The Trim
Από τον Haji Mike στους Monsieur Doumani και τον Julio - Η κυπριακή μουσική σκηνή ως κοινωνική ανατρεπτική δυναμική
By nicostrim — August 28th 2022 at 11:38
Νίκος Τριμικλινιώτης
[Δημοσιεύτηκε
Νίκος Τριμικλινιώτης (2019) «Από τον Haji Mike στους Monsieur Doumani και τον
Julio - Η κυπριακή μουσική σκηνή ως κοινωνική ανατρεπτική δυναμική», Νέα
Έποχή, τ. 340, Άνοιξη 2019, σελ. 81-93.]
Εισαγωγή
Στο κείμενο αυτό θα ασχοληθώ
με ένα ενδιαφέρον ρεύμα δημιουργικότητας που εκφράζει μια νέα πνοή στην
πολιτιστική δημιουργία στην Κύπρο. Αυτό εκφράζεται στα εικαστικά,1
στη φωτογραφία,2 στη λογοτεχνία και το θέατρο, αλλά και στη μουσική.
Θα επικεντρωθώ κυρίως στην κυπριακή μουσική σκηνή που έχει διαρρήξει πλέον το
κλειστό, λογοκριμένο, εθνοκεντρικό με ροπή προς το ελλαδοκεντρικό σχήμα, παρά
το ότι παρόμοιο σχήμα υπάρχει και στην ποιητική, λογοτεχνική και μουσική
δημιουργία.3 Το μουσικό κομμάτι θα ερμηνευτεί ως αναπόσπαστο και
δυναμικό μέρος αυτού που ονομάζω «Κοινωνιολογία της αμφισβήτησης»,4
όπως αυτό διαφαίνεται σε νέους μουσικούς δημιουργούς από τη δεκαετία του 1990
μέχρι σήμερα.
Το σχόλιό μου είναι μέρος ενός
ευρύτερου αναλυτικού εγχειρήματος για τη δημόσια αμφισβήτηση και τον δημόσιο
χώρο στη χώρα. Αυτή προέρχεται από την αστάθμητη συνάντηση των διασπορικών
διανοούμενων, ποιητών, κοινωνιολόγων και δημιουργών στην Κύπρο. Πέραν από
αυτήν, μέσα από τη συμμετοχή τους, τόσο στους κοινωνικούς και πολιτικούς αγώνες
όσο και μέσα από το δημιουργικό και κριτικό τους έργο, ανοίγουν ορίζοντες και
σπάνε τα στεγανά των εθνικών/εθνικιστικών και μεταποικιακών καλουπιών. Η
δημιουργικότητα, η διορατικότητα και η αμφισβήτηση είναι το μέσο από όπου
αναδύεται μια άλλη κυπριακή κοινωνία. Θεωρώ ότι μπορούμε να διαβάσουμε μιαν
Κύπρο που γεννά κύκλους αμφισβήτησης της καθεστικυίας τάξης σε διάφορα επίπεδα.
Οι «γραμμές» αυτές διαβάζονται μέσα από ρήξεις που διανοούμενοι αρθρώνουν ως
εκφραστές σημαντικών ρευμάτων. Από τους Τεύκρο Ανθία και Θοδόση Πιερίδη στον
Άρη Σήτα, τον Djelal Kadir, τον Αντρέα Παναγιώτου μέχρι τον Haji Mike, τους
Monsieur Doumani και τον JUΛIO, αλλά και από την Περσεφόνη Παπαδοπούλου στη
Φλόγα Ανθία, παρατηρούμε πολλαπλά και πολυδιάστατα ρήγματα, μέσα από τα οποία
αναδύεται μια κριτική και εναλλακτική Κύπρος του μέλλοντος. Σε αυτήν την κατεξοχήν μεθοριακή κοινωνία, οι
συναρθρώσεις της πολιτιστικής δημιουργίας, είτε ως ποίησης, είτε ως μουσικής
δημιουργίας - αναδημιουργίας παλαιών μοτίβων σε νέους, είτε ως rap, είτε ως δημόσια κοινωνιολογία, προβάλλει ως σοβαρή
ενδεχομενικότητα μετάβασης σε μια αυτόνομη κοινωνία.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα:
Υπάρχει κάτι που να συνδέει την παραγόμενη κοινωνική
γνώση, τέχνη και δημιουργία ως κριτική κι ως αμφισβήτηση; Θεωρώ ότι μπορώ
να σκιαγραφήσω, έστω σχηματικά για τους σκοπούς αυτού του άρθρου, ένα «νήμα»
που πιάνει κάτι από «μάγμα» που παράγει η αστάθμητη ιστορική κυπριακότητα, που
είναι τόσο τοπική όσο οικουμενική.5 Με διαφορετικές μορφές
πολιτιστικής/κοινωνικής δημιουργίας παρατηρούνται σημαντικά κινηματικά
ανοίγματα, γονιμοποιώντας κι άλλες αστάθμητες μεταβολές μέσα από τη συνάντηση
των κινημάτων με την τέχνη, τις πολιτιστικές ανταλλαγές/συγκρούσεις και τους
κοινωνικούς αγώνες. Σ’ αυτή τη διαδικασία σημαντικοί είναι οι διασπορικοί, οι
απόδημοι, οι ενδιάμεσοι ή in-between in-betwixt και οι Κύπριοι «μη Κύπριοι», οι
«απέξω», αυτοί που είναι με το ένα πόδι έξω και τ’ άλλο μέσα, διότι αποτελούν
κινητήρια δύναμη τεραστίων διαστάσεων και ανοίγουν «δρόμους» στην κυπριακή
πραγματικότητα. Το πεδίο της πολιτισμικής παραγωγής είναι άρρηκτα δεμένο με τις
ευρύτερες πολιτιστικές, πολιτικές και κοινωνικές πραγματικότητες. Ο πολιτισμός
δεν είναι προνόμιο των λίγων, αλλά ένα ευρύτατο σύνολο ανθρώπινων παραστάσεων
και δημιουργημάτων, που δίνουν νόημα και αξία στον τρόπο ζωής των επιμέρους
κοινωνικών ομάδων της κοινωνίας. Ιδιαίτερα σε στιγμές κρίσης παρατηρούνται
εξαρθρώσεις και αντιφάσεις, που υπό κάποιες περιστάσεις καθιστούν τον πολιτισμό
ως την προμετωπίδα, την αγωνιστική πρωτοπορία για κοινωνική αμφισβήτηση και
μεταβολή. Εδώ είναι που οφείλει να γίνει κατανοητός ο διακριτός ρόλος του διανοούμενου –κι εδώ έχω ένα πολύ ανοικτό
ορισμό για τον όρο «διανοούμενος», αντλώντας από τον Γκράμσι ασφαλώς, που
περιλαμβάνει τον «παραδοσιακό και τον οργανικό διανοούμενο». Η σχέση τέχνης και πολιτικής/κοινωνικής κριτικής
αλλά και κοινωνικής δράσης/ακτιβισμού είναι περίπλοκο ζήτημα που σχετίζεται με
την ιστορική, κοινωνική και πολιτιστική προσφορά στους αγώνες, ανησυχίες και
αμφισβητήσεις σχετικές με τις κοινωνικές μεταβολές και συγκρούσεις.
Το ιστορικό συγκείμενο: Η Κύπρος μετά το 1974
Από το 1974, μετά τον πόλεμο
και τη ντεφάκτο διχοτόμηση, μέχρι τη δεκαετία του 1990, το νότιο τμήμα της
χώρας υπό τον έλεγχο της Κυπριακής Δημοκρατίας είχε μια αλματώδη οικονομική
μεγέθυνση. Ο μετασχηματισμός της κυπριακής κοινωνίας κατά τις πρώτες δεκαετίες
μετά την καταστροφή του πραξικοπήματος, της εισβολής και της βίαιης κατανομής
του 1974 οδήγησε σε ταχεία οικονομική ανάπτυξη μετά την καταστροφική διαίρεση.
Έχουμε λοιπόν μια «άλλη»
Κύπρο, πρώτ’ απ’ όλα ντε φάκτο διαιρεμένη. Με δύο εθνοτικά διαιρεμένα τμήματα,
δια της βίας βέβαια. Κι έχουμε το νότιο τμήμα να μετατρέπεται σταδιακά σε μια
άλλη χώρα. Μέσα σε λίγες δεκαετίες γίνεται αγνώριστη. Η ραγδαία μέχρι βίαιη
οικονομική ανάπτυξη επικαθορίστηκε από τη βία του 1974. Παραδόξως, αποτελεί
ίσως πρωτοφανή πονηριά ιστορικής ειρωνείας που χαρακτηρίζεται από ανθρώπινο
πόνο, ιδρώτα κι αίμα. η ίδια αυτή βίαιη μετατόπιση πληθυσμών
δημιουργεί για πρώτη φορά τις συνθήκες της αστυφιλίας και συγκέντρωσης μιας
μάζας πληθυσμού που θα λειτουργούσε ως φτηνή
εργατική δύναμη για καπιταλιστική ανάπτυξη και ραγδαίο «εκσυγχρονισμό» της
κοινωνίας.6 Οι ακραίες απόψεις που αρθρώθηκαν για
«παλαιστινοποίηση» των εκτοπισμένων δεν πέρασαν. Η πανωλεθρία των αλυτρωτικών
ιδεολογημάτων της «ένωσης», όπως παλαιότερα με τη Μικρασιατική Καταστροφή,
έδωσε χώρο για αμφισβήτηση και επανακαθορισμό της ιδεολογικής συνείδησης και
συλλογικών ταυτίσεων, καθώς επίσης ένα νέο κοινωνικο-οικονομικό ήθος. Αυτή η
τρομακτική ήττα επέφερε επαναστατικές αλλαγές στην κοινωνία, βασικά λόγω της
ιστορικής ήττας του εθνικιστικού αλυτρωτικού εγχειρήματος. Ωστόσο, η ιστορία
κάθε άλλο παρά τελειώνει εκεί. Είναι μάλλον ορθότερο να μιλούμε για μεταλλαγές του αλυτρωτισμού σε νέα ιδεολογικά σχήματα παρά για ολοκληρωτική
ήττα. Από το 1974 ξεκινά μια νέα ιστορική πορεία.7 Η «αναπτυξιακή
ιδεολογία» ως όχημα για την επίτευξη των πολιτικών και κοινωνικών στόχων. Το
κράτος λοιπόν θα ωθούσε, μεσολαβούσε και διευκόλυνε την ανάπτυξη, που ήταν στην
πραγματικότητα πάντοτε «εθνικός στόχος». Αξιοσημείωτη είναι η ταχύτητα με την
οποία ανέκαμψε η οικονομία σε ένα κλίμα διεθνούς ύφεσης
-επαναδραστηριοποιήθηκαν οι εκτοπισμένοι και επιτεύχθηκε η πλήρης απασχόληση
μέσα σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα.
Προσφέρονται διάφορες
εξηγήσεις με οικονομικούς όρους για τη ραγδαία ανάπτυξη, ως αποτέλεσμα ενδογενών παραγόντων, της
επιχειρηματικότητας και της εργατικότητας αλλά και δομικών αλλαγών που
επέτρεψαν στην οικονομία να μεταπηδήσει από τον πρωτογενή τομέα στις υπηρεσίες.
Ο κοινωνιολόγος Καίσαρ Μαυράτσας θεωρεί ότι το «ελληνοκυπριακό οικονομικό ήθος»
συνίσταται σ’ ένα αξιακό σύστημα, το «φιλότιμο» της «οικογενειακής οικονομικής
επιτυχίας» στην (πατριαρχική) έννοια του «καλού οικογενειάρχη» που φροντίζει
για την οικογένειά του να υπάρχουν καταναλωτικά αγαθά και ευμάρεια. Η Κύπρος
βρίσκεται σε «μια ενδιάμεση κατάσταση ανάμεσα στον σύγχρονο και τον παραδοσιακό
κόσμο». Τα χαρακτηριστικά λοιπόν του
οικονομικού ήθους που έδωσαν ώθηση για την ανάπτυξη είναι η
«προσαρμοστικότητα», η «ευκαμψία, ο «μεταπρατισμός» και ο «αστικός
προσανατολισμός». Εξηγεί δε την περίοδο μετά το «οικονομικό θαύμα» ως
αποτέλεσμα εφησυχασμού και υπερ-καταναλωτισμού που συμπληρώνει τον
νεοπλουτισμό, τη «δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία», τις οικογενειακές επιχειρήσεις
και τον «πελατειακό νεοκορπορατισμό»8 και θεωρεί ότι αυτά εμποδίζουν
τον «εκσυγχρονισμό» της οικονομίας και κοινωνίας. Ο Μαυράτσας αναφέρεται σε
«εφαπτόμενες διαδικασίες» για εκσυγχρονισμό της κοινωνίας, όπου βασικό όχημα
και ιδεολογική ορθοδοξία είναι ο ε/κ εθνικισμός -ένας εθνικισμός που καθόλου
προοδευτικός δεν είναι και περιστρέφεται γύρω από μια ισχυρή, μη ορθολογιστική
κι ενίοτε σκοταδιστική και αντιδραστική εκκλησιαστική ελίτ, όπου η Χριστιανική
Ορθοδοξία είναι ιδεολογικό συστατικό της. Με αυτούς τους όρους λοιπόν ορίζει το
«εκσυγχρονιστικό πρόβλημα ή πρόκληση της ε/κ κοινωνίας».9
Απαιτείται όπως κατανοήσουμε
τις ουσιαστικές διεργασίες που συντελούνται στην Κύπρο ως μετααποικιακή
κοινωνία με πολύπλοκες και αντιφατικές διαδρομές και σχέση σε αυτό που
ονομάζουμε νεωτερικότητα. Το σημαντικό είναι ότι στη μετά το 1974 εποχή
συντελούνται δραματικές κοινωνικές αλλαγές, άλλες τυχαίες ή μάλλον συγκυριακές
κι άλλες σαν αποτέλεσμα σχεδιασμού. Ο
αγροτικός τομέας φθίνει κι η ζωή στο χωριό αποσαθρώνεται, καθώς οι νέοι
εγκαταλείπουν τα χωριά για να εργαστούν στην πόλη. Οι δε προσφυγικοί
καταυλισμοί παρέχουν δυνατότητες για εργατικό δυναμικό κοντά στους νέους
αναπτυσσόμενους τομείς- σε κάποιο βαθμό η ελαφρά βιομηχανία, αλλά κυρίως ο
τουρισμός. Πρώτα, η Λεμεσός γίνεται η «νέα Αμμόχωστος». Ακολουθεί η Αγία Νάπα
και η Πάφος. Χτίζουμε πάνω στη θάλασσα και πωλούμε τα τρία “S” (sun, sea, sex).
Η κοινωνία άλλαξε. Από τις πρώτες μέρες κιόλας μετά την εισβολή η μαζική συρροή
πληθυσμών σε τσαντίρια, οικισμούς κ.τ.λ. καταβαραθρώνει και τις παραδοσιακές
οικογενειακές δομές, που οικονομικά πιέζονται (από τους πρόσφυγες συγγενείς που
θέλουν βοήθεια) και αδυνατούν ν’ αστυνομεύσουν πλέον τα «υψηλά ήθη» και «την
τιμή» των «παλιών καλών καιρών». Οι περιστάσεις αλλάζουν την οικογένεια και οι
αξίες της κοινωνίας αλλάζουν, ο λεγόμενος «λος τ’ αδρώπου» χάνει την αξία του,
το εμπόριο, οι συναλλαγές, το business ethos ηγεμονεύουν. Ο προσανατολισμός
είναι προς Ευρώπη, οι σπουδές στο εξωτερικό και ο μαζικός πολιτισμός, οι
τηλεπικοινωνίες και το διαδίκτυο κυριαρχούν. Το ίδιο και οι επιδράσεις της νέας
υποκουλτούρας των disco, του clubbing, μετέπειτα τα sole, τα rave, και νεανικές υποκουλτούρες
όπως τα rap και funky.
Η ελληνοκυπριακή οικονομία
αλλάζει τα δεδομένα, η κοινωνία προσομοιάζει όλο και περισσότερο τις άλλες ευρωπαϊκές
κι ο εθνικισμός μεταλλάσσεται και προσαρμόζεται στα ευρωπαϊκά δεδομένα, ευρωπαϊκοποιείται.
Θέαμα, Μουσική και το Γλωσσικό Ζήτημα
Μεγάλο ζήτημα είναι το
γλωσσικό: Μέχρι τη δεκαετία του 1990 η χρήση της κυπριακής θεωρείτο φολκλορικό
τηλεοπτικό περίγελο, όπως «Το Κυπριακό σκετς» στο μοναδικό κανάλι που υπήρχε,
το κρατικό ΡΙΚ, και αργότερα οι κυπριακές (σαχλο)σειρές, γεμάτες πρωτόγονα
στερεότυπα και κιτς, οι οποίες όμως περιέργως είχαν τεράστια απήχηση -«Αίγα
Φούξια», «Βουράτε Γειτόνοι» κ.ά. Στο σχολείο αν μιλούσε κάποιο παιδί στα
Κυπριακά, ο δάσκαλος το μάλωνε: «Πες το σωστά», απαιτούσε.
Ο Μαυράτσας μελετούσε το
οικονομικό ήθος και τα ζητήματα ταυτότητας των Κυπρίων κατά τη διάρκεια της
δεκαετίας του 1980 και του 1990, ζητήματα του κυριαρχούσαν στις μελέτες
ακαδημαϊκών και δημοσιολόγων υποστηρικτών του «ανεπαρκούς εκσυγχρονισμού» όσον
αφορά την ελληνοκυπριακή κοινωνία. Κατά την επόμενη δεκαετία, τα θέματα
αποδείχθηκαν πολύ πιο περίπλοκα από αυτά που είχε προβλέψει -η Κύπρος
προσχώρησε στην ΕΕ, αλλά δεν υπήρξε λύση στο Κυπριακό.
Ο Μαυράτσας θα μιλήσει για
«πολιτισμική και πολιτική υπανάπτυξη των Ελληνοκυπρίων στις αρχές του 21ου
αιώνα»,10 χρησιμοποιώντας τον όρο «Χώρκατος» στον τίτλο του βιβλίου,
έναν υποτιμητικό όρο που προέρχεται από τη δημοφιλή χιουμοριστική
ελληνοκυπριακή σειρά «Βουράτε Γειτόνοι».
Ο όρος προέρχεται από τον όρο
«χωριάτης» που σημαίνει «χωρικός», αλλά ο κοινωνιολόγος επέμεινε ότι πρόκειται
για ένα είδος ιδεοτύπου-καρικατούρας για να αποτρέψει τους
κακομεταχειριζόμενους ρατσιστές και σεξιστές και τις στάσεις που αναιρούν όλα
όσα είναι «σύγχρονα» και «πολιτισμένα»: το αρχέτυπο του «Χώρκατος» είναι ο
αρχέτυπος αρσενικός χαρακτήρας, ο Ρίκκος Μάππουρος, καρικατούρα ενός macho,
έγγαμου μεσήλικα άνδρα, εγωιστή, χοντροκομμένου, που συνεχώς παρενοχλεί τη
νεαρή και όμορφη Ναστάζια, η οποία τον σνομπάρει ως «χωριάτη», παρά τη δική της
χωριάτικη καταγωγή.
Ασφαλώς το βιβλίο παραμένει
αμφιλεγόμενο λόγω της αναπαραγωγής των ταξικών και κοινωνικών στερεότυπων.
Η ανατροπή του «Χώρκατου» και η ταξική κυπριακότητα
που αμφισβητεί
Σε κάποια στιγμή γεννιέται μια
φρέσκια οπτική στη νέα δημιουργία, όπου το σχήμα «χώρκατος» ως ο «ανεπίδεκτος»
και «οπισθοδρομικός» Κύπριος φαίνεται να ανατρέπεται ολικά: Από τα τέλη του
1990 όσοι εναποθέτουν ελπίδες για «άνοιγμα» της ε/κ κοινωνίας βασιζόμενοι στον
τριπλό στόχο -επανένωση, εκσυγχρονισμός και ένταξη στην ΕΕ- απογοητεύονται.
Φρούδες αποδει- κνύονται οι ελπίδες ότι η «εκσυγχρονιστική πατρωνία της
Ευρώπης»11 θα μας «εκσυγχρονίσει», διότι το ενδιαφέρον της ΕΕ κατά
βάση έχει οικονομική στόχευση. Ασφαλώς, ορθά διαγνώστηκαν οι δυνατότητες για τη
μεγάλη επερχόμενη αλλαγή που συντελέστηκε με τη συγκυρία που άνοιγε προοπτικές.
Ωστόσο ήταν φανερό ήδη από τη δεκαετία του 1990 ότι υπήρχαν πολύ διαφορετικές
ατζέντες στο τραπέζι από αυτές που δηλώνονταν δημοσίως -διαφορετικά ταξικά –
κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά συμφέροντα. Το πιο τρωτό σημείο της
εκσυγχρονιστικής σκέψης είναι ότι αδυνατεί να κατανοήσει τους πολλαπλούς
τρόπους, επιδράσεις και οχήματα μετάβασης στη σύγχρονη κυπριακή κοινωνία με
σοβαρές αντιφάσεις. Άλλοι διανοούμενοι περίπου της ίδιας γενιάς διάβαζαν με
θετικό τρόπο τις διεργασίες αυτές, κατανοώντας ότι πρόκειται για πολύ ανοικτές
διαδικασίες κοινωνικής μετάβασης.12
Το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το
2003 είχε εξαιρετική επίδραση στη διαμόρφωση της σημερινής κοινωνίας. Σήμερα
παρατηρείται ένα πλούτος έργου στην Κύπρο που περιέχει γόνιμα στοιχεία
μετααποικιακής κριτικής προσέγγισης στις Κοινωνικές Επιστήμες και τις Ανθρωπιστικές
Σπουδές, ενώ αναπτύσσεται ένα εξαιρετικό έργο στην τέχνη και τη δημιουργία. Το
έργο αυτό διαθέτει ανοικτή οπτική και συλλαμβάνει το γίγνεσθαι πέρα από
οποιαδήποτε αντίληψη που θέλει μια μονόδρομη διαδρομή στη νεωτερικότητα. Εξ ου
και υπάρχει κάτι στην κυπριακή πραγματικότητα που γεννά μια νέα δυναμική. Οι εκ
των εισηγητών των Πολιτισμικών Σπουδών13 καταδεικνύουν ότι οι
πολιτιστικές μορφές αντίστασης είναι πολύ πιο πολύπλοκες κι ανθεκτικές απ’ ό,τι
οι εξουσιαστές προνοούν, εξ ου και ο λόγος ως discourse είναι τόσο πολυμήχανος
και αμφίσημος μέσα από τις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και πολλαπλές του
χρήσεις. Αυτό είναι φανερό ήδη από τη δεκαετία του 1990.
Η μεγάλη ρήξη έγινε στις αρχές
του 1990 με τον Κύπριο μουσικό Haji Mike ο οποίος γεννήθηκε στην Κύπρο αλλά
μετανάστευσε σε νηπιακή ηλικία με την οικογένειά του για την Αγγλία. Ο Haji
Mike14 μεγάλωσε και δραστηριοποιήθηκε πολιτικά και κοινωνικά στο
πολυπολιτισμικό Λονδίνο του 1970 και 1980, γόνος εργατικής οικογένειας με
παραδόσεις της Αριστεράς και με συμμετοχή σε αντιαποικιακούς και εργατικούς
αγώνες. Εκεί βίωσε τις ριζικές μεταβολές στην κοινωνία κατά τις δεκαετίες του
1970-80 με την άνοδο του Θατσερισμού, αλλά και τις πολιτιστικές μορφές
αντίστασης από τις κοινότητες του Λονδίνου. Οργανωμένος σε προοδευτικές
κυπριακές οργανώσεις νεολαίας, αλλά και πέραν από αυτές στο αντιρατσιστικό
κίνημα, ο Mike θα συνδυάσει τις σπουδές στην Κοινωνιολογία/Πολιτισμικές
Σπουδές, την κοινωνική δράση/ ακτιβισμό με την πολιτιστική δημιουργία. Ο Bob
Marley, αυτός ο τραγουδοποιός-σύμβολο, τον οποίο ο Mike μελετά μέχρι σήμερα,
υπήρξε μια από τις πιο σημαντικές επιδράσεις. Δεν είναι τυχαίο ότι βλέπει τη
reggae μουσική σαν το ρυθμό του καρδιακού παλμού που «αισθανόμαστε στη μήτρα
της μητέρας μας πριν γεννηθούμε», ενώ η σχέση του με την Αφρική, ως μήτρα της
ιστορίας και του πολιτισμού, παραμένει κεντρικό σημείο αναφοράς στο έργο του.
Σε πρόσφατη συνέντευξή του τονίζει: «H καταγωγή όλων των ρυθμών προέρχεται από
την Αφρική, ενώ αυτός ο ήχος είναι ο ήχος της παγκόσμιας απελευθέρωσης από όλες
τις μορφές καταπίεσης και εκφράζεται μέσω της reggae. Συνειδητοποίησα σε ποια
πλευρά του χάσματος ανάμεσα στον καταπιεστή και τους καταπιεσμένους είμαι, πού
ανήκω, όταν άκουσα τη reggae... Όσο για μένα, είμαι μόνο ένα μέρος μιας πολύ
μεγαλύτερης οντότητας και ενότητας, σε αυτό που ονομάζουμε παγκόσμια οικογένεια
της reggae».15
Στις αρχές του 1990 τα
τραγούδια του «Σταυρούλα» (1992)16 και «Βράκαμαν» (1993)17
έγιναν αμέσως τεράστια επιτυχία –μερικές χιλιάδες θα πήγαιναν στις συναυλίες
του. Ο Haji Mike, καθηγητής Πολιτιστικών Σπουδών και κοινωνιολόγος,18
μιλά για την τεράστια απήχηση που είχαν τότε: «Τα τραγούδια αυτά συγκλόνισαν
την κυπριακή κοινότητα στην Αγγλία και την Κύπρο στην εποχή τους, τη δεκαετία
του ’90. Ήταν μια ακουστική επανάσταση και τα τραγούδια εξακολουθούν να
εκτιμώνται μέχρι σήμερα».19 Από τότε ο Haji Mike έχει δημιουργήσει
πολλά μουσικά έργα,20 τα οποία όμως αγνόησαν εν πολλοίς τα κυπριακά
ΜΜΕ, καθώς τα περισσότερα «έμειναν υπόγεια, εναλλακτικά και ανεξάρτητα
συγκριτικά με αυτό που αποκαλούμε mainstream ελληνική μουσική». Η επιτυχία του
Haji Mike, ενός πραγματικά διασπορικού καλλιτέχνη, είναι απόδειξη ότι η
κυπριακή «οικουμενική υβριδικότητα» ως αυθεντική δημιουργία άγγιζε τις
ευαίσθητες χορδές μιας νέας γενιάς που δεν ήταν «κολλημένη» και καλουπωμένη στο
ηγεμονικό ελληνοπρεπές και ελλαδοκεντρικό μουσικο-πολιτιστικό σχήμα. Η γλώσσα
και ο τρόπος του, εν μέρει κοροϊδευτικά, εν μέρει αντιστασιακά/χλευαστικά, με
αγγλοκυπριακή γλώσσα και προφορά που ήταν μείγμα Κυπριακής και Αγγλικής-Λονδρέζικης,
συνάντησε μια αμφίσημη αντιμετώπιση: Πολλοί υποτιμούσαν και κοροϊδεύαν αυτή τη
γλώσσα ως γλώσσα των (κατωτέρων) «Charlies» (έτσι ήταν το παρατσούκλι των
Κυπρίων της Βρετανίας κατά τις δεκαετίες του 1980 και 1990). Κι όμως, ο Haji
Mike όχι μόνο «αντιμιλούσε», αλλά αντιστεκόταν, έλεγε τα δικά του, αγγίζοντας
κάτι ζωντανό που ήταν μέσα στην κυπριακή νεολαία, στην Κύπρο και το Λονδίνο.
Ήταν έκφανση μιας χειραφέτησης από το εθνικιστικό στερεότυπο που
ανα-νοηματοδοτούσε τις έννοιες των λεγόμενων «υποτελών τάξεων» με νέους όρους.
Κοιτάζοντας πίσω τώρα 30
χρόνια βλέπουμε τους δρόμους που άνοιξε, όταν κάποιοι «παράγοντες» χλεύαζαν.
Κάποια χρόνια ύστερα, το 2006, όταν συζητείτο η δυνατότητα για ένα κυπριακό
ραπ, θυμήθηκαν ένα στίχο που συχνά εσφαλμένα αποδίδεται στον Mike αν και ανήκει στον
Κώστα Βιολάρη:
«Εν η μάνα μου που φταίει που
με πήρεν εκκληshιά/ Εν η μάνα μου που φταίει που με πάντρεψε μιτσιά».21
Δεν αργήσαν να εμφανιστούν οι
νεότεροι. Παίρνω δύο παραδείγματα, τους Monsieur Dοumani και τον Julio. Ενώ τα τρία αυτά παραδείγματα στα οποία αναφέρομαι,
διαφέρουν μουσικολογικά μεταξύ τους, κάποιος μπορεί να υποστηρίξει ότι ανήκουν
στους ίδιους κύκλους αμφισβήτησης.
Το πολυ-βραβευμένο σχήμα
Monsieur Dοumani δημιουργήθηκε το 2011 στη Λευκωσία.22 Ενώ
προέρχονται από διαφορετικούς μουσικούς χώρους, είναι βαθιά επηρεασμένοι από
την κυπριακή παράδοση κι έτσι δημιουργούν και συνθέτουν κυπριακά τραγούδια που
είναι μέσα στη σύγχρονη κυπριακή κοινωνία: κάνουν διασκευή κυπριακών
παραδοσιακών κομματιών με το δικό τους ιδιαίτερο σύγχρονο χρώμα σε ήχο και
διάθεση, αλλά γράφουν και δικά τους. Όπως αναλύει η εθνομουσικολόγος Νικολέττα
Δημητρίου: «Καταφέραν, όντας μοντερνιστές, να γίνουν πάρα πολλά “παραδοσιακοί”,
γιατί αποκαταστήσαν το νόημα ή τη χρήση της παράδοσης τζιαμαί που ήταν πριν 70
ή 80 χρόνια».23 Ωστόσο, δεν πρόκειται για κάποια «επιστροφή» στο
παρελθόν, αλλά για «αποκατάσταση» μιας κατάστασης όπου η κυπριακή μουσική
παράδοση είχε «φολκλοροποιηθεί», έχοντας υποβαθμιστεί σαν «χωριάτικη»,
«παλιομοδίτικη» και «υπανάπτυκτη», κάτι σαν να έμεινε στην προνεωτερική εποχή.
Κι όμως έχουμε την «εκδίκηση του χώρκατου» με
άλλους πολιτισμένους και ολότελα σύγχρονους όρους.24 Οι ίδιοι οι
Monsieur Dοumani δεν θεωρούν ότι είναι «παραδοσιακοί», διότι ορθά δεν βλέπουν
την τέχνη της μουσικής και της δημιουργίας ως «μουσειακό» πράμα για να
«βαλσαμωθεί» ή «μουμιοποιηθεί», αλλά κάτι νέο που αλλάζει κι αναπτύσσεται:
«Κατ’ ακρίβεια δεν είναι κυπριακή παραδοσιακή μουσική αυτό που κάνουμε. Η
αρχική ιδέα του γκρουπ ήταν να πειραματιστούμε σε κυπριακά παραδοσιακά κομμάτια
και ως εκ τούτου ο κόσμος μάς γνώρισε κυρίως μέσα από τις διασκευές μας, αλλά
πλέον συνθέτουμε τα δικά μας κομμάτια που έχουν επιρροές από πολλά και διάφορα
μουσικά είδη και καταστάσεις. Η βάση ορισμένων κομματιών είναι σίγουρα η
κυπριακή παραδοσιακή μουσική και ο στίχος μας είναι στην κυπριακή διάλεκτο,
αλλά οι επιρροές από άλλες μουσικές είναι πλέον έντονες και η αλήθεια είναι ότι
δυσκολευόμαστε να εντάξουμε το γκρουπ σε κάποιο συγκεκριμένο είδος μουσικής».25
Οι Monsieur Doumani φέρνουν
ξανά στην επικαιρότητα τον μεγάλο λαϊκό Κύπριο ποιητή Κυριάκο Καρνέρα με τη
δική τους δημιουργία «Έ, Άνδρωπε».26
Ε, άδρωπε που μάσιεσαι ν’ αρπάξεις, να στοιβάσεις,
την γην να κάμεις μάλιν σου, τον κόσμον ν αγκαλιάσεις.
Σάν έρκεσαι, χαρρεύκεσαι τόν κόσμον εννά φάεις,
μμά πάλε πίσω νηστικός, σάν ήρτες, εννά πάεις
Τρεις εν οι μέρες σου που ζιείς στη γην τζιαί
βασιλεύκεις
τη μια μωρόν, στες δκυό ’σαι νιος, στες τρεις γερνάς
τζιαί φεύκεις.
Με βασιλιάς κρατίζει σε στη γη με δκιακονίτης,
σήμερον είσαι ζωντανός, αύριο μακαρίτης.
Γιατί τα θέλεις τα πολλά τζιαί τυραννιέσαι κόμα,
αφού ννα μείνουν γέρημα τζ’ εσού μνιά φούχτα χώμα
τζ’ αί τυραννιέσαι τζ΄έν έσ εις με νεπαμόν με πνάσμαν;
Ο άδρωπος έν τρώ την γην, η γη τρώει το πλάσμαν!
Τζ’ όσα τζιάν κάμεις, άδρωπε, στην γην τζι’ όσα
κερτίσεις,
μιτά σου έντζι’ ε παίρνεις τα, δαπάνω ννα τα φήσεις,
να λιούν, να στάσσουν, να σκορπούν μές στου βορκά το
ρέμαν,
γιατ’ έντζι’ έν άλλον τίποτε, παρά φκιασμένον ψέμαν.
Ψέμαν τζι’ εσού πάς τούντην γη τζαί ψέμαν τζ’ οι
δουλειές σου,
σαν τα φτερά στον άνεμον, μαθκιούν, σκορπούν τζαι
ρέσσουν.
Έτσι να πεις, ως πον πορνόν, μεν μείνεις να νυχτώσει,
γιατ’ ύστερα ν’ άδύνατον για σέν να ξημερώσει.
Εν που την ώραν πόρκεσαι, ώς τόν τζαιρόν που φεύκεις.
Θωρείς που πεθανίσκουσιν τζαι πάλ εσόν πιστεύκεις;
Τζαί μάσιεσαι, σκοτώννεσαι, τζεί χάλασε, δά χτίσε,
μα στάθης τζ αί καμνιάν φοράν τζ εσκέφτηκες πκοιος
είσαι;
Σάν έναν φύλλον τού δεντρού που σσειέται όπως πρέπει
τζι άξυπα ππέφτει πά στην γην τζαι λλίον λλίον σέπει,
έτσι τζι εσέν το ίδιον η ψεύτιτζη η ζωή σου,
έρκεσαι,
φεύκεις, χάννεσαι τζι ούτε στην γην πώς ήσουν
Η δε «(επ)ανακάλυψη» του
επαναστατικού τραγουδιού κοινωνικής κριτικής του συστήματος του 1833, πρώτα από
τον (αυτό;)εξόριστο (Τουρκόφωνο) Κύπριο μουσικό Hamza Irkad και μετέπειτα με τη
διασκευή και εξαίσια ερμηνεία του από τους Monsieur Dοumani, πρόκειται για μια
εξαίσια κοινωνιολογική ανάλυση κωδικοποιημένη στην κυπριακή πραγματικότητα,
τόσο τοπική όσο παγκόσμια: «Έννα γυρίσουν οι τροσιοί...» Αν κάποιος ανατρέξει
στην ανάλυση του καθηγητή Μιχάλη Μιχαήλ για να κατανοήσει τις εξεγέρσεις ως
πεδίο διαπραγμάτευσης της εξουσίας στην Οθωμανική Κύπρο,27 θα
κατανοήσει πώς κωδικοποιούνται οι αντιστάσεις στη λαϊκή συνείδηση. Αυτό είναι
που έπιασε με αριστοτεχνικό τρόπο ο κοινωνιολόγος Αντρέας Παναγιώτου ως «το
Κυπριακό κοινωνικό υπόλοιπο» που βιώνεται και δημιουργεί, έχοντας επιβιώσει,
παρά τις απόπειρες καταστολής στο σχολείο, και στην κουμπωμένη μιντιακή δημόσια
σφαίρα μέσα από την καθημερινότητα και το λόγο της καθομιλουμένης Κυπριακής.28
Έννα γυρίσουν οι τροσιοί τζι’ έννα γελάσουν τζι’ οι
φτωσιοί
εφτάσαμεν εις το αμήν, εν σας ακούμε πιόν κανεί
Αμάν κάτω τούντο σύστημα, του πασσιά το σύστημα
κλέφκει ούλλον το ψουμίν, το σιτάριν, το μαντρίν
Έππεσεν ξηρασιά φέτι εν έβρεξεν πιον τίποτις
ο σπόρος εν έπιασεν, ο σπόρος εν εβλάστησεν
Μα ο πασσιάς θέλει ππαράν, εν βλέπει το χωρκόν πεινά
Τζι’ οι χωρκανοί πιάνουν κουσπίν, φκιάρκα, σωλήνες
τζιαι σφυρίν
Τζιαι στου πασσιά παν την αυλή τζιαι κόφκουν του την
τζιεφαλήν
Αυτά δεν είναι παρά ένα μικρό
δείγμα της δημιουργίας τους. Ωστόσο υπάρχει και ένα άλλο εξαιρετικά ενδιαφέρον
«κοινωνικό» τραγούδι που εκφράζεται με το κυπριακό χιπ-χοπ και ραπ. Πιο γνωστός
εκφραστής είναι ο Julio. Ο Julio29 δημοσιεύει τα πρώτα κυπριακά ραπ
κάπου στο 2010. Μεγάλωσε στα Κοκκινοχώρια, ζει στη Λεμεσό και δεν έχει πρόβλημα
να τονίσει: «Ξέρω από “βαρετά” κυπριακά... Μου ακουγόταν λίγο υπερβολικό. Είπα
θα προσπαθήσω να το κάνω πιο απλό, ειλικρινές και μεταδοτικό. Είπα ότι θα γράφω
όπως ακριβώς σκέφτομαι και μιλώ».30 Είναι τα βιώματα που «αθθυμάται»
και τα καταγράφει -από το σχολείο, το στρατό, τη δουλειά, την καθημερινή ζωή-
στο καταπληκτικό του άλμπουμ «Ξύπνα τζι’ άκου».31 Γράφει λοιπόν ο
Julio σε ένα από τα πιο δυνατά του τραγούδια, «Συρματοπλέγματα»: «Πε μου
αξίζουν; 400 ευρώ τον μήνα για να γίνεσαι εμπαθής, ρατσιστής τζαι φασίστας, εν
φταιν οι ξένοι για την κατάντια μας… Εβάλαμε τα σιέρκα μας τζαι εφκάλαμεν τα
μάθκια μας».
Ο Julio θεωρεί ότι το χιπ χοπ
είναι «η μουσική που ξυπνά συνειδήσεις»: «Στις μέρες μας ειδικότερα, πολλά χιπ
χoπ κομμάτια αποσκοπούν στο ακριβώς αντίθετο και πλασάρουν εντελώς λάθος
μηνύματα, ειδικά για τις νεαρές ηλικίες που τα ακούνε. Φυσικά είναι κι αυτό ένα
αποτέλεσμα της ρηχής εποχής που ζούμε. Το ραπ ήταν πάντα ο καθρέφτης της
κοινωνίας. Όταν όλα γύρω σου είναι σκάρτα και μεγαλώνεις μέσα σε μια σαθρή
κοινωνία, είναι πολύ δύσκολο να αγαπήσεις και να μεταδώσεις κάτι θετικό.
Υπάρχουν φυσικά και αυτοί που τα καταφέρνουν. Τους αποκαλώ συνοδοιπόρους μου».
Πριν μερικά χρόνια κάποιοι δεν
θα πίστευαν στην ιδέα του κυπριακού χιπ-χοπ: «Λίγα χρόνια πριν, το ν’ άκουγες
κάπου χιπ χοπ στην κυπριακή διάλεκτο φάνταζε αστείο και μακρινό σαν ενδεχόμενο.
Υπήρχε, όπως μάθαμε στη συνέχεια, αλλά δεν είχε καμία δυναμική. Ίσως επειδή
έχουμε και μια ροπή στα ξενόφερτα… Μάλλον το καθετί για να γίνει χρειάζεται τα
κατάλληλα άτομα να εκμεταλλευτούν το σωστό timing. Στην εποχή των πειραματισμών,
λοιπόν, όλα ρίσκο είναι και κάθε ξεκίνημα πείραμα. Για τους Julio και Smilin’
Beats πέτυχε». Ενώ αρχικά ο Julio έγραφε Ελληνικά στη δημοτική, επειδή αυτά
έμαθε σχολείο, στράφηκε στην Κυπριακή. «Ανακάλυψα όμως τζαι τη δύναμη του
κυπριακού στίχου -άμαν εν ευθύς, σοβαρός τζαι οξύς. Είδα τζαι ότι το κυπριακό
έφκενε μου πιο εύκολα, ειδικά στο ραπ. Τζαι η αλήθκεια εν ότι η διάλεκτός μας
έσιει μιαν ιδιαίτερη δυναμική που ταιρκάζει απόλυτα με το χιπ χοπ σαν έκφραση.
Άμα θέλω να απευθυνθώ στους Κυπραίους εν να μιλήσω κυπριακά. Έτσι ο στίχος εν
τζαι πιο άμεσος. Τζαι πιο προσιτός. Εν δηλώνω τίποτε το ιδιαίτερο με τούτο.
Όμως σίουρα δείχνει ότι τζεινο που κάμνουμε εν το κάμνουμε με γνώμονα το πόσοι
εν να μας ακούσουν ή αν θα μας καταλάβουν». 32
Δεν κρύβει ότι έχει σαφή
κοινωνικά μηνύματα το έργο του: «Όταν όλοι όμως σκεφτόμαστε ένα πράγμα και
κανείς δεν το λέει, πολλοί χάνουν το αυτονόητο και νομίζουν πως είναι οι μόνοι
που σκέφτονται ή νιώθουν έτσι... Εγώ ποτέ δεν φοβήθηκα να είμαι ο μόνος σε κάτι
και αυτό μου έδωσε την ευκαιρία να δείξω σε άλλους ότι αυτοί δεν είναι μόνοι
στα όσα τους βασανίζουν. Λέω την άποψή μου και αυτή απλώς βρίσκει τους φίλους
της (συνήθως μέσα στις μειονότητες, τους φτωχούς και τους περιθωριακούς). Αυτό
πιστεύω είναι και το σημαντικότερο μήνυμα σε αυτό που κάνω. Ότι πρέπει να λες
την άποψή σου χωρίς φόβο και ότι δεν πρέπει να ντρέπεσαι να είσαι διαφορετικός
από τους πολλούς». Στo «Μανιφέστο Του Σκλάβου» μιλά για την παγκόσμια ανισότητα
στο σύγχρονο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα. Καυτηριάζει τον άνισο και ανήθικο
παγκόσμιο καπιταλισμό, όπου δέσμιοι είναι οι φτωχοί και δεσμώτες οι πάμπλουτοι:
«Παλιά εκρατούσαν αλυσίδες, τωρά απλά κρατούν λεφτά...» Ερμηνεύει τη σκλαβιά ως
εξής: «Σκλαβιά στις μέρες μας είναι να νομίζεις πως είσαι ελεύθερος να έχεις
επιλογές, σε ένα σύστημα το οποίο δεν σου αφήνει ουσιαστικές εναλλακτικές. Οι
Κυπραίοι συχνά λέμε ότι πλέον δεν δουλεύεις για να ζήσεις, αλλά ζεις για να
δουλεύεις... Αυτό είναι σκλαβιά...»
Δεν είναι καθόλου τυχαία η
απήχησή του, όπως σχολιάζουν κι άλλοι: «Αρφέ μου, αυτός ο Κύπριος ξέρει να
ραπάρει. Κι όχι μόνο αυτό, μπορεί να διεισδύσει στα βάθη τού είναι σου και να
σε κάνει να ταυτιστείς μαζί του. Ραπάρει με τη γλώσσα της ψυχής του και
προβληματίζει με τη ρίμα(στίχο) του. Είναι ο Κύπριος ράπερ Julio. Οξύς όπως το
πνεύμα του, ειλικρινής σαν τα τραγούδια του, πεισματάρης με ισχυρή άποψη και
προσωπικότητα».33 Ο άνθρωπος statesman, του οποίου «οι συναυλίες
φέρνουν συχνά ανθρώπους σε δάκρυα» με την αυθεντική κυπριακή γλώσσα που αγγίζει
τις ψυσιές των νέων.34
Περιέγραψα μόνο ένα μικρό
δείγμα ενός νέου ρεύματος. Η ανατρεπτική κυπριακή μουσική σκηνή ανοίγει
δημιουργικούς δρόμους που αμφισβητούν, οι νέοι αυτοί τολμούν να οραματίζονται
και απαιτούν ένα άλλο κοινωνικό φαντασιακό, κόντρα στο ρεύμα, κόντρα στο «σύστημαν».
Πάντα οι «αρκόντοι», όπως τους έλεγαν οι Καρνέρας και Λιασίδης, θα ζουν με το
φόβο του οράματος των καταπιεσμένων ότι μια μέρα «Εννα γυρίσουν οι τροσιοί,/
τζι’ έννα γελάσουν τζι’ οι φτωσιοί».
O Νίκος Τριμικλινιώτης είναι Καθηγητής
Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας
Σημειώσεις:
1 Elena Stylianou & Nicos Philippou (2018) Greek-Cypriot Locality: (Re) Defining our
Understanding of European Modernity, Pamela Meecham (ed.) A Companion to Modern Art, Blackwell
Companions to Art History, Blackwell.
2 Elena Stylianou & Nicos Philippou (2019) Miniature landscapes, photographies, 12:1, 99-116, DOI:
10.1080/17540763.2018.1501723.
3 Παρουσιάστηκε ένα μέρος αυτής της
δημιουργικότητας στο συμπόσιο «Εθνικισμός, Τέχνη και Αμφισβήτηση» προς τιμήν του
κοινωνιολόγου Καίσαρα Μαυράτσα, Πανεπιστήμιο Κύπρου, 13-3-2019, όπου παρουσίασα
την ανακοίνωση «Το αστάθμητο μιας κοινωνιολογικής συνάντησης – Τέχνη,
αμφισβήτηση και κυπριακοί κοινωνικοί αγώνες: Από τον Ανθία στον Σήτα, από την
Περσεφόνη Παπαδοπούλου στη Φλόγα Ανθία, και από τον Haji-Mike στον JUΛIO».
4 Βλ. Τριμικλινιώτης, Ν. (2016) Κοινωνιολογία της αμφισβήτησης: Ο πολιτικός
διανοούμενος Τεύκρος Ανθίας, 1920-1948, Αντρέας Σοφοκλέους (επιμ.) Η Ζωή και το έργο Τεύκρου Ανθία,
Εκδόσεις Ινστιτούτου Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
5 Nicos Trimikliniotis
(2019) Artists, Cultural Producers and
Activists: Integrations and Articulations of Struggles, Nico Carpentier
(ed.) Respublika! Experiments in the
Performance of Participation and Democracy, 138-145, Publisher NeMe,
Cyprus, 2019 http://www.neme.org
6 Floya Anthias and Ron Ayres, (1983), Ethnicity and class in Cyprus, Race and
Class, XXV, I.
7 Trimikliniotis, N. (2010) Η διαλεκτική του
έθνους-κράτους και το καθεστώς εξαίρεσης – συνταγματικές και κοινωνιολογικές
μελέτες για την ευρωκυπριακή συγκυρία και το εθνικό ζήτημα, Σαββάλας,
Αθήνα.
8 Καίσαρ Μαυράτσας (2003) Εθνική ομοψυχία και πολιτική ομοφωνία, Η
ατροφία της ελληνοκυπριακής κοινωνίας των πολιτών στις απαρχές του 21ου αιώνα,
Κατάρτι.
9 Μαυράτσας, 1998 Όψεις του ελληνικού εθνικισμού στην Κύπρο,
Ιδεολογικές αντιπαραθέσεις και η κοινωνική κατασκευή της ελληνοκυπριακής
ταυτότητας 1974-1996, Κατάρτι σελ. 136.
10 Μαυράτσας, Κ. (2012) Η κοινωνία των χώρκατων. Η πολιτισμική και η
πολιτική υπανάπτυξη των Ελληνοκυπρίων στις απαρχές του 21ου αιώνα., Παπαζήσης.
11 Μαυράτσας 2003, 152
12 Π.χ. ο κοινωνιολόγος Αντρέας
Παναγιώτου, οι ανθρωπολόγος Βάσος Αργυρού και Γιάννης Παπαδάκης.
13 Stuart Hall (2003) Η Δύση και Λοιποί: Λόγος και Εξουσία, Stuart Hall, Bram Gieben (2003) Η Διαμόρφωση της Νεωτερικότητας, Σαββάλας, 403-482, σελ. 462-463.
14 Το όνομά του είναι Μιχάλης
Πουμπουρής.
15 Haji Mike «Δεν είμαι βέβαιος ότι τα CDs πεθαίνουν», https://city.sigmalive.com
16 Το 'Σταυρούλα' ήταν το πρώτο
μεγάλο hit για
τον Haji Mike στην κυπριακή κοινότητα του
Λονδίνου και την Κυπρο (https://www.youtube.com). Το έγραψαν με τον Κύπριο Βρετανίας Zacharias 'Sugar' Hadjishacalli - RiP ( 1954 – 2007) https://hajimike.com
17 Το 'Βράκαμαν' ήταν το δεύτερο
μεγάλο hit για
τον Haji Mike στνη κυπριακή κοινότητα του
Λονδίνου και τη Κυπρο (https://www.youtube.com). Το έγραψαν με τον Κύπριο Βρετανίας Zacharias 'Sugar' Hadjishacalli – RiP.
18 Αναπληρωτής Καθηγητής στο
Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. Το δε διδακτορικό του είχε ως θέμα τις αναπαραστάσεις των Κυπρίων της Βρετανίας: Representing
Cypriots in Britain (1878-1995), An analysis of culture, Representation and
Power, University of Birmingham.
19 Haji Mike «Δεν είμαι βέβαιος ότι τα CDs πεθαίνουν», https://city.sigmalive.com
20 https://hajimike.com/
21 «Φέρτε – Πίσω – το RAP – στην – Κύπρο!», https://psychia.wordpress.com
22 Αποτελείται από τους Αντώνη
Αντωνίου στον τζουρά, Άγγελο Ιωνά στην κιθάρα και Δημήτρη Γιασεμίδη στα
πνευστά.
23 The Monsieur Doumani Documentary, https://www.youtube.com.
24 Επίσης, Nicoletta Demetriou
(2015) Our Land is the Whole World:
Monsieur Doumani and Reinventing Cypriot Traditional Music, Mousikos Logos – Issue 2 (January 2015)
– ISSN: 1108-6963
25 «Δεν είναι κυπριακή
παραδοσιακή μουσική αυτό που κάνουμε». Ο δίσκος «Αγκάθθιν» αποτελεί, όπως οι
ίδιοι οι Monsieur Doumani λένε, την πιο ώριμη εκδοχή
τους, City.com, https://city.sigmalive.com
26 https://www.youtube.com
27 Μιχάλης Ν. Μιχαήλ (2016) Οι εξεγέρσεις ως πεδίο διαπραγμάτευσης της
εξουσίας, Οθωμανική Κύπρος 1804-1841, Αλεξάνδρεια.
28 Panayiotou
Andreas. 2012. Border dialectics: Cypriot
social and historical movements in a world systemic context. Trimikliniotis N.
& Bozkurt, U. (Eds.) Beyond a Divided
Cyprus: State and Society in
Transformation. New York: MacMillan Palgrave. 67-82. Αντρέας Παναγιώτου,
Νίκος Μουδουρος, Άννα Μισιαούλη (2019) ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ
Ιστορικών Κειμένων και Αναλύσεων για την εξελικτική πορεία των θέσεων για τον
Κυπροκεντρισμο, την Κυπριακή Συνείδηση, την Κυπριακή ταυτότητα και τον
Κυπριωτισμό, Νεοκυπριακός Σύνδεσμος.
29 https://www.facebook.com
30 Άντρη Θρασυβούλου, «Julio: Ο ανατρεπτικός Κύπριος που
ραπάρει στα κυπριακά», 26.01.2018, https://www.offsite.com.cy
31 «Θυμούμαι» στο «Ξύπνα
τζι’άκου» https://www.youtube.com
32 Κυπριακή hip hop: και υπάρχει
και σκίζει, και γι’ αυτό ευθύνονται οι Julio και Smilin' Beats, 27.03.15 https://www.checkincyprus.com
33 Άντρη Θρασυβούλου, «Julio: Ο ανατρεπτικός Κύπριος που
ραπάρει στα κυπριακά», 26.01.2018, https://www.offsite.com.cy
34 Theo Panayides
(2018) “Cyprus rapper an artist for the thinking man”. THEO PANAYIDES meets the
elder statesman of the local scene, whose concerts regularly bring people to
tears, and finds a man who describes what he sees in the local dialect. Cyprus
Mail 6.10.2018, https://cyprus-mail.com