Joint Statement – Press release (06.05.2025)
On January 6th, 24-year-old Shoaib Khan was murdered by the Cyprus police at the Bufferzone (“soft” internal border) in the village of Potamia. He was shot in his back and killed while sitting behind the co-driver, in the car that was to take him to Nicosia. His body was found 2 hours later by a citizen at an empty plot in Akropolis, Nicosia and falsely classified by a first autopsy as natural death. During the post-mortem examination four days later a bullet from a police gun was found in his body. According to the findings of the forensic expert he was shot in the heart and died on spot.
The entire handling of the case by the Cypriot authorities suggests an attempt at a cover-up: the initial assessment of natural death, the contradictory police statements that followed the discovery of the police bullet in his body, the withholding of information that ensued, the fact that the police officers involved were never suspended despite their conflicting and contradictory statements, and that to this day no independent investigation into the responsibilities of the police officers has been conducted.
Shoaib came to Cyprus from Pakistan hoping to earn a living that would support his large family of 11, including his five sisters. Coming from a poor background, he left home in search of economic stability and a better future. Due to the lack of legal status Shoaib worked in the informal sector. He worked in hotels in Ayia Napa for 2 years as well as on construction sites and in kitchens, doing whatever was necessary to send money back home. Without stable work, he searched every day, often finding only precarious, temporary day labor. Shoaib crossed between north and south in order to be able to work and to occasionally visit his loved ones. As he was denied legal status he was forced to cross informally, risking arrest and his life, just as he was on the day he was murdered.
We refuse to measure Shoaib’s worth by his legal status or his labor. His life mattered and his murder matters. We mourn for him, for the weight he carried, and for all those crushed by the violence of borders. We demand justice from the state that took his life and then tried to bury the truth.
Migration is natural. No one is illegal.
The murder of Shoaib Khan is not an isolated incident — it is the result of the normalization of violence against migrants and Cyprus’ deliberate and murderous migration policies. In recent years we have seen mass imprisonment of migrants in Pournara and prisons, push-backs at sea, racist pogroms in Chloraka and Limassol, entrapment of asylum seekers in the buffer zone. The state’s “left-to-die” policy at sea that we clearly saw in the Shipwreck of the 17th of May, has since 2018 claimed at least 45 lives, with 186 people missing. The recent killing of Shoaib Khan, along with last year’s death of Anisur Rahman, show that these murders extend into the state. The killings, along with restrictive visa policies, reveal that death and disappearance, whether through direct action or inaction, are not accidental but embedded within Cyprus’s border enforcement system.
Justice for Shoaib Khan, for Anisur Rahman, for the victims of the shipwreck of the 17th of May, Muhammad Al-Khasawneh and all others who have been killed or disappeared as a result of violent Cypriot and EU border policies.
Shoaib Khan’s brother has traveled to Cyprus to retrieve his body and seek justice. However, instead of support, he faces bureaucratic roadblocks and intransparency by the authorities.
We demand:
1. An official inquest into the death of Shoaib Khan.
2. An independent investigation into the liability of the police officers involved in the murder of Shoaib Khan
3. The coverage of the costs for the repatriation of Shoaib Khan’s body and for the travel and related costs incurred by his brother.
4. Full access for the family to the findings of the police investigation, including all expert reports.
Organisations signing:
– Justice for Shoaib Khan Initiative
– Border Violence Monitoring Network
– Collective Aid
– afoa.cy
– KISA
Ο κ. Μάριος Χαρτσιώτης, υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξης, αντί να ταχθεί υπέρ της ελευθερίας έκφρασης και να καλωσορίσει την κριτική από την κοινωνία των πολιτών για τα κακώς έχοντα στο αστυνομικό σώμα, τα οποία επιβεβαιώθηκαν με τον πλέον επίσημο τρόπο μεταξύ άλλων με την πρόσφατη καταδίκη της Κύπρου από το ΕΔΑΔ στη γνωστή υπόθεση ομαδικού βιασμού της νεαρής Βρετανίδας στην Αγία Νάπα, μας κάλεσε αν έχουμε τα «κότσια … να βγάλουμε τις καρναβαλιστές μάσκες και να αφήσουμε τα πεζοδρόμια έξω από τη Βουλή».
Ο υπουργός παρέλαβε τη σκυτάλη από τον κ. Νίκο Λοϊζίδη, συνδικαλιστή αστυνομικό, ο οποίος για μια ολόκληρη βδομάδα περιφερόταν από μέσο σε μέσο για να προωθήσει την υπερψήφιση των υπέρμετρων εξουσιών περιορισμού του δικαιώματος συνάθροισης / ελευθερίας έκφρασης που προβλέπονται για την Αστυνομία στο νομοσχέδιο που κατέθεσε το Υπουργείο Δικαιοσύνης.
Ο κ. Λοϊζίδης την ίδια ώρα που δήλωνε απλός αστυνομικός χωρίς ακαδημαϊκή μόρφωση, παρουσιαζόταν ως ειδικός για τους κανονισμούς λειτουργίας της Βουλής, για την άρση της ασυλίας των βουλευτών, για την ελευθερία έκφρασης, κ.ά., εκφοβίζοντας και απειλώντας βουλευτές, ακαδημαϊκούς και ακτιβιστές που τόλμησαν να στηλιτεύσουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων από την Αστυνομία και προειδοποιούσαν για τους κινδύνους περιορισμού του δικαιώματος έκφρασης με ποινικές διώξεις και εκδικητικές πράξεις από τους αστυνομικούς.
Επειδή τόσον ο κ. Λοϊζίδης όσο και ο κ. Χαρτζιώτης έκαναν επανειλημμένα αναφορά στην εκδήλωση έξω από τη Βουλή και το πανό «μπάτσοι, φασίστες δολοφόνοι», θα θέλαμε να διευκρινίσουμε τα πιο κάτω:
Οι δηλώσεις που ακολούθησαν τόσο από τον κ. Λοϊζίδη όσο και από τον κ. Χαρτζιώτη έχουν επιβεβαιώσει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο την ανάγκη προστασίας του δικαιώματος των πολιτών να αποκρύπτουν την ταυτότητά τους όταν εκφράζουν ειρηνικά επικριτικές και καταδικαστικές απόψεις, για τις οποίες εύλογα ανησυχούν για εκδικητικές πράξεις από μέρους των Αρχών και δη της Αστυνομίας.
Η ΚΙΣΑ απαιτεί από τον υπουργό Δικαιοσύνης και τον αρχηγό Αστυνομίας αντί να προπηλακίζουν, να μπουν σε διάλογο και να ακούσουν τις απόψεις και την κριτική της κοινωνίας των πολιτών για τα κακώς έχοντα στο αστυνομικό σώμα και το σύστημα απονομής της δικαιοσύνης γενικότερα στην Κύπρο.
Τέλος, καλεί τα κόμματα και τη Βουλή να προστατεύσουν ως κόρην οφθαλμού το δικαίωμα στη διαμαρτυρία και όλων των άλλων μορφών ελευθερίας έκφρασης και να μην επιτρέψουν το νέο νομοθετικό πλαίσιο να παραχωρήσει τέτοιες εξουσίες και διακριτική ευχέρεια στην Αστυνομία, οι οποίες θα μπορούν να ασκηθούν αυθαίρετα για την υπόσκαψη ή/ και στέρηση αυτών των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων
Διοικητικό Συμβούλιο
Το ΕΔΑΔ στην απόφαση του παρατήρησε ότι η Κύπρος διέθετε μεν νομικό πλαίσιο για την προστασία των δικαιωμάτων των θυμάτων έμφυλης βίας όμως η συγκεκριμένη υπόθεση χαρακτηρίστηκε από μια σειρά ελλείψεων από τις ανακριτικές Αρχές, τις εισαγγελικές Αρχές και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, στη βάση έμφυλων προκαταλήψεων.
Τον Ιούλιο του 2019 η Χ μετά από πίεση της αστυνομίας απέσυρε την καταγγελία της για ομαδικό βιασμό από ομάδα Ισραηλινών με αποτέλεσμα να βρεθεί κατηγορούμενη για «δημόσια βλάβη» με τον αρχικό της δικηγόρο να προσπαθεί να την πείσει για παραδοχή… ως το λιγότερο κακό!
Η ΚΙΣΑ μαζί με το Justice abroad μιλήσαμε τότε με την μητέρα της Χ και την ίδια της Χ η οποία πήρε την γενναία απόφαση να μην υποκύψει στις προτροπές για συμβιβασμό και να πολεμήσει για την δικαίωση της και ενώ ήδη τελούσε υπό κράτηση ως κατηγορούμενη. Στηρίξαμε την Χ στην απόφαση της και την βοηθήσαμε να μετακομίσει σε ένα πιο υποστηρικτικό περιβάλλον στη Λευκωσία.
Συνοδεύσαμε τη μάχη της για δικαίωση τόσο δικαστικά όσο και κινηματικά μαζί με πολλές άλλες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών και πρόσωπα που την πίστεψαν και αγωνίστηκαν μαζί της για τη δικαίωση της. Το 2020 χάσαμε την πρώτη δικαστική μάχη σε μια δίκη που όσες την παρακολούθησαν κάθε άλλο παρά δίκαιη ήταν… όμως πετύχαμε μια απόφαση που δεν της στερούσε την ελευθερία της που ήταν και ο δεύτερος στόχος μας σε αυτή τη δίκη.
Υποβάλαμε στη συνέχεια έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο κατά της καταδίκης και η Χ επέστρεψε στη ΜΒ όπου με αρκετή στήριξη στάθηκε στα πόδια της και ξεκίνησε τις σπουδές της. Το 2022 το Ανώτατο ακύρωσε την πρωτόδικη απόφαση και αθώωσε τη Χ όμως ο Γενικός Εισαγγελέας αρνήθηκε να επανανοίξει την υπόθεση βιασμού και να διερευνήσει εκ νέου τους ύποπτους που πανηγυρικά επέστρεψαν με την κάλυψη των κυπριακών αρχών πίσω στο Ισραήλ όπου τους υποδέχτηκαν ως «ήρωες».
Τον ίδιο χρόνο καταχωρήθηκε προσφυγή στο Ευρωπαϊκό́ Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), το οποίο με την χθεσινή απόφαση του δικαιώνει με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο τη Χ. Το ΕΔΑΔ διαπιστώνει στην ομόφωνη απόφαση του ότι υπήρξε παραβίαση των θετικών υποχρεώσεων που απορρέουν από τα άρθρα 3 και 8 για ορθή και πλήρη διερεύνηση αδικημάτων βίας κατά των γυναικών.
Πέραν από την δικαίωση της Χ και του αγώνα της, η απόφαση αποτελεί μια σημαντική νίκη για όλα τα θύματα βιασμού και εμφυλης βίας στη Κύπρο αφού το ΕΔΑΔ στην απόφαση του παρατηρεί «…ότι η παρούσα υπόθεση αποκαλύπτει ορισμένες προκαταλήψεις σχετικά με τις γυναίκες στην Κύπρο, οι οποίες εμπόδισαν την αποτελεσματική προστασία των δικαιωμάτων της προσφεύγουσας ως θύματος βίας λόγω φύλου και οι οποίες, εάν δεν ανατραπούν, κινδυνεύουν να δημιουργήσουν ένα υπόβαθρο ατιμωρησίας, αποθαρρύνοντας την εμπιστοσύνη των θυμάτων στο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης, παρά την ύπαρξη ικανοποιητικού νομοθετικού πλαισίου». Από αυτή την κατάληξη απορρέει και η υποχρέωση πλέον του κράτους να αναλάβει αποτελεσματική δράση και μέτρα για να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του για προστασία των θυμάτων έμφυλης βίας.
Η ΚΙΣΑ νοιώθει περήφανη που για μια ακόμη φορά έχει διαδραματίσει ένα τόσο ουσιαστικό ρόλο σε αυτό τον αγώνα δικαίωσης της Χ και ανάδειξης των σημαντικών προκαταλήψεων και παθογενειών που επικρατούν και που η πολιτεία οφείλει να ξεπεράσει στο τομέα της καταπολέμησης της έμφυλης βίας στη Κύπρο.
Θέλουμε να εκφράσουμε την αγάπη και σεβασμό μας στη Χ για την τόλμη, επιμονή και συνέπεια που επέδειξε από το 2019 μέχρι σήμερα για την απόφαση της να πολεμήσει για την αλήθεια και την δικαίωση της η οποία τελικά ήρθε με την απόφαση του ΕΔΑΔ.
Επίσης, θέλουμε να ευχαριστήσουμε το τον οργανισμό Justice Abroad, όλους τους επαγγελματίες που ενεπλάκησαν στην υπόθεση και ιδιαίτερα τους δικηγόρους Nicoletta Charalambidou & Michael Polak, όλα τα οργανωμένα σύνολα και ακτιβιστές, ακτιβίστριες καθώς και απλούς πολίτες και πολίτιδες που συστρατεύτηκαν μαζί μας και συνέβαλαν καθοριστικά γι’ αυτό το εξαιρετικά σημαντικό αποτέλεσμα τόσο για την Χ όσο και για τα θύματα έμφυλης βίας γενικότερα.
Ο αγώνας συνεχίζεται!
Διοικητικό Συμβούλιο
Η πυρκαγιά που ξέσπασε τα ξημερώματα του περασμένου Σαββάτου, 15.02.2025 στη Λεμεσό, ξεκλήρισε πενταμελή οικογένεια με μικτή μεταναστευτική βιογραφία η οποία αποτελείτο από τους γονείς και τα τρία παιδιά τους ηλικίας 7, 3 και 2 ετών. Ακόμα μια ανείπωτη τραγωδία έχει συγκλονίσει ολόκληρη την κοινωνία θέτοντας με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο στο τραπέζι μια σειρά από σημαντικά θέματα για ασφαλή και αξιοπρεπή στέγαση, ως ένα από τα βασικότερα κοινωνικά δικαιώματα για το σύνολο του πληθυσμού της χώρας, στη βάση της αρχής της ίσης μεταχείρισης.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Τμήματος Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών, ενδεχομένως η πυρκαγιά να προκλήθηκε από βραχυκύκλωμα στην ηλεκτρολογική εγκατάσταση ή από βλάβη σε ηλεκτρική συσκευή που υπήρχε στον ενιαίο χώρο του διαμερίσματος, το οποίο μεταξύ άλλων είχε διαχωριστεί για τις ανάγκες της οικογένειας με φτηνά οικοδομικά υλικά.
Από τις προτάσεις και μέτρα της κυβέρνησης αλλά και των πολιτικών κομμάτων για τη στεγαστική πολιτική διαπιστώνουμε ότι για ακόμα μια φορά δεν γίνεται καμιά αναφορά σε μετανάστες και πρόσφυγες, σε αντίθεση με άλλες ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού που αναφέρονται πολύ συγκεκριμένα.
Θεωρούμε ότι οι εκστρατείες που έχουν αναληφθεί το τελευταίο διάστημα από φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης με επίκεντρο την έξωση, αν όχι την εκδίωξη, μεταναστών και άλλων ευάλωτων ομάδων από ακατάλληλα και μη αδειοδοτημένα υποστατικά όχι μόνο δεν επιλύουν αλλά οδηγούν σε μεγαλύτερους κινδύνους και εκμετάλλευση τα επηρεαζόμενα άτομα.
Η ΚΙΣΑ συμφωνεί ότι η μόνη αποτελεσματική απάντηση στο πολύ σοβαρό αυτό θέμα είναι η χάραξη ολοκληρωμένης στεγαστικής πολιτικής που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες όλων των ομάδων του πληθυσμού, διασφαλίζοντας ιδιαίτερα το δικαίωμα των ευάλωτων ομάδων, όπως πολιτών με χαμηλά εισοδήματα, μετανάστες και πρόσφυγες, σε ασφαλή και αξιοπρεπή στέγη προσιτή στα οικονομικά τους δεδομένα.
Η συντριπτική πλειοψηφία των μεταναστών και προσφύγων ζει σήμερα στη χώρα μας στη βάση των πολιτικών της κυβέρνησης με καθορισμένα έσοδα που ανταποκρίνονταν στα δεδομένα της δεκαετίας του 1990, είτε από την εργασία τους (π.χ. οικιακές εργάτριες) είτε από κοινωνικές παροχές, και που δεν υπερβαίνουν τα €400 – €450 τον μήνα. Όσο το κυπριακό κράτος συνεχίζει να κρατά τα έσοδα αυτών των ανθρώπων καθηλωμένα σε αυτά τα ανεπαρκή επίπεδα οφείλει να προσφέρει ασφαλείς και αξιοπρεπείς στεγαστικές λύσεις που να ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα.
Ιδιαίτερα ευάλωτη είναι και η συντριπτική πλειοψηφία των μονογονεϊκών οικογενειών με μεταναστευτική βιογραφία που είναι αποκλεισμένη από κοινωνικές παροχές και υποστηρικτικές επιδοματικές πολιτικές (π.χ. επίδομα τέκνου), με αποτέλεσμα τα χαμηλά έσοδα από την εργασία τους να τις αποκλείουν από αξιοπρεπή και ασφαλή στέγη.
Θεωρούμε ότι τεχνικές, ηλεκτρολογικές και άλλες αναβαθμίσεις, συμπεριλαμβανομένων και αλλαγών χρήσης των υποστατικών, θα πρέπει στην περίπτωση ευάλωτων ομάδων είτε να διενεργούνται δωρεάν είτε με την ανάλογη επιδότηση, διαφορετικά οι βελτιώσεις και έλεγχοι που θα υιοθετηθούν θα παραμείνουν στα χαρτιά όταν οι επηρεαζόμενοι δεν θα έχουν την οικονομική ευχέρεια να καλύψουν το επιπρόσθετο αυτό κόστος.
Τέλος, θεωρούμε ότι καμιά στεγαστική πολιτική δεν μπορεί να επιφέρει τα αναμενόμενα αποτελέσματα όσο ο συστημικός και κοινωνικός ρατσισμός και οι διακρίσεις συνεχίζουν να υποθάλπονται και να μαστίζουν την κοινωνία αφού στο τέλος της ημέρας τα μέτρα που θα ληφθούν δεν θα βρουν την ανάλογη ανταπόκριση από το κοινωνικό σύνολο ώστε να μπορέσουν να επιφέρουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα.
Διοικητικό Συμβούλιο
Έχουν περάσει δύο βδομάδες από την επιχείρηση-φιάσκο στη Ποταμιά, η οποία οδήγησε στη δολοφονία από αστυνομική σφαίρα του Shoaib Khan, μετανάστη από το Πακιστάν και η κοινωνία παραμένει στο σκοτάδι όσον αφορά τα πραγματικά γεγονότα και τις ευθύνες των εμπλεκόμενων αστυνομικών και της ηγεσίας της αστυνομίας. Μετα την σύλληψη του οδηγού του οχήματος στις 15 Ιανουάριου, στην ουσία η επιλεκτική πληροφόρηση από πλευράς της αστυνομίας επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά σε θέματα που σχετίζονται με την διακίνηση ανθρώπων προς τις ελεγχόμενες από την κυβέρνηση περιοχές.
Σύμφωνα με τα όσα ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο ανακριτής της υπόθεσης στο δικαστήριο στις 16.01.2025:
Δύο βδομάδες μετά από το φιάσκο της επιχείρησης στην Ποταμιά, η αστυνομία οφείλει να τερματίσει τη συσκότιση και να ενημερώσει με πλήρη διαφάνεια την κοινωνία με πειστικές και τεκμηριωμένες απαντήσεις μεταξύ άλλων για τα ακόλουθα:
Τα γεγονότα που έχουν δει το φως της δημοσιότητας δημιουργούν εύλογα ερωτήματα και αμφιβολίες και για τον λόγο που οι αστυνομικοί είχαν μεταβεί τη συγκεκριμένη μέρα στην Ποταμιά. Καλούμε την Αστυνομία να ενημερώσει την κοινωνία κατά πόσον οι αστυνομικοί είχαν μεταβεί εκεί για σκοπούς περιπολίας, όπως αρχικά είχε δηλωθεί, ή για κάποια συγκεκριμένη επιχείρηση και αν ναι ποια ήταν η αποστολή τους και με ποιες οδηγίες;
Διοικητικό Συμβούλιο
According to Sigmalive, “On January 6, 2025, members of the Anti-Poaching Unit of the MAD attempted to intercept around 8.00 p.m. 3 vehicles in the Potamia Area, a rental saloon car with E/C plates, a saloon car with T/C plates and a black double cab with no plates.
According to the reports, the double cab escaped to the buffer zone, the T/C picked up speed and the policeman tried to shoot the tyres unsuccessfully, resulting in the double cab also escaping to the buffer zone. The third vehicle, with E/C plates attempted to move towards the officers and struck the service vehicle. A second officer also unsuccessfully used a pistol, resulting in this vehicle also moving into the buffer zone.
According to the Alpha TV correspondent, around 8.40 pm a large police force was combing the area and citizens had asked whether they had seen anyone running towards the community.
On the same day, about an hour after the events in Potamia, a former asylum seeker from Pakistan was found dead by a citizen in a parking lot on Kalypso street in Acropolis. According to reports, the man was naked from the waist up, had no blood on his body and had several documents next to him, including his own, his watch and the sum of 500 euros.
On 10.01.2025, the police announced after the necropsy that this man was finally killed by a bullet of a police officer’s service weapon during the chase that took place in Potamia village on 06.01.2025. It may be noted that the police on 06.01.2025, after the conclusion of the Medical Examiner, ruled out the possibility that the death was caused by a criminal act. In fact, a small hole in his body which was caused by a bullet was considered on 06.01.2025 to have been caused by an injury from a small stone during his fall.
Following the above developments, the Attorney General, as a prosecuting authority and at the same time legal advisor to the State, decided “to appoint the Senior Attorney of the Republic, Mr. Ninos Kekkos, as an independent Criminal Investigator, to head the investigations conducted by the Police”.
Following questions raised by reports that the deceased had been shot in the right side of his back, which ended up near the spine, the police claimed, according to reports, that the third vehicle, a rental vehicle with E/C plates, moved backwards towards them in a threatening manner and possibly the migrant was locked in the hood when he was accidentally hit by the police bullet.
KISA believes that the government and the prosecuting authorities must answer the serious questions raised by this new police fiasco with transparency:
KISA Steering Committee
Σύμφωνα με το Sigmalive, “στις 6 Ιανουαρίου 2025 μέλη του Ουλαμού Πάταξης Λαθροθηρίας της ΜΑΑΔ επιχείρησαν να ανακόψουν γύρω στις 8.00 μ.μ. 3 οχήματα στην Περιοχή Ποταμιάς, ένα αυτοκίνητο ενοικιάσεως σαλούν με Ε/Κ πινακίδες, ένα σαλούν με Τ/Κ πινακίδες και ένα μαύρο διπλοκάμπινο χωρίς πινακίδες.
Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, το διπλοκάμπινο διέφυγε προς τη νεκρή ζώνη, το Τ/Κ ανέπτυξε ταχύτητα και o αστυνομικός προσπάθησε να πυροβολήσει ανεπιτυχώς τα ελαστικά με αποτέλεσμα να διαφύγει και αυτό στη νεκρή ζώνη. Το τρίτο όχημα, με τις Ε/Κ πινακίδες προσπάθησε να κινηθεί προς τους αστυνομικούς και κτύπησε στο υπηρεσιακό όχημα. Ένας δεύτερος αστυνομικός έκανε επίσης χωρίς επιτυχία χρήση πιστολιού με αποτέλεσμα και αυτό το όχημα να κινηθεί στη νεκρή ζώνη.
Σύμφωνα με την ανταποκρίτρια του Άλφα TV, γύρω στις 8.40 μ.μ. μεγάλη αστυνομική δύναμη χτένιζε την περιοχή και πολίτες είχαν ρωτηθεί κατά πόσον είδαν κάποιον να τρέχει προς την κοινότητα.
Την ίδια μέρα, περίπου μια ώρα μετά τα γεγονότα στην Ποταμιά, εντοπίστηκε από πολίτη νεκρός σε χώρο στάθμευσης στην οδό Καλυψούς στην Ακρόπολη πρώην αιτητής ασύλου από το Πακιστάν. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, ο άντρας ήταν γυμνός από τη μέση και πάνω, δεν είχε αίματα στο σώμα και είχε δίπλα του διάφορα έγγραφα μεταξύ των οποίων και τα δικά του, το ρολόι του καθώς και το ποσό των 500 ευρώ.
Στις 10.01.2025, η αστυνομία ανακοίνωσε μετά τη νενομισμένη νεκροτομή ότι τελικά ο συγκεκριμένος άντρας σκοτώθηκε από σφαίρα υπηρεσιακού όπλου αστυνομικού κατά την καταδίωξη που έγινε στο χωριό Ποταμιά στις 06.01.2025. Να σημειωθεί ότι η αστυνομία στις 06.01.2025, μετά και από το πόρισμα του Ιατροδικαστή, απέκλεισε το ενδεχόμενο ο θάνατος να προκλήθηκε από εγκληματική πράξη. Μάλιστα, μικρή τρύπα στο σώμα του η οποία προκλήθηκε από σφαίρα, θεωρήθηκε στις 06.01.2025 ότι προκλήθηκε από τραυματισμό του από μικρή πέτρα κατά την πτώση του.
Μετά τις πιο πάνω εξελίξεις ο Γενικός Εισαγγελέας, ως διωκτική αρχή και ταυτόχρονα νομικός σύμβουλος του κράτους, αποφάσισε να διορίσει τον κ. Νίνο Κέκκο, Ανώτερο Εισαγγελέα της Νομικής Υπηρεσίας ως «ανεξάρτητο» ανακριτή για τον συντονισμό των αστυνομικών ερευνών για την υπόθεση.
Μετά από ερωτήματα που προέκυψαν από πληροφορίες ότι ο νεκρός δέχτηκε σφαίρα στη δεξιά πλευρά της πλάτης του, η οποία κατέληξε κοντά στη σπονδυλική στήλη η αστυνομία ισχυρίστηκε, σύμφωνα με δημοσιεύματα, ότι το τρίτο όχημα, ενοικιάσεως με Ε/Κ πινακίδες, κινήθηκε προς τα πίσω απειλητικά προς το μέρος τους και ενδεχομένως ο μετανάστης να ήταν στο καπό κλειδωμένος όταν κτυπήθηκε κατά λάθος από την αστυνομική σφαίρα.
Η ΚΙΣΑ θεωρεί ότι οι κυβέρνηση και οι διωκτικές αρχές οφείλουν να απαντήσουν με διαφάνεια τα σοβαρά ερωτήματα που προκύπτουν από το νέο αυτό φιάσκο της αστυνομίας:
Διοικητικό Συμβούλιο ΚΙΣΑ
Η Παγκόσμια Ημέρα Μεταναστών (18 Δεκεμβρίου)i μας βρίσκει φέτος αντιμέτωπους με μπαράζ μισαλλόδοξων επιθέσεων από την ακροδεξιά και τους εθνικιστές συνοδοιπόρους της κατά των δικαιωμάτων των μεταναστών, των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία, της αρχής της μη διάκρισης και του κράτους δικαίου γενικότερα.
Η ακροδεξιά με την υποδαύλιση των εθνικιστών και τη στήριξη μεγάλης μερίδας των mainstream media επιτείνει ακόμα περισσότερο την εκστρατεία δυσφήμησης και αποξένωσης των ασυνόδευτων παιδιών. Καθημερινές δηλώσεις ρητορικής μίσους iiπαρελαύνουν καθημερινά από όλα σχεδόν τα ΜΜΕχωρίς αντίλογο και αμφισβήτηση.
Στο επίπεδο του κοινοβουλίου οι δυνάμεις αυτές, συνεπικουρούμενες από τα κόμματα …. αναθεώρησαν την νομοθεσία για τα ασυνόδευτα παιδιά ούτως ώστε μέσα από αμφισβητούμενης αξιοπιστίας διαδικασίες και εξετάσεις προσδιορισμού της ηλικίας τους, σε περίπτωση που αρνηθούν να τις υποστούν αφού επηρεάζουν την υγεία τους, να θεωρούνται ενήλικες και να παραβιάζονται τα δικαιώματα τους.
Χαρακτηριστική είναι, μεταξύ άλλων, η επίθεση που εξαπέλυσαν κατά των δικαιωμάτων των παιδιών με μεταναστευτική βιογραφία σε σχέση με την αύξηση του επιδόματος τέκνου. Οι εκπρόσωποι των νεοναζί στη Βουλήiii δεν δίστασαν να δηλώσουν ευθαρσώς ότι εναντιώνονται στη στήριξη για αύξηση γεννήσεων παιδιών από μικτούς γάμους ή και μη Κύπριους γονείς γιατί αυτά τα παιδιά δεν είναι «ελληνόπουλα». Μάλιστα καταψήφισαν την αύξηση του επιδόματος τέκνου για όλο τον πληθυσμό ώστε να αποκλειστούν τα παιδιά με μεταναστευτική βιογραφία.
Στη βάση της ίδιας ρατσιστικής και εθνικιστικής προσέγγισης, προχώρησαν στην τροποποίηση της Νομοθεσίας για νομική αρωγή σε υποθέσεις ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, με την οποία στερούν το δικαίωμα επιλογής του δικηγόρου τους, αναπόσπαστο στοιχείο του δικαιώματος δίκαιης δίκης σε αιτητές ασύλου, ακόμα και στην πολύ απίθανη περίπτωση που τους εγκριθεί νομική αρωγή, φαινόμενο σπάνιο. Σύμφωνα με τον ακροδεξιό Βουλευτή, Σωτήρη Ιωάννου, η πρόταση «είχε κατατεθεί από το ΕΛΑΜ και έχει υιοθετηθεί πλήρως από το Υπουργείο Δικαιοσύνης»iv.
Τα περί καταπολέμησης των κυκλωμάτων δικηγόρων στην ουσία είναι συνθήματα για εσωτερική κατανάλωση και παραπλάνηση του λαού. Στην πραγματικότητα, οι εγκρίσεις για νομική αρωγή δεν ξεπερνούν μερικές δεκάδες τον χρόνο και επομένως καθόλου δεν αγγίζουν το θέμα των κυκλωμάτων δικηγόρων. Αντίθετα, η κατάργηση του δικαιώματος επιλογής δικηγόρου εκτός από παράνομη οδηγεί τους αιτητές στα χέρια των κυκλωμάτων που μέχρι σήμερα μέσω των συνεργατών τους στις διάφορες κοινότητες διέδιδαν στους αιτητές ότι οι αιτήσεις για νομική αρωγή δεν έχουν κανένα βαθμό επιτυχίας και ως εκ τούτου είναι καλύτερα να πληρώσουν από την αρχή τους δικηγόρους στους οποίους τους «προωθούσαν» για να αποφύγουν την άσκοπη ταλαιπωρία τους με τις αιτήσεις νομικής αρωγής.
Η ΚΙΣΑ καλεί την κυβέρνηση και τα κόμματα του ούτω καλούμενου δημοκρατικού τόξου να προχωρήσουν στην τροποποίηση του περί Νομικής Αρωγής Νόμου και υιοθετήσουν τις διατάξεις σχετικής οδηγίες της Ε.Ε. για τη δημιουργία καταλόγου δικηγόρων οι οποίοι να έχουν εκπαιδευτεί και καταρτιστεί κατάλληλα για να δικαιούνται να συμπεριληφθούν στη λίστα αυτή, ως το μόνο αποτελεσματικό μέτρο καταπολέμησης κυκλωμάτων στις τάξεις των δικηγορικών γραφείων, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ούτε και απαιτείται.
Αποκορύφωμα των επιθέσεων των νεοναζί του ΕΛΑΜ και των εθνικιστών συνοδοιπόρων του, αποτέλεσε το κάλεσμα τους για σύλληψη και απέλαση των Σύρων προσφύγων vπου και νομικά και ηθικά είχαν κάθε δικαίωμα να βγουν στους δρόμους και να διαδηλώσουν υπέρ της πτώσης του καθεστώτος Άσαντ.
Στα μάτια των νεοναζί και των λοιπών εθνικιστών, το σύνολο των δυνάμεων της συριακής εξέγερσης αλλά και ο Συριακός λαός κατά του καθεστώτος είναι φανατικοί τρομοκράτες που δεν πρέπει να απολαμβάνουν βασικά ανθρώπινα δικαιώματα όπως αυτό της ελευθερίας έκφρασης, ή του συναθροίζεσαι στην Κύπρο, μια θέση άκρως επικίνδυνη για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων του συνόλου της κοινωνίας.
Αν η κυβέρνηση όλα αυτά τα χρόνια σεβόταν στο ελάχιστο τα δικαιώματα των προσφύγων στην Κύπρο, σήμερα θα έλπιζε αρκετοί από αυτούς να θέλουν να συμβάλουν στην καλή σχέση της κυβέρνησης με τη νέα κυβέρνηση της Συρίας και να είναι οι καλύτεροι «πρεσβευτές» της Κύπρου στη νέα Συρία.
Θλιβερό είναι επίσης το γεγονός ότι η κυβέρνηση, παρά τις εξαγγελίες της για διεκδίκηση «πρωτοποριακού ρόλου» στα γεγονότα και εξελίξεις στη μετά Άσαντ Συρία, δεν βρήκε μια θετική και υποστηρικτική κουβέντα να πει δημόσια για τους πρόσφυγες που ζουν εδώ και που πολλοί από αυτούς βασανίστηκαν, καταδιώχθηκαν ή και έχασαν δικούς τους ανθρώπους στα χέρια του καθεστώτος. Αντίθετα, δήλωσε πρώτη και καλύτερη ανάμεσα στις άλλες χώρες της ΕΕ, ότι πολύ θα χαρεί να “διευκολύνει” την αποχώρηση των Σύρων προσφύγων από την Κύπρο.
Δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε με ιδιαίτερη ανησυχία ότι το νεοναζιστικό κόμμα ΕΛΑΜ έχει ρυμουλκήσει τον ΔΗΣΥ που συμμετέχει στο ΕΛΚ κα τα δύο άλλα κόμματα (ΔΗΚΟ / ΕΔΕΚ) που συμμετέχουν στο S&D σε ένα άκρως ξενόφοβο και αντιμεταναστευτικό μέτωπο με αποτέλεσμα να έχει μια σταθερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία υπέρ των διάφορων αντιμεταναστευτικών και αντιπροσφυγικών νομοθετημάτων και κοινοβουλευτικών θέσεων, ακόμη και όταν αυτά εξόφθαλμα ευρίσκονται σε σύγκρουση τόσο με το Σύνταγμα όσο και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις διεθνείς συμβάσεις που έχει κυρώσει και δεσμεύουν την Κύπρο.
Η ΚΙΣΑ, με την ευκαιρία της Παγκόσμιας Ημέρας για τα Δικαιώματα των Μεταναστών, κρούει για μια ακόμη φορά τον κώδωνα του κινδύνου για τους σοβαρούς κινδύνους που εγκυμονεί για ολόκληρη την κοινωνία η άνοδος της ακροδεξιάς και των εθνικο-λαϊκιστών συνοδοιπόρων τους και καλεί την πολιτεία να αναλογιστεί και να αναλάβει τις ευθύνες της για αντιμετώπιση αντί για το στρώσιμο του χαλιού σ’ αυτές τις δυνάμεις.
Ταυτόχρονα, εκφράζουμε την ανησυχία μας για την αδυναμία των πολιτικών δυνάμεων που εναντιώνονται σε αυτή την εξέλιξη να αρθρώσουν πειστικό πολιτικό αντίλογο και να διασφαλίσουν την αναχαίτηση αυτής της καταστροφικής για τον τόπο πορείας.
Δυστυχώς, εκτός από την πλειοψηφία των ΜΜΕ που αναμεταδίδει αμάσητα και χωρίς αντίλογο τα μηνύματα τους στην κοινωνία, αδυναμία παρουσιάζουν και οι ανεξάρτητες αρχές προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδιαίτερα η Επίτροπος Διοίκησης, η οποία αποφεύγει να αναλάβει τον ρόλο της και να σταθεί μαζί με τις ΜΚΟ ανάχωμα στη διάδοση των ρατσιστικών τους θέσεων και της ρητορικής μίσους που συστηματικά εκφέρουν οι δυνάμεις αυτές κατά συγκεκριμένων κοινωνικών, θρησκευτικών και εθνοτικών ομάδων και την άνοδο τους στη κοινωνία ευρύτερα.
Διοικητικό Συμβούλιο
Η ΚΙΣΑ παρακολουθεί με έντονη ανησυχία και αγανάκτηση τις συνεχιζόμενες ρατσιστικές επιθέσεις κατά των διανομέων φαγητού αλλά και την ανεξέλεγκτη άνοδο της ρητορικής μίσους εναντίον μεταναστών και προσφύγων, ακόμη και κατά των ιδιαίτερα ευάλωτων ασυνόδευτων παιδιών.
Η ρατσιστική βία και επιθέσεις κατά των διανομέων δεν ξεκίνησε στο κενό ενώ δεν μπορεί να αντιμετωπίζεται ως απλή παραβατική συμπεριφορά κάποιων νεαρών προσώπων. Η ΚΙΣΑ πριν ακόμα τα πογκρόμ στη Χλώρακα και στη Λεμεσό, αλλά και μετά από αυτά, ενημέρωσε την Αστυνομία και έδωσε όσα στοιχεία είχε στη διάθεσή της για συγκεκριμένα πρόσωπα και κύκλους, οι οποίοι όχι μόνο υποκινούσαν σε μίσος και πράξεις βίας αλλά δήλωναν απροκάλυπτα ότι εάν το κράτος δεν αναλάβει να «καθαρίσει» όπως ανέφεραν τη χώρα, θα έπαιρναν τον νόμο στα χέρια τους και θα το έπρατταν οι ίδιοι.
Από τότε μέχρι σήμερα, οι αρχές δεν έκαναν οτιδήποτε ουσιαστικό για να αντιμετωπίσουν την κατάσταση. Το μόνο που έπραξαν ήταν κάποιες εκ των υστέρων συλλήψεις και ποινικές διώξεις για τα πογκρόμ της Λεμεσού, οι οποίες μάλιστα έχουν υποβαθμιστεί και παραπεμφθεί από το κακουργιοδικείο στο επαρχιακό δικαστήριο ενώ με οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα έχει αφαιρεθεί από τις κατηγορίες και το ρατσιστικό κίνητρο. Οι ηθικοί αυτουργοί και υποκινητές ουδέποτε συνελήφθησαν και ουδέποτε διώχθηκαν από το κράτος.
Είναι φανερό ότι η καταστολή ως η κατ΄ εξοχήν πολιτική που υιοθέτησε το κράτος δεν είναι αποτελεσματική και οι επιθέσεις αυτές δεν μπορούν να αντιμετωπίζονται αποκλειστικά μέσω του ποινικού δικαίου ή της «καλύτερης» αστυνόμευσης, ούτε και μπορούν να απομονώνονται από τη γενικότερη και ευρύτερη άνοδο του ρατσισμού και των εγκλημάτων μίσους.
Σε αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να αξιολογηθεί ο ρόλος της οργανωμένης, «πολιτικά νομιμοποιημένης» και μη ακροδεξιάς, η οποία είναι φανερό ότι αξιοποιεί την ευαλωτότητα νεαρών προσώπων σε υποβαθμισμένες περιοχές που βρίσκονται αντιμέτωποι με πολλαπλά προβλήματα, σε μια κοινωνία ανισοτήτων και έξαρσης της φτωχοποίησης, υποκινώντας τους σε πράξεις βίας και ρατσισμού κατά ακόμα πιο ευάλωτων προσώπων ενεργώντας ως ηθικοί αυτουργοί.
Το ίδιο θα πρέπει να γίνει και σε σχέση με την αντίδραση τοπικών κοινωνιών ακόμα και στη φιλοξενία στις κοινότητές τους δομών παιδιών υπό τη φροντίδα του κράτους, η οποία επίσης απορρέει δυστυχώς από ρατσιστικά και ξενοφοβικά κίνητρα.
Η ΚΙΣΑ θεωρεί ότι η οργάνωση διαδήλωσης από το ΕΛΑΜ στη Λάρνακα την ερχόμενη βδομάδα εναντίον των ασυνόδευτων ανηλίκων κατηγορώντας τους για βία και εγκληματικότητα αποτελεί μια προσπάθεια αποενοχοποίησης της ρατσιστικής βίας και των επιθέσεων κατά των μεταναστών και ως εκ της φύσης της θα έπρεπε όχι μόνο να απαγορευθεί ως εκδήλωση έκφρασης και ρητορικής μίσους αλλά να ενεργοποιήσει τα αντανακλαστικά των δημοκρατικών πολιτών και θεσμών της χώρας και στην άμεση αντίδραση σε αυτή.
Η ΚΙΣΑ καλεί-
Διοικητικό Συμβούλιο ΚΙΣΑ
2 Νοεμβρίου 2024
Το ‘πλάνο’ της κυβέρνησης για την διαχείριση της πανδημίας είναι ένας συνδυασμός του ‘ο θεός μαζί σας’ με το ‘βρήκαμε παπά να θάψουμε πεντ-έξι’. Η διαχείριση της πανδημίας ουδεμία σχέση έχει με την πανδημία εν γένει, αλλά με την εκτέλεση συμβολαίων θανάτου από την κυβέρνηση έναντι στόχων που έχουν ξεμείνει από τα μνημόνια και δεν πρόλαβαν να ξεκάνουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις. Για όσους δεν θυμούνται όταν ήρθε η τρόικα πριν μια δεκαετία στην χώρα, έθεσε μια σειρά στόχων που θα μας έκαναν πιο ‘ανταγωνιστικούς’. Μεταξύ αυτών των στόχων, όπως περιγράφεται και στην έκθεση Πισσαρίδη, ήταν η συμπίεση των μισθών και η πτώση τους στα επίπεδα των όμορων Βαλκανικών κρατών, η αλλαγή της δομής της Ελληνικής οικονομίας που βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μικρές και μεσαίες οικογενειακές επιχειρήσεις, και η δραματική συρρίκνωση της ιδιοκατοίκησης προς όφελος της συγκέντρωσης πλούτου και ακινήτων στα χέρια μονοπωλιακών ομίλων.
Ο πρώτος στόχος εν μέρει επετεύχθη, οι άλλοι δυο στόχοι για διάφορους λόγους έμειναν στην μέση. Το πλάνο της κυβέρνησης λοιπόν έρχεται για να προχωρήσει στην ολοκληρωτική επίτευξη αυτών των στόχων με δυο τρόπους. Ο πρώτος είναι με τα εκτρωματικά νομοσχέδια για τα εργασιακά και την απώλεια προστασίας της πρώτης κατοικίας και ο δεύτερος με τα μέτρα που παίρνει και υποτίθεται “βάζουν την ανθρώπινη ζωή πάνω από την οικονομία”. Έχουν γραφτεί πολλάκις ποια θα ήταν πραγματικά αυτά τα μέτρα (ενίσχυση των συστημάτων υγείας, πραγματική υποστήριξη εργαζομένων, δωρεάν τεστ για όλο τον πληθυσμό κλπ) και υπάρχουν χώρες που τα εφάρμοσαν με επιτυχία. Αντ’αυτού στην Ελλάδα αντί να βλέπουμε ενίσχυση του ΕΣΥ, αντί να βλέπουμε αποσυμφόρηση των ΜΜΜ, αντί να βλέπουμε ουσιαστικά μέτρα προστασίας στους χώρους εργασίας και στα σχολεία, βλέπουμε μια σειρά αλλοπρόσαλλων μέτρων τα οποία δημιουργούν σύγχυση και ενισχύουν τις θεωρίες συνωμοσίας. Τα οποία αυτά μέτρα έχουν ξεκάθαρη οικονομική στόχευση. Το κλείσιμο των περιπτέρων μετά τις 12 πχ δεν έχει να κάνει με την προστασία του πληθυσμού, αλλά με την οικονομική εξόντωση των περιπτεριούχων και την μελλοντική αντικατάσταση τους από μονοπωλιακούς ομίλους τύπου Seven-Eleven. Το λουκέτο στην εστίαση δεν έχει να κάνει με τους παραβάτες, που στην τελική βρες τους και τιμώρησε τους, αλλά με την δομική αλλαγή του τομέα της εστίασης στην Ελλάδα από τις μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις που τον αποτελούν τώρα σε μεγάλες αλυσίδες τύπου Va Pianoκαι ούτω καθεξής.
Ο παλιός μας γνώριμος Κάρολος Μάρξ εξήγησε 200 χρόνια πριν πως τα μικροαστικά στρώματα είναι τα πρώτα που απειλούνται με προλεταριοποίηση στην προσπάθεια κεφαλαιακής συσσώρευσης και ανάπτυξης του καπιταλισμού, αλλά κάποιοι επιμένουν να πιστεύουν στην δυνατότητα που τους δίνει ο καπιταλισμός να έχουν ιδιοκτησία, στον ανύπαρκτο όρο ‘μεσαία τάξη’, σε μονόκερους και άλλα μυθικά πλάσματα. Αυτές οι ψευδαισθήσεις συντηρήθηκαν με δανεικό χρήμα σε όλο τον κόσμο μετά την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του 1970, αλλά πλέον οι αντιφάσεις του καπιταλισμού είναι τόσο έντονες που ουδεμία λύση μπορεί να προσφέρει αυτό το σύστημα ακόμα και στα πιο απλά ζητήματα. Για να το πω απλά, το σύστημα αυτό σάπισε από τις ίδιες τις αντιφάσεις του και από εδώ και πέρα μπορεί να παράξει μόνο μιζέρια, κρίση, και εν τέλει πόλεμο. Και όχι αυτό δεν είναι Ελληνικό φαινόμενο, αλλά παγκόσμιο γιατί η κρίση για την οποία προειδοποίησε το ΔΝΤ από πέρυσι ότι έρχεται και φάνηκε με την ύφεση της Γερμανικής οικονομίας πριν καν βήξει ο πρώτος ασθενής του κορονοϊού δεν είναι απότοκο της πανδημίας, όσο και αν προσπαθούν να το φορτώσουν εκεί. Και φαίνεται αυτό στην αποτυχία εν συνόλω της ΕΕ να αντιμετωπίσει την πανδημία, καθώς εάν δεν ξοδέψεις σε επίπεδο κρατών δεν μπορείς να την αντιμετωπίσεις. Αντί να βλέπουμε αυτό, βλέπουμε να συνεχίζονται οι πολιτικές κεφαλαιακής συσσώρευσης προς τα πάνω, όχι γιατί είναι κακοί άνθρωποι οι πολιτικοί ή χαζοί, αλλά γιατί αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού που ονομάζεται καπιταλισμός. Η κερδοφορία των μονοπωλίων έχει πληγεί με τις κρίσεις των 70s, την κρίση του 2008, και την κρίση που ξεκινήσαμε να βιώνουμε τώρα και αυτό σημαίνει άγρια ταξική επίθεση εναντίον των εργαζομένων για να στύψουμε την πέτρα’ μέχρι να επαναφέρουμε την κερδοφορία στα επιθυμητά επίπεδα. Που δεν θα γίνει, εξ’αιτίας των προαναφερθέντων αντιφάσεων του συστήματος, επομένως θα ζούμε μια κατάσταση μόνιμης κρίσης, υπαρξιακής και υλικής εξαθλίωσης.
Η πολιτική της κυβέρνησης βέβαια δεν έχει μόνο οικονομική στόχευση, αλλά και την αγαπημένη της επικοινωνιακή στόχευση. Εκεί που πεθαίνει η πολιτική, ανθίζουν τα επικοινωνιακά τερτίπια. Τα μέτρα που παίρνονται εξασφαλίζουν το «plausible deniability» των κυβερνώντων, καθώς είναι μέτρα ‘ατομικής ευθύνης’. Επομένως όταν αποτύχουν, η φοβερή κυβέρνηση μπορεί να συνεχίζει να μας κοροϊδεύει ότι δεν έχει αποτύχει πουθενά και να φορτώνει την αποτυχία των μέτρων σε αυτούς που δεν τα ακολουθούν. Για να προλάβω διαμαρτυρίες σχετικά με την ατομική ευθύνη, προφανώς και είμαστε υπεύθυνοι και εμείς. Τα βλέπουμε και τα ζούμε καθημερινά τέτοια φαινόμενα, αλλά υπάρχει πλέον και μια λογική κούραση του κόσμου που οδηγεί σε χαλάρωση. Υπάρχει και καχυποψία από τις παλινωδίες. Από εκεί και πέρα η δουλειά της κυβέρνησης δεν είναι να μετακυλήσει τις ευθύνες στον λαό και να καλλιεργήσει τον κοινωνικό αυτοματισμό αλλά να δώσει λύσεις. Ούτε να καλλιεργεί ψευτοδιλήμματα μεταξύ λοκντάουν και ατομικής ευθύνης όταν δεν κάνει ούτε τα βασικά για να στηρίξει την κοινωνία. Φυσικά λύσεις δεν θέλουν, ούτε μπορούν να δώσουν γιατί η δουλειά τους είναι να εξασφαλίσουν την κερδοφορία των ομίλων.
Για να το πούμε ευγενικά, δεν είναι προτεραιότητα της κυβέρνησης η υγεία μας, αρκεί να μην φαίνεται αυτό. Και εκεί είναι και η μεγάλη σύγκρουση των υπόλοιπων πολιτικών με ακροδεξιά πολιτικά φαινόμενα όπως ο Ντ.Τραμπ. Δεν τον ενδιαφέρει ποσώς για την υγεία των πολιτών αλλά το λέει ξεκάθαρα: θα θυσιαστείτε για την οικονομία. Αυτό είναι η πιο ωμή παραδοχή του συστήματος, έκαστος για τον εαυτό του. Οι υπόλοιποι θέλουν να διατηρήσουν το προσωπείο του ‘όλοι μαζί μπορούμε’. Η κρίση του κορονοϊού είναι εικόνα από το εγγύς μέλλον. Δεν είναι παραδοξότητα και παρένθεση στην κανονικότητα αλλά η νέα κανονικότητα. Ακόμη και αν ξεπεραστεί σύντομα η πανδημία έρχονται στον ορίζοντα πολύ πιο δύσκολα και απειλητικά θέματα. Το ότι κυκλοφορούμε με κοντομάνικα αρχές Νοεμβρίου μπορεί σήμερα να είναι σύμμαχος (κατά κάποιο τρόπο) ενάντια στην πανδημία, αλλά είναι σημάδι της κλιματικής αλλαγής που σε σύντομο χρονικό διάστημα θα ερημοποιήσει μεγάλα τμήματα του πλανήτη δημιουργώντας εκατομμύρια κλιματικών προσφύγων. Το πετρέλαιο για το οποίο γίνεται τόσο θόρυβος αυτές τις μέρες λόγω των Ελληνοτουρκικών είναι λίγο πολύ ξεπερασμένο σαν resource. Πλέον μπροστά μας έχουμε συγκρούσεις για βασικούς πόρους όπως το νερό. Το «securitisation» των συνόρων και η αναγωγή της προσφυγικής κρίσης με όρους πολεμικής σύρραξης δεν αφορά τις μικρές και διαχειρίσιμες σε επίπεδο ΕΕ, ροές αλλά τις μελλοντικές εικόνες εκατομμυρίων ανθρώπων που απλά δεν θα μπορούν να επιβιώσουν στις χώρες τους. Η δραματική αύξηση των εξοπλιστικών budget παγκοσμίως και η όξυνση των ιμπεριαλιστικών αντιθέσεων και συγκρούσεων σε έναν πλανήτη με πεπερασμένα resources οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε μεγαλύτερες ή ακόμα και γενικευμένες συρράξεις. Και αυτό έχει απόλυτη συνάφεια με την κρίση κερδοφορίας που αναφέρω πιο πάνω. Αλλά είπαμε, ο καπιταλισμός πλέον δεν μπορεί να δέσει τα κορδόνια του, πόσο μάλλον να δώσει λύσεις σε τέτοιου είδους προβλήματα. Ο καπιταλισμός δημιουργεί αυτά τα προβλήματα καθώς οι τεχνολογικές δυνατότητες που έχουμε σήμερα, η αυτοματοποίηση της παραγωγής κλπ μπορούν να δημιουργήσουν τον παράδεισο εδώ και τώρα αντί για το δυστοπικό μέλλον που απλώνεται μπροστά μας.
Κάτι για τον επιστημονικό κλάδο του οποίου θεωρητικά είμαι κομμάτι του. Οι επιστήμονες δεν είναι θεοί και αυτά που λένε δεν είναι θέσφατο, καθώς επίσης ένας λαμπρός επιστήμονας δεν σημαίνει ότι μπορεί να δώσει και σωστές πολιτικές λύσεις σε προβλήματα. Υπάρχει τρομερά κακή κατανόηση από πλευράς κοινού για το τι είναι η επιστήμη, πως γίνεται η επιστημονική έρευνα, γιατί υπάρχουν διαφορετικές επιστημονικές απόψεις επί ενός θέματος κλπ. Αυτό δεν είναι πρόβλημα του κοινού, αλλά είναι πρόβλημα της παρεχόμενης από τον καπιταλισμό ‘παιδείας’. Ο στόχος της παιδείας πρέπει ακριβώς να είναι αυτή η απόκτηση γενικών γνώσεων και η κατανόηση του ‘πως λειτουργούν τα πράγματα’ και όχι η απόκτηση δεξιοτήτων που χρειάζονται οι καπιταλιστές αυτή την στιγμή με στόχο την στελέχωση της αγοράς εργασίας. Επομένως στόχος δεν είναι να κακίσω το κοινό που αντιμετωπίζει αυτά που λένε οι ειδικοί με καχυποψία, καθώς θεωρώ ότι πρέπει με υπομονή και επιμονή να εξηγούμε τα πάντα στον κόσμο. Η μεγάλη αναζωπύρωση θεωριών συνομωσίας, αν θέλετε μπορεί να θεωρηθεί και ως ενστικτώδες «διάβασμα της κατάστασης» ότι κάτι δεν πάει καλά, αλλά από την άλλη σαφέστατη αδυναμία κατανόησης της πραγματικότητας. Πόσο μάλλον όταν αυτά που κάνει μια κυβέρνηση είναι εντελώς αλλοπρόσαλλα και ρίχνουν λάδι στην φωτιά της καχυποψίας αυτής. Το να λες ‘να αφήσουμε τους επιστήμονες έξω από κάθε αντιπαράθεση’ είναι μια προσπάθεια «τεχνοκρατικοποίησης» μιας πολιτικής διαχείρισης. Το έχουμε ξαναζήσει βέβαια με τους ‘τεχνοκράτες’ οικονομολόγους που έπρεπε να αναλάβουν να λύσουν το ζήτημα της οικονομικής κρίσης λες και η οικονομία είναι μαθηματικά και δεν ενέχει στοιχεία πολιτικής. Στην προκειμένη περίπτωση ωστόσο έχουμε ένα ζήτημα δημόσιας υγείας. Το οποίο σημαίνει ότι πέρα από τους λοιμωξιολόγους, επιδημιολόγους και λοιπούς επιστήμονες της Ιατρικής, λόγο έχουν και πρέπει να έχουν και επιστήμονες άλλων κλάδων για να βρεθούν λύσεις, από στατιστικολόγους, μέχρι συγκοινωνιολόγους, επικοινωνιολόγους, κοινωνιολόγους (φτου φτου κακό κάνουνε τα παιδιά μας κομμουνιστάς), ψυχολόγους κλπ. Από αυτά που γνωρίζω η κυβέρνηση δεν έχει συστήσει τέτοια επιτροπή που αν μη τι άλλο θα έπρεπε να την ακούσουμε με προσοχή. Αντιθέτως όταν βάζεις επιστήμονες να δικαιολογήσουν τάξεις με 25 μαθητές με αστεία και αντι-επιστημονικά σχεδιαγράμματα και να πουν ότι ‘δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για τα λεωφορεία’ λες και είναι υπουργοί οικονομίας, τότε εσύ τους εκθέτεις ανεπανόρθωτα και φυσικά οι ίδιοι υπονομεύουν το κύρος τους ως επιστήμονες. Και ναι σε τέτοια φαινόμενα όχι επιτρέπεται αλλά επιβάλλεται η αντιπαράθεση.
Οπότε που καταλήγουμε. Στα γνωστά. Είναι ζήτημα επιβίωσης πλέον η ανατροπή αυτού του συστήματος. Όχι απλά μιας κυβέρνησης, αυτοί τόσοι είναι και τους ξέραμε, αλλά χτίσιμο δύναμής που θα τους πάρει όλους μαζί.
Μείνετε ασφαλείς όσο μπορείτε και καλή δύναμη για τους αγώνες που έρχονται…
The post Μερικές σκέψεις για την μέχρι τώρα διαχείριση της κρίσης της πανδημίας από την κυβέρνηση Μητσοτάκη appeared first on Αγκάρρα.
Pfizer has only one, yes ONE, factory to produce all vaccines for all countries outside of the United States. And on Friday, it announced that it would have to delay promised deliveries for ‘a few weeks’ while it is upgrading this factory in Belgium. Instead of standing up to Big Pharma, EU countries have shown no more than resignation hidden by some grumbling. Except for some isolated voices, no one has dared suggest that countries use an existing legal mechanism: compulsory licensing. That would mean that anyone could start producing the vaccine. And it’s legal.
Indeed, the 1995 TRIPS Agreement (Agreement on Trade-Related Aspects of Intellectual Property Rights) negotiated by the World Trade Organisation includes Article 31, which states that countries „may use of the subject matter of a patent without the authorization of the right holder“ if their legislation allows for exceptions. And according to the World Intellectual Property Organization (WIPO), 156 countries currently allow such exceptions, including all EU countries. So what are we waiting for?
While this law is different in each country, it usually gives the right to the state to use compulsory licensing in cases of health emergency and/or when the producer is unable to deliver. Hard not to think about the current situation, right? It is obvious that Big Pharma makes more money by producing itself, distributing itself, setting its own prices, but it is now failing to meet demands and its greed needs to be stopped. All we need is to apply the law, make the vaccine license open to all, let all producers use their capacities to produce it.
Public authorities not only have the duty, but also the right to do so, especially since there has been about 12 billion USD of public funds involved in developing those vaccines, with very little transparency about any related conditions. The Moderna vaccine has become the most striking example of the neoliberal tradition of privatizing profit and socializing expenses. Whereas this small company developed the vaccine exclusively thanks to public funds, and the US government jointly owns the rights, there has been no challenge to the firm’s right to make excessive profits. And it is not shying away from it, selling its doses almost twice the price of the Pfizer vaccine, and almost ten times more than the AstraZeneca one. Even worse, Moderna’s top three executives executives have made more than a 100 million USD by selling their stocks just after announcing the vaccine’s successful development.
Don’t worry, Pfizer & co. won’t die of hunger if we take their vaccines: the law already foresees compensations for compulsory licensing. But there is no legal right to unlimited profits in a time of epidemic emergency. We have suffered enough from the fact that governments have abandoned their role in pharmarceutical research and development and let this field to the whims of Big Pharma. The very same giants that decided not to pursue research on earlier forms of coronaviruses because it didn’t seem financially profitable are now telling us to stay quiet and wait so that they can make a profit? No, societies need to take back their health safety under control and manage it according to the general interest, and not the profits of shareholders.
Already in the first months of the pandemic, there were calls to makes vaccines a ‘public common good’ once they would be developed. On April 24th, President of the European Commission Ursula von der Leyen, backed the idea when she said that the future vaccine would be „our universal, common good“. Then, at the World Health Organisation’s (WHO) May 2020 summit, China pledged that it would not license its vaccine, if it succeeded in developing one, making it available for all countries to produce and use. But as vaccines developed by major Western corporations received the green light in late 2020, it became clear that their distribution would follow the laws of the jungle: vaccines for the richest countries, profits for the corporations.
In December 2020, around a hundred countries led by India and South Africa tried to move the WTO Assembly into adopting a resolution waiving intellectual copyrights on anti-Covid vaccination and drugs. They were met by the flat refusal of Western countries, who harbour the headquarters, laboratories, factories and shareholders of Big Pharma. In doing so, Western countries are going directly against the interests (and health and life) of their own citizens, not to talk of humanity in general, but they are successfully upholding the global neoliberal status quo concentrating power and money in the West.
During the pandemic, the global Left has been mostly struck by apathy, sitting back with some Schadenfreude as right-wing governments that had been claiming for years that ‘there is no magic money tree’ started pouring trillions into the economy. Apart from some solidarity actions and calls to protect workers and the vulnerable, the left has not been able to raise its voice to push for more decisive action in the anti-pandemic response, from putting workers’ health before profit to standing up to Big Pharma. Some iniatives are now appearing and we need to rally behind them, taking the streets from the far-right bolstered by conspiracy theorists. From the ‘Zero Covid’ plan to the EU-wide ‘No Profit on Pandemic’ initiative, now is the time to rise and challenge the incompetent and corrupt neoliberal forces.
Δεν είναι τυχαίο που η Ενωμένη Ευρώπη των καπιταλιστών έχει λυσσάξει να σβήσει από την συλλογική μνήμη κάθε δημοκρατικού και προοδευτικού άνθρωπου τη σημασία και συμβολή του Κόκκινου Στρατού στην αντιφασιστική νίκη των λαών. Προασπιζόμενος την πατρίδα από τα Ναζιστικά στρατεύματα, ο Kόκκινος Στρατός προάσπισε τα συμφέροντα όλων των λαών του κόσμου. Γι΄αυτό και εμείς έχουμε υποχρέωση όχι απλά την υπενθύμιση της μεγάλης αντιφασιστικής νίκης, αλλά επίσης την συμβολή του Κόκκινου Στρατού και την καίρια σημασία της σοσιαλιστικής οικόνομίας που εξόπλισε το λαό με υλικά, οργάνωση και σθένος.
Για όλα αυτά και πολλά άλλα θυμόμαστε και θα θυμόμαστε για πάντα
Από το λογοτεχνικό-συμβολικό
«Κάθε άνθρωπος που αγαπά την ελευθερία, χρωστάει στον Κόκκινο Στρατό περισσότερα από ό, τι μπορεί ποτέ να πληρώσει»
Έρνεστ Χεμινγουέι
Στο πραγματικό
«Δεν θα κερδίζαμε εμείς τον πόλεμο και η μοίρα της πατρίδας μας θα διαμορφώνονταν αλλιώς εάν δεν υπήρχε η ατσαλένια δύναμη μας, το Κόμμα. Τα πιο δύσκολα και υπεύθυνα καθήκοντα του πολέμου πρωτίστως πέφτανε στις πλάτες των κομμουνιστών. Η οργάνωση της βιομηχανίας, η δουλειά στα μετόπισθεν. Θαυμάζω το τεράστιο έργο που έγινε στις πιο δύσκολες μέρες. Σύντομα, από τον Ιούνη μέχρι τον Δεκέμβρη του 1941 μεταφέρθηκαν 1500 επιχειρήσεις από τις περιοχές που απειλούνταν από την κατοχή, στην Ανατολή και ξαναλειτούργησαν. Η νεολαία γνωρίζει τι σημαίνουν μεγάλες επιχειρήσεις και οικοδομές. Φανταστείτε ότι η επιχείρηση αεροπλάνων μέσα σ’ ένα – δυο μήνες ξανάρχισε να παράγει στη νέα τοποθεσία. Μέρα και νύχτα κινούνταν στρατιωτικά τρένα με βιομχανηκές εγκαταστάσεις και αντιστρόφως από την Ανατολή με οπλισμό και στρατό. Η γιγαντιαία αυτή κυκλοφορία γίνονταν με εντάσεις, ανωμαλίες, παρεξηγήσεις, συγκρούσεις, ωστόσο συντελούνταν αδιάκοπα, αυξάνονταν υποταγμένη στην καθοδηγητική οργανωτική δύναμη. Ο κρίκος αυτός είναι μόνο ένας από τις αναρίθμητες φροντίδες που πήρε στις πλάτες του το Κόμμα. Είμαι περήφανος που ανδρώθηκα και αναπτύχθηκα σε αυτό το Κόμμα.»
Στρατάρχης Γκεόργκι Κ. Ζούκοφ, Συνέντευξη στην “Κομσομόλσκαγια Πράβντα”, 1970.
Πηγή: Ατέχνως
The post Η σημαία μας: για την 9η Μαΐου appeared first on Αγκάρρα.
By ALLEN J. SCHABEN / LOS ANGELES TIMES Amid fog, Mark Massara surfs in front of shark’s tooth rock at Martins Beach. (Allen J. Schaben / Los Angeles Times)
The California Coastal Act for decades has scaled back mega-hotels, protected wetlands and, above all, declared that access to the beach was a fundamental right guaranteed to everyone.
But that very principle could be dismantled in the latest chapter of an all-out legal battle that began as a local dispute over a locked gate.
On one side, property owner and Silicon Valley billionaire Vinod Khosla wants Martins Beach, a secluded crescent-shaped stretch of sand and bluffs, to himself. On the other, generations of beachgoers demand continued access to a path long used by the public. The squabble has spurred a spate of lawsuits that now focus on whether Khosla needs state permission to gate off the road — and a string of California courts has said he does.
Unwilling to back down, Khosla is now appealing to the U.S. Supreme Court over his right to shut out the public. His latest argument not only challenges the constitutionality of the Coastal Act — if taken up by the nation’s highest court, it would put into question long-established land use procedures and any state’s power to regulate development anywhere.
“It’s bold, it’s arrogant, it wants to strike at the core of our society,” said Joe Cotchett, lead attorney for the Surfrider Foundation, which sued Khosla in its fight for public coastal access. “This is so much bigger than a little beach in San Mateo County. It’s a steppingstone to every coastline in the United States.”
Khosla, not short on money nor shy on tactics, has tapped a new lawyer uniquely suited to overcome the longshot odds of bringing this argument before the nation’s nine top justices. Now leading his legal team is Paul Clement, who served as U.S. solicitor general under President George W. Bush, has clerked for the late Justice Antonin Scalia and “argued more Supreme Court cases since 2000 than any lawyer in or out of government,” according to his professional bio at Kirkland & Ellis LLP.
He has defended a number of conservative positions, such as arguing against same-sex marriage and leading the legal challenge against President Obama’s Affordable Care Act.
In his 151-page petition to the Supreme Court, Clement described California’s coastal policies as “Orwellian” and made the case that private property should not be taken for public use without just compensation: “the Coastal Act cannot constitutionally be applied to compel uncompensated physical invasions of private property.”
Clement and Khosla’s team of Bay Area lawyers did not respond to requests for comment. Khosla declined to comment for this article.
The Supreme Court will probably decide in the next three months whether to take up the case. Chances are slim: Of the thousands of appeals filed each year, only about 100 are granted review. But with conservative interpretations of property rights gaining prominence and President Trump’s recent appointment of Justice Neil M. Gorsuch, having the right lawyer and a well-crafted argument might just be enough to win the four Supreme Court votes needed for the case to move forward, legal experts said.
Khosla’s arguments, while ambitious, are “artfully drafted in an effort to capture the attention of at least four justices,” said Richard Frank, director of the California Environmental Law and Policy Center at UC Davis. “This petition is targeted directly at the conservative wing of the United States Supreme Court, and it certainly is plausible that the court could grant review in this case given the quality of representation and the issues involved.”
The issues date back to 2008, when Khosla, a co-founder of Sun Microsystems, bought the 89-acre property south of Half Moon Bay for $32.5 million.
The Deeney family that sold Martins Beach had, for almost a century, maintained a public bathroom, parking lot, even a general store. Surfers, fishermen and picnickers paid 25 cents to enter. The fee eventually went up to $10.
Khosla, in legal filings, said he “was willing to give the business a go, and continued to allow members of the public to access the property upon payment of a fee. But [he] soon faced the same problem the Deeneys had faced: The business was operating at a considerable loss, as the costs of keeping the beach, the parking lot and other facilities in operable and safe condition significantly exceeded the fees the business generated.”
So he shut the gate, hired security and posted “do not enter” signs.
A number of public interest groups have since sued Khosla. He, in turn, has sued the California Coastal Commission, the State Lands Commission and San Mateo County, over what he considered an interference of his property rights.
A San Mateo County Superior Court judge, however, dismissed his case, stating that he had to go through the commission’s permit process or enforcement proceedings before he could resort to a lawsuit.
The case that could be heard by the U.S. Supreme Court began when Surfrider sued Khoslaon the grounds that he failed to apply for the development permit required to change public access to the coastline. A local court sided with Surfrider and a state appeals court upheld that decision, ordering Khosla to unlock the gate while the dispute continues. Khosla appealed again to the state Supreme Court, which declined to hear the case.
Nowadays, the gate is sometimes open, sometimes closed. Sheriff’s officials have said it would not arrest members of the public for trespassing. The Coastal Commission last fall began the formal process of notifying Khosla of public access violations, which could amount to fines of as much as $11,250 per day per violation.
The commission, not an official party to the Surfrider suit, said it is reviewing Khosla’s appeal to the Supreme Court. The state attorney general’s office said it was aware of the petition and provided no additional comment.
Khosla is not the first wealthy landowner to challenge coastal regulations. Many still recall the 22-year fight with music producer David Geffen to unlock his Malibu gate. (Geffen eventually handed over the keys).
But not all fights have ended in public victory. When the Coastal Commission demanded in the 1980s that James and Marilyn Nollan allow the public to walk on their beachfront in Ventura in exchange for obtaining a building permit to enlarge their house, the Supreme Court ruled the agency had gone too far.
In handing down the 1987 Nollan vs. California Coastal Commission decision, Scalia compared the commission’s tactics to “an out-and-out plan of extortion.” The first of a number of rulings in which the court tilted the law toward protection of property rights, it dramatically scaled back the commission’s power to require public access ways to the coast.
“Nollan had a catalytic effect, and I expect any decision in the Martins Beach case … would have a similar sweeping and catalytic effect on public access law and property rights more generally,” Frank said. “It’s one of those landmark foundational cases that is cited all the time throughout the nation and has prompted more litigation.”
Ralph Faust, who was the commission’s general counsel from 1986 to 2006, said a striking difference between the Nollan case and Martins Beach is that Khosla is challenging the Coastal Act “as written, not as it’s applied.”
Nollan applied for a permit but didn’t like the stipulations the commission required, so he challenged them, Faust said. Khosla is skipping that step altogether and arguing that the requirement to seek a permit — as well as the state court injunction to maintain the status quo of keeping the gate open while the matter is being decided — violates his rights as a property owner.
“That’s a pretty stunningly broad attack on state government,” Faust said. “If he were to win on that and just get a declaration that the Coastal Act could not possibly be constitutionally interpreted to require a permit for that kind of development — that would be just huge.”
The Nollan case unfolded in unexpected ways and to this day affects the way access rights are argued and how land should be set aside for the public, Faust said. Should the Supreme Court take up Khosla’s appeal, the implications are beyond imaginable.
“Just because you think you know what the situation is when you’re talking about a case, doesn’t mean that’s how it’s going to look if the Supreme Court actually decides something,” he said.
“These things take on a life of their own.”
Interested in coastal issues? Follow @RosannaXia on Twitter.
UPDATES:
2:25 p.m.: This article was updated with additional details of the history of the legal dispute involving Martins Beach.
A guest blog on Scottish Environment Link by Glen Smith, a social science researcher and PhD candidate at UiT The Arctic University of Norway.
Diarmid Hearns is right to point to the importance of the Scottish planning system in determining how space is developed and, subsequently, how people live their lives (The Scotsman Opinion 18/01/2018). The National Trust for Scotland research findings that Mr Hearns discusses are indeed concerning. The sense of disconnect between citizens and a system that helps determine the use and non-use of space needs to be urgently addressed, as does the lack of trust in that system.
Much of the frustration towards the planning system stems from the limited opportunities for people to affect decision outcomes: around 60 per cent of those asked in the National Trust of Scotland survey felt this way. The planning system is plagued by instances of late or limited stakeholder engagement. Or, more worryingly, of no engagement at all.
It must be said that many Scottish people are pushing hard to right these wrongs. It remains a political hot topic, with some communities taking more direct action. Examples include the formation of Development Trusts or, in more radical cases, direct community land buyouts. Whilst it is true that any local ambitions to change land use patterns through these channels are still subjected to planning procedures, they are at least conceived through community-based committees. So the ‘step zero’ of planning can stem from local residents. But not all communities have the means to take such steps. Furthermore, they are a symptom of a problem, rather than a solution. Why would communities feel the need to take matters into their own hands? What is broken? How can we fix it? These are important questions.
Unfortunately, steps taken by the Scottish Government have done little to stop these questions being asked. The rhetoric is in place but the demonstrable impact is not. Communities might have taken centre stage in the most recent round of land reform, as indicated by the emerging Community Empowerment (Scotland) Act of 2015, but true participatory processes require a redistribution of power. That seems like a bridge too far for the Scottish Government. The new Planning Bill does not offer too much hope in this regard either. As pointed out by Planning Democracy SCIO, among others, the Planning Bill actually proposes to reduce the overall number of opportunities for community engagement in planning.
It is important that Scotland continues to push for a more democratic planning system. But I would like to suggest that the push be extended offshore to include marine spatial planning, especially for inshore waters. Scotland’s National Marine Plan is to be implemented in the Scottish Marine Regions where plans will be adapted to meet localised needs and demands. Some regions have already produced pretty comprehensive plans, although they took different routes to get there.
However, having studied the governance of marine spatial planning processes in Scotland for a number of years, it seems that as the system becomes institutionalised it is in danger of adopting some of the same failures from its terrestrial relative. Decisions made about the use or non-use of the seabed affect coastal communities. They can significantly change the social dynamics of coastal towns and villages as the necessary infrastructure and workforce are put in place to capitalise on ‘blue growth’ opportunities. Marine planning partnerships in the regions are designed to incorporate local opinions into decision making; but public input is not assured in most cases.
The challenges, laws and perceived relevance of marine and terrestrial planning differ considerably. But both need to be underpinned by the good governance principles of transparency and participation. The marine planning system is still in the making but it is never too early to ensure that such principles are built in. Diarmid Hearn talks of a great opportunity for “the Scottish Government and Scottish Parliament to get people back into planning and ensure their voice is heard”. I couldn’t agree more. But while we are here, let’s discuss the sea as well.
– Glen Smith is a social science researcher and PhD candidate at UiT The Arctic University of Norway. His work focuses on the governance of marine management in Scotland
Name a well-known environmental organisation. The World Wildlife Fund? Sure, everyone knows the panda, it has royal support and we’ve all seen pictures of dead elephants with gaping wounds.
But as horrible as wildlife crime is, there’s one criminal activity ten times bigger than all other illegal wildlife crime combined. Try naming it, or any organisation that combats it.
Sand mining has no bleeding elephants – but it is the elephant in the room of environmental issues. Illegal sand mining has ten times more value than all wildlife crime.
Had enough
Indeed, it’s bigger than all other environmental crimes combined, according to a study by Luis Fernando Ramadon, a mining crimes professor at the National Police Academy in Brazil.
Professor Ramadan told The Ecologist: “It’s an easy form of enrichment with less risk and costs than trafficking of drugs, humans or organs.” He adds that aside from being so profitable, “it is maybe also the most harmful to the environment”.
Asking Sumaira Abdulali how sand mining is harmful is like asking for a drizzle but receiving the full-blown Indian monsoon. “Soil erosion, landslides, water table loss, infertility of farmland, disturbances of ecosystems and marine life, beach disappearances, collapsing bridges…”.
One night in 2004, she had had enough of it. In what had become a nighttime routine, trucks came and went to the seafront near her house South from Mumbai. They stole the beach.
Abdulali called the police and drove to the beach. “Instead of rushing to the scene, the police tipped the illegal sand miners”, Abdulali told me.
Edgy grains
As she waited in her car for the police to arrive, the men came from the beach, pulled her out of her car and assaulted her. “During the beating, one guy asked: ‘Do you know who I am?’ He was the son of a local politician, but also owner of a large construction company.” His father later became the state’s environment Minister.
Abdulali sued the sand mafia and won. But fighting the sand mafia is a risky affair. Sandhya Ravishankar, a Chennai based journalist, was threatened for her reports on Tamil Nadu’s sand mafia.
Despite a ban in 2013, beach sand mining for minerals remained a lucrative business in Tamil Nadu. At one point police raided 15 locations simultaneously, finding 455,245 ton of illegally mined beach minerals. The evidence suggests that almost a million tons has been exported since the ban has come into force.
Abdulali and Ravishankar are sand mafia challengers who survived. According to author and expert Vince Beiser, hundreds of people were killed over sand extraction, in India alone.
Contrary to our intuition, useful sand is scarce. Forget deserts. Desert winds make sand roll and therefore round. Edgy grains are needed for concrete, the main use of sand. Building booms have caused these sand mining booms – but there’s another reason why 75 to 90 percent of all beaches are disappearing.
Nuclear waste
Minerals such as rutile and ilmenite, found in beach sand, are in everything from titanium parts of consumer goods to paint to paper to plastics. India has 35 percent of all ilmenite. Going to Goa with sunscreen in your luggage? There is a good chance that the ilmenite in it came from a beach.
In Indonesia, Australia’s Indo Mines Limited is after the iron on one beach, which doubles as a barrier against salt intrusion from the ocean into coastal farms.
When they proposed a massive expanding to cover a 1.8km by 22km area – also the home of 20,000 people – the resistance went ballistic. Many community members were jailed and police brutalities left 41 people injured.
In The Gambia, an 11-year old boy fell to his death in one of the massive holes left behind by a sand mining firm, a hole they should have filled. The beach is now flooded, attracting crocodiles that attacked women who tend nearby gardens.
In this conflict, 45 people were arrested and sued. Zircon, the mineral mined here, was exporting to China. Aside from being sold as gemstone, sand is used to store nuclear waste.
Enlightened CEOs
Camila Rolando, a Barcelona based researcher, maps environmental conflicts in Western Africa for the EnvJustice project. “The conflict in The Gambia left an impression across the Senegalese border.
“The villages around the Niafrang dune try to prevent that a new beach mine opens there. They depend on rice growing, market gardening, fishing, oyster farming and tourism – all of which would be negatively affected.”
An armed rebel group in Senegal, the MFDC, is also against the proposed project. In reaction, the Senegalese government deployed extra military forces in the area. This is how sand wars can start.
Will you ever walk into a shop and ask for a pot of Tamil-Nadu-free-paint? No. And there’s no tropical beach logo for this. Waiting for enlightened CEOs is equally naive.
Whether it is India, Indonesia, South Africa or Senegal: the battles for our beaches are “environmentalism of the poor”, a term coined by the award winning economist Joan Martinez-Alier.
Rich places
Only 15 percent of the world’s population lives in North America or Europe but they consume about 50 percent of all titanium dioxide – whose production lines creates conflicts everywhere but in North America or Europe.
The Atlas of Environmental justice has the details of nine local sand conflicts relating to ilmenite and rutile alone – all in the Global South. So what can we do?
Martinez-Alier argues that humanity needs to dig, produce and trade a factor less. In his jargon, digging in The Gambia for production in China and selling in the US is all part of the social metabolism of the global economy, like blood that flows through a body. Based on planetary boundaries data, he argues the global economy suffers from too high blood pressure.
Martinez-Alier said: “Those calling for green growth fail to understand that the inputs of energy and materials into the economy grow to unsustainable levels.
“Whether it is sand, fossil fuel or timber: most materials flow from impoverished to rich places, whether across the oceans or inside large countries like China or India. Local environmental conflicts are born from the opposition to this.”
Unscrupulous companies
However, Martinez-Alier adds: “When a success is achieved against some dirty local extraction, the knowledge of how to win is quickly reinforcing a global movement for environmental justice.” It seems that the multinationals are becoming ever more powerful, but so are the multinational anti-extraction coalitions.
Sand conflicts rage on all continents, but the conflict level is so granular that we fail to see them. Especially in poorer countries, communities increasingly find themselves battling on frontlines opened by unscrupulous companies and complicit local politicians.
These communities need all the support we can give them. And it is they who deserve the credit for trying to throw some sand in the already overheated machine that we know as the global, industrialised economy.
This Author
Nick Meynen is the project officer for global policies and sustainability at the European Environmental Bureau.