τζαι να την στηρίξουν, όπως τζαι πιο μετά, όταν πλέον είσσιεν περάσει που πολλές διαδικασίες ανακρίσεων τζαι επανεξετάσεων στο δικαστήριο για να καταδικαστεί ο θύτης, τζαι η εκκλησία αθώωσεν τον τζαι τζείνος επέστρεψε στα ιερά του καθήκοντα.
Η κοινωνία μας έννεν μόνο μια βαθκιά πατριαρχική κοινωνία, αλλά ταυτόχρονα μια κοινωνία όπου κυριαρχεί η σχέση εξουσίας εκκλησίας τζαι κράτους πάνω στις ζωές μας. Τούτη η σχέση εκφράστηκε στη ζωή της Έλενας σαν ένας επαναλαμβανόμενος βιασμός. Χρειάζεται να δοθούν αγώνες για να ανατραπεί τούτη η καταπιεστική για μας συνθήκη. Χρειάζεται να δοθούν αγώνες για να διεκδικήσουμε τζαι να κερδίσουμε χώρο, για να ακούεται ο λόγος τζαι η φωνή των γυναικών που βιώνουν βία. Έν ανεχούμαστε μια κοινωνία τζαι ένα κράτος που υπερασπίζεται τους βιαστές, την πατριαρχία, τον μισογυνισμό τζαι εγκληματεί εις βάρος των γυναικών, λες τζαι τα σώματα, οι ζωές τζαι οι φωνές τους μετρούν λλιόττερο. Οι ευθύνες ούλλων εν εγκληματικές. Έν θέλουμε άλλα τέθκοια περιστατικά ξανά. Κανεί πκιον.
Συσπείρωση Ατάκτων, 31/3/2018
Κινητοποίηση 17ης Μαρτίου για τη Διεθνή Μέρα Δράσης Ενάντια στο Ρατσισμό και το Φασισμό
Με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Μέρας Δράσης Ενάντια στο Ρατσισμό, που τιμάται στις 21 Μαρτίου, χιλιάδες άνθρωποι σε ολόκληρη την Ευρώπη αλλά και στον υπόλοιπο κόσμο θα κατέβουν στους δρόμους για να διατρανώσουν τη θέληση τους για αντίσταση ενάντια στο ρατσισμό και το φασισμό. Ενώνουμε και εμείς τη φωνή μας με προσήλωση στην πάλη ενάντια στο ρατσισμό, τον εθνικισμό και το φασισμό που στα χρόνια τούτα γίνεται ακόμα πιο επιτακτική.
Οι ακροδεξιές, ρατσιστικές και αντιμεταναστευτικές πολιτικές της Κυβέρνησης Τραμπ στις ΗΠΑ και οι αντιδραστικές, νεοφιλελεύθερες πολιτικές της Ε.Ε και κρατών μελών της, τόσο έναντι των ιδίων των λαών τους όσο και εναντίον μεταναστών και προσφύγων αποτελούν την σημερινή πραγματικότητα.
Χιλιάδες πρόσφυγες από την φλεγόμενη Συρία και άλλες εμπόλεμες χώρες, θύματα ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και καταπιεστικών καθεστώτων, βρίσκονται εγκλωβισμένοι σε άθλιες συνθήκες. Χιλιάδες, κυρίως γυναίκες και παιδιά, πνίγονται κάθε χρόνο στα παγωμένα νερά της Μεσογείου προσπαθώντας να βρουν ένα ασφαλές καταφύγιο. Ακόμη και όταν καταφέρνουν να φτάσουν κάπου, αντιμετωπίζουν τον θεσμικό ρατσισμό και τον αποκλεισμό, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τον εξαναγκασμό σε επιστροφή τους σε «ασφαλείς χώρες» όπως η Τουρκία στο πλαίσιο της «συμφωνίας ντροπής» με την ΕΕ, αλλά και άλλων συμφωνιών ¨γειτονίας¨ με καταπιεστικά καθεστώτα. Οι συνθήκες διαβίωσης προσφύγων στο κέντρο υποδοχής στην Κοφίνου, αποδεικνύουν ότι η Κύπρος δεν αποτελεί εξαίρεση.
Με τις πολιτικές αυτές ενισχύονται και αυξάνονται οι ακροδεξιές, νεοναζιστικές και φασιστικές οργανώσεις και κόμματα. Με τον εθνικισμό, την ξενοφοβία, τον ρατσισμό διαβρώνουν την κοινωνία σε βαθμό που οι κυβερνώντες και άλλοι σημαντικοί θεσμοί υποτάσσονται και υιοθετούν ακόμη πιο αντιδραστικές πολιτικές. Προσπαθούν να φορτώσουν στους πρόσφυγες και τους μετανάστες, ιδιαίτερα τους μουσουλμάνους, την ευθύνη για την ανεργία, την φτωχοποίηση και όλα τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Ο πραγματικός υπεύθυνος για αυτά όμως είναι η ίδια η ΕΕ, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές λιτότητας που ακολουθούν. Είναι το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα που στο επίκεντρο του έχει το κέρδος και την εκμετάλλευση.
Στην Κύπρο, οι ακροδεξιοί εθνικιστές φασίστες σηκώνουν κεφάλι, πατώντας πάνω στην ανοχή και τη στήριξη από τα δεξιά κόμματα και άλλων δυνάμεων και στις δυο πλευρές. Οι αρνητικές εξελίξεις στη διαδικασία λύσης του Κυπριακού στα πλαίσια μιας Δικοινοτικής Διζωνικής Ομοσπονδίας με πολιτική ισότητα όπως προβλέπεται στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ, δημιουργούν ευνοϊκό περιβάλλον για αυτούς. Η ενίσχυση του ακροδεξιού-ναζιστικού ΕΛΑΜ καθώς και τα θλιβερά γεγονότα της επίθεσης φασιστικών στοιχείων στην τουρκοκυπριακή εφημερίδα «Αφρίκα», μεταξύ άλλων περιστατικών ρατσιστικού μίσους και εγκλημάτων, φανερώνει την οργανωμένη παρουσία επικίνδυνων ακροδεξιών ομάδων και στις δυο πλευρές του συρματοπλέγματος.
Οι ακροδεξιές νεο-ναζιστικές φασιστικές ομάδες και κόμματα, όπως το ΕΛΑΜ, νοσταλγούν τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, αρνούνται το ολοκαύτωμα, πιστεύουν στο διαχωρισμό και στη ρατσιστική μεταχείριση των ανθρώπων στη βάση του χρώματος και της φυλής, στοχεύουν στην κατάλυση της δημοκρατίας. Καμιά ανοχή δεν πρέπει να υπάρξει απέναντι τους, ούτε στην Ευρώπη, ούτε πουθενά. Δεν πρόκειται ποτέ να πούμε γι’ αυτούς μισόλογα. Δεν έχουμε την ψευδαίσθηση ότι αν χαϊδέψουμε το τέρας θα ημερέψει. Είμαστε και θα είμαστε πάντα απέναντι τους παλεύοντας για τις πανανθρώπινες αξίες της ισότητας και της αλληλεγγύης που θα τους καταχωνιάσουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.
Δηλώνουμε την αντίθεσή μας στην Ευρώπη φρούριο, στην Ευρώπη των φραχτών και των προσφυγικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, στην Ευρώπη του ρατσισμού και του αποκλεισμού, στην Ευρώπη του νεοφιλελευθερισμού, της λιτότητας και της εξαθλίωσης. Στεκόμαστε αλληλέγγυοι στους μετανάστες και τους πρόσφυγες, στηρίζουμε την προστασία και προώθηση των δικαιωμάτων τους και την καταπολέμηση της εκμετάλλευσης και των διακρίσεων εναντίον τους.
Όλοι και όλες μαζί, ενώνουμε τη φωνή μας με τις προοδευτικές δυνάμεις σε όλη την Ευρώπη και τον κόσμο και συμμετέχουμε σε αυτή τη διεθνή κινητοποίηση. Καλούμε, όλες τις προοδευτικές οργανώσεις, τις μεταναστευτικές και προσφυγικές κοινότητες στην Κύπρο και άτομα να έλθουν μαζί μας σ’ αυτή την παγκοινοτική πορεία για να τη μετατρέψουμε σε ένα συλλαλητήριο για την ειρήνη, τη δημοκρατία, την ίση μεταχείριση, τα ανθρώπινα δικαιώματα και την κοινωνική αλληλεγγύη.
Το Σάββατο, 17 του Μάρτη στις 11:00 πμ συγκεντρωνόμαστε στον κυκλικό κόμβο του ΟΧΙ για να πορευθούμε και να φωνάξουμε ενάντια στο ρατσισμό, τον εθνικισμό και το φασισμό.
Στην Ελλάδα, με αφορμή τις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν για το Μακεδονικό, εθνικιστικές/φασιστικές ομάδες βρήκαν ξανά την ευκαιρία να συσπειρωθούν και να σπείρουν την μισαλλοδοξία τους στην ελληνική κοινωνία, έχοντας και αυτή την φορά βοήθεια από την πλειοψηφία των συστημικών ΜΜΕ. Την Κυριακή 21 Ιανουαρίου πραγματοποιήθηκε από τους πιο πάνω κύκλους στην Θεσσαλονίκη, μεγάλο συλλαλητήριο με στόχο την αποτροπή κάποιας τυχόν συμφωνίας για το θέμα του ονόματος. Το εθνικιστικό συλλαλητήριο, πέραν της απόπειρας αναβίωσης των ακραίων εθνικιστικών εξάρσεων της δεκαετίας του 90 λειτούργησε ως κάλυψη σε ομάδες για να επιτεθούν σε νησίδες ελευθερίας της πόλης, όπως η κατάληψη Libertaria και ο ελεύθερος κοινωνικός χώρος σχολείο, καταφέρνοντας μάλιστα να κάψουν ολοκληρωτικά το κτίριο της κατάληψης. Και σε αυτή την περίπτωση φάνηκε ότι ο εσωτερικός εχθρός που με τόσο πάθος αναζητούν οι κύκλοι του εθνικισμού δεν είναι είναι άλλος από τον ταξικό αντίπαλο των ελίτ, είναι οι δυνάμεις που μάχονται για κοινωνική δικαιοσύνη και ελευθερία.
Καθώς ξεθωριάζει το όνειρο της προσδοκώμενης οικονομικής ανάπτυξης η οποία θα έφερνε την ευημερία στους λαούς, και τα κράτη των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου βλέπουν τα σχέδια τους για περιφερειακή οικονομική κυριαρχία να καταρρέουν, αρχίζει να φαίνεται ξεκάθαρα και το πραγματικό πρόσωπο του καπιταλισμού, αυτό της στυγνής εκμετάλλευσης των ανθρώπων και της φύσης προς όφελος μίας ελίτ. Σε αυτό το κοινωνικό περιβάλλον και καθώς ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι αυξάνουν τις αντιστάσεις τους απέναντι στην κυριαρχία και αμφισβητούν έμπρακτα την ηγεμονία του οικονομισμού οι άρχουσες τάξεις καταφεύγουν στο αποτελεσματικότερο εργαλείο που τους ανέδειξε και ισχυροποίησε τους τελευταίους αιώνες, τον εθνικισμό. Έτσι, δημιουργείται ένα κλίμα έντασης στην περιοχή, είτε μέσω στρατιωτικής επίδειξης ισχύος είτε μέσω δηλώσεων, το οποίο έχει ως κύριο στόχο την ενθάρρυνση του εγχώριου εθνικισμού. Άλλωστε, το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του εθνικισμού είναι ότι αναπαράγεται τροφοδοτώντας τον εθνικισμό του «αντιπάλου».
Στην δική μας βραχονησίδα, όπου βιώνουμε τα αποτελέσματα των εθνικισμών καθημερινά, η πρόσφατη μεγέθυνση του εθνικισμού εκδηλώνεται μέσα από την εδραίωση των φασιστών του ΕΛΑΜ στην δημόσια σφαίρα, οι οποίοι έμμεσα και άμεσα υποστηρίζονται από την Εκκλησία της Κύπρου. Ακολουθώντας το παράδειγμα της «Μητέρας Πατρίδας», οι ελληνοκύπριοι εθνικιστές διοργάνωσαν –υπο τον μανδύα οπαδών- εκδήλωση για την ελληνικότητα της Mακεδονίας συνδέοντας την με την “ελληνικότητα της Κύπρου”. Οι τυχοδιωκτισμοί της ε/κ αστικής τάξης για (προεκλογική) εξόρυξη υδρογονανθράκων και οι επιδιώξεις του τουρκικού κράτους να λειτουργεί ως νταβατζής στην περιοχή, με τις επακόλουθες εντάσεις έχουν οδηγήσει στο να εμφανίζεται και ανοιχτά η διχοτόμηση σαν ενδεχόμενο λύσης, εξυπηρετώντας τις επιδιώξεις των εθνικιστών είτε αυτές είναι φανερές (για τους τ/κ) είτε κρυφές (για τους ε/κ). Στην αντίπερα πλευρά του συρματοπλέγματος, πριν από λίγο καιρό εθνικιστές επιτέθηκαν στα γραφεία της εφημερίδας Afrika και σε συνδυασμό με την επίθεση κατά της Τουρκοκύπριας βουλευτή Doğuş Derya προκάλεσαν τις αντιδράσεις των Τουρκοκυπρίων, που κατέβηκαν κατά χιλιάδες στους δρόμους υπό καταρρακτώδη βροχή για να διαδηλώσουν ενάντια στον φασισμό.
Για τους λαούς των Βαλκανίων και της ανατολικής Μεσογείου, των οποίων η πρόσφατη ιστορία έχει διαμορφωθεί από τους συγκρουόμενους εθνικισμούς και τα δεινά που έχουν επιφέρει, οι τελευταίοι εθνικιστικοί παροξυσμοί δεν πρέπει να μείνουν αναπάντητοι και δεν πρέπει να αφεθούν να δηλητηριάσουν για ακόμα μία φορά την περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, η διεθνιστική αντιφασιστική πορεία στην Θεσσαλονίκη στις 10 Μαρτίου είναι πολύ σημαντική για την ανάδειξη της αλληλεγγύης των λαών.
Και εδώ στην Κύπρο όμως δεν πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις παθητικά. Τώρα που οι εθνικισμοί οξύνονται είναι που πρέπει να βρεθούμε ξανά στους δρόμους με όλες τις δυνάμεις που αγωνίζονται για επανένωση. Για εμάς εδώ είναι ξεκάθαρο ότι ο αγώνας ενάντια στον εθνικισμό είναι και αγώνας για την επανένωση της Κύπρου, όπως και το αντίθετο, ο αγώνας για επανένωση είναι αγώνας ενάντια στον εθνικισμό.
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ LIBERTATIA
ΤΣΑΚΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΦΑΣΙΣΜΟ/ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ ΑΠΟ ΟΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ
ΠΑΝΒΑΛΚΑΝΙΚΗ-ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ
ΣΑΒΒΑΤΟ 10 ΜΑΡΤΗ, ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ 12:00 ΚΑΜΑΡΑ
By ALLEN J. SCHABEN / LOS ANGELES TIMES Amid fog, Mark Massara surfs in front of shark’s tooth rock at Martins Beach. (Allen J. Schaben / Los Angeles Times)
The California Coastal Act for decades has scaled back mega-hotels, protected wetlands and, above all, declared that access to the beach was a fundamental right guaranteed to everyone.
But that very principle could be dismantled in the latest chapter of an all-out legal battle that began as a local dispute over a locked gate.
On one side, property owner and Silicon Valley billionaire Vinod Khosla wants Martins Beach, a secluded crescent-shaped stretch of sand and bluffs, to himself. On the other, generations of beachgoers demand continued access to a path long used by the public. The squabble has spurred a spate of lawsuits that now focus on whether Khosla needs state permission to gate off the road — and a string of California courts has said he does.
Unwilling to back down, Khosla is now appealing to the U.S. Supreme Court over his right to shut out the public. His latest argument not only challenges the constitutionality of the Coastal Act — if taken up by the nation’s highest court, it would put into question long-established land use procedures and any state’s power to regulate development anywhere.
“It’s bold, it’s arrogant, it wants to strike at the core of our society,” said Joe Cotchett, lead attorney for the Surfrider Foundation, which sued Khosla in its fight for public coastal access. “This is so much bigger than a little beach in San Mateo County. It’s a steppingstone to every coastline in the United States.”
Khosla, not short on money nor shy on tactics, has tapped a new lawyer uniquely suited to overcome the longshot odds of bringing this argument before the nation’s nine top justices. Now leading his legal team is Paul Clement, who served as U.S. solicitor general under President George W. Bush, has clerked for the late Justice Antonin Scalia and “argued more Supreme Court cases since 2000 than any lawyer in or out of government,” according to his professional bio at Kirkland & Ellis LLP.
He has defended a number of conservative positions, such as arguing against same-sex marriage and leading the legal challenge against President Obama’s Affordable Care Act.
In his 151-page petition to the Supreme Court, Clement described California’s coastal policies as “Orwellian” and made the case that private property should not be taken for public use without just compensation: “the Coastal Act cannot constitutionally be applied to compel uncompensated physical invasions of private property.”
Clement and Khosla’s team of Bay Area lawyers did not respond to requests for comment. Khosla declined to comment for this article.
The Supreme Court will probably decide in the next three months whether to take up the case. Chances are slim: Of the thousands of appeals filed each year, only about 100 are granted review. But with conservative interpretations of property rights gaining prominence and President Trump’s recent appointment of Justice Neil M. Gorsuch, having the right lawyer and a well-crafted argument might just be enough to win the four Supreme Court votes needed for the case to move forward, legal experts said.
Khosla’s arguments, while ambitious, are “artfully drafted in an effort to capture the attention of at least four justices,” said Richard Frank, director of the California Environmental Law and Policy Center at UC Davis. “This petition is targeted directly at the conservative wing of the United States Supreme Court, and it certainly is plausible that the court could grant review in this case given the quality of representation and the issues involved.”
The issues date back to 2008, when Khosla, a co-founder of Sun Microsystems, bought the 89-acre property south of Half Moon Bay for $32.5 million.
The Deeney family that sold Martins Beach had, for almost a century, maintained a public bathroom, parking lot, even a general store. Surfers, fishermen and picnickers paid 25 cents to enter. The fee eventually went up to $10.
Khosla, in legal filings, said he “was willing to give the business a go, and continued to allow members of the public to access the property upon payment of a fee. But [he] soon faced the same problem the Deeneys had faced: The business was operating at a considerable loss, as the costs of keeping the beach, the parking lot and other facilities in operable and safe condition significantly exceeded the fees the business generated.”
So he shut the gate, hired security and posted “do not enter” signs.
A number of public interest groups have since sued Khosla. He, in turn, has sued the California Coastal Commission, the State Lands Commission and San Mateo County, over what he considered an interference of his property rights.
A San Mateo County Superior Court judge, however, dismissed his case, stating that he had to go through the commission’s permit process or enforcement proceedings before he could resort to a lawsuit.
The case that could be heard by the U.S. Supreme Court began when Surfrider sued Khoslaon the grounds that he failed to apply for the development permit required to change public access to the coastline. A local court sided with Surfrider and a state appeals court upheld that decision, ordering Khosla to unlock the gate while the dispute continues. Khosla appealed again to the state Supreme Court, which declined to hear the case.
Nowadays, the gate is sometimes open, sometimes closed. Sheriff’s officials have said it would not arrest members of the public for trespassing. The Coastal Commission last fall began the formal process of notifying Khosla of public access violations, which could amount to fines of as much as $11,250 per day per violation.
The commission, not an official party to the Surfrider suit, said it is reviewing Khosla’s appeal to the Supreme Court. The state attorney general’s office said it was aware of the petition and provided no additional comment.
Khosla is not the first wealthy landowner to challenge coastal regulations. Many still recall the 22-year fight with music producer David Geffen to unlock his Malibu gate. (Geffen eventually handed over the keys).
But not all fights have ended in public victory. When the Coastal Commission demanded in the 1980s that James and Marilyn Nollan allow the public to walk on their beachfront in Ventura in exchange for obtaining a building permit to enlarge their house, the Supreme Court ruled the agency had gone too far.
In handing down the 1987 Nollan vs. California Coastal Commission decision, Scalia compared the commission’s tactics to “an out-and-out plan of extortion.” The first of a number of rulings in which the court tilted the law toward protection of property rights, it dramatically scaled back the commission’s power to require public access ways to the coast.
“Nollan had a catalytic effect, and I expect any decision in the Martins Beach case … would have a similar sweeping and catalytic effect on public access law and property rights more generally,” Frank said. “It’s one of those landmark foundational cases that is cited all the time throughout the nation and has prompted more litigation.”
Ralph Faust, who was the commission’s general counsel from 1986 to 2006, said a striking difference between the Nollan case and Martins Beach is that Khosla is challenging the Coastal Act “as written, not as it’s applied.”
Nollan applied for a permit but didn’t like the stipulations the commission required, so he challenged them, Faust said. Khosla is skipping that step altogether and arguing that the requirement to seek a permit — as well as the state court injunction to maintain the status quo of keeping the gate open while the matter is being decided — violates his rights as a property owner.
“That’s a pretty stunningly broad attack on state government,” Faust said. “If he were to win on that and just get a declaration that the Coastal Act could not possibly be constitutionally interpreted to require a permit for that kind of development — that would be just huge.”
The Nollan case unfolded in unexpected ways and to this day affects the way access rights are argued and how land should be set aside for the public, Faust said. Should the Supreme Court take up Khosla’s appeal, the implications are beyond imaginable.
“Just because you think you know what the situation is when you’re talking about a case, doesn’t mean that’s how it’s going to look if the Supreme Court actually decides something,” he said.
“These things take on a life of their own.”
Interested in coastal issues? Follow @RosannaXia on Twitter.
UPDATES:
2:25 p.m.: This article was updated with additional details of the history of the legal dispute involving Martins Beach.
A guest blog on Scottish Environment Link by Glen Smith, a social science researcher and PhD candidate at UiT The Arctic University of Norway.
Diarmid Hearns is right to point to the importance of the Scottish planning system in determining how space is developed and, subsequently, how people live their lives (The Scotsman Opinion 18/01/2018). The National Trust for Scotland research findings that Mr Hearns discusses are indeed concerning. The sense of disconnect between citizens and a system that helps determine the use and non-use of space needs to be urgently addressed, as does the lack of trust in that system.
Much of the frustration towards the planning system stems from the limited opportunities for people to affect decision outcomes: around 60 per cent of those asked in the National Trust of Scotland survey felt this way. The planning system is plagued by instances of late or limited stakeholder engagement. Or, more worryingly, of no engagement at all.
It must be said that many Scottish people are pushing hard to right these wrongs. It remains a political hot topic, with some communities taking more direct action. Examples include the formation of Development Trusts or, in more radical cases, direct community land buyouts. Whilst it is true that any local ambitions to change land use patterns through these channels are still subjected to planning procedures, they are at least conceived through community-based committees. So the ‘step zero’ of planning can stem from local residents. But not all communities have the means to take such steps. Furthermore, they are a symptom of a problem, rather than a solution. Why would communities feel the need to take matters into their own hands? What is broken? How can we fix it? These are important questions.
Unfortunately, steps taken by the Scottish Government have done little to stop these questions being asked. The rhetoric is in place but the demonstrable impact is not. Communities might have taken centre stage in the most recent round of land reform, as indicated by the emerging Community Empowerment (Scotland) Act of 2015, but true participatory processes require a redistribution of power. That seems like a bridge too far for the Scottish Government. The new Planning Bill does not offer too much hope in this regard either. As pointed out by Planning Democracy SCIO, among others, the Planning Bill actually proposes to reduce the overall number of opportunities for community engagement in planning.
It is important that Scotland continues to push for a more democratic planning system. But I would like to suggest that the push be extended offshore to include marine spatial planning, especially for inshore waters. Scotland’s National Marine Plan is to be implemented in the Scottish Marine Regions where plans will be adapted to meet localised needs and demands. Some regions have already produced pretty comprehensive plans, although they took different routes to get there.
However, having studied the governance of marine spatial planning processes in Scotland for a number of years, it seems that as the system becomes institutionalised it is in danger of adopting some of the same failures from its terrestrial relative. Decisions made about the use or non-use of the seabed affect coastal communities. They can significantly change the social dynamics of coastal towns and villages as the necessary infrastructure and workforce are put in place to capitalise on ‘blue growth’ opportunities. Marine planning partnerships in the regions are designed to incorporate local opinions into decision making; but public input is not assured in most cases.
The challenges, laws and perceived relevance of marine and terrestrial planning differ considerably. But both need to be underpinned by the good governance principles of transparency and participation. The marine planning system is still in the making but it is never too early to ensure that such principles are built in. Diarmid Hearn talks of a great opportunity for “the Scottish Government and Scottish Parliament to get people back into planning and ensure their voice is heard”. I couldn’t agree more. But while we are here, let’s discuss the sea as well.
– Glen Smith is a social science researcher and PhD candidate at UiT The Arctic University of Norway. His work focuses on the governance of marine management in Scotland
Short-statement on the gathering of Beyond Europe – Antiauthoritarian Platform Against Capitalism in Nicosia (Cyprus) from the second to the fourth of March 2018
Last weekend antiauthoritarian groups from all over Europe came together in the divided town of Nicosia on the Island of Cyprus, located in the eastern corner of the Mediterranean Sea. Some of us hadn’t seen each other since the riotous nights of the G20 summit in Hamburg in July of last year, while many met for the first time. In 2013, when the platform Beyond Europe was formed, we were riding a wave of emancipatory unrest all over Europe, the United States of America and Northern Africa. This unrest was reacting to the economic crisis of 2008 and how it was handled politically. Today we are facing a different beast. It has risen out of the crackdown of this wave of unrest by the cooperation of neoliberal and authoritarian regimes. What we find as a result of the normalisation of the crisis through the policing of the social and militarization of the police-force is this: A massive resurgence of nationalism and populism in their many intersections with the various guises of authoritarianism and patriarchy. Going back to the recipes of the past, their promise is the promise of an easy solution. Politicians of all colors keep telling us that what separates us are the irreconcilable ‘natures’ of our ethnicities, nationalities, identity cards and genders, of our belonging. But if three days of discussions with fifty people from five countries and eleven cities has proven one thing, it is that this is a lie.
Under global capitalism, more connects us than it separates us. The culturalisation and naturalisation of bourgeois politics and capitalist economy does not solve one single contradiction arising from them. It simply displaces and externalises them. In this way it hinders progressive politics. Its discursive and material prominence is a danger for the safety and livelihood of everything different. The changed situation thus demands of us to take critical stock of our previous attempts. We are still few, weak and isolated. Our own reproduction often depends on the system and the mechanisms we seek to overcome. And we struggle to make our different histories as movements and the circumstances under which they were formed productive. But in a world divided by borders and classes, brutalized and depraved, we are far more surprised by how much common ground there is among us – how similar our desires for a different world are, and how careful we sometimes can be with each other. In several working groups this weekend – on labour and digitalisation, eco-social-struggles, feminist politics, the authoritarian formation and the rise of new fascisms – it became clear that our answer cannot be retreating into a position of self-defense. Even though they were won only by and after hard-fought battles of social movements, liberal rights or the social-democratic welfare state would not be able to counter Nationalism and Capitals even if they were tenable in the current situation. Nationalism and Capitalism are implicated in liberalism and social democracy, managing their on-going proceedings and enacting their exclusions. Instead, we need to expand and proliferate our struggles over the collective self-organisation of our lives: In the household and the neighborhood, the factory, the call-center, cyberspace, on the school-yard or the lecture hall, the fruit plantation, the coal mine or the hospital. The social and democratic experiment of Rojava, erected and defended admit the horrors of the Syrian war, surely is one example. The movement of #blacklivesmatter is another.
Together we will have to figure out what is to be done with so many issues and only very limited resources on our hands. This will take some time and we warmly invite you to join the discussion. This much is clear: It is only together that we can overcome the obstacles erected between us and the construction of a better life – be it the exploitation of our work, of our life or of our environment for the sake of profit and power. Whatever its form, Capitalism will continue to produce misery, surplus populations, war and the destruction of the Earth. So antiauthoritarian politics will have to change, but our goal remains the same: To move beyond state, nation and capital, be it in their national or supernational European incarnations. We won’t accept anything less. – Beyond Europe, Nicosia, 4.3.2018.
On this 8th of March, Beyond Europe takes an antiauthoritarian, anti-capitalist and anti-nationalist stance in the feminist struggles. This means that we are moving beyond traditional borders and radicalizing hegemonic narratives. The traditional approaches that link patriarchy either only to the state or capitalism need to be overridden so that they can be considered antiauthoritarian.
By drawing attention to the facts that patriarchy is the oldest system of oppression but also has the ability to move beyond borders and norms, we call upon its authoritarian structure.
Let’s fight authority on all its levels: from the local to the transnational. Join us in solidarity by supporting your local groups which strive for feminist demands.
We, as Beyond Europe, gathered today outside the Archibishop´s Palace in solidarity of feminist struggles. Particularly, we aim to support the demands for reproductive justice in Cyprus, since abortion is still illegal. There are currently initiatives for decriminalizing abortion in the law and Church of Cyprus is one of the forces who are actively against abortion as well as other political and wider eco-social struggles.
Here you can find the petition that gathers signatures for supporting the decriminalization of abortion in Cyprus: https://secure.avaaz.org/el/petition/Kypriaki_Voyli_Proothisi_tis_protasis_nomoy_gia_tis_ektroseis/?fLcxxab
Here’s the link for the initiative: fb.me/abortionscy
MY BODY – MY CHOICE! OUR RIOT – OUR VOICE!
Από σήμερα μπορείτε να βρείτε το KOBANE CALLING στο Ant Comic στην Λευκωσία, Στοά Παπαδοπούλου στην Φανερωμένη .
Ευχαριστούμε για την φιλοξενία !
Name a well-known environmental organisation. The World Wildlife Fund? Sure, everyone knows the panda, it has royal support and we’ve all seen pictures of dead elephants with gaping wounds.
But as horrible as wildlife crime is, there’s one criminal activity ten times bigger than all other illegal wildlife crime combined. Try naming it, or any organisation that combats it.
Sand mining has no bleeding elephants – but it is the elephant in the room of environmental issues. Illegal sand mining has ten times more value than all wildlife crime.
Had enough
Indeed, it’s bigger than all other environmental crimes combined, according to a study by Luis Fernando Ramadon, a mining crimes professor at the National Police Academy in Brazil.
Professor Ramadan told The Ecologist: “It’s an easy form of enrichment with less risk and costs than trafficking of drugs, humans or organs.” He adds that aside from being so profitable, “it is maybe also the most harmful to the environment”.
Asking Sumaira Abdulali how sand mining is harmful is like asking for a drizzle but receiving the full-blown Indian monsoon. “Soil erosion, landslides, water table loss, infertility of farmland, disturbances of ecosystems and marine life, beach disappearances, collapsing bridges…”.
One night in 2004, she had had enough of it. In what had become a nighttime routine, trucks came and went to the seafront near her house South from Mumbai. They stole the beach.
Abdulali called the police and drove to the beach. “Instead of rushing to the scene, the police tipped the illegal sand miners”, Abdulali told me.
Edgy grains
As she waited in her car for the police to arrive, the men came from the beach, pulled her out of her car and assaulted her. “During the beating, one guy asked: ‘Do you know who I am?’ He was the son of a local politician, but also owner of a large construction company.” His father later became the state’s environment Minister.
Abdulali sued the sand mafia and won. But fighting the sand mafia is a risky affair. Sandhya Ravishankar, a Chennai based journalist, was threatened for her reports on Tamil Nadu’s sand mafia.
Despite a ban in 2013, beach sand mining for minerals remained a lucrative business in Tamil Nadu. At one point police raided 15 locations simultaneously, finding 455,245 ton of illegally mined beach minerals. The evidence suggests that almost a million tons has been exported since the ban has come into force.
Abdulali and Ravishankar are sand mafia challengers who survived. According to author and expert Vince Beiser, hundreds of people were killed over sand extraction, in India alone.
Contrary to our intuition, useful sand is scarce. Forget deserts. Desert winds make sand roll and therefore round. Edgy grains are needed for concrete, the main use of sand. Building booms have caused these sand mining booms – but there’s another reason why 75 to 90 percent of all beaches are disappearing.
Nuclear waste
Minerals such as rutile and ilmenite, found in beach sand, are in everything from titanium parts of consumer goods to paint to paper to plastics. India has 35 percent of all ilmenite. Going to Goa with sunscreen in your luggage? There is a good chance that the ilmenite in it came from a beach.
In Indonesia, Australia’s Indo Mines Limited is after the iron on one beach, which doubles as a barrier against salt intrusion from the ocean into coastal farms.
When they proposed a massive expanding to cover a 1.8km by 22km area – also the home of 20,000 people – the resistance went ballistic. Many community members were jailed and police brutalities left 41 people injured.
In The Gambia, an 11-year old boy fell to his death in one of the massive holes left behind by a sand mining firm, a hole they should have filled. The beach is now flooded, attracting crocodiles that attacked women who tend nearby gardens.
In this conflict, 45 people were arrested and sued. Zircon, the mineral mined here, was exporting to China. Aside from being sold as gemstone, sand is used to store nuclear waste.
Enlightened CEOs
Camila Rolando, a Barcelona based researcher, maps environmental conflicts in Western Africa for the EnvJustice project. “The conflict in The Gambia left an impression across the Senegalese border.
“The villages around the Niafrang dune try to prevent that a new beach mine opens there. They depend on rice growing, market gardening, fishing, oyster farming and tourism – all of which would be negatively affected.”
An armed rebel group in Senegal, the MFDC, is also against the proposed project. In reaction, the Senegalese government deployed extra military forces in the area. This is how sand wars can start.
Will you ever walk into a shop and ask for a pot of Tamil-Nadu-free-paint? No. And there’s no tropical beach logo for this. Waiting for enlightened CEOs is equally naive.
Whether it is India, Indonesia, South Africa or Senegal: the battles for our beaches are “environmentalism of the poor”, a term coined by the award winning economist Joan Martinez-Alier.
Rich places
Only 15 percent of the world’s population lives in North America or Europe but they consume about 50 percent of all titanium dioxide – whose production lines creates conflicts everywhere but in North America or Europe.
The Atlas of Environmental justice has the details of nine local sand conflicts relating to ilmenite and rutile alone – all in the Global South. So what can we do?
Martinez-Alier argues that humanity needs to dig, produce and trade a factor less. In his jargon, digging in The Gambia for production in China and selling in the US is all part of the social metabolism of the global economy, like blood that flows through a body. Based on planetary boundaries data, he argues the global economy suffers from too high blood pressure.
Martinez-Alier said: “Those calling for green growth fail to understand that the inputs of energy and materials into the economy grow to unsustainable levels.
“Whether it is sand, fossil fuel or timber: most materials flow from impoverished to rich places, whether across the oceans or inside large countries like China or India. Local environmental conflicts are born from the opposition to this.”
Unscrupulous companies
However, Martinez-Alier adds: “When a success is achieved against some dirty local extraction, the knowledge of how to win is quickly reinforcing a global movement for environmental justice.” It seems that the multinationals are becoming ever more powerful, but so are the multinational anti-extraction coalitions.
Sand conflicts rage on all continents, but the conflict level is so granular that we fail to see them. Especially in poorer countries, communities increasingly find themselves battling on frontlines opened by unscrupulous companies and complicit local politicians.
These communities need all the support we can give them. And it is they who deserve the credit for trying to throw some sand in the already overheated machine that we know as the global, industrialised economy.
This Author
Nick Meynen is the project officer for global policies and sustainability at the European Environmental Bureau.
Καθώς η κατάσταση στα πολεμικά μέτωπα της Συρίας ξεκαθαρίζει οι επαναστατικές δυνάμεις της Ροτζάβα δικαιώνονται όχι μόνο στο στρατιωτικό αλλά κύρια στο ηθικό και πολιτικό πεδίο.
Προκρίνοντας ως μοντέλο συνύπαρξης των λαών της περιοχής την δημοκρατική συνομοσπονδία κατάφεραν, στις συνθήκες του σκληρού πολυμέτωπου πολέμου της Συρίας, να αποφύγουν φαινόμενα εθνοκάθαρσης στην περιοχή τους, να αποκρούσουν την επίθεση του Ισλαμικού Κράτους και ταυτόχρονα να δημιουργήσουν μια όαση αυτο-διακυβέρνησης βασισμένη σε συνελεύσεις, δημοτικά συμβούλια και συνεταιρισμούς .
Δεν είναι λοιπόν παράξενο που το βλέμμα του ανταγωνιστικού κινήματος στράφηκε τα τελευταία χρόνια στην μικρή και άγνωστη αυτή περιοχή της γειτονιάς μας. Το κοινωνικό πείραμα της Ροτζάβα τόσο σε συμβολικό όσο και σε πρακτικό επίπεδο αποτελεί τον επαναστατικό τρίτο δρόμο, απάντηση τόσο στον ισλαμικό όσο και τον κοσμικό αυταρχισμό.
Έτσι χωρίς καμιά διάθεση εξιδανίκευσης ή και οριενταλισμού αποφασίσαμε το “KOBANE CALLING” να είναι η πρώτη εκδοτική προσπάθεια του Θούπου. Μια ενέργεια κύρια αλληλεγγύης αλλά και κατάργησης των νοητικών αποστάσεων που μας χωρίζουν από τα τεκταινόμενα στην περιοχή.
Το “Kobane Calling” διηγείται την ιστορία της επίσκεψης του Ιταλού καρτουνίστα Zerocalcare στην Ροτζάβα κατά τη διάρκεια της μάχης για Κομπανέ το 2014. Αποτελεί το πρώτο επεισόδιο του μεγαλύτερου και βραβευμένου “Rojava Calling”
Η μετάφραση στα Ελληνικά βασίστηκε στην Αγγλική έκδοση των συντρόφων του “Plan C” και αποτελεί μέρος των δράσεων του δικτύου “Beyond Europe” για την Ροτζάβα.
Ευχαριστούμε την “Συσπείρωση Ατάκτων” που ως μέλος του Beyond Europe μας πρότεινε να αναλάβουμε την Ελληνική έκδοση
Όλα τα κέρδη από την έκδοση θα ενισχύσουν τον αγώνα στην Ροτζάβα
Από το Σάββατο στην Λευκωσία θα το βρίσκετε στο Social Space Kaymakκιν ενώ στην Λεμεσό η διακίνηση θα γίνεται από την συλλογικότητα Σπιριθκιά.
by Sispirosi Atakton
December 2017
Over the long view of history, the reproductive rights debate has given rise to a vast number of conflicts as a result of an ever-expanding state, in which edicts of the church are often enshrined in law, and a gradual process of full politicization of the womb as a public space subject to legal and social regulation. These conflicts occurred both in the 19th and 20th centuries when many countries criminalized and recriminalized abortions (there were some exceptions as the fascist regimes in Germany and Austria adapted abortion restriction to eugenics and pro-natalist goals, while in Catalonia, Spain, abortion laws were briefly liberalized in the 1930s, but any efforts to implement reforms were squashed by the victory of the fascist Franco regime), and again in the late 20th century when many countries reformed and liberalized their abortion laws, after a heightened debate on the issue, leading to legislative change and partial decriminalization (1960s-1980s).
It is essential that every person has control over their body, and the ability to make informed decisions regarding their sexual and reproductive health, such as for example if and how many children one will have. Every woman, or person of any gender which might get pregnant (such as trans men, non-binary, agender people, etc.), must have the access and right to opt for abortion services, regardless of their reasons for wanting to terminate the pregnancy. This right to control our bodies is indispensable in the struggles for liberation and social justice, as nobody should be forcefully assigned the role of a child-bearing reproductive machine.
In our discussion it is crucial to think of abortion as just one of the issues of reproductive justice, which expands the pro-choice agenda to incorporate a wider array of economic, social and political issues affecting women’s power to decide about their bodily autonomy, reproduction and well-being. Legal abortions are meaningless if those who want them can’t afford them, and this framework allows to see the inequalities in women’s control over reproduction. Besides, middle and upper class women, with privileged access to relevant information, have always had access to abortion, by making use of the loopholes in the existing law, or by travelling to countries where abortion was/is legal. Working class women, on the other hand, not trained to argue with the authorities and/or could not pay for a doctor’s (legal or illegal) help, were the ones who have always been at risk. Thus, we can conceptualize a struggle not only for the right to choose, but for the social, political and economic conditions necessary to exercise that right. It entails a movement oriented approach, in addition to demands for safeguarding reproductive rights and accessible reproductive health services.
The acknowledgement of reproductive work as unpaid labor in the 60s made it possible to redefine the domestic or private sphere as an anti-capitalist site of struggle. In this sense, strict restrictions on abortion can be interpreted as an attempt to control the labor-supply, and deviations from the form of the procreative, heteronormative family and gender roles as resistance to this mechanism [1]. Radical and liberal feminists often disagreed about the demands the women’s movement should have, with the former arguing amongst others for free abortion on demand, free child-care and equal pay, while the latter were mainly concerned with the legal right to abortion and equal employment opportunities. The radical feminist agenda included practices such as consciousness raising and setting up self-help clinics and women’s shelters; discourses centered on liberation and sexual difference (rather than equality); and a political stance to which abortion and, more generally, the reclaiming of the sexed body, was central. Those were considered moments of deep feminist challenge to the dominant patriarchal culture and the state. Those creating policy and articulating hegemonic cultural norms responded (to a greater or lesser extent) to feminist threats to the status quo, and engaged in processes of negotiation and transformation [2].
It seems that with the demise of the radical feminist movements of the 70s which expressed an unapologetic stance for abortions, and the co-optation of women in legal debates over the matter, a shift occurred towards a defensive and prevention based stance. The focus has shifted from reproductive autonomy and self-determination to issues of sex education and contraception methods, with abortion framed as an avoidable last resort. In this way, regardless of how useful and necessary sex education and the availability of contraceptives might be, abortion is kept secret, shameful and regrettable, and the liberating potential of choice is surrounded by feelings of shame and guilt. It seems that the new, gendered language that was developed along the radical feminist movement with which to speak of one’s body, one’s sexuality, one’s pain and alienation faded away. Despite the efforts of radical feminist movements to center the debate on abortions around women’s self-determination, linking thus abortion to men’s assumed responsibility for controlling and monitoring women’s sexuality and reproduction, in most countries the initial debate is framed around the unborn fetus, doctors’ rights, or the state’s response to rising illegal abortions. It is important to bring back the unapologetic demand for abortions and the repeal (what has been called the decriminalization of abortion without limitation), not reform, of abortion laws into current struggles, as modernization of abortion laws does no justice to women, who are still denied agency.
It seems that a woman’s desire to end a pregnancy is not enough in itself, for it has to be approved first by a “respectable” authority figure, be it her husband, her father, her family, her community, her nation. Denying women the right to end a pregnancy is like denying them the right to own their bodies, which, in turn, results in women’s infantilization, which is all about rendering them incapable of making an independent decision. Historically, and ontologically, women and the feminine were strictly associated with the passion of the body; a body which was simply considered, by the Cartesian/humanist philosophical canon, to be inert and passive, silent and inferior, part of an unchangeable nature. On the contrary, the so-called superiority of the logos of the mind was associated with men and the masculine. Consciousness, rationality, intelligence, selfhood and subjecthood were synonyms of the masculine, and men were identified with the thinking subject and, by extension, with the universal [3]. There was no place for women’s voices to be heard, while their right to (own) a self was forbidden. They were supposed to live for others and their bodies were considered property of the autonomous (male) subject, as he was the one making all the decisions –nationally, institutionally, domestically– on her behalf. In a word, women were denied their existential freedom [4]; they were denied their status as thinking subjects, who could make decisions for their own bodies and choose between having a baby or not. This discourse is extremely important to the extent that it somehow sets the frame to understand better the arguments, claims, and struggles of the pro-abortion/pro-choice movement.
In other words, despite the fact that abortions are performed on women’s bodies, policymakers have often framed it in other terms –doctors’ rights, fetal rights, law enforcement, morality, religion, progressivism, family planning, eugenics– rather than discussing women’s choice, health, autonomy, agency, or sexuality. The dominant framework of the issue when abortion first arrived on the public agenda, was either the status of the unborn fetus (e.g. Great Britain, the Netherlands, Spain, Belgium), or doctors’ rights (e.g. France, Canada, USA), or state’s integrity in the face of rising rates of illegal abortions (e.g. Germany, Italy) [5]. The debate about how abortion policy could strengthen women’s autonomy was completely absent. Once again, women were not the talking subject, but rather a silent participant in a malestream debate, whose decisions were to determine the future of her own body. The political semiotics of representation play a crucial role here as, in this case, the object of representation (the fetus), permanently speechless, becomes the representative’s (patriarchal institutions) wet dreams because it can be easily naturalized and disengaged from the discursive realm. Women who want abortion simply vanish or become the enemy because they have opposing “interests”. The only actor left whose voice can be heard is the one who represents and is traditionally related to the hegemonic masculinity mostly articulated in juridical and medical discourses [6]. For this reason, concepts such as self-determination and agency are really important for the abortion debate because they put women, as subjects who are not afraid to speak their truth, back at the center of the way we talk about abortion.
However, relying solely on politics of ‘choice’ and ‘rights’ obscures the presence of other factors affecting the person’s choice over an abortion, such as access to subsidized care and job security [7]. Framing abortion and parenthood as an exclusively private issue suffers from an insensitivity to the way the private/public dichotomy fails communities whose social, political and economic realities are incompatible with this distinction. For example, migrant women’s paid labor is often domestic labor, and child-rearing is often intertwined with interpersonal relations and bonds of solidarity and cooperation for the overall well-being of the community, even in individualistic societies. When systemic inequalities result in the material conditions which determine the necessity of an abortion, defending only the right to choose is inadequate. Such a narrow-focused approach leaves unchallenged the fact that even if accessible abortions permit greater women’s access into the workforce, thus challenging the subordination of women in the private sphere, the burden of unpaid reproductive and domestic work remains disproportionately on them. In cases where abortion was legalized, legalization alone proved useless in claiming the resources women need to maintain control over their bodies and lives. While mainstream feminist movements made sure that women could have access to male-dominated workplaces, they abandoned reproductive work and the domestic sphere as a site of struggle. Terms like autonomy, empowerment and choice, historically employed by the feminist movements to raise consciousness, have been deployed by media and the state to promote the ideal of an active, individually responsible working and consuming female citizen. This promoted ideal does not suffice to challenge the exploitative relations of the capitalist mode of production and reproduction, and has accelerated the undoing of the radical women’s movements.
Additionally, focusing only on modernizing abortion laws, neglects the way age, class and ability influence one’s reproductive health priorities, and how under neoliberal restructuring of economies, the cost of the relevant reproductive health services is falling on the individuals. At the same time, women are more visible to governmental agencies, through the required medical intervention in abortions, giving birth, postnatal care, menopausal issues, breast-cancer checks, etc [8]. Reproductive capacity is monitored and medically controlled throughout a woman’s life. Even in countries where abortions are more readily accessible, women who want to undergo sterilization, the most permanent of contraceptive methods, are often forced to lie about their reasons and denied the agency in taking decisions affecting their bodies. Whereas the right to voluntary motherhood has become more accepted, the denial of a woman to procreate is often dismissed as an immature and immoral choice.
Upon impregnation, the person is stripped off their bodily autonomy, and anyone who wants to have an abortion must face the consequences of confronting not only medical authorities and their policies, but also the defenders of the procreative role assigned to women by capitalism and the nation-state. The latter insist on the patriotic mobilization of mothers against imagined demographic threats, either from minorities within the Republic of Cyprus, or by “Turkish settlers” in the north [9]. Lower birth rate, a phenomenon frequently associated with accessible abortions, is wrapped in nationalistic rhetoric and presented as a problem by government officials. The role of motherhood has been elevated over the past century to mother-of-the-nation, a heroic figure responsible for protecting traditional morals and producing the future defenders of the country’s national interests, as well as the younger sector of the workforce that would strive for the country’s economic recovery and growth. Future dehellenization and lack of local labor supply are expressed as the second most important problem after the Cypriot issue by conservatives and the right-wing, or even as an integral aspect of it [10]. This is not to say that everyone against abortions falls in these categories. As long as the debate over when human personhood begins remains open, some of the opposition might also be rooted in liberal defense of individual liberties. What we can conclude from this however, is that it would be a contradiction for the state to offer free accessible abortions. Defending abortions and reproductive justice requires to overcome the pervasive nationalistic rhetoric and militarist attitudes in society.
In October 2017, there was an arrest and 5-day detention of a woman and her doctor for an abortion, which is a criminal offence according to current laws, after a complaint filed by her partner, who was unaware of the event [11].
The Criminal Code of Cyprus (sections 167-169 and 169A), as amended in 1986 (Law No. 186), permits abortion if two medical practitioners are of the opinion that continuance of the pregnancy would endanger the life of the pregnant woman, or that physical, mental or psychological injury would be suffered by her or by any existing child she may have, greater than if the pregnancy were terminated, or that there is a substantial risk that if the child were born it would suffer from such serious physical or psychological abnormalities causing severe disabilities. The Criminal Code also permits abortion following certification by the competent police authority, confirmed by medical certification whenever possible, that the pregnancy resulted from rape and under circumstances in which the pregnancy, if not terminated would seriously jeopardize the social status of the woman or of her family. Although the Code does not specifically address socio-economic grounds other than as a factor in the criminal indication for abortion, in practice, “mental and psychological injury” is generally interpreted as including socio-economic grounds. The Code was first liberalized in 1974, when provisions permitting abortions only on therapeutic grounds were replaced. Prior to the liberalization of abortion laws in Cyprus, laws were not strictly enforced. Abortion could be obtained in private clinics. Most abortion clients were married women with multiple births or young unmarried women.
Any person performing an unlawful abortion is liable to seven years’ imprisonment. A woman inducing her own abortion is liable to the same punishment. Any person unlawfully supplying or procuring anything knowing that it is unlawfully intended to be used to procure an abortion is subject to three years in prison. An abortion must be performed by a registered medical practitioner. Although not specified by law, in practice abortion is performed within 28 weeks of gestation[12a,12b].
In February 2015, a new bill for decriminalization of abortions was proposed by four big political parties, but was never discussed in parliament and no voting was carried out, due to also direct and indirect influence of the church in order for this new bill not to proceed [13]. Just last year, in September 2016, the Archbishopric, the National Committee of Bioethics and the Pancyprian Medical Association organized the scientific convention “Abortions: medical, social, legal, spiritual dimensions” [14]. During the convention, positions against abortion under any justification were express and signed for by the three institutions in a memorandum of understanding. This alliance does not surprise us. The liberating potential of someone prioritizing themselves, usually against the patriarchal roles assigned to them, poses a threat towards the state, church and medical/scientific authorities. We perceive the decision for abortion as a matter of self-determination of our bodies, and consider unacceptable the criminalization and arrest of those pregnant and seeking abortion, as well as the doctors who help terminate a pregnancy safely.
As emerges from the analysis above, the capitalist-patriarchal state is deeply invested in control over reproduction, but when faced with acute social pressure key political and social actors are compelled to revise their positions. This includes elements of engagement with feminist arguments, but mostly a modification of those arguments, by refocusing the debate on a discourse of (sex-less) individual rights. Creating a legal consensus on abortion is seen across the political spectrum as key to the stabilization of socio-political life. More fundamentally, by controlling reproduction through an articulation of the conditions in which abortion is allowed, the state attempts not only to control population, but also to lay down the boundaries of acceptable values and behaviors [15]. Thus, it is important that abortion should be accessible to all women without discrimination, and each person seeking abortion to have access in safe abortion services around the world. On the contrary, abortion is either prohibited or criminalized or extremely limited (for example Ireland and Poland). When abortion is criminalized, it means that the person seeking abortion is denied fundamental rights over their bodies, health, self-determination, dignity and to have access to rights without discrimination. It means that the person will either seek abortion methods that would endanger their life and/or health and that they would try to seek for abortion in other countries. The right to abortion is just one part of the struggles for safe access to sexual and reproductive health care for everyone, which should entail access to counseling and support before and after the abortion if necessary. Lack of access to abortion services is an attack on the freedom to self-determination, and paves the way towards dangerous methods of terminating the pregnancy. Let’s not forget that the existing ‘way out’ through private doctors and clinics comes with a financial burden which prevents those with low income, migrants, teenagers and others from having an abortion. As long as the state monopolizes authority and uses it to define which medical and surgical procedures are accessible, it is necessary to proceed immediately into a discussion and amendment of the legislation, and decriminalize abortions without requirements for justification and medical opinions. It should ensure that everyone, regardless of gender and gender identity, will have access to these services when they need them.
The pro-choice, feminist movements and those in the radical left struggling for reproductive justice should not rest on their laurels, even in countries which witnessed progress on reproductive rights or positive abortion law reforms. As the anti-abortion camp is pushing for retrogression in abortion laws, it is becoming increasingly evident that abortion law reforms are insufficient to safeguard women’s increasing access to abortion. For example, Armenia, FYROM, Georgia, Russia and Slovakia have recently reintroduced preconditions for accessing abortions. Even in countries with legal abortions, long waiting periods and biased counseling services act as barriers to accessing an abortion safely. Legislative proposals for near-total bans or retrogression to stricter abortion laws also took place in Latvia, Lithuania, Spain, Romania, and Poland; however, they were met with public outcry and protests and never realized. Andorra, Malta, Liechtenstein, Ireland, Monaco and San Marino currently have very restrictive abortion laws, with the former two prohibiting all abortions. As in Cyprus, most of these countries’ criminal codes include sanctions for women who undergo unauthorized abortions and those who assist them to do so [16]. Amidst the rise of authoritarian populism and the resurgence of traditionalist values in public discourse, it is crucial that we do not remain silent in front of the attacks on reproductive rights and our sexualities. In our struggles for social justice, deciding for one’s own body is an inalienable right, without the intervention of any authority threatening one’s health, life or freedom. Our bodies are ours, and not reproductive machines of any system.
References and further reading
[1] Silvia Federici, “The reproduction of labour-power in the global economy, Marxist theory and the unfinished feminist revolution”
Silvia Federici, “The reproduction of labour-power in the global economy, Marxist theory and the unfinished feminist revolution”
[2] McBride Stetson, Dorothy (2003) Conclusion: Comparative abortion politics and the case for state feminism.
https://www3.nd.edu/~ggoertz/sgair/McBride%20Stetson2002chp13.pdf
[3] Braidotti, Rosi (2002) Metamorphoses: towards a materialist theory of becoming (Cambridge: Polity Press); Grosz, Elizabeth (1994) Volatile bodies: toward a corporeal feminism (Sydney: Allen and Unwin).
[4] Τούτος εν ένας όρος που εδιατυπώθηκεν πρώτα που την Katha Pollitt. Για περαιτέρω συζήτηση γυρώ που την έκτρωση σαν ένα ηθικό δικαίωμα, δες Pollitt, Katha (2014) Pro: Reclaiming abortion rights (New York: Picador).
[5] McBride Stetson, Dorothy (ibid)
[6] Για μια πιο εκτενή συζήτηση γυρώ που την πολιτική σημειολογία της αντιπροσώπευσης, δες Haraway, Donna (1992) The promises of monsters: a regenerative politics of inappropriate/d others, in: Lawrence Grossber, Cary Nelson & Paula A. Treichler (eds.) Cultural studies (New York, London: Routledge), pp. 295-337.
[7] Dorothy Roberts, “Reproductive Justice, Not Just Rights”
[8] Madame Tlank, “The Battle of all* Mothers (or: No Unauthorised Reproduction)”
Madame Tlank, “The Battle of all* Mothers (or: No Unauthorised Reproduction)”
[9] “Αυξάνονται οι αλλοδαποί, μειώνονται οι Κύπριοι”, Sigmalive
http://www.sigmalive.com/archive/simerini/politics/reportaz/451616
[10] An example of this argument can be found here: http://www.cna.org.cy/webnews.aspx?a=13b07a14e43f4f4e9bd2b891d8310818
[11] Woman who had illegal abortion released (Updated)
[12a] Ο περί Ποινικού Κώδικα Νόμος (ΚΕΦ.154), ΜΕΡΟΣ IV ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΒΛΑΠΤΟΥΝ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΓΕΝΙΚΑ, Ποινικά Αδικήματα εναντίον των Ηθών
http://www.cylaw.org/nomoi/enop/non-ind/0_154/division-dd12fa068c-825c-475f-8af5-93cb97376e6e.html
[12b] www.un.org/esa/population/publications/abortion/doc/cyprus1.doc
[13] Εκτρώσεις: Τι προβλέπει η πρόταση νόμου του 2015
http://www.philenews.com/koinonia/eidiseis/article/437883/ektroseis-ti-problepei-i-protasi-nomoy-toy-2015
[14] Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου: Επιστημονικό Συνέδριο με γενικό θέμα: «Εκτρώσεις: Ιατρικές – Κοινωνικές – Νομικές – Πνευματικές διαστάσεις»
[15] Pollitt, Katha (ibid)
[16] Women’s sexual and reproductive health and rights in Europe
https://rm.coe.int/women-s-sexual-and-reproductive-health-and-rights-in-europe-issue-pape/168076dead
Κέρδισε τις εκλογές ο Αναστασιάδης...αλλά εμείς δεν είμαστε ηττημένοι
Τα αποτελέσματα του δεύτερου γύρο των προεδρικών εκλογών μπορεί να έδωσαν την προεδρία στον Αναστασιάδη με διαφορά, (56% σε σύγκριση με το 44% που πήρε ο Μαλάς), αλλά πολύ λίγος κόσμος πανηγύρισε, και αυτοί ήταν κυρίως οι ακροδεξιοί και οι πολύ φανατικοί οπαδοί του. Το στάδιο Ελευθερία για πρώτη φορά ήταν μισοάδειο σε τελετή ανακήρυξης προέδρου.
Μετά από 5 χρόνια διακυβέρνησης Αναστασιάδη που έκανε τους φτωχούς φτωχότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους και έθαψε την προοπτική διευθέτησης του κυπριακού πολύ λίγοι έχουν λόγο να πανηγυρίζουν.
Πως κατάφερε όμως να εκλεγεί και μάλιστα με διαφορά;
Κατ αρχήν είχε τη στήριξη όλων των ΜΜΕ, της εκκλησίας και του κρατικού μηχανισμού τον οποίο κατάφερε να ελέγξει πλήρως μέσα από τους διορισμούς που έκανε όλα αυτά τα χρόνια. Υποστηρίχτηκε από τις εργοδοτικές οργανώσεις αλλά και τα δεξιά συνδικάτα που ανήκουν στη Σ.Ε.Κ.
Δεύτερο, ευνοήθηκε από την στάση των κομμάτων που υποστήριξαν τον Παπαδόπουλο που έμεινε έξω από τον δεύτερο γύρο. Η θέση τους για ψήφο στον κανένα και η δαιμονοποίηση και των δυο υποψηφίων οδήγησε πολύ κόσμο να διαλέξει «το διάολο που ξέρει, παρά το διάολο που δεν ξέρει».
Σε αυτό βέβαια, έπαιξε καθοριστικό ρόλο και η στροφή του στο κυπριακό προς τον απορριπτισμό που έκανε τις θέσεις του πιο κοντινές με το χώρο του Παπαδόπουλου αλλά και το γεγονός ότι κάποιος κόσμος είχε φάει τα παραμύθια του για ανάκαμψη της οικονομίας
Από την άλλη η προσέγγιση του με τους ναζί του ΕΛΑΜ, τη Χρυσή Αυγή Κύπρου, του εξασφάλισε σε μεγάλο βαθμό τους ψήφους που πήραν στον πρώτο γύρο. Με βάση τα exit polls πήρε 7 στους 10 από τους ψήφους που πήρε ο υποψήφιος του ΕΛΑΜ στον πρώτο γύρο.
Επιπλέον αυτή η προεκλογική έμοιαζε περισσότερο με διαγωνισμό ατάκας και ψέματος που ανέδειξε νικητή με διαφορά τον Αναστασιάδη, παρά το ότι στον πρώτο γύρο τον συναγωνίζονταν ο Παπαδόπουλος. Κατ’ επανάληψη ο ΓΓ Γραμματέας του ΑΚΕΛ Άντρος Κυπριανού τον κατηγόρησε για ψεύτη και αναξιόπιστο, ακόμη και μετά την επανεκλογή του, και έχει απόλυτο δίκαιο. Είναι αδύνατο να καταγράψει κανείς τα ψέματα που ειπώθηκαν από τον Αναστασιάδη σε αυτή την προεκλογική. Με την ανοχή και στήριξη της συντριπτικής πλειοψηφίας των ΜΜΕ πολλά από αυτά πέρασαν μέσα στη κοινωνία.
Ανοχή
Όλα αυτά όμως θα έπαιζαν πολύ μικρότερο ρόλο αν δεν υπήρχε μια στάση ανοχής από την Αριστερά και τα συνδικάτα κατά τη διάρκεια συνολικά της πενταετίας Αναστασιάδη. Κατάφερε αυτά τα πέντε χρόνια ο Αναστασιάδης να εξαφανίσει εργατικές κατακτήσεις και δικαιώματα που κερδίθηκαν μέσα από αγώνες και αιματηρές θυσίες δεκαετιών της εργατικής τάξης. Οι μισθοί και οι συντάξεις μειώθηκαν μέχρι και 30%, τα ωράρια εργασίας, οι συλλογικές συμβάσεις, ο κατώτατος μισθός και πολλά άλλα μπήκαν υπο αμφισβήτηση. Αυτό που σήμερα κυριαρχεί είναι τα προσωπικά συμβόλαια με μισθούς των 500 ευρώ και ελαστικά ωράρια όπως βολεύουν τους εργοδότες. Οι ημικρατικοί οργανισμοί έχουν μπει στη φάση ιδιωτικοποίησης, ο τομέας της δημόσιας υγείας έχει διαλυθεί προς όφελος των ιδιωτικών νοσηλευτηρίων, ενώ χιλιάδες εργαζόμενοι και μικροί επαγγελματίες απειλούνται με εκποιήσεις του σπιτιού ή της επαγγελματικής τους στέγης.
Και όμως με εξαίρεση κάποιες απεργίες και κινητοποιήσεις στους ημικρατικούς οργανισμούς που και αυτοί έμειναν χωρίς συνέχεια και συντονισμό δεν υπήρξαν σημαντικές αντιστάσεις που να οδηγήσουν σε ένα κίνημα που να μπορεί να απαντήσει σε αυτές τις επιθέσεις. Ο πιο σημαντικός αγώνας των τελευταίων χρόνων ήταν η απεργία των νοσηλευτών που δεν ήταν ελεγχόμενος από τις επίσημες ηγεσίες των συνδικάτων και ουσιαστικά και αυτοί έμειναν μόνοι.
Επιπλέον, μέσα σε αυτή την πενταετία οι φασίστες πατώντας πάνω στην εξαθλίωση που έφερε η κρίση και στηριγμένοι πάνω στη ρατσιστική και εθνικιστική πολιτική της κυβέρνησης πολλαπλασίασαν τα ποσοστά τους και κατάφεραν να βρεθούν στη Βουλή με δυο εκπροσώπους, ενώ τώρα κατάφεραν να αναδειχτούν σε αποφασιστικό παράγοντα για τη νίκη του Αναστασιάδη. Παρά το ότι υπήρξαν κάποιες προσπάθειες για αντιρατσιστικές - αντιφασιστικές κινητοποιήσεις τα τελευταία χρόνια, αυτές περιορίστηκαν μια δυο φορές το χρόνο χωρίς να μπορέσουμε ποτέ να κτίσουμε ένα μαζικό αντιφασιστικό κίνημα.
Ένα μαζικό κίνημα αντίστασης στην λιτότητα, τις περικοπές, τον ρατσισμό και την φασιστική απειλή θα ήταν όχι μόνο η καλύτερη μέθοδος να υπερασπιστούμε αποτελεσματικά τις εργατικές και δημοκρατικές κατακτήσεις μας, αλλά θα αποτελούσε και μια μεγάλη δεξαμενή από την οποία θα μπορούσε να αντλεί ψήφους η αριστερά, και να εξουδετερώνει τα ψέματα και τις φοβίες πάνω στις οποίες πάτησε ο Αναστασιάδης για να κερδίσει τις εκλογές.
Κίνημα αντίστασης
Παρ όλα αυτά, το ποσοστό που πήρε ο Μαλάς, το 44% είναι ψήφοι που δόθηκαν συνειδητά προς την κατεύθυνση αυτή, που θα ήθελαν να δούν να τελειώνει αυτή η διακυβέρνηση της λιτότητας και του εθνικισμού. Που στηρίζουν την προοπτική της ειρήνης, της συμφιλίωσης και της επανένωσης, μέσα από μια κοινά αποδεκτή συμφωνία. Που δεν θέλουν να δουν τους φασίστες να δυναμώνουν όσα κοστούμια καθωσπρεπισμού και αν φορέσουν.
Αυτός ο κόσμος είναι ότι θετικό προέκυψε από αυτές τις εκλογές και δεν θα πρέπει να πάει χαμένος. Δεν θα πρέπει να τον αφήσουμε να νοιώθει μόνος και να οδηγηθεί στην απογοήτευση. Αυτός ο κόσμος μπορεί και πρέπει να κερδιθεί σε ένα κίνημα αντίστασης.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ο Αναστασιάδης θα συνεχίσει και την επόμενη πενταετία στον ίδιο δρόμο. Είναι ο «διάολος που ξέρουμε». Δεν πρέπει να έχει περίοδο χάριτος ούτε άλλη ανοχή. Δεν θα πρέπει να τον αφήσουμε να μας περιπαίζει χρησιμοποιώντας το κυπριακό. Είναι τελείως αναξιόπιστος. Θα πρέπει να μπούμε εμείς μπροστά, κόμματα, οργανώσεις, συνδικάτα και ακτιβιστές από τις δυο πλευρές για να προωθήσουμε την προοπτική της ειρήνης και της επανένωσης. Έχουμε πολλά που μας ενώνουν και μπορούμε να γίνουμε ο αποφασιστικός παράγοντας για μια κοινά αποδεχτή διευθέτηση. Η ιστορία και οι εμπειρίες μας, τα τελευταία είκοσι χρόνια αλλά και οι πιο πρόσφατες, ιδιαίτερα των τουρκοκυπρίων συντρόφων μας θα είναι πολύτιμος οδηγός.
Θα πρέπει ακόμη η αριστερά, τα συνδικάτα και οι αγωνιστές της εργατικής τάξης να οργανώσουμε τους αγώνες μας ενάντια στη λιτότητα και τις περικοπές και να τους συντονίσουμε με προοπτική τη νίκη. Οι περισσότεροι αγώνες την προηγούμενη περίοδο μοιάζει να έγιναν για την τιμή των όπλων και όχι για να κερδίσουμε. Αυτό πρέπει να σταματήσει. Μπαίνουμε στους αγώνες με όλες μας τις δυνάμεις, με απεργίες, συλλαλητήρια και κτίζουμε την εργατική αλληλεγγύη που θα μας οδηγήσει στη νίκη.
Πετάμε στα σκουπίδια όλα τα ρατσιστικά βαρίδια που προσπαθούν να μας φορτώσουν οι από πάνω και τσακίζουμε τους ναζί παντού, στη Βουλή, στους χώρους δουλειάς, στα σχολεία και στις γειτονιές.
Η 17 Μάρτη που έχει κηρυχτεί σαν διεθνής μέρα κατά του ρατσισμού και του φασισμού και θα οργανωθούν πορείες και εκδηλώσεις σε πολλές χώρες θα πρέπει να είναι ένας σημαντικός σταθμός σε αυτή τη προσπάθεια μας. Μπορούμε και πρέπει να έχουμε μια μαζική και δυναμική συμμετοχή που να γίνει η αφετηρία για το κτίσιμο ενός μαζικού αντιφασιστικού κινήματος.
Μες στα χρόνια, η συζήτηση γυρώ που τα αναπαραγωγικά δικαιώματα οδήγησε σε έναν τεράστιον αριθμό συγκρούσεων, ως αποτέλεσμα ενός κράτους που ούλλο τζαι επεκτείνετουν τζαι στο οποίο τα διατάγματα της εκκλησιάς συχνά αντικατοπτρίζουνταν στη νομοθεσία, αλλά τζαι σαν αποτέλεσμα μιας σταδιακής διαδικασίας πλήρους πολιτικοποίησης της μήτρας ως δημόσιο χώρο που τυγχάνει νομικιστικής τζαι κοινωνικής ρύθμισης. Τούτες οι συγκρούσεις επροκύψαν κατά τον 19ον τζαι 20ον αιώνα όταν πολλές χώρες εποινικοποιήσαν τζαι εξαναποινικοποιήσαν τες εκτρώσεις. Υπήρξαν κάποιες εξαιρέσεις, όπως στα φασιστικά καθεστώτα της Γερμανίας τζαι Αυστρίας, τα οποία επροσαρμόσαν την απαγόρευση των εκτρώσεων ώστε να ταιρκάζει με τους ευγονικούς τους στόχους, αλλά τζαι στην Καταλονία της Ισπανίας, όταν το 1930, η νομοθεσία κατά των εκτρώσεων εκσυγχρονίστηκε για λίο διάστημα παρόλο που οι οποιεσδήποτε προσπάθειες για υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων εγίναν συντρίμμια εξαιτίας της νίκης του φασιστικού καθεστώτος του Φράνκο. Οι συγκρούσεις αναζωπυρωθήκαν πάλαι κατά τα τέλη του 20ου αιώνα, όταν πολλές χώρες εμεταρρυθμίσαν τους νόμους τους για τες εκτρώσεις, μετά που έντονες συζητήσεις για το θέμα, πράμα που οδήγησε σε νομοθετικές αλλαγές τζαι μερική αποποινικοποίηση (μεταξύ των 1960-1980).
Εν σημαντικό το κάθε άτομο να έσιει έλεγχο πάνω στο σώμα της, αλλά τζαι τη δυνατότητα να παίρνει αποφάσεις σχετικά με τη σεξουαλική τζαι αναπαραγωγική υγεία της, όπως για παράδειγμα εάν τζαι πόσα κοπελλούθκια θέλει να κάμει. Κάθε γυναίκα ή κάθε άτομο ανεξαρτήτως φύλου που μπορεί να μείνει έγκυος (όπως τρανς άντρες, άφυλα άτομα, άτομα που δεν εμπίπτουν στο δίπολο των φύλων, κλπ), πρέπει να έσιει τόσο την πρόσβαση όσο τζαι το δικαίωμα να επιλέξει ανάμεσα σε υπηρεσίες ώστε να προχωρήσει σε έκτρωση, άσχετα με τους λόγους για τους οποίους επιθυμεί να τερματίσει την κύηση. Τούτο το δικαίωμα για έλεγχο των σωμάτων μας εν απαραίτητο στους αγώνες για ελευθερία τζαι κοινωνική δικαιοσύνη, γιατί πολλά απλά σε κανένα πλάσμα δεν θα έπρεπε με τη βία να ανατίθεται ο ρόλος μιας αναπαραγωγικής μηχανής που σπέρνει κοπελλούθκια.
Στη συζήτησή μας, έν σημαντικό να σκεφτούμε την έκτρωση σαν ένα που τα πολλά ζητήματα αναπαραγωγικής δικαιοσύνης που επιδιώκει τη διεύρυνση της ατζέντας για το δικαίωμα επιλογής τζαι συζητά ευρύτερα οικονομικά, κοινωνικά τζαι πολιτικά ζητήματα που επηρεάζουν τες δυνατότητες των γυναικών στο να αποφασίζουν οι ίδιες για τη σωματική τους αυτονομία, αναπαραγωγή τζαι ευημερία. Οι έννομες εκτρώσεις εν έχουν καμμιά σημασία, αν τζίνες που τες επιθυμούν εν μπορούν οικονομικά να τες έχουν, τζαι τούτο το πλαίσιο επιτρέπει μας να δούμε τες ανισότητες του ελέγχου που έχουν οι γυναίκες πάνω στην αναπαραγωγή. Άλλωστε, οι γυναίκες των μεσαίων τζαι ανώτερων κοινωνικών τάξεων, με προνομιούχα πρόσβαση σε σχετικές με τες εκτρώσεις πληροφορίες, πάντα είχαν πρόσβαση στο δικαίωμα για έκτρωση είτε χρησιμοποιώντας τα παράθυρα στες ισχύουσες νομοθεσίες, είτε ταξιδεύκοντας σε χώρες που η έκτρωση ήταν/ένι νόμιμη. Που την άλλη, οι γυναίκες της εργατικής τάξης ήταν τζίνες που πάντοτε εδιατρέχαν κίνδυνο, καθώς εν ήταν μαθημένες να αμφισβητούν τες αρχές, ή/τζαι εν ημπορούσαν να πκιερώσουν για μιαν (νόμιμη ή παράνομη) έκτρωση. Βάσει τούτου, μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι εκτρώσεις εν ένας αγώνας όι μόνο για το δικαίωμα στην επιλογή, αλλά αγώνας για την ύπαρξη ούλλων τζίνων των κοινωνικών, πολιτικών τζαι οικονομικών συνθηκών που εν απαραίτητες για να εξασκήσουμε τούντο δικαίωμα. Τούτος ο αγώνας περιλαμβάνει μια κινηματική προσέγγιση, πέραν των απαιτήσεων για τη διαφύλαξη των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων τζαι την πρόσβαση σε υπηρεσίες αναπαραγωγικής υγείας.
Τη δεκαετία του 60’, η αναγνώριση της αναπαραγωγής σαν απλήρωτη εργασία έκαμεν δυνατόν τον επαναπροσδιορισμό της οικιακής ή ιδιωτικής σφαίρας σαν έναν τόπον αντικαπιταλιστικού αγώνα. Που τούντην έννοιαν, αυστηρές απαγορεύσεις για τες εκτρώσεις μπορούν να ερμηνευτούν σαν μια προσπάθεια ελέγχου τζαι εξασφάλισης εργατικού δυναμικού, ενώ οι αποκλίσεις που τες νόρμες της παραγωγικής, ετεροκανονικής οκογένειας τζαι των έμφυλων ρόλων μπορούν να θεωρηθούν αντίσταση σε τούντον μηχανισμό [1]. Ριζοσπαστικές τζαι φιλελεύθερες φεμινίστριες συχνά εδιαφωνούσαν για τες απαιτήσεις του γυναικείου κινήματος, με τες πρώτες να υπερασπίζουνται, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα στην έκτρωση όποτε κάποια το επιθυμεί, την δωρεάν φροντίδα των κοπελλουθκιών τζαι την ίση αμοιβή. Οι δεύτερες ασχοληθήκαν κυρίως με το νόμιμο δικαίωμα στην έκτρωση τζαι την ισότητα στες εργασιακές ευκαιρίες. Η ατζέντα των ριζοσπαστικών φεμινιστριών επεριλάμβανε πρακτικές όπως την ευαισθητοποίηση γυρώ που το συγκεκριμένο θέμα τζαι την δημιουργία κλινικών αυτοβοήθειας τζαι γυναικείων καταφυγίων. Ο λόγος που εκφράζαν επικεντρωνόταν στην απελευθέρωση τζαι την σεξουαλική διαφορά (παρά στην ισότητα), ενώ είχαν μιαν πολιτική στάση όπου η έκτρωση τζαι γεννικόττερα η επαναδιεκδίκηση του έμφυλου σώματος ήταν κεντρικής σημασίας. Τούτες εθεωρηθήκαν στιγμές που οι φεμινίστριες επροκαλέσαν βαθκιά την κυρίαρχη πατριαρχική κουλτούρα τζαι κράτος. Όσοι εδιαμορφώναν πολιτικές τζαι εκφράζαν ηγεμονικές πολιτισμικές νόρμες αποκριθήκαν (σε μιαλλύττερο ή μιτσιόττερο βαθμό) στες φεμινιστικές απειλές προς το status quo τζαι εμπήκαν στη διαδικασία να διαπραγματευτούν τζαι να αναθεωρήσουν τες πολιτικές τους [2].
Φαίνεται ότι με την πτώση των ριζοσπαστικών φεμινιστικών κινημάτων του ’70 τζαι με την ανάμειξη των γυναικών σε νομικές συζητήσεις πάνω στο θέμα, επροέκυψε μια αλλαγή προς μια αμυντική τζαι προληπτική στάση. Το ζήτημα εμετατοπίστηκε που την αναπαραγωγική αυτονομία τζαι τον αυτοπροσδιορισμό σε θέματα σχετικά με την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση τζαι τες μεθόδους αντισύλληψης, με την έκτρωση να θεωρείται σαν η τελευταία λύση. Έτσι, άσχετα με το πόσο χρήσιμη τζαι απαραίτητη ένει η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση τζαι η διαθεσιμότητα αντισυλληπτικών, η έκτρωση εκατέληξεν πράξη μυστική, ντροπιαστική τζαι ανεπιθύμητη, ενώ οι απελευθερωτικές δυνατότητες της επιλογής εντυθήκαν με συναισθήματα ντροπής τζαι ενοχής. H νέα έμφυλη γλώσσα που αναπτύχθηκε παράλληλα με το ριζοσπαστικό φεμινιστικό κίνημα τζαι με την οποία εμιλούσαν για τα σώματα, τη σεξουαλικότητα τζαι τον πόνο τους, έσβησε σιγά σιγά. Παρόλες τες προσπάθειες του ριζοσπαστικού φεμινιστικού κινήματος να φέρει τη συζήτηση για τες εκτρώσεις πίσω στον αυτοπροσδιορισμό των γυναικών, συνδέοντας με τούντον τρόπο την έκτρωση με την υποτιθέμενη ευθύνη των αντρών για τον έλεγχο τζαι την επιτήρηση της σεξουαλικότητας τζαι της αναπαραγωγικότητας των γυναικών, στες πιο πολλές χώρες η αρχική συζήτηση έγινεν γυρώ που ζητήματα που αφορούσαν το αγέννητο έμβρυο, τα δικαιώματα των γιατρών τζαι τες αντιδράσεις του κράτους στον αυξανόμενο αριθμό των παράνομων εκτρώσεων. Εν σημαντικό, λοιπόν, με τους αγώνες μας να απαιτήσουμε το δικαίωμα στες εκτρώσεις χωρίς να απολογούμαστε, τζαι να διεκδικήσουμε την κατάργηση (τούτο που αποκαλείται αποποινικοποίηση των εκτρώσεων χωρίς περιορισμό) τζαι όι απλά την μεταρρύθμιση της νομοθεσίας, γιατί πολλά απλά ο εκσυγχρονισμός της υπάρχουσας νομοθεσίας εν δικαιώνει με κανένα τρόπο τες γυναίκες που ακόμα τούς αρνείται η αυτενέργεια (agency).
Φαίνεται πως η επιθυμία μιας γυναίκας να τερματίσει την εγκυμοσύνη της έννεν που μόνη της αρκετή, γιατί πρέπει πρώτα να πιάσει έγκριση που μιαν «αξιοσέβαστη» εξουσιαστική φιγούρα, είτε τούτη εν ο άντρας της, ο τζύρης της, η οικογένειά της, η κοινότητά της, το κράτος της. Η άρνηση του δικαιώματος τερματισμού μιας εγκυμοσύνης εν ουσιαστικά άρνηση του δικαιώματος να κατέχουν τα σώματά τους, πράμα που με τη σειρά του παιδικοποιεί τες γυναίκες θεωρώντας τες ανίκανες να παίρνουν ανεξάρτητες αποφάσεις για το σώμα τους. Ιστορικά, τζαι οντολογικά, οι γυναίκες τζαι η θηλυκότητα εσχετίζουνταν αυστηρά με τα πάθη του σώματος: ένα σώμα που ο καρτεσιανός/ουμανιστικός φιλοσοφικός κανόνας εθκιάβαζέν το σαν αδρανές τζαι παθητικό, σιωπηλό τζαι κατώτερο, κομμάτι μιας αμετάβλητης φύσης. Αντίθετα, η υποτιθέμενη ανωτερότητα του έλλογου μυαλού εταυτίζετουν με τους άντρες τζαι την αρρενωπότητα. Συνείδηση, λογική, εξυπνάδα, αυτονομία τζαι υποκειμενικότητα ήταν συνώνυμα της αρσενικής επικράτειας, τζαι οι άντρες εταυτίζουνταν με το σκεπτόμενο υποκείμενο, τζαι ως εκ τούτου, με το καθολικό [3]. Εν υπήρχε χώρος για να ακουστούν οι φωνές των γυναικών, ενώ απαγορεύκετουν τους το δικαίωμα να κατέχουν τες εαυτές τους. Υποτίθεται ότι εζούσαν για άλλους τζαι τα σώματά τους ήταν ιδιοκτησία του αυτόνομου (αντρικού) υποκειμένου, αφού τζίνος ήταν που έπαιρνε ούλλες τες αποφάσεις –εθνικά, θεσμικά, ιδιωτικά- εκ μέρους της. Πολλά απλά, απαγορεύσαν στες γυναίκες την υπαρξιακή τους ελευθερία [4], απαγορεύσαν τους δηλαδή να υπάρχουν σαν σκεφτόμενα υποκείμενα, που μπορούν να παίρνουν τα ίδια αποφάσεις για τα σώματά τους τζαι να θκιαλέξουν μεταξύ του να γεννήσουν ένα μωρό ή όι. Τούτο το υπόβαθρο εν πολλά σημαντικό γιατί βοηθά μας να πλαισιώσουμε τζαι να καταλάβουμεν καλλύττερα τα επιχειρήματα, τες διεκδικήσεις τζαι τους αγώνες του κινήματος υπέρ των εκτρώσεων.
Με άλλα λόγια, παρόλο που οι εκτρώσεις γίνουνται πάς στα σώματα των γυναικών, τζίνοι που διαμορφώνουν πολιτικές εδιατυπώσαν τον λόγο γυρώ που τες εκτρώσεις με άλλους όρους (δικαιώματα γιατρών, δικαιώματα εμβρύου, επιβολή νόμου, ηθική, θρησκεία, προοδευτικότητα, οικογενειακός προγραμματισμός, ευγονική), τζαι δεν εσυζητήσαν ποττέ το θέμα της επιλογής, της υγείας, της αυτονομίας, της αυτενέργειας τζαι της σεξουαλικότητας των γυναικών. Το κυρίαρχο πλαίσιο, όταν για πρώτη φορά το θέμα των εκτρώσεων εμπήκε στη δημόσια ατζέντα, ήταν είτε το στάτους του αγέννητου εμβρύου (Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, Ισπανία, Βέλγιο), είτε τα δικαιώματα των γιατρών (Γαλλία, Καναδάς, Η.Π.Α), είτε η ακεραιότητα του κράτους μπροστά στο αυξανόμενο ποσοστό παράνομων εκτρώσεων (Γερμανία, Ιταλία)[5]. Η συζήτηση για το πώς θα μπορούσαν οι πολιτικές για τες εκτρώσεις να ενδυναμώσουν την αυτονομία των γυναικών ήταν άφαντη. Για μιαν ακόμα φορά, οι γυναίκες εν ήταν τα υποκείμενα που είχαν φωνή τζαι εσυντυχάναν, αλλά σιωπηλές συμμετέχουσες σε μια malestream συζήτηση, οι αποφάσεις της οποίας ήταν να καθορίσουν το μέλλον των σωμάτων τους. Η πολιτική σημειολογία της αντιπροσώπευσης παίζει πολλά καθοριστικό ρόλο δαμαί, γιατί σε τούντην περίπτωση, το αντικείμενο της αντιπροσώπευσης (το έμβρυο), ατέρμονα χωρίς φωνή, γίνεται ονείρωξη του αντιπροσώπου (πατριαρχικές δομές τζαι ιδρύματα), επειδή εύκολα μπορεί να φυσικοποιηθεί τζαι να απομονωθεί που τη σφαίρα του λόγου. Γυναίκες που επιθυμούν να κάμουν έκτρωση απλά εξαφανίζουνται που τη συζήτηση ή γίνουνται ο εχθρός επειδή έχουν αντικρουόμενα «συμφέροντα». Ο μόνος δρώντας του οποίου η φωνή ακούεται έν τζίνος που αντιπροσωπεύκει τζαι κλασικά σχετίζεται με την ηγεμονική αρρενωπότητα που εκφράζεται μέσα στους νομικούς τζαι ιατρικούς λόγους [6]. Γι’ αφτόν, έννοιες όπως αυτοκαθορισμός τζαι αυτενέργεια εν πολλά σημαντικές για τη συζήτηση γυρώ που τες εκτρώσεις, επειδή βάλλουν τες γυναίκες σαν υποκείμενα που εν φοούνται να συντύχουν την αλήθκειαν τους, πίσω στο κέντρο του πώς συζητούμεν για το θέμα.
Οι πολιτικές της ‘επιλογής’ τζιαι των ‘δικαιωμάτων’ επισκιάζουν την παρουσία άλλων παραγόντων που επηρεάζουν την επιλογή ενός ατόμου για μιαν έκτρωση, όπως την πρόσβαση σε επιχορηγούμενη φροντίδα τζιαι μη επισφαλή εργασία [7]. Η πλαισίωση των εκτρώσεων τζιαι του να είσαι γονέας ως αποκλειστικά ιδιωτικό ζήτημα αδιαφορεί να λάβει υπόψην τους τρόπους με τους οποίους οι κοινωνικές, πολιτικές τζιαι οικονομικές πραγματικότητες διαφόρων κοινοτήτων εν ασύμβατες με τον διαχωρισμό τέθκιων ζητημάτων μεταξύ δημόσιου/ιδιωτικού. Για παράδειγμα, η πληρωμένη εργασία μεταναστριών γυναικών εν συχνά οικιακή εργασία, τζιαι το ανάγιωμα των κοπελλουθκιών εν συχνά στενά συνυφασμένο με διαπροσωπικές σχέσεις τζιαι δεσμούς αλληλεγγύης τζιαι συνεργασίας προς το κοινό όφελος των κοινοτήτων, ακόμα τζιαι σε ατομικιστικές κοινωνίες. Για όσον συστημικές ανισότητες δημιουργούν τες υλικές συνθήκες που συχνά καθορίζουν την αναγκαιότητα μιας έκτρωσης, η υπεράσπιση μόνο του δικαιώματος στην επιλογή εν ανεπαρκής. Τέθκιες στενά εστιασμένες προσεγγίσεις αφήνουν αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι ακόμα τζιαι αν οι προσβάσιμες εκτρώσεις επιτρέπουν μεγαλύτερη πρόσβαση των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, προβληματίζοντας έτσι την υποταγή τους στην ιδιωτική σφαίρα, το βάρος της απλήρωτης αναπαραγωγικής τζιαι οικιακής εργασίας παραμένει δυσανάλογα πάνω τους.
Σε περιπτώσεις που οι εκτρώσεις ενομιμοποιηθήκαν, η νομιμοποίηση που μόνη της εν ήταν αρκετή να βοηθήσει τες γυναίκες να διεκδικήσουν όσα χρειάζουνται για να διατηρήσουν τον έλεγχο των σωμάτων τζιαι των ζωών τους. Όσο τα κυρίαρχα (mainstream) ρεύματα των φεμινιστικών κινημάτων εξασφάλιζαν θέσεις για τες γυναίκες σε αντροκρατούμενους χώρους εργασίας, τόσον εγκαταλείπαν την αναπαραγωγική εργασία τζαι την οικιακή σφαίρα ως χώρους αγώνα τζαι αντίστασης. Όροι όπως αυτονομία, χειραφέτηση τζαι επιλογή, που εχρησιμοποιηθήκαν ιστορικά που πιο ριζοσπαστικά φεμινιστικά κινήματα για δημιουργία συνείδησης, εχρησιμοποιηθήκαν αργότερα που τα ΜΜΕ τζιαι τα κράτη για να προωθήσουν το ιδανικό μιας ενεργής, ατομικά υπεύθυνης εργαζόμενης τζιαι καταναλώτριας γυναίκας-πολίτη. Τούτο το ιδανικό φυσικά τζιαι έννεν αρκετό για να αμφισβητήσει τες σχέσεις εκμετάλλευσης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής τζιαι αναπαραγωγής, τζιαι εβοήθησε να επιταχύνει την πτώση των πιο ριζοσπαστικών γυναικείων κινημάτων.
Επιπρόσθετα, η αποκλειστική αφοσίωση στον εκσυγχρονισμό των νόμων για τες εκτρώσεις αγνοεί τους τρόπους με τους οποίους η ηλικία, η τάξη τζιαι η σωματική ικανότητα επηρεάζουν τες προτεραιότητες ατόμων σε θέματα αναπαραγωγικής υγείας, τζιαι πως κάτω που νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις οικονομιών, το κόστος για τες αντίστοιχες υπηρεσίες υγείας επωμίζουνταί το τα ίδια τα άτομα. Την ίδιαν ώρα, οι γυναίκες ένι πιο ορατές προς τες κυβερνητικές υπηρεσίες, μέσα που τες απαιτούμενες ιατρικές παρεμβάσεις σε θέματα έκτρωσης, τοκετού, μεταγεννητικής φροντίδας, θέματα εμμηνόπαυσης, μαστογραφίες κτλ [8]. Η αναπαραγωγική δυνατότητα παρακολουθείται τζιαι ελέγχεται ιατρικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής των γυναικών. Ακόμα τζιαι σε χώρες που οι εκτρώσεις εν αρκετά προσβάσιμες, γυναίκες που θέλουν να υποβληθούν σε διαδικασία στείρωσης, την πιο μόνιμη που τες μεθόδους αντισύλληψης, συχνά αναγκάζουνται να πουν ψέματα για τους λόγους τους τζιαι στερούνται την δυνατότητα να αποφασίζουν για το σώμα τους. Ενώ το δικαίωμα στην εκούσια μητρότητα έγινεν πιο αποδεχτό, η άρνηση μιας γυναίκας να τεκνοποιήσει συχνά αντιμετωπίζεται ως ανώριμη τζιαι ανήθικη επιλογή.
Μόλις γίνει γνωστό ότι έναν άτομο εγκυμονεί, στερείται αυτόματα της σωματικής του αυτονομίας, τζιαι όποια θέλει να κάμει έκτρωση έρκεται αντιμέτωπη με τες συνέπειες της σύγκρουσης όι μόνο με τες ιατρικές εξουσίες τζιαι τες πολιτικές τους, αλλά τζιαι τους υπερασπιστές του τεκνοποιητικού τους ρόλου, ο οποίος τους έσχιει ανατεθεί που το έθνος-κράτος τζιαι τον καπιταλισμό. Τούτοι οι υπερασπιστές επιμένουν στην πατριωτική κινητοποίηση των γυναικών απέναντι σε φανταστικές δημογραφικές απειλές, είτε που μειονότητες εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας, είτε που «τούρκους έποικους» στον βορρά [9]. Η υπογεννητικότητα, ένα φαινόμενο που συχνά συσχετίζουν με τες προσβάσιμες εκτρώσεις, εν περιτυλιγμένη σε εθνικιστική ρητορική τζιαι παρουσιάζεται σαν ένα μεγάλο πρόβλημα που κρατικούς αξιωματούχους.
Ο ρόλος της μητρότητας εξυψώθηκεν κατά την διάρκεια του περασμένου αιώνα ως μάνας του έθνους, μια ηρωική φιγούρα υπεύθυνη να διασφαλίσει τες παραδοσιακές αρχές, να παράγει τους μελλοντικούς υπερασπιστές των εθνικών συμφερόντων, αλλά τζιαι τους νεαρότερους του εργατικού δυναμικού που εν να κοπιάσουν για την οικονομική ανάρρωση τζιαι ανάπτυξη της χώρας. Μελλοντικός αφελληνισμός τζιαι έλλειψη ντόπιου εργατικού δυναμικού εκφράζονται ως το δεύτερο πιο σοβαρό πρόβλημα μετά το Κυπριακό που συντηρητικούς τζιαι την ακροδεξιά, ή ακόμα ως αναπόσπαστο κομμάτι του [10]. Τούτο βέβαια εν σημαίνει πως όσοι εναντιώνουνται στες εκτρώσεις εμπίπτουν σε τούντες θκυο κατηγορίες. Όσον η συζήτηση για το πότε ξεκινά η κατάσταση κατά την οποία κάποι@ μπορεί να θεωρείται άτομο (human personhood) μεινίσκει αννοιχτή, κάποια που τα επιχειρήματα εναντίον των εκτρώσεων μπορεί να εν ριζωμένα στη φιλελεύθερη υπεράσπιση των ατομικών ελευθεριών. Τι μπορούμε να συμπεράνουμε σίουρα όμως, εν ότι εννα ήταν αντιφατικό για το κράτος να προσφέρει δωρεάν προσβάσιμες εκτρώσεις. Η υπεράσπιση των εκτρώσεων τζιαι της αναπαραγωγικής δικαιοσύνης απαιτεί να υπερβούμε την διάχυτη εθνικιστική ρητορική τζιαι τες μιλιταριστικές τάσεις στην κοινωνία.
Τον Οκτώβρη του 2017, μετά που καταγγελία του συζύγου της που εν εγνώριζε το συμβάν, μια γυναίκα τζαι ο γιατρός της εσυνελήφθηκαν τζαι ετέθηκαν υπό πενταήμερη κράτηση για έκτρωση, η οποία θεωρείται ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τους υπάρχοντες νόμους, μετά που καταγγελία του συζύγου της γυναίκας, ο οποίος δεν εγνώριζε το συμβάν [11].
Ο Ποινικός Κώδικας της Κύπρου (άρθρα 167-169 και 169Α), όπως ετροποποιήθηκεν το 1986 (Νόμος αριθ. 186), επιτρέπει την έκτρωση, αν δύο γιατροί θεωρούν ότι η συνέχιση της εγκυμοσύνης εννά έθετε σε κίνδυνο τη ζωή της εγκύου γυναίκας ή ότι η σωματική, πνευματική ή ψυχολογική/ψυχική βλάβη που εννά υφίστατο η ίδια ή το παιδί που εννά αποκτούσε, εννά ήταν μεγαλύττερη απ΄ ό, τι αν ετερματίζετουν η εγκυμοσύνη, ή ότι υπάρχει ουσιαστικός κίνδυνος, αν γεννηθεί το παιδί, να υποφέρει που τόσο σοβαρές σωματικές και ψυχολογικές ανωμαλίες που να συνιστούν σοβαρή αναπηρία. Ο Ποινικός Κώδικας επιτρέπει επίσης την έκτρωση μετά που πιστοποίηση που την αρμόδια αστυνομική αρχή, επιβεβαιωμένη που ιατρική πιστοποίηση όποτε ένι δυνατόν, ότι η εγκυμοσύνη προήλθε που βιασμό τζαι υπό συνθήκες κάτω που τες οποίες, αν δεν ετερματίζετουν η εγκυμοσύνη, εννά έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την κοινωνική κατάσταση της γυναίκας ή της οικογένειάς της. Ο Κώδικας ετροποποιήθηκε για πρώτη φορά το 1974, όταν αντικατασταθήκαν οι διατάξεις που επιτρέπουν τες εκτρώσεις μόνο για θεραπευτικούς λόγους. Πριν που τούτο, η νομοθεσία για τες εκτρώσεις στην Κύπρο έν εφαρμόζετουν αυστηρά. Η έκτρωση εμπορούσε να πραγματοποιηθεί σε ιδιωτικές κλινικές. Οι παραπάνω πελάτισσες εκτρώσεων ήταν παντρεμένες γυναίκες με πολλαπλή κύηση ή νεαρές ανύπαντρες γυναίκες.
Κάθε άτομο που πραγματοποιεί παράνομη έκτρωση υπόκειται σε φυλάκιση εφτά χρόνων. Μια γυναίκα που προκαλεί η ίδια έκτρωση υπόκειται στην ίδια ποινή. Οποιοδήποτε άτομο προμηθεύκει ή προμηθεύκεται παράνομα οτιδήποτε γνωρίζοντας ότι τούτο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για να προκαλέσει έκτρωση, υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων. Η έκτρωση πρέπει να πραγματοποιείται που εγγεγραμμένο γιατρό. Αν τζαι έν ορίζεται που τον νόμο, στην πράξη, η έκτρωση πραγματοποιείται μέσα στες πρώτες 28 εβδομάδες της εγκυμοσύνης [12a, 12b].
Τον Φεβράρη του 2015, επροτάθηκε ένα νέον νομοσχέδιο για την αποποινικοποίηση των εκτρώσεων που τα τέσσερα μεγάλα πολιτικά κόμματα, αλλά έν εσυζητήθηκεν ποττέ στην βουλή τζαι έν ετέθηκε σε ψηφοφορία, εξαιτίας της άμεσης τζαι έμμεσης πίεσης της εκκλησιάς να μεν προχωρήσει τούτον το νέον νομοσχέδιο [13]. Πριν ανάμιση χρόνο, τον Σεπτέμβρη του 2016, η Ιερά Αρχιεπισκοπή, η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής τζαι η Παγκύπρια Ιατρική Εταιρεία εδιοργάνωσαν το επιστημονικό συνέδριο «Αμβλώσεις: ιατρικές, κοινωνικές, νομικές, πνευματικές διαστάσεις» [14]. Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, εκφραστήκαν τζαι υπογραφτήκαν σε ένα μνημόνιο συμφωνίας που τους τρεις θεσμούς θέσεις εναντίον των εκτρώσεων υπό οποιαδήποτε αιτιολόγηση. Τούτη η συμμαχία έν μας εκπλήσσει. Η απελευθερωτική δυναμική ενός ατόμου που διά προτεραιότητα στην εαυτή της, συνήθως κόντρα στους πατριαρχικούς ρόλους που της έχουν ανατεθεί, αποτελεί απειλή για την πολιτεία, την εκκλησία τζαι τες ιατρικές/επιστημονικές αρχές. Εμείς αντιλαμβανούμαστεν την απόφαση για έκτρωση ως θέμα αυτοδιάθεσης των σωμάτων μας τζαι θεωρούμε απαράδεκτη την ποινικοποίηση τζαι τη σύλληψη των εγκύων που θέλουν να κάμουν έκτρωση, καθώς τζαι των γιατρών που βοηθούν να τερματιστεί μια εγκυμοσύνη με ασφάλεια.
Όπως προκύπτει που την ανάλυση πιο πάνω, το καπιταλιστικό – πατριαρχικό κράτος επενδύει πολλά στον έλεγχο της αναπαραγωγής, αλλά οι βασικοί πολιτικοί τζαι κοινωνικοί δρώντες, όταν αντιμετωπίζουν έντονη κοινωνική πίεση, υποχρεώνουνται να αναθεωρήσουν τες θέσεις τους. Τούτο περιλαμβάνει την εισαγωγή φεμινιστικών επιχειρημάτων στον δημόσιο λόγο, αλλά, ως επί το πλείστον, μιαν τροποποίηση τούντων επιχειρημάτων, αποπροσανατολίζοντας τον διάλογο σε μια συζήτηση (sex-less) ατομικών δικαιωμάτων. Η δημιουργία νομικής συναίνεσης σχετικά με τες εκτρώσεις εμφανίζεται σε ούλλο το πολιτικό φάσμα ως βασικό στοιχείο για τη σταθεροποίηση της κοινωνικοπολιτικής ζωής. Πιο σημαντικά, με τον έλεγχο της αναπαραγωγής μέσω μιας άρθρωσης των συνθηκών στες οποίες επιτρέπεται η έκτρωση, το κράτος προσπαθεί όι μόνο να ελέγξει τον πληθυσμό, αλλά τζαι να καθορίσει τα όρια των αποδεκτών αξιών τζαι συμπεριφορών [15]. Επομένως, εν σημαντικό οι εκτρώσεις να εν προσιτές σε ούλλες τες γυναίκες χωρίς διακρίσεις τζαι κάθε άτομο που αναζητεί έκτρωση να έσσιει πρόσβαση σε υπηρεσίες ασφαλών εκτρώσεων σε ούλλον τον κόσμο. Στην πραγματικότητα όμως βλέπουμε πως η έκτρωση απαγορεύεται ή εν ποινικοποιημένη ή εξαιρετικά περιορισμένη (για παράδειγμα στην Ιρλανδία τζαι στην Πολωνία). Όταν η έκτρωση εν ποινικοποιημένη, σημαίνει ότι το πρόσωπο που θέλει να κάμει έκτρωση στερείται θεμελιωδών δικαιωμάτων πάνω στο σώμα, την υγεία, την αυτοδιάθεση, την αξιοπρέπειά του τζαι την πρόσβαση σε δικαιώματα χωρίς διακρίσεις. Τούτο σημαίνει ότι το άτομο είτε εννά αναζητήσει μεθόδους έκτρωσης που εννά έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή ή/τζαι την υγεία του, είτε εννά προσπαθήσει να επιδιώξει να κάμει έκτρωση σε άλλη χώρα. Το δικαίωμα στην έκτρωση εν μόνον ένα μέρος των αγώνων για ασφαλή πρόσβαση σε φροντίδα σεξουαλικής τζαι αναπαραγωγικής υγείας για ούλλ@ς, η οποία εννά πρέπει να συνεπάγεται πρόσβαση σε συμβουλευτική υποστήριξη πριν τζαι μετά την έκτρωση αν χρειάζεται. Η έλλειψη πρόσβασης στες υπηρεσίες εκτρώσεων αποτελεί επίθεση στην ελευθερία της αυτοδιάθεσης τζαι αννοίει τον δρόμο για επικίνδυνες μεθόδους τερματισμού της εγκυμοσύνης. Ας μην ξεχνούμεν ότι η υπάρχουσα «διέξοδος» μέσω ιδιωτών γιατρών τζαι ιδιωτικών κλινικών συνεπάγεται οικονομικό βάρος που εμποδίζει άτομα με χαμηλό εισόδημα, μετανάστ@ς, έφηβ@ς τζαι άλλ@ς να κάμουν έκτρωση. Όσον το κράτος μονοπωλεί την εξουσία τζαι χρησιμοποιεί την για να καθορίσει ποιες ιατρικές τζαι χειρουργικές διαδικασίες εν προσιτές, εν απαραίτητο να προχωρήσουμε άμεσα σε μια συζήτηση τζαι τροποποίηση της νομοθεσίας τζαι να αποποινικοποιήσουμε τες εκτρώσεις χωρίς προϋποθέσεις για αιτιολόγηση τζαι ιατρικές γνωμοδοτήσεις. Πρέπει να εξασφαλιστεί ότι ούλλ@, ανεξαρτήτως φύλου τζαι ταυτότητας φύλου, εννά έχουν πρόσβαση σε τούτες τες υπηρεσίες όταν τες χρειάζουνται.
Τα φεμινιστικά κινήματα, όσοι/ες τάσσονται υπέρ της επιλογής τζιαι όσοι/ες παλέφκουν για αναπαραγωγική δικαιοσύνη εν πρέπει να επαναπαύκουνται, ακόμα τζαι σε χώρες που είδαν πρόοδο σε θέματα αναπαραγωγικών δικαιωμάτων ή θετικές νομικές μεταρρυθμίσεις στους νόμους για τες εκτρώσεις. Όσον τζίνοι που τάσσουνται εναντίον των εκτρώσεων πιέζουν για να επαναφέρουν οπισθοδρομικούς νόμους, τόσο πιο φανερό γίνεται ότι οι νομικές μεταρρυθμίσεις για τες εκτρώσεις εν ανεπαρκείς για να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν πρόσβαση σε έκτρωση σε όσες το επιθυμούν. Η Αρμενία, η ΠΓΔΜ, η Γεωργία, η Ρωσία τζιαι η Σλοβακία έχουν πρόσφατα επαναφέρει προϋποθέσεις για πρόσβαση σε εκτρώσεις. Ακόμα τζιαι σε χώρες που οι εκτρώσεις εν νόμιμες, μεγάλες περίοδοι αναμονής τζιαι μεροληπτικές συμβουλευτικές υπηρεσίες δρουν σαν εμπόδια στην πρόσβαση μιας έκτρωσης με ασφάλεια. Νομοθετικές προτάσεις για σχεδόν καθολική απαγόρευση ή οπισθοδρόμηση σε πιο αυστηρούς νόμους για τες εκτρώσεις εγίναν επίσης στην Λετονία, Λιθουανία, Ισπανία, Ρουμανία τζιαι Πολωνία, αλλά εν επέρασαν, αφού απαντήθηκαν με δημόσια κατακραυγή τζιαι διαδηλώσεις. Ανδόρα, Μάλτα, Λίχτενσταϊν, Ιρλανδία, Μονακό τζαι Σαν Μαρίνο έχουν πάρα πολλά περιοριστικούς νόμους για τες εκτρώσεις, με τα τελευταία δύο να απαγορέφκουν τες εκτρώσεις εντελώς. Όπως τζιαι στην Κύπρο, οι Ποινικοί Κώδικες των περισσότερων χωρών που τούτες περιλαμβάνουν κυρώσεις για γυναίκες που υποβάλλουνται σε παράνομες εκτρώσεις, αλλά τζιαι για όσους τες βοηθούν [16]. Μέσα στο τωρινό κλίμα ανόδου της ακροδεξιάς τζιαι της επαναφοράς συντηρητικών παραδοσιακών αξίων στον δημόσιο λόγο, εν σημαντικό να μεν παραμείνουμε σιωπηλές μπροστά στες επιθέσεις που δέχουνται τα αναπαραγωγικά δικαιώματα τζιαι οι σεξουαλικότητές μας. Το δικαίωμα να αποφασίζουμε για τα σώματά μας χωρίς την παρέμβαση καμιάς εξουσίας που να απειλεί την υγεία μας, τη ζωή μας ή την ελευθερία μας, εν αναπόσπαστο κομμάτι των αγώνων μας για κοινωνική δικαιοσύνη. Τα σώματα μας εν δικά μας, τζιαι όι αναπαραγωγικές μηχανές κανενού συστήματος.
Συσπείρωση Ατάκτων
Δεκέβρης 2017
Υποσημειώσεις τζαι περαιτέρω θκιάβασμα
[1] Silvia Federici, “The reproduction of labour-power in the global economy, Marxist theory and the unfinished feminist revolution”
Silvia Federici, “The reproduction of labour-power in the global economy, Marxist theory and the unfinished feminist revolution”
[2] McBride Stetson, Dorothy (2003) Conclusion: Comparative abortion politics and the case for state feminism.
https://www3.nd.edu/~ggoertz/sgair/McBride%20Stetson2002chp13.pdf
[3] Braidotti, Rosi (2002) Metamorphoses: towards a materialist theory of becoming (Cambridge: Polity Press); Grosz, Elizabeth (1994) Volatile bodies: toward a corporeal feminism (Sydney: Allen and Unwin).
[4] Τούτος εν ένας όρος που εδιατυπώθηκεν πρώτα που την Katha Pollitt. Για περαιτέρω συζήτηση γυρώ που την έκτρωση σαν ένα ηθικό δικαίωμα, δες Pollitt, Katha (2014) Pro: Reclaiming abortion rights (New York: Picador).
[5] McBride Stetson, Dorothy (ibid)
[6] Για μια πιο εκτενή συζήτηση γυρώ που την πολιτική σημειολογία της αντιπροσώπευσης, δες Haraway, Donna (1992) The promises of monsters: a regenerative politics of inappropriate/d others, in: Lawrence Grossber, Cary Nelson & Paula A. Treichler (eds.) Cultural studies (New York, London: Routledge), pp. 295-337.
[7] Dorothy Roberts, “Reproductive Justice, Not Just Rights”
[8] Madame Tlank, “The Battle of all* Mothers (or: No Unauthorised Reproduction)”
Madame Tlank, “The Battle of all* Mothers (or: No Unauthorised Reproduction)”
[9] “Αυξάνονται οι αλλοδαποί, μειώνονται οι Κύπριοι”, Sigmalive
http://www.sigmalive.com/archive/simerini/politics/reportaz/451616
[10] An example of this argument can be found here: http://www.cna.org.cy/webnews.aspx?a=13b07a14e43f4f4e9bd2b891d8310818
[11] Woman who had illegal abortion released (Updated)
[12a] Ο περί Ποινικού Κώδικα Νόμος (ΚΕΦ.154), ΜΕΡΟΣ IV ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΒΛΑΠΤΟΥΝ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΓΕΝΙΚΑ, Ποινικά Αδικήματα εναντίον των Ηθών
http://www.cylaw.org/nomoi/enop/non-ind/0_154/division-dd12fa068c-825c-475f-8af5-93cb97376e6e.html
[12b] www.un.org/esa/population/publications/abortion/doc/cyprus1.doc
[13] Εκτρώσεις: Τι προβλέπει η πρόταση νόμου του 2015
http://www.philenews.com/koinonia/eidiseis/article/437883/ektroseis-ti-problepei-i-protasi-nomoy-toy-2015
[14] Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου: Επιστημονικό Συνέδριο με γενικό θέμα: «Εκτρώσεις: Ιατρικές – Κοινωνικές – Νομικές – Πνευματικές διαστάσεις»
[15] Pollitt, Katha (ibid)
[16] Women’s sexual and reproductive health and rights in Europe
https://rm.coe.int/women-s-sexual-and-reproductive-health-and-rights-in-europe-issue-pape/168076dead
Η Εργατική Δημοκρατία υποστηρίζει:
… αλλά η ψήφος δεν αρκεί χρειάζεται σοσιαλιστική οργάνωση και προοπτική
Οι προεδρικές εκλογές του 2018 γίνονται μέσα σε ένα κλίμα έντονης πολιτικής και ταξικής πόλωσης.
Η κυβέρνηση Αναστασιάδη που ξεκίνησε σαν ανέκδοτο με τα «δεσμεύομαι» και τους συμπεθέρους έχει μετατραπεί σε μια τραγωδία για τους εργαζόμενους, τους συνταξιούχους και τους νεολαίους. Μέσα σε ελάχιστο χρόνο εξαφάνισε εργατικές κατακτήσεις και δικαιώματα που κερδίθηκαν με αγώνες και θυσίες δεκαετιών. Διέλυσε τον τομέα της δημόσιας υγείας, όσο κράτος πρόνοιας υπήρχε, οδήγησε στην ανεργία και τη μετανάστευση χιλιάδες νέους και στη φτώχια χιλιάδες συνταξιούχους. Στο Κυπριακό φόρεσε τη φουστανέλα και πέταξε στα σκουπίδια την προοπτική για μια κοινά αποδεκτή διευθέτηση του Κυπριακού με στόχο την επανένωση και την ειρήνη στο νησί. Σήμερα ζητά τη ψήφο μας για να ολοκληρώσει αυτό το έργο.
Δίπλα από αυτόν ο Νικόλας Παπαδόπουλος που ηγείται μιας συμμαχίας από εθνικιστές απορριπτικούς και φασίστες που δεν δέχονται κανένα συμβιβασμό με τους τουρκοκύπριους και απορρίπτουν τον οποιοδήποτε συνεταιρισμό και συνεργασία μαζί τους και προτιμούν ένα καθαρό ελληνοκυπριακό κράτος έστω και αν αυτό θα είναι στη μισή Κύπρο και θα συντηρεί την αντιπαράθεση και τον εθνικό ανταγωνισμό και θα αποτελεί διαρκή απειλή για την ειρήνη στην περιοχή.
Αυτές οι πολιτικές του Αναστασιάδη, του Παπαδόπουλλου αλλά και του Λιλλήκα είναι που άνοιξαν το δρόμο στους φασίστες του ΕΛΑΜ, το παράρτημα της ναζιστικής Χρυσής Αυγής στην Κύπρο, για να δυναμώσουν και να διεκδικούν σήμερα ένα σημαντικό ποσοστό ψήφων. Η ενίσχυση αυτών των πολιτικών θα αποθρασύνει ακόμη περισσότερο τους φασίστες.
Από την άλλη βρίσκονται αυτοί που θέλουν τη συμφιλίωση με τους τουρκοκύπριους, που θέλουν μια συμβιβαστική διευθέτηση και ειρηνική συνύπαρξη των δύο κοινοτήτων. Αυτοί που μιλούν για την παιδεία της ειρήνης και της επανένωσης, για τον διαχωρισμό της εκκλησίας από το κράτος. Μπροστά σε αυτή την πόλωση δεν πρέπει να έχουμε κανένα δισταγμό, ψηφίζουμε Μαλά και μπαίνουμε στη μάχη με όλες μας τις δυνάμεις για τη νίκη στις εκλογές. Ψηφίζουμε μαζί με τις χιλιάδες εργαζόμενους και νεολαίους που βρεθήκαμε την προηγούμενη περίοδο στις εκδηλώσεις επαναπροσέγγισης, στις απεργίες και τα συλλαλητήρια ενάντια στα μνημόνια, για να δώσουμε ένα τέλος στην κυβέρνηση της λιτότητας, του εθνικισμού και του ρατσισμού.
Δεν περιμένουμε από τον Μαλά ότι θα μας εξασφαλίσει μια δίκαιη κοινωνία όπως μας υπόσχεται. Αυτό δεν μπορεί να γίνει μέσα στο καπιταλισμό αφού αυτός που πραγματικά κυβερνά είναι το κεφάλαιο, οι τραπεζίτες και οι μεγαλοκαρχαρίες της αγοράς. Γι αυτό λέμε ότι η ψήφος δεν αρκεί, αλλά χρειάζεται σοσιαλιστική οργάνωση και προοπτική. Χρειάζεται μια άλλη αριστερά, της ανατροπής και του διεθνισμού, και αυτή παλεύουμε να κτίσουμε. Μια νίκη του Μαλά θα ενισχύσει την αυτοπεποίθηση στη νεολαία και τους εργαζόμενους και μπορεί να συμβάλει σε αυτή την προοπτική. Από μόνη της όμως η νίκη του Μαλά δεν αποτελεί εγγύηση ούτε ότι θα υπάρξει μια δημοκρατική, ειρηνική και κοινά αποδεκτή διευθέτηση του Κυπριακού, ούτε είναι αρκετή για να σταματήσει τους φασίστες. Χρειάζεται να κτίσουμε ένα μαζικό αντιφασιστικό κίνημα που να είναι κομμάτι ενός δικοινοτικού κινήματος ενάντια στον εθνικισμό και τον πόλεμο, για επανένωση και ειρήνη. Η ψήφος στο Μαλά την Κυριακή 28 Γενάρη και 4 Φλεβάρη, είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση.
Λευκωσία 18 Γενάρη 2018
Η ΕΡΓΑΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΣΑΣ ΠΡΟΣΚΑΛΕΙ ΣΕ
ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ
ΣΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΘΟΥΜΕΝΑ
ΤΡΙΤΗ 23 ΓΕΝΑΡΗ 2018 ΩΡΑ: 7:30 ΜΜ
Η Συντεχνία Διδακτορικών Επιστημόνων Διδασκαλίας και Έρευνας (ΔΕΔΕ) εξαγγέλλει 48ωρη απεργία στις 22/01/2018 για διεκδίκηση των δικαιωμάτων των μελών της που εργάζονται στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Η Συντεχνία Διδακτορικών Επιστημόνων Διδασκαλίας και Έρευνας (ΔΕΔΕ) έχει εξαγγείλει 48ωρη προειδοποιητική απεργία στις 22 και 23 του Γενάρη στο πανεπιστήμιο Κύπρου, λόγω της άρνησης των πρυτανικών αρχών να συζητήσουν μία σειρά από αιτήματα και εισηγήσεις της που αφορούν τη βελτίωση της ποιότητας του ερευνητικού και διδακτικού έργου, καθώς επίσης στοιχειώδη δικαιώματα όπως αξιοπρεπή μισθό, άδεια μητρότητας και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Τα αιτήματα αυτά, που θα λειτουργήσουν προς όφελος τόσο της ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και της κοινωνίας σαν σύνολο, είχαν τεθεί από την ΔΕΔΕ επίσημα εδώ και δύο χρόνια, ωστόσο η πρυτανεία επέλεξε να τα αγνοήσει επιδεικτικά.
Ο Πρύτανης Κωνσταντίνος Χριστοφίδης σε πρόσφατη δήλωσή του έφτασε μέχρι το σημείο να ισχυριστεί ότι τα «παιδιά αυτά» [sic] δεν μπορούν να απεργήσουν γιατί δεν είναι εργαζόμενοι, προφανώς επειδή θεωρεί ερευνητές και διδάσκοντες, κατόχους διδακτορικού τίτλου, ως σκλάβους κι όχι ως ισότιμα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο συγκεκριμένος πρύτανης συμπεριφέρεται σαν τσιφλικάς απέναντι σε δουλοπάροικους. Παρόμοια αυταρχικότητα επέδειξε και απέναντι στους φοιτητές τους οποίους εξανάγκασε, με την απειλή της μη εγγραφής στα μαθήματα, να πληρώσουν για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη την οποία ο ίδιος επέλεξε, χωρίς καμία συζήτηση και χωρίς να δώσει εναλλακτική επιλογή. Φυσικά η αλαζονεία του δεν περιορίζεται στα «στενά» όρια του πανεπιστημίου. Πριν από λίγο καιρό είχε απειλήσει τους πολίτες της Λάρνακας με ακύρωση των σχεδίων για δημιουργία πανεπιστημιακής σχολής στη Λάρνακα, εάν οι Λαρνακείς δεν αποδέχονταν την κατασκευή βιομηχανικού λιμανιού στην πόλη τους.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι ερευνητές και διδάσκοντες που εκπροσωπεί η ΔΕΔΕ αποτελούν μία ακόμα κατηγορία επισφαλώς εργαζόμενων και πενιχρά αμειβόμενων ανθρώπων, η οποία εμφανίζεται όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο αλλαγής των εργασιακών σχέσεων που ακολουθεί ο νεοφιλελευθερισμός. Η στήριξή μας στις κινητοποιήσεις της ΔΕΔΕ είναι σημαντική και μας αφορά όλους γιατί διεκδικεί αυτονόητα δικαιώματα και αξιοπρέπεια. Ευελπιστούμε ότι ο αγώνας τους θα αποτελέσει την απαρχή διεκδικήσεων και από άλλες κατηγορίες επισφαλώς εργαζομένων όπως συμβασιούχων αορίστου χρόνου, εργαζομένων με παροχή υπηρεσιών ή ημιαπασχολούμενων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι αυτή τη στιγμή είναι έρμαια στις ορέξεις των αφεντικών.
Απέναντι στην ασυδοσία της κυριαρχίας απαντούμε με αλληλεγγύη.
Νίκη στον αγώνα της ΔΕΔΕ.
Συσπείρωση Ατάκτων
16/01/2018
The bi-communal magazine Hade has been digitized and is now available on both the Greek, and the English version of the site. The magazine was the first bi-communal publication after 1974 and was printed and circulated on both sides of the green line in the late 1990s and early 2000s. With the exception of the pilot issue (Issue 0), which was in English, all other issues were mainly bi-lingual, and included texts in both Greek and Turkish.
Secularism in Cyprus has it's own history – or at least in a part of the country... The Greek – Cypriot community has been and still is one of the most religious societies in Europe. The Church's hegemony can be traced back in the ottoman times and it is still obvious and dominant in many fields, prime among them being education. On the other hand, whereas the Turkish- Cypriots have historically been one of the most secular communities in the so called muslim world, they face – especially during the last decade- an attempt of imposed religionisation through education.
Şener Elcil and Pavlos Pavlou will attempt to explain the historical and contemporary relations between organised religion, politics and education in Cyprus. Şener Elcil is the General Secretary of the Turkish Cypriot teachers' trade union KTÖS. Pavlos Pavlou teaches history in secondary education and at the European University.
Στο Αυτόνομο Σχολείο του Σεπτέμβρη θα συζητήσουμε για το θέμα των εκποιήσεων, το καινούργιο νομοθετικό πλαίσιο και τις δυνατότητες αντίστασης από την κοινωνία. Φιλοξενούμε τους:
Μάγια Αθανατου, LLM by Research: 'The New Legal Foreclosure Regime in Cyprus: Time that …