Συμφραζόμενα
To τελευταίο διάστημα, μια πρωτόγνωρη ροή καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση τζαι άσκηση λεκτικής ή σωματικής βίας στον εργασιακό χώρο αλλά τζαι σε άλλους χώρους κατακλύζει τη δημόσια σφαίρα. Σε πολλές χώρες του κόσμου τα γυναικεία κινήματα ανεβάζουν ξανά τα μανίτζια τζαι αγωνίζουνται για τιμωρία των θυτών, για διαμόρφωση προστατευτικών μηχανισμών υπέρ ατόμων που επιβιώσαν βιασμού, σεξουαλικής παρενόχλησης ή έμφυλης κακοποίησης, τζαι για εδραίωση αντισεξιστικής κουλτούρας. Τούντο κείμενο εν μια προσπάθεια να κάμουμε ξεκάθαρο το διακύβευμα τούντης περιόδου σε σχέση με την έμφυλη βία τζαι τες διασυνδέσεις της με το υπάρχον συστημικό πλέγμα. Παράλληλα εν τζαι μια προσπάθεια, να συμβάλουμε, ως κινηματικός χώρος, στη δημιουργία δομών τζαι δικτύου προστασίας ατόμων που επιβιώσαν που έμφυλη βία.
Στην Κύπρο, για δεκαετίες ολόκληρες, άτομα σε συνθήκες ευαλωτότητας -γυναίκες, μετανάστριες, γκέι άντρες, τρανς άτομα, κουήρ υποκείμενα, παιδιά- που επιβιώσαν που έμφυλη βία ετοποθετούνταν σε καθεστώς σιωπής εξαιτίας της ανεπάρκειας κράτους, θεσμών τζαι κοινωνίας για παροχή προστασίας τζαι υλικής τζαι ψυχολογικής υποστήριξης. Μόλις θκυο χρόνια πριν, «εβάψαν» τον ύπνο μας οι δολοφονίες γυναικών μεταναστριών που άντρα σε στρατιωτικό αξίωμα. Τότε, οι καταγγελίες εξαφάνισης αγνοηθήκαν, με το πρόσχημα ότι «μάλλον» οι γυναίκες επεράσαν στα κατεχόμενα, τζιαι σήμερα, τούτη η εγκληματική αμέλεια παραμένει ατιμώρητη, καθώς το δικαστήριο αποφάσισε ότι κανένας εμπλεκόμενος αστυνομικός εν θα διωχθεί ποινικά.
Κρατική, θεσμική τζιαι κοινωνική ανεπάρκεια
Ανεπαρκείς κρατικές τζαι θεσμικές υπηρεσίες προστασίας ευάλωτων ατόμων, κουλτούρα συγκάλυψης εγκλημάτων έμφυλης βίας, ανοχή των δικαστηρίων σε βιαστές με μικρές ποινές τζαι ελαφρυντικά, απαλλαγή ιερωμένων κακοποιητών που την εκκλησία εν χαρακτηριστικά του συστήματος που συνδέουνται με το ευρύτερο δίκτυο της πατριαρχίας τζαι των ανισοτήτων, όπως τούτες διασταυρώνουνται πάνω στα σώματά μας τζαι στην καθημερινή μας εμπειρία (το φύλο μας, η τάξη μας, η σεξουαλικότητά μας, η ικανότητά μας, οι εθνικές σημάνσεις). Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η πρόσφατη γυναικοκτονία στο χωριό Εργάτες, όπου γνωστός επί χρόνια κακοποιητής δολοφόνησε στο σπίτι τους τη γυναίκα του τζαι τον μικρό τους γιο. Τραγικό, επίσης, παράδειγμα, η υπόθεση της Έλενας Φραντζή, η οποία, που ηλικία 4 χρονών, κακοποιούνταν σεξουαλικά που τον ιερωμένο στην ανάδοχη οικογένεια που είσιε δοθεί, τζαι που παρόλες τες προσπάθειές της να φέρει την κακοποίησή της στην επιφάνεια, οι, κατά τα άλλα, υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας εφροντίσαν να την κρατήσουν καλά αποσιωπημένη.
Στην Κύπρο, όπως τζαι σε άλλες χώρες, η αδυναμία της αστυνομίας να προστατέψει τα θύματα εν κραυγαλέα. Τα θύματα πολλές φορές αποθαρρύνουνται να καταγγείλουν τους θύτες τζαι τούτον έσιει να κάμει με μια φοβερά προβληματική νοοτροπία ανεκτικότητας που επιβάλλεται να επιδεικνύουν οι γυναίκες/τα θύματα προς το ανδρικό προνόμιο τζαι τη βία που ασκεί ο εκάστοτε θύτης για να το διατηρήσει. Τούτη η αποθάρρυνση εκφράζεται με «συμβουλές» του τύπου: εννα σάσει με τον τζαιρόν, κάμε υπομονήν, μεν του αντιμιλάς, έτσι εν οι αρσενιτζοί, μα τζαι συ κάτι πρέπει να του είπες, κάτι πρέπει να του έκαμες, τι εν τούτα που φορείς κ.λπ. Βέβαια, τούτον αποσκοπεί στην αποφυγή στοιχειοθέτησης μιας υπόθεσης τζαι τη διαιώνιση της έμφυλης ιεραρχίας μέσα που τη δημιουργία μιας κουλτούρας αποσιώπησης τζαι συγκάλυψης.
Στο πλαίσιο της πατριαρχικής επιτελεστικότητας των φύλων, το ανδρικό φύλο επιστρατέφκει πολλούς μηχανισμούς επικράτησης για να φτάνει κάθε μέρα στο οντολογικό συμπέρασμα «είμαι άντρας ακόμα, είμαι κυρίαρχος, εν έχασα το πάνω σιέρι». Πολλές φορές, τούτοι οι μηχανισμοί εν εκφράζουνται με εμφανώς βίαιη συμπεριφορά, αλλά λεκτική τζαι συναισθηματική κακοποίηση, χειριστικότητα, άσκηση εξουσίας, υποτιμητικά, μισογύνικα σχόλια τζαι επίδειξη θέσης ισχύος. Τούτον εφάνηκε τζαι στες υποθέσεις που εφκήκαν στην επιφάνεια στην Ελλάδα τζαι μετέπειτα τζαι στην Κύπρο. Σε πολλές που τούτες τες καταθέσεις, η κακοποίηση εν άφηννε σημάθκια ορατά που να μπορούν να λειτουργήσουν ως μαρτυρία ή να στοιχειοθετηθούν δικαστικά. Αφορούσεν, όμως, κατάχρηση θέσης εξουσίας τζαι λεκτική κακοποίηση σε βαθμό που οδηγούσε τα θύματα πολλές φορές σε ψυχολογική κατάπτωση, εφόσον ήταν αναγκασμένα να ανεχτούν τη συγκεκριμένη συμπεριφορά για να μεν χάσουν τη δουλειά τους, για να μεν περιθωριοποιηθούν εργασιακά ή για να μεν στιγματιστούν με άλλες κατηγορίες.
Τα θύματα, λοιπόν, τούντης βίας εν συνήθως (νεαρές) γυναίκες, ομοφυλόφιλοι άντρες, ανήλικ@ έφηβ@ ή παιδιά. Ευάλωτα, δηλαδή, άτομα σε ένα ευρύτερο δίκτυο πατριαρχικής τζαι καπιταλιστικής βίας που κανονικοποιεί τζαι επιτρέπει την αναπαραγωγή σχέσεων εξουσίας. Τζαι εν δαμέ ακριβώς που το πρόβλημα αποκαλύπτει τες διασταυρώσεις του.
Πατριαρχία τζαι καπιταλισμός
Εντός της πατριαρχίας, ενθαρρύνεται η ιδέα ότι οι άντρες ένι τζαι πρέπει να αισθάνουνται κυρίαρχοι. Οι άντρες θεωρούν ότι πρέπει να έχουν το πάνω σιέρι στον δημόσιο τζαι στον ιδιωτικό χώρο, να αποκαθιστούν μιαν αίσθησην ισχύος τζαι ελέγχου, που την εξισώνουν με την αρρενωπότητα. Άντρες με οικονομικήν τζαι πολιτικήν ισχύ θεωρούν ότι έχουν δικαίωμα άσκησης εξουσίας τζαι πολλά συχνά εκδηλώνουν διάχυτα τον μισογυνισμό τους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα οι δηλώσεις Αναστασιάδη για την αεροπειρατεία, το 2016, σε πτήση προς Κύπρο (που αλλοδαπό πρώην σύζυγο Κύπριας υπηκόου), σχετικά με τον λόγο του συμβάντος: «Πάντα υπάρχει μια γυναίκα». «Πάντα υπάρχει μια γυναίκα» για τον λόγο που οι άντρες γίνουνται βίαιοι ή «εξωθούνται στα άκρα» λαλεί μας ο Πρόεδρος της ΚΔ! Σε ίδιο μήκος κύματος εκινήθηκε τζαι το «You are too cute», ως απάντηση (!) σε ερώτηση γυναίκας δημοσιογράφου ή το πρόσφατο infantilization της Υπουργού Δικαιοσύνης, Έμιλυς Γιολίτη στο αίτημα του κόσμου να αποδοθούν ευθύνες για κατάχρηση εξουσίας.
Όμως, τούτος ο προνομιακός Λόγος που εγκαθιστά τες γυναίκες στη θέση του φταίχτη για την βία που τελικά θα βιώσουν, εν αφορά μόνο πολιτικά τζαι/ή οικονομικά ισχυρά ανδρικά υποκείμενα: η προσπάθεια έμφυλης κυριαρχίας στο πλαίσιο της πατριαρχίας, εν διαταξική. Καθώς ούλλο τζαι περισσότεροι άντρες στον σύγχρονο (ύστατο hopefully) καπιταλισμό, ωθούνται στην ανεργία ή στην εργασιακήν επισφάλεια, τζαι ούλλο τζαι περισσόττερες γυναίκες μπαίνουν στην εργασία για να εξυπηρετήσουν τες καπιταλιστικές ανάγκες, πολλοί άντρες με τη χρήση λεκτικής ή/τζαι σωματικής βίας προσπαθούν να διατηρήσουν την κυριαρχία τους, τον ρόλο τους δηλαδή στην έμφυλην ιεραρχία, καθώς νιώθουν να χάνουν τον έλεγχο τζαι το αντρικό τους γόητρο μέσα στες συνθήκες εξαθλίωσης του καπιταλισμού.
Ο σεξιστικός τρόπος σκέψης πάει σιέρι σιέρι με τον καπιταλισμό τζαι τα συστήματα που προάγουν τον ανταγωνισμό τζαι την ιεραρχία. Σε ένα σύστημα μιλιταριστικού καπιταλισμού, τούτες οι συνδέσεις μπορούν να γίνουν εύκολα. Όσον η σεξιστική σκέψη διαμορφώνει τα αγόρια ως δυνάμει «δολοφόνους», ως στρατιώτες του ιμπεριαλισμού που πρέπει να διατηρούν εξουσία επί άλλων χωρών τζαι περιθωριοποιεί τες γυναίκες σε περιφερειακούς, παθητικούς ή συγκαταβατικούς ρόλους, τότε η έμφυλη βία ενναν μέρος της καθημερινότητάς μας τζαι κάθε φορά που στο δελτίο εννα παίζει έναν ακόμα «έγκλημα πάθους» με πρωταγωνιστή ένα άτομο «με ψυχολογικά προβλήματα», εμείς εννα πέφτουμε που το συννεφούι.
Ξέρουμεν τζαιρό τωρά, ότι καθένα που τούτα τα εγκλήματα, ένεν έγκλημα πάθους, ούτε τα ψυχολογικά προβλήματα που είσιεν ο θύτης εν ξεκάρφωτα που το πατριαρχικό πλαίσιο. Εν τζαιρός να σταματήσει τούτη η αποπολιτικοποίηση στον λόγο περί εγκλήματος στην Κύπρο. Καθένα που τούτα τα εγκλήματα εν έγκλημα πατριαρχίας τζαι μισογυνισμού, με θύτην έναν άντρα που εδιδάχτηκεν τζαι αισθάνεται ότι έσιει το δικαίωμα, που θέση τοξικής αρρενωπότητας, να επιτεθεί, ακόμα τζαι να αφαιρέσει τη ζωή μιας γεναίκας, για να αποκαταστήσει την έμφυλη τάξη. Κάθε φοράν, έσιει σχέση με τους έμφυλους ρόλους τζαι την αποκατάστασή τους, όπως είπαμε παραπάνω.
Τι εν τζείνο που διά τη δικαιοδοσία σε έναν άτομο σε θέση στρατιωτικού να αφαιρέσει ζωές μεταναστριών γυναικών, αν όι η απαξίωση των ζωών τούτων των γυναικών, στο πλαίσιο ενός λόγου τζαι ενός συστήματος φτηνής οικιακής εργασίας, που τες υποβίβασε σε αναλώσιμα προιόντα, που τες απογύμνωσε ως ανθρώπινες οντότητες, που τους αφαίρεσε τζαι τους αφαιρεί βασικά πολιτικά τζαι εργασιακά δικαιώματα. Εν τέθκοιες θανατοπολιτικές, στα πλαίσια του καπιταλισμού, που επέτρεψαν στον κάθε Μεταξά να εξαφανίζει γυναίκες σε παρόμοια θέση, τζαι στην αστυνομία να αμελεί εγκληματικά για την εξαφάνισή τους. Η απαξίωση της ζωής τούτων των γυναικών βρωμεί φασισμό. Εν η απαξίωση της ζωής που οδήγησε κάποτε στο ολοκαύτωμα. Τζαι εν καθημερινή διαπαιδαγώγηση, φασιστική προπαγάνδα, πλύση εγκεφάλου, ώσπου να φτάσει «να χαλάσει το μηχανάκι του Ες Ες», όπως έγραφε χαρακτηριστικά ο Καμπανέλλης, στη μαρτυρία του για το Μαουτχάουζεν.
Διεκδικώ λοιπόν, το δικαίωμα της μαρτυρίας. Διεκδικώ το δικαίωμα να ενθυμούμαι τες νεκρές μου. Θέλω όπως η Αντιγόνη να πενθήσω τες νεκρές μου. Θέλω όπως η Αντιγόνη, να θάψω τες νεκρές μου. Τζαι θέλω ο Κρέοντας, επιτέλους, να καταποντιστεί.
Ανάληψη ευθύνης
Τον περασμένο Φλεβάρη, μέσα που ένα μακροσκελές κείμενο στον προσωπικό της λογαριασμό σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, η μουσικός Ανδρούλα Καφά περιέγραψε την παρενόχληση που εβίωσε σε νεαρήν ηλικία στον χώρο του θεάτρου, συμβάλλοντας στο να ξεκινήσει τζαι στην Κύπρο μια συζήτηση πάνω στο θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης τζαι της έμφυλης κακοποίησης. Ακολούθησεν η δημόσια τοποθέτηση του ηθοποιού Ανδρέα Φυλακτού για τη σεξουαλική παρενόχληση που εβίωσε, όταν εργάζετουν στον ΘΟΚ (αναφερόμενος σε «διαμεσολαβητή»). Μέσα σε τούντο κλίμα τζαι με αφορμή τες δηλώσεις του Ανδρέα Φυλακτού, η Υπουργός Δικαιοσύνης Έμιλυ Γιολίτη, εφκήκε να δηλώσει ότι «η αδράνεια των θυμάτων προστατεύει τους θύτες», παραγνωρίζοντας ξανά που τη θέση του προνομίου της, την ανυπαρξία κοινωνικού τζαι θεσμικού δικτύου προστασίας για άτομα που έχουν επιβιώσει σεξουαλικής παρενόχλησης, τζαι διαιωνίζοντας την κουλτούτα του victim-blaming. Λίο τζαιρό μετά, εκυκλοφόρησε η επιστολή του Δημήτρη Χειμώνα για την έλλειψη στήριξης που μέρους του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (ΘΟΚ) στην καταγγελία του για σεξουαλική παρενόχληση.
Ο ασκός του Αιόλου άνοιξε τζαι παρότι ακόμα η κυπριακή μικροκοινωνία εν μουθκιασμένη, κάτι φαίνεται να αλλάσσει. Η Ένωση Κυπρίων ηθοποιών δέχεται αρκετά παράπονα το τελευταίο διάστημα τζαι διά οδηγίες για το πώς να κάμεις καταγγελία. Το Δίκτυο Ενάντια στη Βία κατά των Γυναικών παρέχει υποστήριξη σε γυναίκες που υπέστηκαν έμφυλη βία. Ομάδες φεμινιστικές οργανώνουνται με αυξανόμενους ρυθμούς, δράσεις κατά της έμφυλης βίας πλημμυρίζουν τη δημόσια σφαίρα, προσπαθώντας να ασκήσουν πίεση για τη δημιουργία ενός ευρύτερου θεσμικού δικτύου προστασίας τζαι μιας κουλτούρας αντισεξιστικής. Η βία ανησυχεί τζαι απασχολεί έναν μεγάλον αριθμό ανθρώπων πλέον, όμως εν σημαντικό τούτη η βία να συνδεθεί με την πατριαρχική σκέψη. Η φεμινιστική σκέψη προσφέρει εργαλεία ερμηνείας τούτης της κατάστασης. Τζαι εν στο σιέρι μας να καταστήσουμε τούτα τα εργαλεία διαθέσιμα σε ούλλ@. Για τη διαμόρφωση μιας αντιπατριαρχικής κουλτούρας σε επίπεδο κοινωνίας, κινηματικών δομών τζαι πολιτικών θεσμών.
Πρώτα εμείς μέσα που τες κινηματικές διαδικασίες δηλώνουμε μηδέν ανοχή σε εμφυλη βια τζαι παρενόχληση. Δεν θεωρούμε το κίνημα απαλλαγμένο που σχέσεις εξουσίας ή ρομαντικοποίηση της βιας. Πρώτα εμεις διατηρούμε το δικαίωμα να δημιουργούμε ασφαλείς χώρους μακριά που οποιοδήποτε μας καταπιέζει, χωρίς να έχουμεν υποχρέωση να λογοδοτούμε εσωτερικά ή εξωτερικά στο κίνημα, σε οργανώσεις ή ομάδες για τούτο. Γινουμαστεν η αγκαλιά που θέλουμε να έχουμεν όταν βρεθούμε σε ευάλωτη θέση τζαι χτίζουμε την εμπιστοσύνη μεταξύ μας. Παράλληλα, φροντίζουμε να δημιουργήσουμε τζαι να διοχετεύσουμε στη δημόσια σφαίρα το λεξιλόγιο που χρειαζούμαστε ώστε να περιγράψουμε τες παραβιάσεις που βιώνουμε, τζαι που πολλές φορές δεν μας ένι διαθέσιμο. Η απουσία τούντου λεξιλογίου οδήγησε πολλές φορές στο να αποκαλεστούμε εμείς τζαι πολλές άλλες παράλογες, υπερβολικές ή πελλές. Τούτο το κείμενο, λοιπόν, εν μια προσπάθεια κατανόησης του πατριαρχικού τζαι καπιταλιστικού χαρακτήρα της βίας που βιώνουμε τζαι που γινούμαστε μάρτυρες καθημερινά, τζαι ταυτόχρονα, μια απόπειρα προώθησης ενός τέθκοιου λεξιλογίου.
Στην Κυπριακή Δημοκρατία το καθεστώς εξαίρεσης που ισχύει που το 1963 υποχρεώνει ούλλους τους άρρενες πολίτες να πραγματοποιούν στρατιωτική θητεία αμέσως μετά το λύκειο, ενώ μετά τις σπουδές υποχρεούνται να ενταχθούν στον εφεδρικό στρατό. Με πρόσχημα τον «εθνικό κίνδυνο», που διατηρείται που τη μη-λύση του κυπριακού προβλήματος, η συμμετοχή στον εφεδρικό στρατό εν το «ιερό καθήκον» που πρέπει να υπηρετήσουν ούλλοι τζιαι έτσι κάθε άντρας πολίτης της Κυπριακής Δημοκρατίας συμμετέχει 1 ή 2 φορές τον χρόνο σε στρατιωτικές ασκήσεις τζαι σχεδόν κάθε σπίτι στην Κυπριακή Δημοκρατία έσσιει ένα G3 φυλαγμένο κάπου σε έναν αρμάρι.
Όμως, ο στρατός εκ φύσεως στρέφεται ενάντια στην ανθρώπινη ζωή τζαι ως μηχανισμός «εκπαιδεύει» τον υπηρετούντα να υποτάσσεται ολοκληρωτικά και χωρίς αντιρρήσεις σε κάθε εξουσιαστικό θεσμό. Έτσι η αντίρρηση συνείδησης αποτελεί μια ελευθεριακή πράξη πολιτικής ανυπακοής τζαι μια ουσιαστική αντιμιλιταριστική δράση, την οποία θεωρούμε ότι οφείλουμε να στηρίξουμε.
Μέσα σε τούτα τα πλαίσια ετοιμάσαμε έναν οδηγό που περιλαμβάνει σημαντικές πληροφορίες τζαι συμβουλές σε σχέση με την αντίρρηση συνείδησης τζαι την εναλλακτική εφεδρική υπηρεσία.
Τον περασμένο Ιούλη, κατατέθηκε πρόταση νόμου για ποινικοποίηση της αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών που την κοινοβουλευτική ομάδα του ΑΚΕΛ. Τούτη η πρόταση βασίζεται στο σκανδιναβικό μοντέλο (nordic model) τζιαι εν μέρος τούτου που ονομάζεται carceral feminism, της προσέγγισης, δηλαδή, που βλέπει την αυξημένη αστυνόμευση, επιτήρηση, διώξεις, φυλακίσεις τζιαι άλλες διαδικασίες του ποινικού συστήματος ως πρώτη γραμμή αντιμετώπισης της βίας εναντίον των γυναικών. Σε τούτο το πλαίσιο, επικρατεί η αντίληψη ότι η πορνεία ισοδυναμεί με βία κατά των γυναικών τζιαι, συνήθως, η οποιαδήποτε συμμετοχή στην βιομηχανία του σεξ ορίζεται με όρους σωματεμπορίας (trafficking) αντί εργασίας, αποτρέποντας οποιαδήποτε συζήτηση για εργασιακά δικαιώματα τζιαι προστασίες των σεξεργατριών. Ειρωνικά, ενώ υπερτονίζεται η κακοποίηση τζιαι εκμετάλλευση εκ μέρους μαστροπών τζιαι πελατών, στις δηλώσεις των υποστηρικτών της πρότασης εν ακούμε λέξη για άλλες μορφές έμφυλης βίας, που εννά νομιμοποιηθούν ακόμα περισσόττερο, αν περάσει το νομοσχέδιο,–που μπάτσους, ιδιοκτήτες, λειτουργούς της υπηρεσίας αλλοδαπών τζιαι μετανάστευσης τζιαι άλλους.
Αφού περιγράψουμε εν συντομία το σκανδιναβικό μοντέλο, πάνω στο οποίο βασίζεται η πρόταση, τζιαι δούμε πώς πτυχές του βρίσκονται ήδη σε εφαρμογή, βάσει των υφιστάμενων νόμων, με αρνητικές συνέπειες για τες σεξεργάτριες, εν να προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τζιαι να δούμε με μια κριτική ματιά τες υποβόσκουσες υποθέσεις γυρώ που το σεξ, την εργασία τζιαι την μετανάστευση. Μέσα που τούτη την ανάλυση, φτάννουμε σε κάποια συμπεράσματα τζιαι προβλέψεις για περισσότερη βία, επισφάλεια τζιαι καταστολή των ατόμων που πουλούν υπηρεσίες σεξ, σε περίπτωση εφαρμογής του προτεινόμενου νομοσχεδίου. Τούντα συμπεράσματα, όμως, έννεν ούτε τζιαινούρκα ούτε μόνο δικά μας. Εν βασισμένα στες φωνές σεξεργατριών/ων που άλλες χώρες, όπου εφαρμόστηκαν ίδια τζιαι παρόμοια νομοσχέδια ποινικοποίησης των πελατών, τζιαι άλλοι νόμοι, που κάθε άλλο παρά προστασία, δικαιώματα τζιαι ενδυνάμωση έχουν να προσφέρουν.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Το σκανδιναβικό μοντέλο, στο οποίο βασίζεται η πρόταση για ποινικοποίηση αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών συγκεντρώνεται σε τέσσερις τομείς: τους αγοραστές, τα άτομα που πουλούν υπηρεσίες σεξ, υπηρεσίες «εξόδου» τζιαι τρίτα άτομα (π.χ. μαστροπούς ή διακινητές). Εστιάζει στην ποινικοποίηση των πελατών, πιστεύκοντας πως με τούτο τον τρόπο στέλνεται ένα ηχηρό μήνυμα στην κοινωνία –τζιαι κυρίως στους άνδρες–, ότι η αγορά υπηρεσιών σεξ εν κάτι κακό. Κατά συνέπεια, πιστεύκει ότι με τούντο τρόπο εννά μειωθεί η ζήτηση για τέθκοιες υπηρεσίες. Το άλλο, θεωρητικά δυνατό χαρτί του μοντέλου, που συνεισφέρει στην προβολή του ως πανάκεια για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι σεξεργάτριες, εν τα διάφορα σχέδια τζιαι υπηρεσίες «εξόδου», που σκοπεύκουν να βοηθήσουν όσες θέλουν να βρουν στήριξη τζιαι να αλλάξουν επάγγελμα.
Αντιλαμβανόμαστε γιατί πολλά που τούτα ακούουνται καλά, τουλάχιστον στα χαρτιά. Όπως εν να δούμε πάρακατω,όμως, στην εφαρμογή του, τίποτε έννεν τόσο καλόν όσον ακούεται. Εν υπάρχει τρόπος να μειωθεί η ζήτηση, χωρίς να αφήκει τα άτομα που πουλούν σεξ εκτεθειμένα σε συνθήκες επισφάλειας, επιτήρησης, καταστολής, με αρνητικό οικονομικό αντίκτυπο τζιαι μειωμένη διαπραγματευτική δύναμη με τους πελάτες τους. Επίσης, αν τζιαι οι υποστηρικτές του μοντέλου τείνουν να τονίζουν την ποινικοποίηση της ζήτησης (πελάτες) σε αντιδιαστολή με την αποποινικοποιημένη προσφορά (σεξεργάτριες), επί του πρακτέου, σε κάθε χώρα που εφαρμόζονται τέθκοια μοντέλα διατηρείται άμεσα ή έμμεσα ποινικοποίηση της σεξεργασίας, μέσα που την ποινικοποίηση της προώθησης των υπηρεσιών αλλά τζιαι πρακτικών που χρησιμοποιούν οι σεξεργάτριες για δική τους ασφάλεια, όπως το να νοικιάζουν μαζί κάποιο χώρο για να εργάζονται. Σε μια σύντομη αναζήτηση για την Κύπρο, εμφανίζονται διάφορα περιστατικά συλλήψεων δύο ή τριών γυναικών, με κατηγορίες για μαστροπεία τζιαι «αποζείν από κέρδη πορνείας». Σε άλλες περιπτώσεις στο εξωτερικό, συνοδοί που διαφημίζονται ως «duo», διαφημίζοντας δηλαδή την δυνατότητα για τρίο μαζί με τον πελάτη τζιαι μια άλλη σεξεργάτρια, κατηγορούνται για διατήρηση οίκου ανοχής. Ο φόβος των ιδιοκτητών σπιτιών τζιαι διαμερισμάτων να μεν διωχθούν νομικά ως τρίτα πρόσωπα που κερδοφορούν που κέρδη πορνείας, μαστροποί ή διατηρητές οίκου ανοχής, δυσκολέφκει την πρόσβαση σε ασφαλές εργασιακό περιβάλλον για πολλές σεξεργάτριες τζιαι διατηρεί ψηλά τον αριθμό των εξώσεων. Στην Αμερική, τα νομοσχέδια Fight Online Sex Trafficking Act (FOSTA) τζιαι Stop Enabling Sex Traffickers Act (SESTA), που περάσαν πριν θκυο χρόνια με στόχο να εμποδιστεί η σωματεμπορία μέσω διαδικτύου, κατέστησαν διάφορες διαδικτυακές πλατφόρμες υπεύθυνες για το τι κάμνουν οι χρήστες στις πλατφόρμες τους. Μέσα που τούντες πλατφόρμες, όμως, πέραν που κάποια περιστατικά, που έχουν όντως να κάμουν με καταναγκαστική πορνεία ή σωματεμπορία, οι σεξεργάτριες επροωθούσαν τις υπηρεσίες τους, αλλά τζιαι εμπορούσαν να φιλτράρουν τους πελάτες τους πριν προχωρήσουν σε φυσική συνάντηση. Αν τζιαι η Αμερική εν υιοθετά το σκανδιναβικό μοντέλο, αφού εν πιο κοντά σε ένα μοντέλο πλήρους ποινικοποίησης της σεξεργασίας, αναφέρουμε τούτο το παράδειγμα, για να τοποθετήσουμε την πρόταση για αλλαγή νόμου στην Κύπρο εντός μιας παγκόσμιας κλίμακας επίθεσης στα δικαιώματα των εργαζομένων στο σεξ, στο όνομα της προστασίας τους τζιαι της καταπολέμησης της σωματεμπορίας.
Στην Κύπρο, είδαμε τούντο μοντέλο να παρουσιάζεται ως σωτήρια λύση στην αδυναμία της αστυνομίας να συλλάβει, να διώξει τζιαι να καταδικάσει μαστροπούς τζιαι διακινητές. Ήδη που δαμέ εν φανερή η σύνδεση μεταξύ πορνείας τζιαι σωματεμπορίας, που πηγάζει που συγκεκριμένες ιδεολογικές αντιλήψεις για το σεξ. Βλέπουμε σε διάφορες συζητήσεις μια προσπάθεια να αντλήσουν κοινωνική τζιαι ηθική νομιμοποίηση, μέσα που αναφορά στα θύματα σωματεμπορίας που η ΚΔ απέτυχε να προστατεύσει, τζιαι την ανυπαρξία καταδίκης οποιουδήποτε σωματέμπορα1. Για να εντάξουμε την πρόταση ποινικοποίησης αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών σε ένα σύντομο χρονικό των τελευταίων δέκα χρόνων, σημειώνουμε τα ακόλουθα:
2009 – κατάργηση βίζας καλλιτέχνιδος
2010 – καταδίκη ΚΔ που ΕΔΑΔ για υπόθεση Οξάνας
2014 – ποινικοποίηση χρήσης υπηρεσιών θυμάτων σωματεμπορίας
2020 – πρόταση για ποινικοποίηση αγοράς σεξουαλικών υπηρεσιών
Όσον αφορά το προτεινόμενο «σχέδιο εξόδου», έννεν κακό που μόνο του να υπάρχει κάποιο πρόγραμμα για σεξ-εργάτριες που αυτόβουλα θέλουν να αλλάξουν τομέα εργασίας ή να υπάρχει πρόσβαση σε υπηρεσίες στήριξης με μια λογική μείωσης της βλάβης (harm reduction), που θα μπορούσε να συμπεριλαμβάνει μεταξύ άλλων διανομή προφυλακτικών, δωρεάν εξετάσεις για ΣΜΝ, σεμινάρια για ασφαλέστερη εργασία κ.ά. Το όνομα, όμως, εν που μόνο του προβληματικό τζιαι ιδεολογικά φορτισμένο, ενδεικτικό του πώς κάποιοι φαντάζονται την εργασία στην βιομηχανία του σεξ, ως ένα εφιάλτη,δηλαδή, που τον οποίο κάποια πρέπει να διαφύγει. Αν τζιαι δεν εδημοσιευτήκαν οι λεπτομέρειες της πρότασης, κάποια πράματα εν προβλέψιμα. Για να λειτουργήσει αποτελεσματικά ένα τέτοιο σχέδιο κοστίζει. Πολλά. Τούτο, γιατί ένα σημαντικό κομμάτι του εν μπορεί, παρά να εν η οικονομική υποστήριξη όσων σταματούν να δουλέφκουν ως σεξεργάτριες, ώσπου να βρουν μια δουλειά, μέσα που την οποία να μπορούν να διασφαλίζουν αρκετούς πόρους για να ζουν. Στην Σουηδία, όμως, που συχνά παρουσιάζεται ως το success story του μοντέλου, τα λεφτά που εχορηγηθήκαν στην αστυνομία, σε πολλαπλές περιπτώσεις, με στόχο την επιβολή του μοντέλου εν δυσανάλογα περισσότερα σε σχέση με όσα εχορηγήθηκαν σε διάφορα κέντρα που προσφέρουν κοινωνικές υπηρεσίες τζιαι στήριξη σε σεξεργάτριες2. Στην Κύπρο, ενώ θεσμοί, όπως η Πολυθεματική Συντονιστική Ομάδα κατά της εμπορίας προσώπων υπολειτουργούν, κοινωνικές υπηρεσίες τζιαι αστυνομία καθυστερούν ή αδυνατούν να προστατεύσουν τζιαι να περιθάλψουν αποτελεσματικά, αναγνωρισμένα θύματα σωματεμπορίας, τζιαι ενώ διανύουμε ακόμα μια περίοδο οικονομικής κρίσης, ακόμα τζιαι που την οπτική κάποιου που πιστέφκει στην δύναμη τζιαι τη θέληση του κράτους να προστατεύσει ευάλωτες ομάδες, εν παντελώς αφελές να περιμένουμε ότι ένα τέτοιο «σχέδιο εξόδου» εννα στηριχτεί αποτελεσματικά με τους οικονομικούς πόρους που χρειάζεται για να λειτουργήσει. Εκτός τζι αν στον νου τους έχουν πως τούτος θα εν, απλώς, ένας μηχανισμός, μέσα που τον οποίον εργάτριες στην βιομηχανία του σεξ ή στην καταναγκαστική πορνεία θα μπορούν να ενταχθούν σε κάποιον άλλο τομέα της οικονομίας, όπου υπάρχει ανάγκη για φτηνή εργασία.
ΣΕΞ
Ο ηθικός πανικός που δημιουργείται γύρω που το σεξ βοηθά να τεθεί ως επείγουσα προτεραιότητα η πάταξη του φαινομένου της σεξ-εργασίας, αφήνοντας στην άκρη οποιαδήποτε συζήτηση για εργασιακά δικαιώματα ή βελτίωση των συνθηκών τζιαι του βιοτικού επιπέδου όσων εργάζονται στην βιομηχανία του σεξ. Στον λόγο τους, οι SWERFS (Sex Exclusionary Radical Feminists)3 επικεντρώνονται γύρω που την βία που δέχονται οι εργαζόμενες στην βιομηχανία του σεξ, τζιαι επιλεκτικά αναπαράγουν τον λόγο επιζούσων γυναικών, που ήταν δέκτριες βίας εντός της βιομηχανίας, «επιβεβαιώνοντας» την γενικευμένη θέση τους ενάντια στην πορνεία, τζιαι υποστηρίζοντας ότι η τιμωρία των πελατών εν αναγκαία. Έτσι, οι “εξερχόμενες” που την βιομηχανία του σεξ γυναίκες γίνονται σύμβολο της πληγωμένης, τραυματισμένης θηλυκότητας, τζιαι η ποινικοποίηση των πελατών φαντάζει φεμινιστική δικαιοσύνη. Το σεξ τοποθετείται σε τούντες συζητήσεις ως κάτι εξιδανικευμένο που εν πουλιέται τζιαι πρέπει να περιορίζεται εντός ρομαντικών σχέσεων, με την συναισθηματική σύνδεση με το άλλο άτομο να δρα ρυθμιστικά. Εν η ίδια μισογυνική αντίληψη που υποτιμά τες γυναίκες που εν βρίσκουν κάποια ουσιοκρατική ιερότητα στο σεξ, τζιαι εναλλάσσουν συχνά ή έχουν διάφορους σεξουαλικούς συντρόφους. Για τους άντρες, εν φαίνεται να υπάρχει η ίδια ανησυχία, αφού το συχνό περιστασιακό σεξ εν γίνεται αντιληπτό ως κάτι που απειλεί την ακεραιότητά τους ως άτομα. Ίσως τούτος να εν τζιαι ένας που τους λόγους, που ενώ οι άντρες σεξεργάτες γίνονται τζιαι τζείνοι δέκτες –ομοφοβικής κυρίως– βίας που πελάτες τζιαι μπάτσους, τα μάθκια του παγκόσμιου κινήματος ενάντια στην πορνεία εν σχετικά κλειστά προς τες εμπειρίες τους.
Που την άλλη, απέναντι στον λόγο των SWERFS, υπάρχουν τζιαι κάποιες υπεραπλουστευμένες αναλύσεις, που διαπλεκόμενες με ταξικά τζιαι φυλετικά προνόμια, σε μια προσπάθεια απενοχοποίησης της σεξεργασίας εν αφήνουν χώρο για να συζητηθεί η βία τζιαι οι εργασιακές συνθήκες, αφού επισκιάζονται που συζητήσεις για ευχαρίστηση μέσα που την ίδια την εργασία. Εντός τούτης της ρητορικής που εστιάζει στην ηδονή/ευχαρίστηση, δημιουργείται, επίσης, κάποιες φορές μια ψευδαίσθηση ότι τα συμφέροντα των σεξεργατριών τζιαι του πελάτη είναι ένα, αφήνοντας στο περιθώριο συζητήσεις για ασφάλεια, λεφτά ή διαπραγματευτική δύναμη. Για μια θεώρηση της σεξεργασίας, ικανή να αντιληφθεί τις υλικές ανάγκες των εργατριών στη βιομηχανία του σεξ, είναι σημαντικό να κρατούμε ότι οι εργάτ@ είναι εκεί ως εργαζόμεν@ που θέλουν να πληρωθούν για τις υπηρεσίες τους, τζιαι ότι τούτη η επιτακτική οικονομική ανάγκη διαφέρει που το ψυχαγωγικό ενδιαφέρον των πελατών σε αυτές τις υπηρεσίες. Τούτη η αναγνώριση επιτρέπει να συζητηθεί τζιαι η βία, μεταξύ άλλων προκλήσεων και συνθηκών, που αντιμετωπίζουν οι σεξ-εργάτριες, χωρίς να καταλήγουμε στες στερεοτυπικές φιγούρες της «καημένης πόρνης» τζιαι του «κακού/ανήθικου πελάτη», που συχνά προωθούν οι υποστηρικτές της ποινικοποίησης των πελατών.
ΕΡΓΑΣΙΑ
Ακούεται συχνά το επιχείρημα, ότι τα άτομα που εργάζονται στην βιομηχανία του σεξ είτε εξαναγκάζονται είτε οι κοινωνικοοικονομικές συνθήκες εξωθούν τα στην πορνεία. Που μιαν ελευθεριακή σκοπιάν, όμως, ούλλη η εργασία εν εξαναγκαστική, που την στιγμή που εν ο μόνος τρόπος να διασφαλίσει κάποια την διαβίωσή της. Τούτον εν σημαίνει ότι εν αναγνωρίζουμε ότι υπάρχει εκμετάλλευση γυναικών σε κυκλώματα μαφιόζων. Σωματεμπορία τζιαι μαύρη εργασία υπάρχει τζιαι πέραν που την βιομηχανία του σεξ, αλλά κανένας εν αμφισβητεί με την ίδια ευκολία τζιαι ζήλο ότι η απλέρωτη τζιαι υποτιμημένη εργασία μεταναστών στες αγροτικές περιοχές εν εργασία, τζιαι ότι τούτα τα άτομα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε εργασιακά δικαιώματα τζιαι προστασία. Όσο για το ότι «καμιά εν θα εθκιάλεε τούτη τη δουλειά, αν είσσιεν επιλογή», το επιχείρημα ακυρώννεται μόνο του, αν απλώς κάποια ανοίξει τα αφτιά της στες φωνές των σεξεργατριών ανά το παγκόσμιο, που οργανώνονται τζιαι δημιουργούν φορείς ενδυνάμωσης τζιαι προάσπισης των δικαιωμάτων τους, τοπικά τζιαι διεθνή δίκτυα, σχέσεις αλληλεγγύης μεταξύ τους τζιαι διεκδικούν εργασιακά δικαιώματα. Αν δεν υπάρχει ακόμα στην Κύπρο μια οργάνωση όπως το Red Umbrella, εν σημαίνει πως εν υπάρχουν ούτε ντόπιες σεξεργάτριες που επιλέξαν τούντο επάγγελμα οικειοθελώς. Όποια τζιαι αν ένι η έκταση της καταναγκαστικής πορνείας στην Κύπρο, τέθκοια επιχειρήματα αποκλείουν εκ των προτέρων που εργασιακή προστασία τζιαι κοινωνικές υπηρεσίες, άτομα ούλλων των φύλων, ντόπιες τζιαι μετανάστες, που υπάρχουν αδιαμφισβήτητα, τζιαι δουλεύκουν ή θέλουν να εργαστούν στην βιομηχανία του σεξ. Ένα χώρο που μάλλον αντιλαμβανόμαστε ως κάτι πολλά πιο ευρύ τζιαι συμπεριληπτικό: συνοδοί, strippers, σεξουαλικοί βοηθοί ατόμων με αναπηρίες, διαδικτυακά cam models, fetish τζιαι BDSM υπηρεσίες, με ή χωρίς διεισδυτικό σεξ. Αντίστοιχα, οι πελάτες τούντων υπηρεσιών έννεν μόνο (ετεροφυλόφιλοι) άντρες, ούτε ούλλοι κακοποιητές. Το σκανδιναβικό μοντέλο τζιαι το υπό συζήτηση νομοσχέδιο εν βοηθά για την δημιουργία συνθηκών τζιαι συνειδήσεων που να διευκολύνουν τα άτομα στην βιομηχανία του σεξ να φκουν προς τα έξω, να αναγνωριστεί η φωνή τους τζιαι ναν μέρος της διαδικασίας για νομοθετικές αλλαγές που θα μπορούσαν, ίσως, να τους εγγυηθούν περισσόττερην ασφάλεια τζιαι δικαιώματα.
ΣΥΝΟΡΑ & ΣΩΜΑΤΕΜΠΟΡΙΑ
Όπως ήδη αναφέραμε, οι υποστηρικτές της ποινικοποίησης των πελατών θεωρούν την σεξεργασία άμεσα συνυφασμένη με την βία τζιαι πιστέφκουν ότι, χτυπώντας την ζήτηση, χτυπούν τζιαι τα κυκλώματα σωματεμπορίας. Η ρητορική τους αδυνατεί να διαχωρίσει αποτελεσματικά την καταναγκαστική πορνεία τζαι την σεξεργασία, δημιουργώντας έναν ηθικό πανικό γύρω που το σεξ τζιαι τζείνους/ες που το γοράζουν. Λαλούν ότι εν κατακρίνουν τα «θύματα» για τες υπηρεσίες που παρέχουν, παρ’ όλα αυτά, η ταύτιση της σεξεργασίας με την σωματεμπορία ενισχύει τες προϋπάρχουσες κοινωνικές αντιλήψεις για την σεξεργασία ως κάτι ανήθικό τζιαι εξευτελιστικό.
Πολιτικές που κάμνουν πιο δύσκολη την ζωή τζιαι εργασία των σεξεργατριών, εν μπορούν, παρά να δυσκολέφκουν τζιαι τες ζωές των ατόμων που θεωρούνται θύματα σωματεμπορίας. Στην πραγματικότητα, άτομα που εμπίπτουν τζιαι στες θκυο ομάδες χρησιμοποιούν παρόμοιες τακτικές για πιο ασφαλή εργασία. Επιπρόσθετα, αν φανταστούμε ένα φάσμα μεταξύ συναινετικής, αυτόβουλης σεξεργασίας στα αριστερά, τζιαι εκμεταλλευτικής ή/τζιαι καταναγκαστικής πορνείας ατόμων που την άλλη, η αυξημένη ανάγκη για μεσάζοντες τζιαι τρίτα άτομα, όπως προκύπτει μέσα που το σκανδιναβικό μοντέλο, μπορεί να σπρώξει προς τα δεξιά, άτομα που δούλεφκαν ανεξάρτητα τζιαι με σχετική αυτονομία, δυνατότητα επιλογής των πελατών τζιαι όρων εργασίας. Ένα παράδειγμα εν ότι όσο πιο δύσκολη γίνεται η εξεύρεση τζιαι ενοικίαση χώρου εργασίας, τόσο περισσότερο χρειάζεται κάποιος διαμεσολαβητής, τον οποίο η σεξεργάτρια θα πρέπει να πληρώννει επιπρόσθετα που το ενοίκιο για να της εξασφαλίζει χώρους. Τούτος ο μεσάζοντας μπορεί ανά πάσα στιγμή να ζητήσει υπέρογκα ποσά ή να απειλήσει για καταγγελία στην αστυνομία, που θα είσσιεν ως αποτέλεσμα τον εντοπισμό, τη σύλληψη των πελατών της τζιαι έξωση που το διαμέρισμα. Μέσα που τούτο το παράδειγμα, φαίνεται ότι το σκανδιναβικό μοντέλο, στην ουσία, αναγκάζει τις σεξεργάτριες να δουλέφκουν ακόμα περισσότερο ή πιο εντατικά αντί να μειώννεται η σεξεργασία, αφού προκύπτει επιπρόσθετο κόστος. Τζιαι τούτο το επιπρόσθετο κόστος, σε συνδυασμό με την ανάγκη να γίνεται η δουλειά μακριά που τα μμάθκια της αστυνομίας, αυξάνουν την ευαλωτότητα των εργαζομένων που έχουν περιορισμένη πλέον δυνατότητα επιλογής πελατών τζιαι λλιόττερη αυτονομία στην εργασία τους.
Για τες μετανάστριες που παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες, ένας συνδυασμός των περιορισμών τζιαι παρανομοποίησής τους, όπως προκύπτει μέσα που την μεταναστευτική πολιτική του κράτους, αφήνει τες συχνά καταχρεωμένες τζιαι ευάλωτες σε εκμετάλλευση μαφιόζικων δικτύων. Η καταναγκαστική πορνεία τζιαι οι ακραίες σχέσεις εκμετάλλευσης όσων εργάζονται στην βιομηχανία του σεξ, έννεν μια εξαίρεση στην κατά τ’ άλλα μέλι-γάλα εργασιακή πραγματικότητα των μεταναστριών. Είτε έρτουν «νόμιμα» είτε «παράνομα», το καθεστώς συνόρων τζιαι μετανάστευσης προς την Ευρώπη-Φρούριο δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για την εργασιακή τζιαι σεξουαλική εκμετάλλευσή τους.4 Η απειλή της απέλασης αποθαρρύνει τες καταγγελίες για βία τζιαι εκμετάλλευση, που τζείνες που έχουν εξαρχής την πιο λλίη πρόσβαση σε υπηρεσίες στήριξης, τζιαι μπορεί να ενισχύσει την σχέση εξάρτησης με μαφιόζικα δίκτυα τζιαι αφεντικά.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Μέσα που την πρόταση για ποινικοποίηση τζιαι τες ανακοινώσεις που την εσυνοδεύσαν5 δημιουργείται η εντύπωση ότι μια νομοθετική αλλαγή μπορεί να στείλει ένα μήνυμα στην κοινωνία. Όπως φαίνεται, όμως, που όσα επροαναφέραμε, οι νόμοι έννεν απλώς συμβολικά τζιαμέ, για να περνούν μηνύματα, αλλά καθορίζουν τις δυνάμεις τζιαι τις εξουσίες του αστυνομικού σώματος τζιαι άλλων θεσμών.Αν τζιαι εν εππέσαμε που τα σύννεφα, εν ειρωνικό ότι η πρόταση ήρτε που την κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος της θεσμικής αριστεράς, φανερώνοντας τον συντηρητισμό της τζιαι την ολοκληρωτική εγκατάλειψη οποιασδήποτε μορφής αναγνώρισης της ταξικότητας του ζητήματος. Ενώ οι καλοπροαίρετες ευαισθησίες των «αγγελιαφόρων» επιτρέπουν τους να διεκδικούν χώρο στη δημόσια σφαίρα ως πολιτικά υποκείμενα, προωθούνται καταναγκαστικές μορφές «φροντίδας», με κόστος την αύξηση της αστυνόμευσης τζιαι επιτήρησης των ζωών των σεξεργατριών/ών, πολλές που τες οποίες εν μετανάστριες που βρίσκονται στον πάτο της ταξικής πυραμίδας. Η καταναγκαστική πορνεία τζιαι σωματεμπορία αποσυνδέονται εντελώς που τες κρατικές πολιτικές ως ανεξάρτητα φαινόμενα, αντί να γίνουνται αντιληπτά ως συμπτώματα των μεταναστευτικών πολιτικών της ΚΔ τζιαι του καθεστώτος συνόρων της ΕΕ. Εν ανησυχητική, επίσης, η επιλεκτική αναφορά ερευνών, που αναδεικνύουν την σύνδεση μεταξύ κυκλωμάτων πορνείας τζιαι σωματεμπορίας. Μέσα που τούτη την πραγματική σύνδεση, εν εντελώς αυθαίρετο το συμπέρασμα ότι κτυπώντας την πορνεία εννα κτυπηθεί τζιαι η σωματεμπορία. Ακόμα τζιαι σε έρευνα της Βουλής για την ποινικοποίηση τζιαι τα αποτελέσματά της σε χώρες μέλη της ΕΕ, που έγινε κατόπιν αιτήματος της βουλεύτριας του ΑΚΕΛ, Σκεύης Κουκουμά, τον Μάρτη του 2019, αναφέρονται αρνητικά αποτελέσματα της ποινικοποίησης στες χώρες που εφαρμόζεται. Στην Γαλλία «είχε καταστροφικό αποτέλεσμα για τις εκπορνευόμενες, αφού κατέστησε τη θέση τους πιο επισφαλή»6. Για άλλες χώρες, αναφέρεται ότι βοήθησε μόνο στο να μειωθεί η αγοραπωλησία σεξουαλικών υπηρεσιών στους δρόμους –ωθήθηκαν, δηλαδή, οι σεξεργάτριες σε πιο αόρατες συνθήκες εργασίας–ή ότι εν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία για σύνδεση της ποινικοποίησης αγοράς υπηρεσιών με τη μείωση της σωματεμπορίας. Όσο για την αναφορά των σουηδικών αρχών ότι τουλάχιστον εν αυξήθηκε η σεξεργασία μετά την εφαρμογή της ποινικοποίησης, κάτι που συχνά χρησιμοποιείται για την υπεράσπιση του μοντέλου, προκύπτει που μεθοδολογικές αδυναμίες λόγω της έλλειψης στοιχείων για την σεξεργασία που γίνεται σε κλειστούς χώρους.7 Η ανυπομονησία των υποστηρικτών της πρότασης για ποινικοποίηση τζιαι εξάλειψη του φαινομένου της πορνείας βάλλει σε δεύτερη μοίρα την φυσική τζιαι οικονομική ασφάλεια των σεξεργατριών, στο όνομα της πάλης ενάντια στην πατριαρχική βία. Εν έχουμε, όμως, ούτε ψευδαισθήσεις ότι η αποποινικοποίηση ή οποιοδήποτε σύνολο νομοθετικών αλλαγών, μπορούν να εξαλείψουν την βία της πατριαρχίας. Όπως για παράδειγμα, η αποποινικοποίηση των εκτρώσεων εν φέρνει που μόνη της αναπαραγωγική δικαιοσύνη. Αγώνες για σύνορα ανοικτά, εργασιακά δικαιώματα, πρόσβαση σε υπηρεσίες τζιαι εργασία χωρίς απειλή απέλασης, πιο φτηνά ενοίκια, εν μόνο μερικά που τα νήματα που συνδέουν τες διεκδικήσεις μας με τους αγώνες των σεξεργατριών. Όμως, μόνο μέσα που την συμπερίληψη των ατόμων, των οποίων οι ζωές επηρεάζονται άμεσα που τέθκοιες αποφάσεις, τζιαι την ανάλυση των μηχανισμών της καταπίεσης που βιώνουν, μπορούν να γίνουν ουσιαστικές αλλαγές. Εν επιτακτική η αναγνώριση της εργασίας στη βιομηχανία του σεξ ως εργασίας (γενικότερα, όι μόνο της «συνουσίας επι πληρωμή»8) τζιαι η αλλαγή προς μια δικαιωματική τζιαι εργασιακή προσέγγιση της σεξεργασίας.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ & ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Για περαιτέρω διάβασμα στα αγγλικά προτείνουμε το βιβλίο Revolting Prostitutes, The Fight for Sex Workers’ Rights.
Η τελευταία πρόταση, η οποία αποδίδει χαρακτηριστικά τον τρόπο σκέψης των εξουσιαστών και των παρατρεχάμενών τους, θα μπορούσε άνετα να είναι η σύγχρονη προσθήκη στη γνωστή φράση από το 1984 του Τζόρτζ Όργουελ. Την Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου ο νέος Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημοσίας Τάξης, Γ. Σαββίδης, εξήγγειλε την άμεση εφαρμογή μέτρων για «πρόληψη της εγκληματικότητας, της τρομοκρατίας, καθώς και της παράνομης μετανάστευσης» που περιλαμβάνουν περιπολίες ένοπλων αστυνομικών της ΜΜΑΔ στην εντός των τειχών Λευκωσία. Οι περιπολίες ξεκίνησαν την επομένη της εξαγγελίας, ενώ από την Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου ξεκίνησαν και περιπολίες της Αστυνομίας και του Στρατού (!) στην νεκρή ζώνη μέσα στην παλιά πόλη. Όπως δήλωσε, «τα μέτρα, εκτός των άλλων, θα συμβάλουν στην εμπέδωση του αισθήματος ασφάλειας του κοινού».
Οι λόγοι με τους οποίους η κυβέρνηση τεκμηρίωσε την αναγκαιότητα των νέων αυτών μέτρων δεν είναι παρά απλές προφάσεις από την στιγμή που η εντός των τειχών πόλη δεν είναι σε καμία περίπτωση περιοχή με μεγαλύτερη εγκληματικότητα από άλλες περιοχές έτσι ώστε να δικαιολογούνται τόσο δραστικά μέτρα. Η αναφορά μάλιστα στην καταπολέμηση της «παράνομης μετανάστευσης» -όρου που δεν θα έπρεπε να χρησιμοποιείται πλέον στη δημόσια κι όχι μόνο ρητορική- μόνο ως γελοία μπορεί να χαρακτηριστεί την στιγμή που οι περιπολίες θα γίνονται σε μόλις ενάμιση από τα τριακόσια χιλιόμετρα της νεκρής ζώνης, ενώ η επίκληση του κινδύνου της τρομοκρατίας απλώς στερείται οποιασδήποτε λογικής βάσης, όσα σήματα της ιντερπόλ κι αν ισχυριστούν πως έχουν.
Η εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων θα μπορούσε να ερμηνευθεί κι ως η προσπάθεια ενός νέου υπουργού να δείξει πυγμή μετά το φιάσκο με τις λανθασμένες ταυτοποιήσεις και συλλήψεις ατόμων μέσα από την πρώτη -ουσιαστικά- εφαρμογή της πολυδιαφημισμένης «κάρτας οπαδού» και με τον κ. Σαββίδη να ακολουθεί τα χνάρια του ανεκδιήγητου προκατόχου του. Πιθανώς να ισχύει και αυτό, ωστόσο δεν μπορούμε παρά να εντάξουμε αυτά τα μέτρα σε ένα γενικότερο πλαίσιο περαιτέρω στρατιωτικοποίησης της κοινωνίας καθώς και της καλλιέργειας της κουλτούρας του φόβου. Και για να μπορέσει η κοινωνία να «εμπεδώσει» (όπως είπε και ο ίδιος ο υπουργός) αυτή την κουλτούρα φόβου, είναι απαραίτητη η ύπαρξη και του εξωτερικού αλλά και του εσωτερικού «εχθρού».
Η εντός των τειχών Λευκωσία εξυπηρετεί την συντήρηση του εξωτερικού εχθρού από τη στιγμή που είναι μοιρασμένη. Μετά το άνοιγμα των οδοφραγμάτων το 2003, και ιδίως μετά το άνοιγμα της Λήδρας, η παλιά πόλη είναι και τόπος συνεύρεσης και συναναστροφής πολλών ανθρώπων, οι οποίοι μπορούν πλέον να περπατήσουν με τα πόδια σε ολόκληρη την παλιά πόλη, μία διαδικασία που δίνει την αίσθηση ρήξης του διαχωρισμού και υπέρβασης των συνόρων που επέβαλαν οι εθνικιστές στην Κύπρο. Η παρουσία των στρατών βέβαια πάντοτε μας υπενθυμίζει την πραγματικότητα, ωστόσο οι περιπολίες γίνονται για να αναχαιτιστεί το όποιο αίσθημα επανένωσης είχε δημιουργηθεί και εν τέλει στόχο έχουν να «εμπεδωθεί» η διχοτόμηση της Κύπρου και η μετατροπή της πράσινης γραμμής σε σκληρό σύνορο της Ευρώπης- Φρούριο. Οι περιπολίες του στρατού κατά μήκος της πράσινης γραμμής θα παραμένουν συμβολική κίνηση εντυπωσιασμού, τουλάχιστον μέχρι την στιγμή που το δεκαοχτάχρονο παιδί που υποβάλλεται στην πλύση εγκεφάλου του στρατού ή/και είναι άυπνο από τις σκοπιές και τις περιπολίες πυροβολήσει κανέναν άνθρωπο που πέρασε για «εχθρό».
Από την άλλη όμως, οι περιπολίες στην εντός των τειχών πόλη από την αστυνομία δεν έχουν μόνο συμβολική σημασία. Δεν γίνονται μόνο για τον εντυπωσιασμό αλλά είναι κυρίως ουσιαστικές για την δημιουργία του εσωτερικού «εχθρoύ». Σε μία χώρα όπως η Κύπρος όπου κυριαρχεί η συναίνεση και οι όποιες αντιδράσεις και αμφισβήτηση των επιλογών της εξουσίας διατηρούνται σε ήπια επίπεδα, οι κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους περιορίζονται μόνο σε σποραδικές εξάρσεις βίας με οπαδούς, ή ατομικές «πρωτοβουλίες» εκφοβισμού μεταναστών από μέλη της ΜΜΑΔ, όπως είχε πριν μερικούς μήνες έξω από τα γραφεία της ΚΙΣΑ. Είναι ξεκάθαρο ότι ο στόχος αυτών των περιπολιών είναι η πλήρης ενεργοποίηση των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους για να «εμπεδώσει» η κοινωνία την ύπαρξη «εχθρών» και για να τονωθούν τα ξενοφοβικά αντανακλαστικά των ψήφο-πελατών της κυβέρνησης.
Οι προφάσεις για πάταξη της “παράνομης μετανάστευσης, της εγκληματικότητας και της τρομοκρατίας” δεν είναι τίποτα άλλο από ρατσιστική στοχοποίηση και τρομοκράτηση των μεταναστών που ζούνε ή συνευρίσκονται στην παλιά πόλη, μιας και θα υπόκεινται σε συνεχείς ελέγχους και θα είναι έρμαια στις όποιες διαθέσεις επίδειξης ισχύος από τα “όργανα της τάξης”. Πέρα από τους μετανάστες, είναι πολύ πιθανό αποδέκτες αυτής της καταστολής να είναι και η νεολαία η οποία επίσης συνευρίσκεται στην πόλη, όπως φυσικά και οποιοδήποτε άτομο δεν συμβαδίζει με την κυρίαρχη κανονικότητα, αυξάνοντας έτσι σημαντικά τον αριθμό των ανθρώπων που θα αντιμετωπίζονται εχθρικά από το κράτος, χωρίς να είναι ποσοτικό το θέμα αλλά θέμα αρχής. Υπό τις συνθήκες αυτές το μέτρο των περιπολιών θα είναι σαν μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία, μιας και η αύξηση της καταστολής θα εντείνει τις κοινωνικές εντάσεις, οδηγώντας πιθανώς και σε εξάρσεις βίας οι οποίες θα χρησιμοποιούνται ως δικαιολογία για περισσότερη καταστολή.
Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα αυτά δεν έχουν παρθεί για να εμπεδώσουμε ως κοινωνία το αίσθημα ασφάλειας αλλά για να εμπεδώσουμε την διχοτόμηση, την καταστολή και τον φόβο. Η μετατροπή της παλιάς πόλης σε μία αστυνομοκρατούμενη περιοχή θα θυμίζει περισσότερο στρατόπεδο συγκέντρωσης παρά «ασφαλές» κέντρο πόλης, ένα καινούριο σύνορο ουσιαστικά που θα χωρίζει τους «απόβλητους» εντός των τειχών από την υπόλοιπη κοινωνία. Για να μην κυριαρχήσει λοιπόν ο φόβος θα πρέπει να βρούμε τις συλλογικές μας αντιστάσεις, θα πρέπει να επιδείξουμε την απαραίτητη αλληλεγγύη γιατί στον κόσμο των αφεντικών είμαστε όλοι εν δυνάμει απόβλητοι.
[…] The lake is the blood of times,
drops of sweat and blood of others.
Your only offer was innocence
Bargained away through time,
in everyday expressions,
Filipino, negro, whore…
Are you shocked?
Please…
Yes, yes, I know, not you.
You would never.
You’re a philanthropist, by definition superior. […]
a quote from the poem: “Why are you shocked?” by Giorgos Pericleous.
Mary Rose Tiburcio, Sierra Graze Seucalliuc, Arian Palanas Lozano, Maricar Valtez Arquiola, Livia Florentina Bunea, Elena Natalia Bunea. Bodies of women and girls,immigrant and insignificant lives for both the cypriot state and the cypriot society. Murdered bodies, thrown into wells, in ponds, in suitcases, that heavy rain and accidental reports from tourists brought recently to the surface. The fact that so far seven women and girls have been murdered indicates something far more abhorrent: the deep racism and misogyny of the Cypriot institutions and the Cypriot society itself.
The invisibility of the immigrant women living and working in Cyprus has transformed into a horrifying spectacle, reminding us of the daily violence to which these women are exposed due to racism, unjust working conditions and patriarchy; conditions established -not only- in cypriot society and consciousness.
The marginalization of the immigrant female workers from the realm of the “political” and their social position as abjects -not subjects- of the institutions of the Cypriot State were revealed by the total indifference of the State to their existence/luck. Once again, the “occupied part of Cyprus”, the “black hole”, functioned as an excuse to the reluctance of the State to deal with such matters. However, the failure to deal with the disappearances is at the same time a failure to recognize the social oppression of immigrant female domestic workers in Cypriot reality; a failure to recognize the violence of gender and power relations.
Behind the distinct story of each murdered woman, there is a structure which is no exception but the common ground of all femicides around the world: patriarchy. From America to Saudi Arabia, from Argentina to Spain, and from Turkey to Cyprus, the basic tool of patriarchal societies is gendered violence. Psychological and physical violence against women is one of the basic methods of their obedience. This type of violence has different manifestations and a different degree of brutality: it starts with words that afflict the bodies of women and objectify their bodies and their sexuality, it becomes systemic and subordinates on the basis of origin, color, class, salary, labor, sexuality and desire, while in its outburst it could result to physical abuse and murderous mania.
Patriarchy has for centuries sowed poison in the minds of men perpetuating a culture of sexism, deeply rooted in inequality and gender discrimination, the economic weakening of women, and the acceptance of toxic masculinity with its nationalistic and militaristic impacts. It is no coincidence that so many centuries of systematic violence create repeated expressions of sexist enforcement: in communication, in contact, in the workplace, in public space. Sexism is the daily expression of patriarchy in our lives. Because in the bipolar concept of power-domination one finds a whole range of sexist violence; from vulgarity to speech, to physical violation, and from rape to death.
The scariest thing of all though, is that we are progressively led to the normalization of this sexist culture and, without reducing the severity and tragedy of the femicides, we must recognize that they are only the tip of the iceberg from the surface of which are emerging cycles of gender violence and hatred that patriarchal societies have imposed in the form of physical, psychological, sexual, economic, institutional and symbolic subordination. Nikos Metaxas is flesh from the flesh of patriarchy in Cyprus, that sees the bodies of immigrant women as temporary, consumable, worthless.
Today, we stand in solidarity with the marginalized communities of immigrant domestic workers and their struggle for visibility and (social) justice. We recognize the privileges we have in making our voices heard more. That’s why we are walking side by side, shouting to uncover institutional violence.
It is our duty to create collective structures that will fight against sexism, patriarchy, racism and nationalism. Our debt is to change the public discourse and the public space so that it shows zero tolerance to cases of sexism.
SILENCE SHALL NOT BE OUR DOMAIN OF ABJECTION.
FEMINIST SELF-DEFENSE EVERYWHERE!
Syspirosi Atakton
10th May 2019
[…] Η λίμνη είναι το αίμα χρόνων,
σταγόνες από ιδρώτα και αίμα άλλων.
Η μόνη σου προσφορά ήταν η αθωότητα
που ξεπούλησες χρόνια πριν,
σε καθημερινές εκφράσεις,
Φιλιππινέζα, πουτάνα, μαυρού…
Τι σοκαρίστηκες;
Σε παρακαλώ…
Ναι, ναι ξέρω, όχι εσύ.
Εσύ ποτέ.
Είσαι φιλάνθρωπος, εξ ορισμού ανώτερος. […]
απόσπασμα από το ποίημα: ‘´Τι σοκαρίστηκες;”του Γιώργου Περικλέους.
Μαίρη Ρόουζ Τιμπούρκιο, Σιέρα Τιμπούρκιο, Αριάν Παλάνας, Μαρικάρ Βαλτέζ, Λίβια Φλορεντίνα Μπουνέα, Έλενα-Ναταλία Μπουνέα, Ασμίτα Χάντκα Μπίστα. Σώματα γυναικών και κοριτσιών, μεταναστριών, σώματα “χωρίς σημασία” και ζωές “μη-αξιοβίωτες” τόσο για το κυπριακό κράτος όσο και για την κυπριακή κοινωνία. Δολοφονημένα σώματα ξεχασμένα για μήνες, πεταγμένα σε πηγάδια, σε λίμνες, τεμαχισμένα σε βαλίτσες, τα οποία η έντονη βροχή και οι τυχαίες αναφορές από τουρίστες τον Απρίλιο που μας πέρασε έβγαλαν στην επιφάνεια. Όμως, το γεγονός των μέχρι στιγμής εφτά δολοφονημένων γυναικών και κοριτσιών από τον κατά συρροήν δολοφόνο ήρθαν να αναδείξουν και κάτι πολύ πιο αποτρόπαιο: τον βαθύ ρατσισμό και μισογυνισμό των θεσμών, αλλά και της ίδιας της κυπριακής κοινωνίας.
Η αορατότητα των μεταναστριών που ζουν και εργάζονται στη Κύπρο μεταμορφώθηκε σε ένα φρικαλέο (υπερ)θέαμα θυμίζοντάς μας και την βία την οποία βιώνουν καθημερινά λόγω του ρατσισμού, των συνθηκών εργασίας και της πατριαρχίας – στοιχεία εδραιωμένα στην κυπριακή και όχι μόνο κοινωνία και συνείδηση. Η περιθωριοποίηση αυτών των γυναικών από τη σφαίρα του “πολιτικού” αλλά και η κοινωνική τους θέση σαν αποκείμενα -και όχι υποκείμενα- των θεσμών του κυπριακού κράτους διαφάνηκαν περίτρανα από την παντελή αδιαφορία για την ίδια τους την ύπαρξη/τύχη. Για ακόμα μια φορά τα “κατεχόμενα”, η γνωστή πλέον μαύρη τρύπα, λειτούργησαν ως η εύκολη λύση για να δικαιολογηθεί επί της ουσίας η απροθυμία του κρατικού μηχανισμού να ασχοληθεί με τις υποθέσεις αυτές. Γιατί αυτό θα σήμαινε ότι θα αναγκαζόταν να δει πίσω από τις εξαφανίσεις την κοινωνική καταπίεση που κρύβει η θέση μιας γυναίκας μετανάστριας οικιακής εργάτριας στην κυπριακή πραγματικότητα, θα σήμαινε ότι θα αναγκαζόταν να αναγνωρίσει την βία που κρύβουν οι έμφυλες και εξουσιαστικές σχέσεις.
Πίσω από την ξεχωριστή ιστορία κάθε δολοφονημένης γυναίκας, υπάρχει μια κοινή συνισταμένη η οποία δεν αποτελεί εξαίρεση αλλά τον βασικό κανόνα των γυναικοκτονιών ανά το παγκόσμιο: αυτή δεν είναι άλλη από την πατριαρχία. Από την Αμερική μέχρι τη Σαουδική Αραβία, από την Αργεντινή μέχρι την Ισπανία, και από την Τουρκία μέχρι την Κύπρο, βασικό εργαλείο των πατριαρχικών κοινωνιών είναι η έμφυλη βία. Η ψυχολογική και σωματική βία κατά των γυναικών συνιστά μια από τις βασικές μεθόδους υποταγής τους. Αυτού του είδους η βία έχει διαφορετικές εκφάνσεις και διαφορετικό βαθμό βαναυσότητας: ξεκινά με λέξεις που προσβάλλουν χυδαία τα σώματα των γυναικών, εργαλειοποιεί τα σώματα και τη σεξουαλικότητά τους, γίνεται συστημική και τις υποτάσσει με κριτήρια την καταγωγή, το χρώμα, την τάξη, τον μισθό, την εργασία, τη σεξουαλικότητα και την επιθυμία, ενώ στην έξαρσή της παίρνει χαρακτηριστικά σωματικής κακοποίησης και δολοφονικής μανίας.
Η πατριαρχία, για αιώνες, σπέρνει δηλητήριο στα μυαλά των ανθρώπων, για την δήθεν ανωτερότητα του άντρα, για την δήθεν κατωτερότητα της γυναίκας διαιωνίζοντας μια κουλτούρα σεξισμού η οποία είναι βαθιά ριζωμένη στην ανισότητα και τις έμφυλες διακρίσεις, την οικονομική αποδυνάμωση των γυναικών και την αποδοχή της τοξικής αρρενωπότητας με τις εθνικιστικές και μιλιταριστικές της παρακρούσεις. Δεν είναι τυχαίο που τόσοι αιώνες συστηματικής βίας, δημιουργούν αλλεπάλληλες εκφράσεις σεξιστικής επιβολής: στην επικοινωνία, στην επαφή, στον χώρο εργασίας, στον δημόσιο χώρο. Ο σεξισμός είναι η καθημερινή έκφραση της πατριαρχίας μέσα στις ζωές μας. Διότι στη διπολική αντίληψη εξουσιαστή-εξουσιαζόμενης βρίσκει έκφραση όλο το φάσμα της σεξιστικής βίας. Από τη χυδαιότητα στον λόγο, μέχρι τη σωματική παραβίαση, και από τον βιασμό μέχρι τον θάνατο. Το πιο τρομαχτικό βέβαια είναι ότι έχουμε σταδιακά οδηγηθεί στην κανονικοποίηση αυτής της κουλτούρας σεξισμού και, χωρίς να θέλουμε σε καμία περίπτωση να μειώσουμε τη σοβαρότητα και τραγικότητα των γυναικοκτονιών των μεταναστριών γυναικών και κοριτσιών, οφείλουμε να αναγνωρίσουμε ότι δεν είναι παρά η κορυφή του παγόβουνου όπου κάτω από την επιφάνειά του αναδεικνύονται αλληλεπικαλυπτόμενοι κύκλοι έμφυλης βίας και μίσους που οι πατριαρχικές κοινωνίες επιβάλλουν στις γυναίκες τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια σφαίρα με τη μορφή της σωματικής, ψυχολογικής, σεξουαλικής, οικονομικής, θεσμικής και συμβολικής τους υποταγής.
Ο αμετανόητος μισογύνης δολοφόνος, δεν είναι μια αποκρουστική παραφωνία μιας κατά τ’ άλλα φυσιολογικής κοινωνίας. Ο Νίκος Μεταξάς είναι σάρκα από την σάρκα της πατριαρχίας στην Κύπρο που βλέπει τα σώματα των μεταναστριών εργατριών ως προσωρινά, αναλώσιμα, χωρίς αξία.
Σήμερα εμείς στεκόμαστε αλληλέγγυες/οι δίπλα στις περιθωριοποιημένες κοινότητες μεταναστριών οικιακών εργατριών και στον αγώνα τους για ορατότητα και (κοινωνική) δικαιοσύνη. Αναγνωρίζουμε τα προνόμια που έχουμε στο να ακουστούν οι φωνές μας περισσότερο. Γι’ αυτό περπατάμε δίπλα-δίπλα και φωνάζουμε για να ξεσκεπάσουμε τις λειτουργίες και δομές της εξουσίας.
– Χρέος μας η δημιουργία συλλογικών, οριζόντιων δομών που θα ενδυναμώσουν ενάντια στο σεξισμό, την πατριαρχία, το ρατσισμό και τον εθνικισμό.
– Χρέος μας η επανοικειοποίηση του δημόσιου λόγου και χώρου με μηδενική ανοχή σε περιστατικά καθημερινού σεξισμού.
Η ΣΙΩΠΗ ΔΕΝ ΘΑ ΓΙΝΕΙ Η ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΜΑΣ.
ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΗ ΑΥΤΟΑΜΥΝΑ ΠΑΝΤΟΥ.
Συσπείρωση Ατάκτων
10 Μαίου 2019
Note: The translation of the text was done in the framework of the documentary TONGUE –
(https://www.facebook.com/tonguefilm/?fb_…LnadcjU02Q)
Cypriot Consciousness
By Costis Achniotis
Within The Walls, Issue 35, September 1988
This text is my lecture for the event that our magazine has organized at Famagusta Gate. At the same event Mehmet Yiaşin spoke about the “Turkish Cypriot identity in literature”. We will publish Yiasin’s presentation in the next issue in which there will be a feature on Turkish Cypriots. We will also answer to some articles published in the newspapers about our event there.
____________________________________________________________________________
Firstly, I clarify that I understand the definition of collective consciousness (and its contents) not as stable and unchangeable and of course I do not give it the dimension of a natural order. Collective consciousness just as any social concept is changeable and follows the shifting needs of of a society.
This changeability of course is not at all mechanic. The superstructure can drastically act on social evolution. For example the appearance of industries shapes the totality of workers that are possible to become carriers of labor consciousness. Labor consciousness is potentially common for all nations and can determine the totality of the workers of the world. Of course, this understanding is macroscopic. Other factors (individual consciousness) act and shape opposing subtotalities.
For the purpose of this text, I call Cypriot Consciousness, the consciousness of the Cypriot Independence. Therefore, its carrier is anyone who understands Cyprus and its people as an independent entity and strives as a consequence for the protection of the corresponding state institution, the Independent Cypriot State.
Of course the understanding of Cypriot Independence is basically a subject that has not been studied neither historically nor sociologically, nor politically, and this stands for both communities. And it is entirely natural as since the 50’s the consciousness for Enosis (Union with Greece[1]) and for taksim (separation[2]) were entirely dominant. Regardless of the acceptance of this so-called Independence in 1960, the governing teams of both communities were (or were acting like) for Enosis or for taksim. Therefore only this version of history was projected with its corresponding ideological response. It is indicative how misguiding history is in Greek-Cypriot schools.
So it is not easy to realise that CPC (Communist Party of Cyprus) took an anti-union stand. I will quote an excerpt:
“…CPC sees as its duty to protest by any means, firstly against local English government which due to its indifference contributes in the intensification of intercommunal hate between the citizens of Cyprus and secondly against the fraudulent leaders of this place which spoke and will speak in the name of the Cypriot people. DOWN WITH ENOSIS – LONG LIVE THE INDEPENDENCE OF CYPRUS – LONG LIVE THE PROLETARIATS OF THE WORLD (Neos Kosmos, 25.4.1925)
We see that the understanding for Independence was already in combination with the effort to escape bicommunal conflicts.
Of course there is no doubt that since then, up until the categorical acceptance of “Enosis and only Enosis” by AKEL after about 25 years of inaptitude, the folk sentiment of the Greek-Cypriot community was all the more oriented toward Greece. The Turkish-Cypriot minority seems to have lagged behind in terms of following the developments and eventually takes a position after EOKA’s struggle. When AKEL leaned toward Enosis, the Trotskyist Party of Cyprus (which was a small communist organisation) criticized them harshly, as they saw independence as a self-government of the oppressed classes, without mentioning the Turkish-Cypriot community.
I quote an excerpt:
“COMRADES,
May this year’s 1st of May find us on the frontlines of the struggle for the handing down of power to our people, for SELF-GOVERNMENT. The traitorous abandonment of the position for Self-government on the part of the stalinist leadership and the adoption of the position for Enosis should make us come to our senses. We ourselves must stop the poisoning by Enosis. We must make the ill-fated leaders of our laborer’s organisations get on the right track of serving workers’ benefits. If they deny, we should set them aside and keep moving forward in a new polemic, with class-awareness and decisive leadership for the struggle for the handing down of power to the workers and farmers. Enosis can provide us neither better working conditions nor better wages, nor can it ensure our social emancipation. It will merely exchange our chains. Nothing more, nothing less.
WORKERS, FARMERS, OPPRESSED,
Move forward in the struggle for our emancipation. The struggle for our economic and political demands. The battle for the improvement of our working conditions and Social Security. For the creation of more jobs for the unemployed. For unemployment benefits. For the organisation and class awareness of all of the oppressed. For SELF-GOVERNMENT. For a Government of Workers – Farmers, that feels for the worker and protects the farmer. For the complete national and social liberation.”
In this text there is no mention of Turkish-Cypriots. But in the municipal elections the idea of proportionate representation of Turkish-Cypriots is projected from the candidates of this party and at the same time the request for Enosis is condemned in exchange for the request for Self-Government. The request for Enosis is considered a request which is entirely bourgeois (Ergatis, 15 May 1949).
The organisation of Trotskyists broke up and got dismantled soon after. One of the reasons is that a fraction of the members becomes for Enosis as one can witness through the conversational essays in it’s later editions.
We can see that briefly before the 50s, the Greek-Cypriot left tends to ambiguously want independence without always condemning Enosis and combines this demand with an intense worker’s politics (it is not by chance that the last labour struggles happened back then) and an understanding of danger that is included in a possible intercommunal conflict (and certainly other reasons such as geopolitical ones).
I do not know whether you, like myself, see that history actively justified the dears of the leftists of the era.
Whereas the Greek-Cypriot community votes for “Enosis and only Enosis” as one in 1950, and for the entire decade it leaves no space for anything else, I suppose that hidden within the bourgeois class exist thoughts for independence, because of course it cannot be by chance that Makarios gave that infamous interview in 1957 or that the national council of the time takes part, even in disagreement, in the negotiations in Zurich and London.
In making a report of the 50s, we can in summary say that the entire revolutionary force of the Cypriot people, Turkish Cypriot and Greek Cypriot, was wasted on marginalising the conscious participation of the working class, in order for an intercommunal conflict to be built and for neither self-government nor Enosis but for dependence to be given.
This is why Cypriot Consciousness is always a newborn consciousness. It has never overcome the stage of infancy. In consequence, its face is marked by the sorrow of profound old-age and the main sentiment that it can feel is the uncertain pain of existence. Cypriot Consciousness exists trampled under the feet of its adversaries who are caught in an infinite hand-to-hand battle. From the point of view of where it exists, on the ground, it sees them as enormous giants. Regardless of the constant trampling, the Cypriot Consciousness is saved by the fact that none of the giants is entirely dominant. Otherwise the Cypriot Consciousness would be lost.
The Cypriot Consciousness thinks itself weak. That’s why it plays possum, waiting for better days.
The Cypriot Consciousness is weak and humble. It knows it and doesn’t go to battle. It settles for cackling at the weakness of its far stronger adversaries who are nonetheless also too weak to impose their own order of things. In its ears the voices echo like empty words and fanfare.
Cypriot Consciousness has the arrogance of the marginals.
[1]. The dominant Greek Cypriot Discourse which called for union with Greece.
[2]. The dominant Greek Cypriot Discourse which called for complete separation of the two communities.
Το φεγγάρι κομμάτια κι ο ήλιος μισός, […]Ποιος νόμος παρανόμως μου κρύβει το φως; […]Δήμος Μούτσης- Δεν έχω μέσον!
Ecopolis is a 3-day anti-commercial festival with no sponsors. All events will be free. This year’s festival schedule is as follows (more info soon):
25/07 – Talks, presentations, and discussions
26/07 – Art exhibitions and performances
27/07 – Concert
Donations help us maintain the festival’s independent and self-funded character, so they are more than welcome.
The city as the main field of social activity and action reflects the wider social environment. Ecopolis festival aims to reveal, challenge, and renegotiate the social tensions of everyday life in the streets, squares and benches of Nicosia. A city that is drowning in coffee shops, street-side tables and fashionable bars. The old city of Nicosia has changed face: from sub-developed historical center it has now fulfilled its potential as an ideal city-commodity, maintaining the advertisable image of the “last divided capital”, while the accelerated gentrification of the last years has constituted it as an urban jewel “clean” from social relations and situations that oppose commodity relations mediated by spectacle.
Skyscrapers for high-class apartments and businesses, pedestrian zones occupied by the tables of countless interchangeable shops, the lack of public benches, fences around Faneromeni church that get taller every year, sidewalks full of parked cars, sky-rocketing rents that become prohibitive for migrant residents –all a result of gentrification and the consumerist influx which followed, creating a city where the only acceptable social / political activity is consumption. Meanwhile, barbed wire, barrels and armies force us us to live our geographical and historic site as half, mediated by the symbols of hatred and tedious queues at the checkpoints to walk a distance of 100 meters.
For us, these are factors composing a challenging landscape of action, in which we intervene creatively by expressing and making proposals for societies organized outside hierarchical, capitalist and sexist mentalities and institutions, on the basis of self-organization, solidarity and companionship. The Ecopolis festival is being held this year for the first time by the Ecopolis working group on ecology and the city. Ecopolis festival aims to put forth the claim to the city as a Common, as a field of resistance to the social and environmental endeavors of neoliberalism. We want to create the conditions in which the city is experienced as a point of reference and socialization, action and experimentation, rather than as a polished real estate commodity bought and sold according to the laws of the market and current trends.
Το Οικοπόλις εν ένα τριήμερο αντιεμπορευματικό φεστιβάλ χωρίς χορηγούς. Η είσοδος θα είναι ελεύθερη σε ούλλες τις εκδηλώσεις του φεστιβάλ.
Το φετινό πρόγραμμα είναι (παραπάνω πληροφορίες σύντομα):
25/07 – Παρουσιάσεις τζιαι συζητήσεις
26/07 – Καλλιτεχνικές εκθέσεις τζιαι παραστάσεις
27/07 – Συναυλία
Οι εισφορές εν ο κύριος παράγοντας που κρατά το φεστιβάλ ανεξάρτητο τζιαι αυτοχρηματοδοτούμενο, οπόταν είναι αυστηρά ευπρόσδεκτες.
Η πόλη ως το κατεξοχήν πεδίο κοινωνικής δραστηριότητας & δράσης αντικατοπτρίζει το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον. Το φεστιβάλ Οικοπόλις έσχει στόχο την ανάδειξη, αμφισβήτηση και επαναδιαπραγμάτευση των κοινωνικών εντάσεων της καθημερινότητας μέστους δρόμους, τες πλατείες τζιαι τα παγκάκια τούντης πόλης. Mιας πόλης που πλέον πνίεται μες τα καφέ, τα τραπεζάκια, τζιαι τα μοδάτα μπαράκια. Η παλιά πόλη της Λευκωσίας άλλαξε φάτσα: που υπο-ανάπτυκτο ιστορικό κέντρο εκπληρώνει πλέον τη δυνατότητά της ως ιδανική πόλη-εμπόρευμα. Που τη μια διατηρώντας τη διαφημιστική εικόνα της “τελευταίας μοιρασμένης πρωτεύουσας,” τζιαι που την άλλη η ριζική ανάπλαση των τελευταίων χρόνων να την καθιστά ως βιτρίνα “καθαρή” που κοινωνικές σχέσεις τζιαι καταστάσεις που αντιτίθενται στις εμπορευματικές σχέσεις διαμεσολαβημένες που το θέαμα.
Ουρανοξύστες για high class διαμερίσματα τζιαι επιχειρήσεις, πεζόδρομοι κατηλημμένοι που τα τραπεζάκια των δεκάδων ομοιότυπων μαγαζιών, ελάχιστα παγκάκια, κάτζελα που χρόνο με το χρόνο ψηλώνουν στην εκκλησία της Φανερωμένης, πεζοδρόμια γεμάτα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, ενοίκια που ανεβαίνουν τζιαι γίνουνται απαγορευτικά για μετανάστες κατοίκους – ούλλα κομμάτι της κοσμοσυρροής ως αποτέλεσμα του gentrification, δημιουργώντας μια πόλη όπου η μόνη αποδεκτή κοινωνική/πολιτική δραστηριότητα εν η κατανάλωση. Ταυτόχρονα, ττέλια, βαρέλλες τζιαι στρατοί αναγκάζουν μας να ζούμε το γεωγραφικό τζιαι ιστορικό μας χώρο ως μισό, διαμεσολαβημένο που τα συμβολα του μισους τζιαι τις κουραστικες αναμονες στα οδοφραγματα για να περπατησουμε μια αποσταση 100 μετρων.
Για εμάς τούτοι εν παράγοντες που συνθέτουν ένα προκλητικό τοπίο δράσης, στο οποίο παρεμβαίνουμε δημιουργικά εκφράζοντας τζιαι πραγματώνοντας προτάσεις για κοινωνίες οργανωμένες έξω που ιεραρχικούς, καπιταλιστικούς τζιαι σεξιστικούς θεσμούς τζιαι λογικές, στη βάση της αυτοοργάνωσης, της κοινωνικής αλληλεγγύης τζιαι της συντροφικότητας. Το φεστιβάλ Οικοπόλις διοργανώνεται φέτος για πρώτη φορά, που την ομώνυμη ομάδα εργασίας για την οικολογία τζιαι την πόλη. Έσχιει ως στόχο να βάλει κάτω το πρόταγμα της διεκδίκησης της πόλης ως ένα Κοινό, ως πεδίο αντίστασης στην κοινωνική τζιαι περιβαλλοντική επέλαση του νεοφιλελευθερισμού. Θέλουμε να δημιουργήσουμε τες συνθήκες όπου η πόλη βιώνεται ως σημείο αναφοράς τζιαι κοινωνικοποίησης, δράσης τζιαι πειραματισμού, παρά ως γυαλιστερό real estate-εμπόρευμα που αγοράζεται τζιαι πουλιέται σύμφωνα με τους νόμους της αγοράς τζιαι τις εκάστοτε μόδες.
Στις 15 Απριλίου συμμετέχουμε στην πορεία και συναυλία διαμαρτυρίας που διοργανώνεται από την Κίνηση Save Akamas / Save Cyprus για την προάσπιση της κοινής φυσικής και πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Οι τελευταίες υποθέσεις υποβάθμισης του περιβάλλοντος και αλλοίωσης του τοπίου στις Θαλασσινές Σπηλιές της Πέγειας και στο Κάβο Γκρέκο αποτελούν απλά την αφορμή γι’ αυτήν τη διαμαρτυρία. Για εμάς, αυτές οι υποθέσεις αποτελούν τα πιο πρόσφατα παραδείγματα μίας συστηματικής πολιτικής καταστροφής του περιβάλλοντος και οικειοποίησης των οικολογικών μας κοινών.
Μαθητικό σκίτσο για την Έλενα, από τον τοίχο του Βασίλη Καφαντάρη
Τες τελευταίες μέρες εγίναμε μάρτυρες μιας υπόθεσης που είδε τα φώτα της δημοσιότητας πολλά αργά. Μιαν υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης ενός κοριτσιού, σήμερα 29 ετών, που τον ιερωμένο ανάδοχο γονιό της, το οποίο πριν που λλίες μέρες επέθανε κάτω που άγνωστα αίτια. Ξέρουμε καλά ότι τέθκοιες περιπτώσεις υπάρχουν, αλλά τζείνο που λείπει που την δημόσια σφαίρα εν η συζήτηση που αφορά στο πώς το σώμα ενός κοριτσιού ή μιας νεαρής γυναίκας μπαίνει σε μια διαλεκτική όπου στο τέλος της ιστορίας αμφισβητείται η αξία της ίδιας της της ύπαρξης. Είναι, λοιπόν, κάποια άτομα πιο άξια να προστατευτούν ή ακόμα τζαι να υπάρχουν που άλλα στην κυπριακή κοινωνία;
Μια πτυχή τούτης της υπόθεσης αφορά τον ρόλο τζαι τη στάση της ηγεσίας της εκκλησίας, που βέβαια έν προκαλούν έκπληξη. Η εκκλησιαστική ηγεσία, όπως εσυνέβηκε τζαι σε άλλες περιπτώσεις παιδοφιλίας από ιερωμένους που είδαν την δημοσιότητα στο παρελθόν στην Κύπρο -αλλά τζαι όπως είδαμε να συμβαίνει τζαι σε άλλες χώρες (π.χ με την καθολική εκκλησία)-, επιχείρησε, τούτα ούλλα τα χρόνια που την «απασχόλησε» η υπόθεση αλλά τζαι τωρά, να διατηρήσει την τάξη πραγμάτων, για να συνεχίζει ο ιερέας ναν ο φορέας της αλήθκειας, ακόμα τζαι όταν τούτος λειτουργεί εις βάρος της ψυχικής τζαι σωματικής υπόστασης των παιδιών. Τότε, η Ιερά Σύνοδος αθώωσε τον ιερέα -θύτη τζαι επανέφερε τον στα ιερατικά του καθήκοντα. Μάλιστα, όπως παρακολουθούμε στο βίντεο που κυκλοφορεί στο διαδίκτυο, ο θύτης ιερωμένος, αμέσως μετά την αποφυλάκισή του, απευθύνθηκε στην θεία εξουσία για να τον στηρίξει τζαι ένας που τους επί γης αντιπροσώπους της επαρείχεν του δημόσια στήριξη. Σήμερα, όταν ανακινήθηκε το θέμα μετά τον θάνατο της Έλενας, παρακολουθούμε την αλληλοεπίρριψη ευθυνών μεταξύ αρχιεπισκόπου και μητροπολίτη Ταμασού συνεχίζοντας στην ουσία την προσπάθεια συγκάλυψης των ευθυνών τους.
Μια άλλη πτυχή, τζαι τζείνη που μας αφορά παραπάνω, εν η τοπική κοινότητα τζαι τα σεξιστικά αντανακλαστικά της. Αφορμολοημένη που αντιλήψεις περί ηθικής τζαι γυναικείας σεξουαλικότητας, μέρος της τοπικής κοινότητας καταδικάζει την κακοποιημένη γυναίκα τζαι μετά τον θάνατο της, αρνούμενη ακόμα τζαι την δικαστική καταδίκη. Στην ρητορική που βλέπει την δημοσιότητα η τοπική στήριξη στον ιερωμένο αναφέρεται σε ανάρμοστη σεξουαλική συμπεριφορά της νεαρής γυναίκας, για να στηρίξει το στήσιμο μιας υπόθεσης ότι τάχα η όλη δικαστική διαδικασία ήταν μια σκευωρία τζαι ότι ένα δεκάχρονο κορίτσι τζαι αργότερα μια νεαρή γυναίκα, που υποβλήθηκε σε επίπονες δικαστικές διαδικασίες, είσσιεν ως κίνητρο τον διασυρμό ενός «άγιου» ανθρώπου. Μια ρητορική που εν αρκετά κοινή σε τέθκοιες περιπτώσεις που την πλευρά του θύτη, πλην όμως βρίσκει στήριξη στο εύφορο έδαφος του εγκληματικού μισογυνισμού της κοινότητας, απόρροια τζαι της πατριαρχίας που χαρακτηρίζει ευρύτερα την κυπριακή κοινωνία. Η σεξουαλικότητα της νεαρής κοπέλας χρησιμοποιείται όι μόνο ως δικαιολογία για τον εξευτελισμό της, αλλά τζαι σαν μια ένδειξη ότι, επειδή εν λερωμένη, εν μια ζωή που έν αξίζει σημασίας ίσως ακόμα τζαι ύπαρξης γενικότερα. Η μικρή κοινωνία ενός χωρκού της Κύπρου ξερνά εγκληματικό σεξισμό που δημιουργεί τες προϋποθέσεις όι μόνο της συγκεκριμένης κακοποίησης, αλλά τζαι άλλων μεταγενέστερων κακοποιήσεων τζαι θυματοποίησης.
Ταυτόχρονα, τζείνο που πρέπει να μας απασχολήσει πιο πολλά που την εκκλησσιά, εν η εγκληματική στάση του κράτους τζαι των θεσμών του. Το αίμα της νεαρής κοπέλας έλουσε τζαι τα σιέρκα του κράτους. Αν τζαι έξερε, ταυτιζόμενο με την εκκλησία τζαι την κοινότητα, υποκινούμενο που την πατριαρχία τζαι τον μισογυνισμό τζαι εγκλωβισμένο μέσα στην αδιέξοδη εξάρτηση του που την εκκλησσιά, αμέλησε την προστασία της τζαι εκαθόρισε με την αδιάφορη αδράνεια του τες προϋποθέσεις για τον θάνατο της. Το κράτος τζαι οι υπηρεσίες του, που ετοποθετήσαν τούτην την κοπέλα όταν ήταν παιδί σε ανάδοχη οικογένεια λόγω ακατάλληλων συνθηκών στην βιολογική της οικογένεια, αντιμετωπίσαν την σαν μιας άλλης κατηγορίας άνθρωπο. Εάν ένα παιδί 10 χρονών που κακοποιήθηκε αγνοείται με τούντον τρόπο που τες υπηρεσίες ευημερίας, αντιλαμβανόμαστε (όπως πολύ πιθανό τζαι η ίδια η κοπέλα) ότι για το κράτος η ζωή της εν λιόττερο αξιοβίωτη. Στην συνέχεια, όταν ήταν πλέον ενήλικας τζαι αποφάσισε να προχωρήσει σε καταγγελία, όσο τζαι να κατάφερε να στοιχειοθετήσει την ποινική υπόθεση, ένα μεγάλο μέρος της κοινότητας εστράφηκε εναντίον της, θυματοποιώντας την ξανά.Τότε οι υπηρεσίες του κράτους ήταν πάλε απούσες για να την προστατέψουν τζαι να την στηρίξουν, όπως τζαι πιο μετά, όταν πλέον είσσιεν περάσει που πολλές διαδικασίες ανακρίσεων τζαι επανεξετάσεων στο δικαστήριο για να καταδικαστεί ο θύτης, τζαι η εκκλησία αθώωσεν τον τζαι τζείνος επέστρεψε στα ιερά του καθήκοντα.
Η κοινωνία μας έννεν μόνο μια βαθκιά πατριαρχική κοινωνία, αλλά ταυτόχρονα μια κοινωνία όπου κυριαρχεί η σχέση εξουσίας εκκλησίας τζαι κράτους πάνω στις ζωές μας. Τούτη η σχέση εκφράστηκε στη ζωή της Έλενας σαν ένας επαναλαμβανόμενος βιασμός. Χρειάζεται να δοθούν αγώνες για να ανατραπεί τούτη η καταπιεστική για μας συνθήκη. Χρειάζεται να δοθούν αγώνες για να διεκδικήσουμε τζαι να κερδίσουμε χώρο, για να ακούεται ο λόγος τζαι η φωνή των γυναικών που βιώνουν βία. Έν ανεχούμαστε μια κοινωνία τζαι ένα κράτος που υπερασπίζεται τους βιαστές, την πατριαρχία, τον μισογυνισμό τζαι εγκληματεί εις βάρος των γυναικών, λες τζαι τα σώματα, οι ζωές τζαι οι φωνές τους μετρούν λλιόττερο. Οι ευθύνες ούλλων εν εγκληματικές. Έν θέλουμε άλλα τέθκοια περιστατικά ξανά. Κανεί πκιον.
Συσπείρωση Ατάκτων, 31/3/2018
Στην Ελλάδα, με αφορμή τις διαπραγματεύσεις που ξεκίνησαν για το Μακεδονικό, εθνικιστικές/φασιστικές ομάδες βρήκαν ξανά την ευκαιρία να συσπειρωθούν και να σπείρουν την μισαλλοδοξία τους στην ελληνική κοινωνία, έχοντας και αυτή την φορά βοήθεια από την πλειοψηφία των συστημικών ΜΜΕ. Την Κυριακή 21 Ιανουαρίου πραγματοποιήθηκε από τους πιο πάνω κύκλους στην Θεσσαλονίκη, μεγάλο συλλαλητήριο με στόχο την αποτροπή κάποιας τυχόν συμφωνίας για το θέμα του ονόματος. Το εθνικιστικό συλλαλητήριο, πέραν της απόπειρας αναβίωσης των ακραίων εθνικιστικών εξάρσεων της δεκαετίας του 90 λειτούργησε ως κάλυψη σε ομάδες για να επιτεθούν σε νησίδες ελευθερίας της πόλης, όπως η κατάληψη Libertaria και ο ελεύθερος κοινωνικός χώρος σχολείο, καταφέρνοντας μάλιστα να κάψουν ολοκληρωτικά το κτίριο της κατάληψης. Και σε αυτή την περίπτωση φάνηκε ότι ο εσωτερικός εχθρός που με τόσο πάθος αναζητούν οι κύκλοι του εθνικισμού δεν είναι είναι άλλος από τον ταξικό αντίπαλο των ελίτ, είναι οι δυνάμεις που μάχονται για κοινωνική δικαιοσύνη και ελευθερία.
Καθώς ξεθωριάζει το όνειρο της προσδοκώμενης οικονομικής ανάπτυξης η οποία θα έφερνε την ευημερία στους λαούς, και τα κράτη των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου βλέπουν τα σχέδια τους για περιφερειακή οικονομική κυριαρχία να καταρρέουν, αρχίζει να φαίνεται ξεκάθαρα και το πραγματικό πρόσωπο του καπιταλισμού, αυτό της στυγνής εκμετάλλευσης των ανθρώπων και της φύσης προς όφελος μίας ελίτ. Σε αυτό το κοινωνικό περιβάλλον και καθώς ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι αυξάνουν τις αντιστάσεις τους απέναντι στην κυριαρχία και αμφισβητούν έμπρακτα την ηγεμονία του οικονομισμού οι άρχουσες τάξεις καταφεύγουν στο αποτελεσματικότερο εργαλείο που τους ανέδειξε και ισχυροποίησε τους τελευταίους αιώνες, τον εθνικισμό. Έτσι, δημιουργείται ένα κλίμα έντασης στην περιοχή, είτε μέσω στρατιωτικής επίδειξης ισχύος είτε μέσω δηλώσεων, το οποίο έχει ως κύριο στόχο την ενθάρρυνση του εγχώριου εθνικισμού. Άλλωστε, το σημαντικότερο χαρακτηριστικό του εθνικισμού είναι ότι αναπαράγεται τροφοδοτώντας τον εθνικισμό του «αντιπάλου».
Στην δική μας βραχονησίδα, όπου βιώνουμε τα αποτελέσματα των εθνικισμών καθημερινά, η πρόσφατη μεγέθυνση του εθνικισμού εκδηλώνεται μέσα από την εδραίωση των φασιστών του ΕΛΑΜ στην δημόσια σφαίρα, οι οποίοι έμμεσα και άμεσα υποστηρίζονται από την Εκκλησία της Κύπρου. Ακολουθώντας το παράδειγμα της «Μητέρας Πατρίδας», οι ελληνοκύπριοι εθνικιστές διοργάνωσαν –υπο τον μανδύα οπαδών- εκδήλωση για την ελληνικότητα της Mακεδονίας συνδέοντας την με την “ελληνικότητα της Κύπρου”. Οι τυχοδιωκτισμοί της ε/κ αστικής τάξης για (προεκλογική) εξόρυξη υδρογονανθράκων και οι επιδιώξεις του τουρκικού κράτους να λειτουργεί ως νταβατζής στην περιοχή, με τις επακόλουθες εντάσεις έχουν οδηγήσει στο να εμφανίζεται και ανοιχτά η διχοτόμηση σαν ενδεχόμενο λύσης, εξυπηρετώντας τις επιδιώξεις των εθνικιστών είτε αυτές είναι φανερές (για τους τ/κ) είτε κρυφές (για τους ε/κ). Στην αντίπερα πλευρά του συρματοπλέγματος, πριν από λίγο καιρό εθνικιστές επιτέθηκαν στα γραφεία της εφημερίδας Afrika και σε συνδυασμό με την επίθεση κατά της Τουρκοκύπριας βουλευτή Doğuş Derya προκάλεσαν τις αντιδράσεις των Τουρκοκυπρίων, που κατέβηκαν κατά χιλιάδες στους δρόμους υπό καταρρακτώδη βροχή για να διαδηλώσουν ενάντια στον φασισμό.
Για τους λαούς των Βαλκανίων και της ανατολικής Μεσογείου, των οποίων η πρόσφατη ιστορία έχει διαμορφωθεί από τους συγκρουόμενους εθνικισμούς και τα δεινά που έχουν επιφέρει, οι τελευταίοι εθνικιστικοί παροξυσμοί δεν πρέπει να μείνουν αναπάντητοι και δεν πρέπει να αφεθούν να δηλητηριάσουν για ακόμα μία φορά την περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, η διεθνιστική αντιφασιστική πορεία στην Θεσσαλονίκη στις 10 Μαρτίου είναι πολύ σημαντική για την ανάδειξη της αλληλεγγύης των λαών.
Και εδώ στην Κύπρο όμως δεν πρέπει να παρακολουθούμε τις εξελίξεις παθητικά. Τώρα που οι εθνικισμοί οξύνονται είναι που πρέπει να βρεθούμε ξανά στους δρόμους με όλες τις δυνάμεις που αγωνίζονται για επανένωση. Για εμάς εδώ είναι ξεκάθαρο ότι ο αγώνας ενάντια στον εθνικισμό είναι και αγώνας για την επανένωση της Κύπρου, όπως και το αντίθετο, ο αγώνας για επανένωση είναι αγώνας ενάντια στον εθνικισμό.
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ ΣΤΗΝ ΚΑΤΑΛΗΨΗ LIBERTATIA
ΤΣΑΚΙΖΟΥΜΕ ΤΟΝ ΦΑΣΙΣΜΟ/ΕΘΝΙΚΙΣΜΟ ΑΠΟ ΟΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝ ΠΡΟΕΡΧΕΤΑΙ
ΠΑΝΒΑΛΚΑΝΙΚΗ-ΔΙΕΘΝΙΣΤΙΚΗ ΔΙΑΔΗΛΩΣΗ
ΣΑΒΒΑΤΟ 10 ΜΑΡΤΗ, ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΗ 12:00 ΚΑΜΑΡΑ
Short-statement on the gathering of Beyond Europe – Antiauthoritarian Platform Against Capitalism in Nicosia (Cyprus) from the second to the fourth of March 2018
Last weekend antiauthoritarian groups from all over Europe came together in the divided town of Nicosia on the Island of Cyprus, located in the eastern corner of the Mediterranean Sea. Some of us hadn’t seen each other since the riotous nights of the G20 summit in Hamburg in July of last year, while many met for the first time. In 2013, when the platform Beyond Europe was formed, we were riding a wave of emancipatory unrest all over Europe, the United States of America and Northern Africa. This unrest was reacting to the economic crisis of 2008 and how it was handled politically. Today we are facing a different beast. It has risen out of the crackdown of this wave of unrest by the cooperation of neoliberal and authoritarian regimes. What we find as a result of the normalisation of the crisis through the policing of the social and militarization of the police-force is this: A massive resurgence of nationalism and populism in their many intersections with the various guises of authoritarianism and patriarchy. Going back to the recipes of the past, their promise is the promise of an easy solution. Politicians of all colors keep telling us that what separates us are the irreconcilable ‘natures’ of our ethnicities, nationalities, identity cards and genders, of our belonging. But if three days of discussions with fifty people from five countries and eleven cities has proven one thing, it is that this is a lie.
Under global capitalism, more connects us than it separates us. The culturalisation and naturalisation of bourgeois politics and capitalist economy does not solve one single contradiction arising from them. It simply displaces and externalises them. In this way it hinders progressive politics. Its discursive and material prominence is a danger for the safety and livelihood of everything different. The changed situation thus demands of us to take critical stock of our previous attempts. We are still few, weak and isolated. Our own reproduction often depends on the system and the mechanisms we seek to overcome. And we struggle to make our different histories as movements and the circumstances under which they were formed productive. But in a world divided by borders and classes, brutalized and depraved, we are far more surprised by how much common ground there is among us – how similar our desires for a different world are, and how careful we sometimes can be with each other. In several working groups this weekend – on labour and digitalisation, eco-social-struggles, feminist politics, the authoritarian formation and the rise of new fascisms – it became clear that our answer cannot be retreating into a position of self-defense. Even though they were won only by and after hard-fought battles of social movements, liberal rights or the social-democratic welfare state would not be able to counter Nationalism and Capitals even if they were tenable in the current situation. Nationalism and Capitalism are implicated in liberalism and social democracy, managing their on-going proceedings and enacting their exclusions. Instead, we need to expand and proliferate our struggles over the collective self-organisation of our lives: In the household and the neighborhood, the factory, the call-center, cyberspace, on the school-yard or the lecture hall, the fruit plantation, the coal mine or the hospital. The social and democratic experiment of Rojava, erected and defended admit the horrors of the Syrian war, surely is one example. The movement of #blacklivesmatter is another.
Together we will have to figure out what is to be done with so many issues and only very limited resources on our hands. This will take some time and we warmly invite you to join the discussion. This much is clear: It is only together that we can overcome the obstacles erected between us and the construction of a better life – be it the exploitation of our work, of our life or of our environment for the sake of profit and power. Whatever its form, Capitalism will continue to produce misery, surplus populations, war and the destruction of the Earth. So antiauthoritarian politics will have to change, but our goal remains the same: To move beyond state, nation and capital, be it in their national or supernational European incarnations. We won’t accept anything less. – Beyond Europe, Nicosia, 4.3.2018.
On this 8th of March, Beyond Europe takes an antiauthoritarian, anti-capitalist and anti-nationalist stance in the feminist struggles. This means that we are moving beyond traditional borders and radicalizing hegemonic narratives. The traditional approaches that link patriarchy either only to the state or capitalism need to be overridden so that they can be considered antiauthoritarian.
By drawing attention to the facts that patriarchy is the oldest system of oppression but also has the ability to move beyond borders and norms, we call upon its authoritarian structure.
Let’s fight authority on all its levels: from the local to the transnational. Join us in solidarity by supporting your local groups which strive for feminist demands.
We, as Beyond Europe, gathered today outside the Archibishop´s Palace in solidarity of feminist struggles. Particularly, we aim to support the demands for reproductive justice in Cyprus, since abortion is still illegal. There are currently initiatives for decriminalizing abortion in the law and Church of Cyprus is one of the forces who are actively against abortion as well as other political and wider eco-social struggles.
Here you can find the petition that gathers signatures for supporting the decriminalization of abortion in Cyprus: https://secure.avaaz.org/el/petition/Kypriaki_Voyli_Proothisi_tis_protasis_nomoy_gia_tis_ektroseis/?fLcxxab
Here’s the link for the initiative: fb.me/abortionscy
MY BODY – MY CHOICE! OUR RIOT – OUR VOICE!
by Sispirosi Atakton
December 2017
Over the long view of history, the reproductive rights debate has given rise to a vast number of conflicts as a result of an ever-expanding state, in which edicts of the church are often enshrined in law, and a gradual process of full politicization of the womb as a public space subject to legal and social regulation. These conflicts occurred both in the 19th and 20th centuries when many countries criminalized and recriminalized abortions (there were some exceptions as the fascist regimes in Germany and Austria adapted abortion restriction to eugenics and pro-natalist goals, while in Catalonia, Spain, abortion laws were briefly liberalized in the 1930s, but any efforts to implement reforms were squashed by the victory of the fascist Franco regime), and again in the late 20th century when many countries reformed and liberalized their abortion laws, after a heightened debate on the issue, leading to legislative change and partial decriminalization (1960s-1980s).
It is essential that every person has control over their body, and the ability to make informed decisions regarding their sexual and reproductive health, such as for example if and how many children one will have. Every woman, or person of any gender which might get pregnant (such as trans men, non-binary, agender people, etc.), must have the access and right to opt for abortion services, regardless of their reasons for wanting to terminate the pregnancy. This right to control our bodies is indispensable in the struggles for liberation and social justice, as nobody should be forcefully assigned the role of a child-bearing reproductive machine.
In our discussion it is crucial to think of abortion as just one of the issues of reproductive justice, which expands the pro-choice agenda to incorporate a wider array of economic, social and political issues affecting women’s power to decide about their bodily autonomy, reproduction and well-being. Legal abortions are meaningless if those who want them can’t afford them, and this framework allows to see the inequalities in women’s control over reproduction. Besides, middle and upper class women, with privileged access to relevant information, have always had access to abortion, by making use of the loopholes in the existing law, or by travelling to countries where abortion was/is legal. Working class women, on the other hand, not trained to argue with the authorities and/or could not pay for a doctor’s (legal or illegal) help, were the ones who have always been at risk. Thus, we can conceptualize a struggle not only for the right to choose, but for the social, political and economic conditions necessary to exercise that right. It entails a movement oriented approach, in addition to demands for safeguarding reproductive rights and accessible reproductive health services.
The acknowledgement of reproductive work as unpaid labor in the 60s made it possible to redefine the domestic or private sphere as an anti-capitalist site of struggle. In this sense, strict restrictions on abortion can be interpreted as an attempt to control the labor-supply, and deviations from the form of the procreative, heteronormative family and gender roles as resistance to this mechanism [1]. Radical and liberal feminists often disagreed about the demands the women’s movement should have, with the former arguing amongst others for free abortion on demand, free child-care and equal pay, while the latter were mainly concerned with the legal right to abortion and equal employment opportunities. The radical feminist agenda included practices such as consciousness raising and setting up self-help clinics and women’s shelters; discourses centered on liberation and sexual difference (rather than equality); and a political stance to which abortion and, more generally, the reclaiming of the sexed body, was central. Those were considered moments of deep feminist challenge to the dominant patriarchal culture and the state. Those creating policy and articulating hegemonic cultural norms responded (to a greater or lesser extent) to feminist threats to the status quo, and engaged in processes of negotiation and transformation [2].
It seems that with the demise of the radical feminist movements of the 70s which expressed an unapologetic stance for abortions, and the co-optation of women in legal debates over the matter, a shift occurred towards a defensive and prevention based stance. The focus has shifted from reproductive autonomy and self-determination to issues of sex education and contraception methods, with abortion framed as an avoidable last resort. In this way, regardless of how useful and necessary sex education and the availability of contraceptives might be, abortion is kept secret, shameful and regrettable, and the liberating potential of choice is surrounded by feelings of shame and guilt. It seems that the new, gendered language that was developed along the radical feminist movement with which to speak of one’s body, one’s sexuality, one’s pain and alienation faded away. Despite the efforts of radical feminist movements to center the debate on abortions around women’s self-determination, linking thus abortion to men’s assumed responsibility for controlling and monitoring women’s sexuality and reproduction, in most countries the initial debate is framed around the unborn fetus, doctors’ rights, or the state’s response to rising illegal abortions. It is important to bring back the unapologetic demand for abortions and the repeal (what has been called the decriminalization of abortion without limitation), not reform, of abortion laws into current struggles, as modernization of abortion laws does no justice to women, who are still denied agency.
It seems that a woman’s desire to end a pregnancy is not enough in itself, for it has to be approved first by a “respectable” authority figure, be it her husband, her father, her family, her community, her nation. Denying women the right to end a pregnancy is like denying them the right to own their bodies, which, in turn, results in women’s infantilization, which is all about rendering them incapable of making an independent decision. Historically, and ontologically, women and the feminine were strictly associated with the passion of the body; a body which was simply considered, by the Cartesian/humanist philosophical canon, to be inert and passive, silent and inferior, part of an unchangeable nature. On the contrary, the so-called superiority of the logos of the mind was associated with men and the masculine. Consciousness, rationality, intelligence, selfhood and subjecthood were synonyms of the masculine, and men were identified with the thinking subject and, by extension, with the universal [3]. There was no place for women’s voices to be heard, while their right to (own) a self was forbidden. They were supposed to live for others and their bodies were considered property of the autonomous (male) subject, as he was the one making all the decisions –nationally, institutionally, domestically– on her behalf. In a word, women were denied their existential freedom [4]; they were denied their status as thinking subjects, who could make decisions for their own bodies and choose between having a baby or not. This discourse is extremely important to the extent that it somehow sets the frame to understand better the arguments, claims, and struggles of the pro-abortion/pro-choice movement.
In other words, despite the fact that abortions are performed on women’s bodies, policymakers have often framed it in other terms –doctors’ rights, fetal rights, law enforcement, morality, religion, progressivism, family planning, eugenics– rather than discussing women’s choice, health, autonomy, agency, or sexuality. The dominant framework of the issue when abortion first arrived on the public agenda, was either the status of the unborn fetus (e.g. Great Britain, the Netherlands, Spain, Belgium), or doctors’ rights (e.g. France, Canada, USA), or state’s integrity in the face of rising rates of illegal abortions (e.g. Germany, Italy) [5]. The debate about how abortion policy could strengthen women’s autonomy was completely absent. Once again, women were not the talking subject, but rather a silent participant in a malestream debate, whose decisions were to determine the future of her own body. The political semiotics of representation play a crucial role here as, in this case, the object of representation (the fetus), permanently speechless, becomes the representative’s (patriarchal institutions) wet dreams because it can be easily naturalized and disengaged from the discursive realm. Women who want abortion simply vanish or become the enemy because they have opposing “interests”. The only actor left whose voice can be heard is the one who represents and is traditionally related to the hegemonic masculinity mostly articulated in juridical and medical discourses [6]. For this reason, concepts such as self-determination and agency are really important for the abortion debate because they put women, as subjects who are not afraid to speak their truth, back at the center of the way we talk about abortion.
However, relying solely on politics of ‘choice’ and ‘rights’ obscures the presence of other factors affecting the person’s choice over an abortion, such as access to subsidized care and job security [7]. Framing abortion and parenthood as an exclusively private issue suffers from an insensitivity to the way the private/public dichotomy fails communities whose social, political and economic realities are incompatible with this distinction. For example, migrant women’s paid labor is often domestic labor, and child-rearing is often intertwined with interpersonal relations and bonds of solidarity and cooperation for the overall well-being of the community, even in individualistic societies. When systemic inequalities result in the material conditions which determine the necessity of an abortion, defending only the right to choose is inadequate. Such a narrow-focused approach leaves unchallenged the fact that even if accessible abortions permit greater women’s access into the workforce, thus challenging the subordination of women in the private sphere, the burden of unpaid reproductive and domestic work remains disproportionately on them. In cases where abortion was legalized, legalization alone proved useless in claiming the resources women need to maintain control over their bodies and lives. While mainstream feminist movements made sure that women could have access to male-dominated workplaces, they abandoned reproductive work and the domestic sphere as a site of struggle. Terms like autonomy, empowerment and choice, historically employed by the feminist movements to raise consciousness, have been deployed by media and the state to promote the ideal of an active, individually responsible working and consuming female citizen. This promoted ideal does not suffice to challenge the exploitative relations of the capitalist mode of production and reproduction, and has accelerated the undoing of the radical women’s movements.
Additionally, focusing only on modernizing abortion laws, neglects the way age, class and ability influence one’s reproductive health priorities, and how under neoliberal restructuring of economies, the cost of the relevant reproductive health services is falling on the individuals. At the same time, women are more visible to governmental agencies, through the required medical intervention in abortions, giving birth, postnatal care, menopausal issues, breast-cancer checks, etc [8]. Reproductive capacity is monitored and medically controlled throughout a woman’s life. Even in countries where abortions are more readily accessible, women who want to undergo sterilization, the most permanent of contraceptive methods, are often forced to lie about their reasons and denied the agency in taking decisions affecting their bodies. Whereas the right to voluntary motherhood has become more accepted, the denial of a woman to procreate is often dismissed as an immature and immoral choice.
Upon impregnation, the person is stripped off their bodily autonomy, and anyone who wants to have an abortion must face the consequences of confronting not only medical authorities and their policies, but also the defenders of the procreative role assigned to women by capitalism and the nation-state. The latter insist on the patriotic mobilization of mothers against imagined demographic threats, either from minorities within the Republic of Cyprus, or by “Turkish settlers” in the north [9]. Lower birth rate, a phenomenon frequently associated with accessible abortions, is wrapped in nationalistic rhetoric and presented as a problem by government officials. The role of motherhood has been elevated over the past century to mother-of-the-nation, a heroic figure responsible for protecting traditional morals and producing the future defenders of the country’s national interests, as well as the younger sector of the workforce that would strive for the country’s economic recovery and growth. Future dehellenization and lack of local labor supply are expressed as the second most important problem after the Cypriot issue by conservatives and the right-wing, or even as an integral aspect of it [10]. This is not to say that everyone against abortions falls in these categories. As long as the debate over when human personhood begins remains open, some of the opposition might also be rooted in liberal defense of individual liberties. What we can conclude from this however, is that it would be a contradiction for the state to offer free accessible abortions. Defending abortions and reproductive justice requires to overcome the pervasive nationalistic rhetoric and militarist attitudes in society.
In October 2017, there was an arrest and 5-day detention of a woman and her doctor for an abortion, which is a criminal offence according to current laws, after a complaint filed by her partner, who was unaware of the event [11].
The Criminal Code of Cyprus (sections 167-169 and 169A), as amended in 1986 (Law No. 186), permits abortion if two medical practitioners are of the opinion that continuance of the pregnancy would endanger the life of the pregnant woman, or that physical, mental or psychological injury would be suffered by her or by any existing child she may have, greater than if the pregnancy were terminated, or that there is a substantial risk that if the child were born it would suffer from such serious physical or psychological abnormalities causing severe disabilities. The Criminal Code also permits abortion following certification by the competent police authority, confirmed by medical certification whenever possible, that the pregnancy resulted from rape and under circumstances in which the pregnancy, if not terminated would seriously jeopardize the social status of the woman or of her family. Although the Code does not specifically address socio-economic grounds other than as a factor in the criminal indication for abortion, in practice, “mental and psychological injury” is generally interpreted as including socio-economic grounds. The Code was first liberalized in 1974, when provisions permitting abortions only on therapeutic grounds were replaced. Prior to the liberalization of abortion laws in Cyprus, laws were not strictly enforced. Abortion could be obtained in private clinics. Most abortion clients were married women with multiple births or young unmarried women.
Any person performing an unlawful abortion is liable to seven years’ imprisonment. A woman inducing her own abortion is liable to the same punishment. Any person unlawfully supplying or procuring anything knowing that it is unlawfully intended to be used to procure an abortion is subject to three years in prison. An abortion must be performed by a registered medical practitioner. Although not specified by law, in practice abortion is performed within 28 weeks of gestation[12a,12b].
In February 2015, a new bill for decriminalization of abortions was proposed by four big political parties, but was never discussed in parliament and no voting was carried out, due to also direct and indirect influence of the church in order for this new bill not to proceed [13]. Just last year, in September 2016, the Archbishopric, the National Committee of Bioethics and the Pancyprian Medical Association organized the scientific convention “Abortions: medical, social, legal, spiritual dimensions” [14]. During the convention, positions against abortion under any justification were express and signed for by the three institutions in a memorandum of understanding. This alliance does not surprise us. The liberating potential of someone prioritizing themselves, usually against the patriarchal roles assigned to them, poses a threat towards the state, church and medical/scientific authorities. We perceive the decision for abortion as a matter of self-determination of our bodies, and consider unacceptable the criminalization and arrest of those pregnant and seeking abortion, as well as the doctors who help terminate a pregnancy safely.
As emerges from the analysis above, the capitalist-patriarchal state is deeply invested in control over reproduction, but when faced with acute social pressure key political and social actors are compelled to revise their positions. This includes elements of engagement with feminist arguments, but mostly a modification of those arguments, by refocusing the debate on a discourse of (sex-less) individual rights. Creating a legal consensus on abortion is seen across the political spectrum as key to the stabilization of socio-political life. More fundamentally, by controlling reproduction through an articulation of the conditions in which abortion is allowed, the state attempts not only to control population, but also to lay down the boundaries of acceptable values and behaviors [15]. Thus, it is important that abortion should be accessible to all women without discrimination, and each person seeking abortion to have access in safe abortion services around the world. On the contrary, abortion is either prohibited or criminalized or extremely limited (for example Ireland and Poland). When abortion is criminalized, it means that the person seeking abortion is denied fundamental rights over their bodies, health, self-determination, dignity and to have access to rights without discrimination. It means that the person will either seek abortion methods that would endanger their life and/or health and that they would try to seek for abortion in other countries. The right to abortion is just one part of the struggles for safe access to sexual and reproductive health care for everyone, which should entail access to counseling and support before and after the abortion if necessary. Lack of access to abortion services is an attack on the freedom to self-determination, and paves the way towards dangerous methods of terminating the pregnancy. Let’s not forget that the existing ‘way out’ through private doctors and clinics comes with a financial burden which prevents those with low income, migrants, teenagers and others from having an abortion. As long as the state monopolizes authority and uses it to define which medical and surgical procedures are accessible, it is necessary to proceed immediately into a discussion and amendment of the legislation, and decriminalize abortions without requirements for justification and medical opinions. It should ensure that everyone, regardless of gender and gender identity, will have access to these services when they need them.
The pro-choice, feminist movements and those in the radical left struggling for reproductive justice should not rest on their laurels, even in countries which witnessed progress on reproductive rights or positive abortion law reforms. As the anti-abortion camp is pushing for retrogression in abortion laws, it is becoming increasingly evident that abortion law reforms are insufficient to safeguard women’s increasing access to abortion. For example, Armenia, FYROM, Georgia, Russia and Slovakia have recently reintroduced preconditions for accessing abortions. Even in countries with legal abortions, long waiting periods and biased counseling services act as barriers to accessing an abortion safely. Legislative proposals for near-total bans or retrogression to stricter abortion laws also took place in Latvia, Lithuania, Spain, Romania, and Poland; however, they were met with public outcry and protests and never realized. Andorra, Malta, Liechtenstein, Ireland, Monaco and San Marino currently have very restrictive abortion laws, with the former two prohibiting all abortions. As in Cyprus, most of these countries’ criminal codes include sanctions for women who undergo unauthorized abortions and those who assist them to do so [16]. Amidst the rise of authoritarian populism and the resurgence of traditionalist values in public discourse, it is crucial that we do not remain silent in front of the attacks on reproductive rights and our sexualities. In our struggles for social justice, deciding for one’s own body is an inalienable right, without the intervention of any authority threatening one’s health, life or freedom. Our bodies are ours, and not reproductive machines of any system.
References and further reading
[1] Silvia Federici, “The reproduction of labour-power in the global economy, Marxist theory and the unfinished feminist revolution”
Silvia Federici, “The reproduction of labour-power in the global economy, Marxist theory and the unfinished feminist revolution”
[2] McBride Stetson, Dorothy (2003) Conclusion: Comparative abortion politics and the case for state feminism.
https://www3.nd.edu/~ggoertz/sgair/McBride%20Stetson2002chp13.pdf
[3] Braidotti, Rosi (2002) Metamorphoses: towards a materialist theory of becoming (Cambridge: Polity Press); Grosz, Elizabeth (1994) Volatile bodies: toward a corporeal feminism (Sydney: Allen and Unwin).
[4] Τούτος εν ένας όρος που εδιατυπώθηκεν πρώτα που την Katha Pollitt. Για περαιτέρω συζήτηση γυρώ που την έκτρωση σαν ένα ηθικό δικαίωμα, δες Pollitt, Katha (2014) Pro: Reclaiming abortion rights (New York: Picador).
[5] McBride Stetson, Dorothy (ibid)
[6] Για μια πιο εκτενή συζήτηση γυρώ που την πολιτική σημειολογία της αντιπροσώπευσης, δες Haraway, Donna (1992) The promises of monsters: a regenerative politics of inappropriate/d others, in: Lawrence Grossber, Cary Nelson & Paula A. Treichler (eds.) Cultural studies (New York, London: Routledge), pp. 295-337.
[7] Dorothy Roberts, “Reproductive Justice, Not Just Rights”
[8] Madame Tlank, “The Battle of all* Mothers (or: No Unauthorised Reproduction)”
Madame Tlank, “The Battle of all* Mothers (or: No Unauthorised Reproduction)”
[9] “Αυξάνονται οι αλλοδαποί, μειώνονται οι Κύπριοι”, Sigmalive
http://www.sigmalive.com/archive/simerini/politics/reportaz/451616
[10] An example of this argument can be found here: http://www.cna.org.cy/webnews.aspx?a=13b07a14e43f4f4e9bd2b891d8310818
[11] Woman who had illegal abortion released (Updated)
[12a] Ο περί Ποινικού Κώδικα Νόμος (ΚΕΦ.154), ΜΕΡΟΣ IV ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΒΛΑΠΤΟΥΝ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΓΕΝΙΚΑ, Ποινικά Αδικήματα εναντίον των Ηθών
http://www.cylaw.org/nomoi/enop/non-ind/0_154/division-dd12fa068c-825c-475f-8af5-93cb97376e6e.html
[12b] www.un.org/esa/population/publications/abortion/doc/cyprus1.doc
[13] Εκτρώσεις: Τι προβλέπει η πρόταση νόμου του 2015
http://www.philenews.com/koinonia/eidiseis/article/437883/ektroseis-ti-problepei-i-protasi-nomoy-toy-2015
[14] Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου: Επιστημονικό Συνέδριο με γενικό θέμα: «Εκτρώσεις: Ιατρικές – Κοινωνικές – Νομικές – Πνευματικές διαστάσεις»
[15] Pollitt, Katha (ibid)
[16] Women’s sexual and reproductive health and rights in Europe
https://rm.coe.int/women-s-sexual-and-reproductive-health-and-rights-in-europe-issue-pape/168076dead
Μες στα χρόνια, η συζήτηση γυρώ που τα αναπαραγωγικά δικαιώματα οδήγησε σε έναν τεράστιον αριθμό συγκρούσεων, ως αποτέλεσμα ενός κράτους που ούλλο τζαι επεκτείνετουν τζαι στο οποίο τα διατάγματα της εκκλησιάς συχνά αντικατοπτρίζουνταν στη νομοθεσία, αλλά τζαι σαν αποτέλεσμα μιας σταδιακής διαδικασίας πλήρους πολιτικοποίησης της μήτρας ως δημόσιο χώρο που τυγχάνει νομικιστικής τζαι κοινωνικής ρύθμισης. Τούτες οι συγκρούσεις επροκύψαν κατά τον 19ον τζαι 20ον αιώνα όταν πολλές χώρες εποινικοποιήσαν τζαι εξαναποινικοποιήσαν τες εκτρώσεις. Υπήρξαν κάποιες εξαιρέσεις, όπως στα φασιστικά καθεστώτα της Γερμανίας τζαι Αυστρίας, τα οποία επροσαρμόσαν την απαγόρευση των εκτρώσεων ώστε να ταιρκάζει με τους ευγονικούς τους στόχους, αλλά τζαι στην Καταλονία της Ισπανίας, όταν το 1930, η νομοθεσία κατά των εκτρώσεων εκσυγχρονίστηκε για λίο διάστημα παρόλο που οι οποιεσδήποτε προσπάθειες για υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων εγίναν συντρίμμια εξαιτίας της νίκης του φασιστικού καθεστώτος του Φράνκο. Οι συγκρούσεις αναζωπυρωθήκαν πάλαι κατά τα τέλη του 20ου αιώνα, όταν πολλές χώρες εμεταρρυθμίσαν τους νόμους τους για τες εκτρώσεις, μετά που έντονες συζητήσεις για το θέμα, πράμα που οδήγησε σε νομοθετικές αλλαγές τζαι μερική αποποινικοποίηση (μεταξύ των 1960-1980).
Εν σημαντικό το κάθε άτομο να έσιει έλεγχο πάνω στο σώμα της, αλλά τζαι τη δυνατότητα να παίρνει αποφάσεις σχετικά με τη σεξουαλική τζαι αναπαραγωγική υγεία της, όπως για παράδειγμα εάν τζαι πόσα κοπελλούθκια θέλει να κάμει. Κάθε γυναίκα ή κάθε άτομο ανεξαρτήτως φύλου που μπορεί να μείνει έγκυος (όπως τρανς άντρες, άφυλα άτομα, άτομα που δεν εμπίπτουν στο δίπολο των φύλων, κλπ), πρέπει να έσιει τόσο την πρόσβαση όσο τζαι το δικαίωμα να επιλέξει ανάμεσα σε υπηρεσίες ώστε να προχωρήσει σε έκτρωση, άσχετα με τους λόγους για τους οποίους επιθυμεί να τερματίσει την κύηση. Τούτο το δικαίωμα για έλεγχο των σωμάτων μας εν απαραίτητο στους αγώνες για ελευθερία τζαι κοινωνική δικαιοσύνη, γιατί πολλά απλά σε κανένα πλάσμα δεν θα έπρεπε με τη βία να ανατίθεται ο ρόλος μιας αναπαραγωγικής μηχανής που σπέρνει κοπελλούθκια.
Στη συζήτησή μας, έν σημαντικό να σκεφτούμε την έκτρωση σαν ένα που τα πολλά ζητήματα αναπαραγωγικής δικαιοσύνης που επιδιώκει τη διεύρυνση της ατζέντας για το δικαίωμα επιλογής τζαι συζητά ευρύτερα οικονομικά, κοινωνικά τζαι πολιτικά ζητήματα που επηρεάζουν τες δυνατότητες των γυναικών στο να αποφασίζουν οι ίδιες για τη σωματική τους αυτονομία, αναπαραγωγή τζαι ευημερία. Οι έννομες εκτρώσεις εν έχουν καμμιά σημασία, αν τζίνες που τες επιθυμούν εν μπορούν οικονομικά να τες έχουν, τζαι τούτο το πλαίσιο επιτρέπει μας να δούμε τες ανισότητες του ελέγχου που έχουν οι γυναίκες πάνω στην αναπαραγωγή. Άλλωστε, οι γυναίκες των μεσαίων τζαι ανώτερων κοινωνικών τάξεων, με προνομιούχα πρόσβαση σε σχετικές με τες εκτρώσεις πληροφορίες, πάντα είχαν πρόσβαση στο δικαίωμα για έκτρωση είτε χρησιμοποιώντας τα παράθυρα στες ισχύουσες νομοθεσίες, είτε ταξιδεύκοντας σε χώρες που η έκτρωση ήταν/ένι νόμιμη. Που την άλλη, οι γυναίκες της εργατικής τάξης ήταν τζίνες που πάντοτε εδιατρέχαν κίνδυνο, καθώς εν ήταν μαθημένες να αμφισβητούν τες αρχές, ή/τζαι εν ημπορούσαν να πκιερώσουν για μιαν (νόμιμη ή παράνομη) έκτρωση. Βάσει τούτου, μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι εκτρώσεις εν ένας αγώνας όι μόνο για το δικαίωμα στην επιλογή, αλλά αγώνας για την ύπαρξη ούλλων τζίνων των κοινωνικών, πολιτικών τζαι οικονομικών συνθηκών που εν απαραίτητες για να εξασκήσουμε τούντο δικαίωμα. Τούτος ο αγώνας περιλαμβάνει μια κινηματική προσέγγιση, πέραν των απαιτήσεων για τη διαφύλαξη των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων τζαι την πρόσβαση σε υπηρεσίες αναπαραγωγικής υγείας.
Τη δεκαετία του 60’, η αναγνώριση της αναπαραγωγής σαν απλήρωτη εργασία έκαμεν δυνατόν τον επαναπροσδιορισμό της οικιακής ή ιδιωτικής σφαίρας σαν έναν τόπον αντικαπιταλιστικού αγώνα. Που τούντην έννοιαν, αυστηρές απαγορεύσεις για τες εκτρώσεις μπορούν να ερμηνευτούν σαν μια προσπάθεια ελέγχου τζαι εξασφάλισης εργατικού δυναμικού, ενώ οι αποκλίσεις που τες νόρμες της παραγωγικής, ετεροκανονικής οκογένειας τζαι των έμφυλων ρόλων μπορούν να θεωρηθούν αντίσταση σε τούντον μηχανισμό [1]. Ριζοσπαστικές τζαι φιλελεύθερες φεμινίστριες συχνά εδιαφωνούσαν για τες απαιτήσεις του γυναικείου κινήματος, με τες πρώτες να υπερασπίζουνται, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα στην έκτρωση όποτε κάποια το επιθυμεί, την δωρεάν φροντίδα των κοπελλουθκιών τζαι την ίση αμοιβή. Οι δεύτερες ασχοληθήκαν κυρίως με το νόμιμο δικαίωμα στην έκτρωση τζαι την ισότητα στες εργασιακές ευκαιρίες. Η ατζέντα των ριζοσπαστικών φεμινιστριών επεριλάμβανε πρακτικές όπως την ευαισθητοποίηση γυρώ που το συγκεκριμένο θέμα τζαι την δημιουργία κλινικών αυτοβοήθειας τζαι γυναικείων καταφυγίων. Ο λόγος που εκφράζαν επικεντρωνόταν στην απελευθέρωση τζαι την σεξουαλική διαφορά (παρά στην ισότητα), ενώ είχαν μιαν πολιτική στάση όπου η έκτρωση τζαι γεννικόττερα η επαναδιεκδίκηση του έμφυλου σώματος ήταν κεντρικής σημασίας. Τούτες εθεωρηθήκαν στιγμές που οι φεμινίστριες επροκαλέσαν βαθκιά την κυρίαρχη πατριαρχική κουλτούρα τζαι κράτος. Όσοι εδιαμορφώναν πολιτικές τζαι εκφράζαν ηγεμονικές πολιτισμικές νόρμες αποκριθήκαν (σε μιαλλύττερο ή μιτσιόττερο βαθμό) στες φεμινιστικές απειλές προς το status quo τζαι εμπήκαν στη διαδικασία να διαπραγματευτούν τζαι να αναθεωρήσουν τες πολιτικές τους [2].
Φαίνεται ότι με την πτώση των ριζοσπαστικών φεμινιστικών κινημάτων του ’70 τζαι με την ανάμειξη των γυναικών σε νομικές συζητήσεις πάνω στο θέμα, επροέκυψε μια αλλαγή προς μια αμυντική τζαι προληπτική στάση. Το ζήτημα εμετατοπίστηκε που την αναπαραγωγική αυτονομία τζαι τον αυτοπροσδιορισμό σε θέματα σχετικά με την σεξουαλική διαπαιδαγώγηση τζαι τες μεθόδους αντισύλληψης, με την έκτρωση να θεωρείται σαν η τελευταία λύση. Έτσι, άσχετα με το πόσο χρήσιμη τζαι απαραίτητη ένει η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση τζαι η διαθεσιμότητα αντισυλληπτικών, η έκτρωση εκατέληξεν πράξη μυστική, ντροπιαστική τζαι ανεπιθύμητη, ενώ οι απελευθερωτικές δυνατότητες της επιλογής εντυθήκαν με συναισθήματα ντροπής τζαι ενοχής. H νέα έμφυλη γλώσσα που αναπτύχθηκε παράλληλα με το ριζοσπαστικό φεμινιστικό κίνημα τζαι με την οποία εμιλούσαν για τα σώματα, τη σεξουαλικότητα τζαι τον πόνο τους, έσβησε σιγά σιγά. Παρόλες τες προσπάθειες του ριζοσπαστικού φεμινιστικού κινήματος να φέρει τη συζήτηση για τες εκτρώσεις πίσω στον αυτοπροσδιορισμό των γυναικών, συνδέοντας με τούντον τρόπο την έκτρωση με την υποτιθέμενη ευθύνη των αντρών για τον έλεγχο τζαι την επιτήρηση της σεξουαλικότητας τζαι της αναπαραγωγικότητας των γυναικών, στες πιο πολλές χώρες η αρχική συζήτηση έγινεν γυρώ που ζητήματα που αφορούσαν το αγέννητο έμβρυο, τα δικαιώματα των γιατρών τζαι τες αντιδράσεις του κράτους στον αυξανόμενο αριθμό των παράνομων εκτρώσεων. Εν σημαντικό, λοιπόν, με τους αγώνες μας να απαιτήσουμε το δικαίωμα στες εκτρώσεις χωρίς να απολογούμαστε, τζαι να διεκδικήσουμε την κατάργηση (τούτο που αποκαλείται αποποινικοποίηση των εκτρώσεων χωρίς περιορισμό) τζαι όι απλά την μεταρρύθμιση της νομοθεσίας, γιατί πολλά απλά ο εκσυγχρονισμός της υπάρχουσας νομοθεσίας εν δικαιώνει με κανένα τρόπο τες γυναίκες που ακόμα τούς αρνείται η αυτενέργεια (agency).
Φαίνεται πως η επιθυμία μιας γυναίκας να τερματίσει την εγκυμοσύνη της έννεν που μόνη της αρκετή, γιατί πρέπει πρώτα να πιάσει έγκριση που μιαν «αξιοσέβαστη» εξουσιαστική φιγούρα, είτε τούτη εν ο άντρας της, ο τζύρης της, η οικογένειά της, η κοινότητά της, το κράτος της. Η άρνηση του δικαιώματος τερματισμού μιας εγκυμοσύνης εν ουσιαστικά άρνηση του δικαιώματος να κατέχουν τα σώματά τους, πράμα που με τη σειρά του παιδικοποιεί τες γυναίκες θεωρώντας τες ανίκανες να παίρνουν ανεξάρτητες αποφάσεις για το σώμα τους. Ιστορικά, τζαι οντολογικά, οι γυναίκες τζαι η θηλυκότητα εσχετίζουνταν αυστηρά με τα πάθη του σώματος: ένα σώμα που ο καρτεσιανός/ουμανιστικός φιλοσοφικός κανόνας εθκιάβαζέν το σαν αδρανές τζαι παθητικό, σιωπηλό τζαι κατώτερο, κομμάτι μιας αμετάβλητης φύσης. Αντίθετα, η υποτιθέμενη ανωτερότητα του έλλογου μυαλού εταυτίζετουν με τους άντρες τζαι την αρρενωπότητα. Συνείδηση, λογική, εξυπνάδα, αυτονομία τζαι υποκειμενικότητα ήταν συνώνυμα της αρσενικής επικράτειας, τζαι οι άντρες εταυτίζουνταν με το σκεπτόμενο υποκείμενο, τζαι ως εκ τούτου, με το καθολικό [3]. Εν υπήρχε χώρος για να ακουστούν οι φωνές των γυναικών, ενώ απαγορεύκετουν τους το δικαίωμα να κατέχουν τες εαυτές τους. Υποτίθεται ότι εζούσαν για άλλους τζαι τα σώματά τους ήταν ιδιοκτησία του αυτόνομου (αντρικού) υποκειμένου, αφού τζίνος ήταν που έπαιρνε ούλλες τες αποφάσεις –εθνικά, θεσμικά, ιδιωτικά- εκ μέρους της. Πολλά απλά, απαγορεύσαν στες γυναίκες την υπαρξιακή τους ελευθερία [4], απαγορεύσαν τους δηλαδή να υπάρχουν σαν σκεφτόμενα υποκείμενα, που μπορούν να παίρνουν τα ίδια αποφάσεις για τα σώματά τους τζαι να θκιαλέξουν μεταξύ του να γεννήσουν ένα μωρό ή όι. Τούτο το υπόβαθρο εν πολλά σημαντικό γιατί βοηθά μας να πλαισιώσουμε τζαι να καταλάβουμεν καλλύττερα τα επιχειρήματα, τες διεκδικήσεις τζαι τους αγώνες του κινήματος υπέρ των εκτρώσεων.
Με άλλα λόγια, παρόλο που οι εκτρώσεις γίνουνται πάς στα σώματα των γυναικών, τζίνοι που διαμορφώνουν πολιτικές εδιατυπώσαν τον λόγο γυρώ που τες εκτρώσεις με άλλους όρους (δικαιώματα γιατρών, δικαιώματα εμβρύου, επιβολή νόμου, ηθική, θρησκεία, προοδευτικότητα, οικογενειακός προγραμματισμός, ευγονική), τζαι δεν εσυζητήσαν ποττέ το θέμα της επιλογής, της υγείας, της αυτονομίας, της αυτενέργειας τζαι της σεξουαλικότητας των γυναικών. Το κυρίαρχο πλαίσιο, όταν για πρώτη φορά το θέμα των εκτρώσεων εμπήκε στη δημόσια ατζέντα, ήταν είτε το στάτους του αγέννητου εμβρύου (Ηνωμένο Βασίλειο, Ολλανδία, Ισπανία, Βέλγιο), είτε τα δικαιώματα των γιατρών (Γαλλία, Καναδάς, Η.Π.Α), είτε η ακεραιότητα του κράτους μπροστά στο αυξανόμενο ποσοστό παράνομων εκτρώσεων (Γερμανία, Ιταλία)[5]. Η συζήτηση για το πώς θα μπορούσαν οι πολιτικές για τες εκτρώσεις να ενδυναμώσουν την αυτονομία των γυναικών ήταν άφαντη. Για μιαν ακόμα φορά, οι γυναίκες εν ήταν τα υποκείμενα που είχαν φωνή τζαι εσυντυχάναν, αλλά σιωπηλές συμμετέχουσες σε μια malestream συζήτηση, οι αποφάσεις της οποίας ήταν να καθορίσουν το μέλλον των σωμάτων τους. Η πολιτική σημειολογία της αντιπροσώπευσης παίζει πολλά καθοριστικό ρόλο δαμαί, γιατί σε τούντην περίπτωση, το αντικείμενο της αντιπροσώπευσης (το έμβρυο), ατέρμονα χωρίς φωνή, γίνεται ονείρωξη του αντιπροσώπου (πατριαρχικές δομές τζαι ιδρύματα), επειδή εύκολα μπορεί να φυσικοποιηθεί τζαι να απομονωθεί που τη σφαίρα του λόγου. Γυναίκες που επιθυμούν να κάμουν έκτρωση απλά εξαφανίζουνται που τη συζήτηση ή γίνουνται ο εχθρός επειδή έχουν αντικρουόμενα «συμφέροντα». Ο μόνος δρώντας του οποίου η φωνή ακούεται έν τζίνος που αντιπροσωπεύκει τζαι κλασικά σχετίζεται με την ηγεμονική αρρενωπότητα που εκφράζεται μέσα στους νομικούς τζαι ιατρικούς λόγους [6]. Γι’ αφτόν, έννοιες όπως αυτοκαθορισμός τζαι αυτενέργεια εν πολλά σημαντικές για τη συζήτηση γυρώ που τες εκτρώσεις, επειδή βάλλουν τες γυναίκες σαν υποκείμενα που εν φοούνται να συντύχουν την αλήθκειαν τους, πίσω στο κέντρο του πώς συζητούμεν για το θέμα.
Οι πολιτικές της ‘επιλογής’ τζιαι των ‘δικαιωμάτων’ επισκιάζουν την παρουσία άλλων παραγόντων που επηρεάζουν την επιλογή ενός ατόμου για μιαν έκτρωση, όπως την πρόσβαση σε επιχορηγούμενη φροντίδα τζιαι μη επισφαλή εργασία [7]. Η πλαισίωση των εκτρώσεων τζιαι του να είσαι γονέας ως αποκλειστικά ιδιωτικό ζήτημα αδιαφορεί να λάβει υπόψην τους τρόπους με τους οποίους οι κοινωνικές, πολιτικές τζιαι οικονομικές πραγματικότητες διαφόρων κοινοτήτων εν ασύμβατες με τον διαχωρισμό τέθκιων ζητημάτων μεταξύ δημόσιου/ιδιωτικού. Για παράδειγμα, η πληρωμένη εργασία μεταναστριών γυναικών εν συχνά οικιακή εργασία, τζιαι το ανάγιωμα των κοπελλουθκιών εν συχνά στενά συνυφασμένο με διαπροσωπικές σχέσεις τζιαι δεσμούς αλληλεγγύης τζιαι συνεργασίας προς το κοινό όφελος των κοινοτήτων, ακόμα τζιαι σε ατομικιστικές κοινωνίες. Για όσον συστημικές ανισότητες δημιουργούν τες υλικές συνθήκες που συχνά καθορίζουν την αναγκαιότητα μιας έκτρωσης, η υπεράσπιση μόνο του δικαιώματος στην επιλογή εν ανεπαρκής. Τέθκιες στενά εστιασμένες προσεγγίσεις αφήνουν αδιαμφισβήτητο το γεγονός ότι ακόμα τζιαι αν οι προσβάσιμες εκτρώσεις επιτρέπουν μεγαλύτερη πρόσβαση των γυναικών στο εργατικό δυναμικό, προβληματίζοντας έτσι την υποταγή τους στην ιδιωτική σφαίρα, το βάρος της απλήρωτης αναπαραγωγικής τζιαι οικιακής εργασίας παραμένει δυσανάλογα πάνω τους.
Σε περιπτώσεις που οι εκτρώσεις ενομιμοποιηθήκαν, η νομιμοποίηση που μόνη της εν ήταν αρκετή να βοηθήσει τες γυναίκες να διεκδικήσουν όσα χρειάζουνται για να διατηρήσουν τον έλεγχο των σωμάτων τζιαι των ζωών τους. Όσο τα κυρίαρχα (mainstream) ρεύματα των φεμινιστικών κινημάτων εξασφάλιζαν θέσεις για τες γυναίκες σε αντροκρατούμενους χώρους εργασίας, τόσον εγκαταλείπαν την αναπαραγωγική εργασία τζαι την οικιακή σφαίρα ως χώρους αγώνα τζαι αντίστασης. Όροι όπως αυτονομία, χειραφέτηση τζαι επιλογή, που εχρησιμοποιηθήκαν ιστορικά που πιο ριζοσπαστικά φεμινιστικά κινήματα για δημιουργία συνείδησης, εχρησιμοποιηθήκαν αργότερα που τα ΜΜΕ τζιαι τα κράτη για να προωθήσουν το ιδανικό μιας ενεργής, ατομικά υπεύθυνης εργαζόμενης τζιαι καταναλώτριας γυναίκας-πολίτη. Τούτο το ιδανικό φυσικά τζιαι έννεν αρκετό για να αμφισβητήσει τες σχέσεις εκμετάλλευσης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής τζιαι αναπαραγωγής, τζιαι εβοήθησε να επιταχύνει την πτώση των πιο ριζοσπαστικών γυναικείων κινημάτων.
Επιπρόσθετα, η αποκλειστική αφοσίωση στον εκσυγχρονισμό των νόμων για τες εκτρώσεις αγνοεί τους τρόπους με τους οποίους η ηλικία, η τάξη τζιαι η σωματική ικανότητα επηρεάζουν τες προτεραιότητες ατόμων σε θέματα αναπαραγωγικής υγείας, τζιαι πως κάτω που νεοφιλελεύθερες αναδιαρθρώσεις οικονομιών, το κόστος για τες αντίστοιχες υπηρεσίες υγείας επωμίζουνταί το τα ίδια τα άτομα. Την ίδιαν ώρα, οι γυναίκες ένι πιο ορατές προς τες κυβερνητικές υπηρεσίες, μέσα που τες απαιτούμενες ιατρικές παρεμβάσεις σε θέματα έκτρωσης, τοκετού, μεταγεννητικής φροντίδας, θέματα εμμηνόπαυσης, μαστογραφίες κτλ [8]. Η αναπαραγωγική δυνατότητα παρακολουθείται τζιαι ελέγχεται ιατρικά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής των γυναικών. Ακόμα τζιαι σε χώρες που οι εκτρώσεις εν αρκετά προσβάσιμες, γυναίκες που θέλουν να υποβληθούν σε διαδικασία στείρωσης, την πιο μόνιμη που τες μεθόδους αντισύλληψης, συχνά αναγκάζουνται να πουν ψέματα για τους λόγους τους τζιαι στερούνται την δυνατότητα να αποφασίζουν για το σώμα τους. Ενώ το δικαίωμα στην εκούσια μητρότητα έγινεν πιο αποδεχτό, η άρνηση μιας γυναίκας να τεκνοποιήσει συχνά αντιμετωπίζεται ως ανώριμη τζιαι ανήθικη επιλογή.
Μόλις γίνει γνωστό ότι έναν άτομο εγκυμονεί, στερείται αυτόματα της σωματικής του αυτονομίας, τζιαι όποια θέλει να κάμει έκτρωση έρκεται αντιμέτωπη με τες συνέπειες της σύγκρουσης όι μόνο με τες ιατρικές εξουσίες τζιαι τες πολιτικές τους, αλλά τζιαι τους υπερασπιστές του τεκνοποιητικού τους ρόλου, ο οποίος τους έσχιει ανατεθεί που το έθνος-κράτος τζιαι τον καπιταλισμό. Τούτοι οι υπερασπιστές επιμένουν στην πατριωτική κινητοποίηση των γυναικών απέναντι σε φανταστικές δημογραφικές απειλές, είτε που μειονότητες εντός της Κυπριακής Δημοκρατίας, είτε που «τούρκους έποικους» στον βορρά [9]. Η υπογεννητικότητα, ένα φαινόμενο που συχνά συσχετίζουν με τες προσβάσιμες εκτρώσεις, εν περιτυλιγμένη σε εθνικιστική ρητορική τζιαι παρουσιάζεται σαν ένα μεγάλο πρόβλημα που κρατικούς αξιωματούχους.
Ο ρόλος της μητρότητας εξυψώθηκεν κατά την διάρκεια του περασμένου αιώνα ως μάνας του έθνους, μια ηρωική φιγούρα υπεύθυνη να διασφαλίσει τες παραδοσιακές αρχές, να παράγει τους μελλοντικούς υπερασπιστές των εθνικών συμφερόντων, αλλά τζιαι τους νεαρότερους του εργατικού δυναμικού που εν να κοπιάσουν για την οικονομική ανάρρωση τζιαι ανάπτυξη της χώρας. Μελλοντικός αφελληνισμός τζιαι έλλειψη ντόπιου εργατικού δυναμικού εκφράζονται ως το δεύτερο πιο σοβαρό πρόβλημα μετά το Κυπριακό που συντηρητικούς τζιαι την ακροδεξιά, ή ακόμα ως αναπόσπαστο κομμάτι του [10]. Τούτο βέβαια εν σημαίνει πως όσοι εναντιώνουνται στες εκτρώσεις εμπίπτουν σε τούντες θκυο κατηγορίες. Όσον η συζήτηση για το πότε ξεκινά η κατάσταση κατά την οποία κάποι@ μπορεί να θεωρείται άτομο (human personhood) μεινίσκει αννοιχτή, κάποια που τα επιχειρήματα εναντίον των εκτρώσεων μπορεί να εν ριζωμένα στη φιλελεύθερη υπεράσπιση των ατομικών ελευθεριών. Τι μπορούμε να συμπεράνουμε σίουρα όμως, εν ότι εννα ήταν αντιφατικό για το κράτος να προσφέρει δωρεάν προσβάσιμες εκτρώσεις. Η υπεράσπιση των εκτρώσεων τζιαι της αναπαραγωγικής δικαιοσύνης απαιτεί να υπερβούμε την διάχυτη εθνικιστική ρητορική τζιαι τες μιλιταριστικές τάσεις στην κοινωνία.
Τον Οκτώβρη του 2017, μετά που καταγγελία του συζύγου της που εν εγνώριζε το συμβάν, μια γυναίκα τζαι ο γιατρός της εσυνελήφθηκαν τζαι ετέθηκαν υπό πενταήμερη κράτηση για έκτρωση, η οποία θεωρείται ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τους υπάρχοντες νόμους, μετά που καταγγελία του συζύγου της γυναίκας, ο οποίος δεν εγνώριζε το συμβάν [11].
Ο Ποινικός Κώδικας της Κύπρου (άρθρα 167-169 και 169Α), όπως ετροποποιήθηκεν το 1986 (Νόμος αριθ. 186), επιτρέπει την έκτρωση, αν δύο γιατροί θεωρούν ότι η συνέχιση της εγκυμοσύνης εννά έθετε σε κίνδυνο τη ζωή της εγκύου γυναίκας ή ότι η σωματική, πνευματική ή ψυχολογική/ψυχική βλάβη που εννά υφίστατο η ίδια ή το παιδί που εννά αποκτούσε, εννά ήταν μεγαλύττερη απ΄ ό, τι αν ετερματίζετουν η εγκυμοσύνη, ή ότι υπάρχει ουσιαστικός κίνδυνος, αν γεννηθεί το παιδί, να υποφέρει που τόσο σοβαρές σωματικές και ψυχολογικές ανωμαλίες που να συνιστούν σοβαρή αναπηρία. Ο Ποινικός Κώδικας επιτρέπει επίσης την έκτρωση μετά που πιστοποίηση που την αρμόδια αστυνομική αρχή, επιβεβαιωμένη που ιατρική πιστοποίηση όποτε ένι δυνατόν, ότι η εγκυμοσύνη προήλθε που βιασμό τζαι υπό συνθήκες κάτω που τες οποίες, αν δεν ετερματίζετουν η εγκυμοσύνη, εννά έθετε σε σοβαρό κίνδυνο την κοινωνική κατάσταση της γυναίκας ή της οικογένειάς της. Ο Κώδικας ετροποποιήθηκε για πρώτη φορά το 1974, όταν αντικατασταθήκαν οι διατάξεις που επιτρέπουν τες εκτρώσεις μόνο για θεραπευτικούς λόγους. Πριν που τούτο, η νομοθεσία για τες εκτρώσεις στην Κύπρο έν εφαρμόζετουν αυστηρά. Η έκτρωση εμπορούσε να πραγματοποιηθεί σε ιδιωτικές κλινικές. Οι παραπάνω πελάτισσες εκτρώσεων ήταν παντρεμένες γυναίκες με πολλαπλή κύηση ή νεαρές ανύπαντρες γυναίκες.
Κάθε άτομο που πραγματοποιεί παράνομη έκτρωση υπόκειται σε φυλάκιση εφτά χρόνων. Μια γυναίκα που προκαλεί η ίδια έκτρωση υπόκειται στην ίδια ποινή. Οποιοδήποτε άτομο προμηθεύκει ή προμηθεύκεται παράνομα οτιδήποτε γνωρίζοντας ότι τούτο προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για να προκαλέσει έκτρωση, υπόκειται σε φυλάκιση τριών χρόνων. Η έκτρωση πρέπει να πραγματοποιείται που εγγεγραμμένο γιατρό. Αν τζαι έν ορίζεται που τον νόμο, στην πράξη, η έκτρωση πραγματοποιείται μέσα στες πρώτες 28 εβδομάδες της εγκυμοσύνης [12a, 12b].
Τον Φεβράρη του 2015, επροτάθηκε ένα νέον νομοσχέδιο για την αποποινικοποίηση των εκτρώσεων που τα τέσσερα μεγάλα πολιτικά κόμματα, αλλά έν εσυζητήθηκεν ποττέ στην βουλή τζαι έν ετέθηκε σε ψηφοφορία, εξαιτίας της άμεσης τζαι έμμεσης πίεσης της εκκλησιάς να μεν προχωρήσει τούτον το νέον νομοσχέδιο [13]. Πριν ανάμιση χρόνο, τον Σεπτέμβρη του 2016, η Ιερά Αρχιεπισκοπή, η Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής τζαι η Παγκύπρια Ιατρική Εταιρεία εδιοργάνωσαν το επιστημονικό συνέδριο «Αμβλώσεις: ιατρικές, κοινωνικές, νομικές, πνευματικές διαστάσεις» [14]. Κατά τη διάρκεια του συνεδρίου, εκφραστήκαν τζαι υπογραφτήκαν σε ένα μνημόνιο συμφωνίας που τους τρεις θεσμούς θέσεις εναντίον των εκτρώσεων υπό οποιαδήποτε αιτιολόγηση. Τούτη η συμμαχία έν μας εκπλήσσει. Η απελευθερωτική δυναμική ενός ατόμου που διά προτεραιότητα στην εαυτή της, συνήθως κόντρα στους πατριαρχικούς ρόλους που της έχουν ανατεθεί, αποτελεί απειλή για την πολιτεία, την εκκλησία τζαι τες ιατρικές/επιστημονικές αρχές. Εμείς αντιλαμβανούμαστεν την απόφαση για έκτρωση ως θέμα αυτοδιάθεσης των σωμάτων μας τζαι θεωρούμε απαράδεκτη την ποινικοποίηση τζαι τη σύλληψη των εγκύων που θέλουν να κάμουν έκτρωση, καθώς τζαι των γιατρών που βοηθούν να τερματιστεί μια εγκυμοσύνη με ασφάλεια.
Όπως προκύπτει που την ανάλυση πιο πάνω, το καπιταλιστικό – πατριαρχικό κράτος επενδύει πολλά στον έλεγχο της αναπαραγωγής, αλλά οι βασικοί πολιτικοί τζαι κοινωνικοί δρώντες, όταν αντιμετωπίζουν έντονη κοινωνική πίεση, υποχρεώνουνται να αναθεωρήσουν τες θέσεις τους. Τούτο περιλαμβάνει την εισαγωγή φεμινιστικών επιχειρημάτων στον δημόσιο λόγο, αλλά, ως επί το πλείστον, μιαν τροποποίηση τούντων επιχειρημάτων, αποπροσανατολίζοντας τον διάλογο σε μια συζήτηση (sex-less) ατομικών δικαιωμάτων. Η δημιουργία νομικής συναίνεσης σχετικά με τες εκτρώσεις εμφανίζεται σε ούλλο το πολιτικό φάσμα ως βασικό στοιχείο για τη σταθεροποίηση της κοινωνικοπολιτικής ζωής. Πιο σημαντικά, με τον έλεγχο της αναπαραγωγής μέσω μιας άρθρωσης των συνθηκών στες οποίες επιτρέπεται η έκτρωση, το κράτος προσπαθεί όι μόνο να ελέγξει τον πληθυσμό, αλλά τζαι να καθορίσει τα όρια των αποδεκτών αξιών τζαι συμπεριφορών [15]. Επομένως, εν σημαντικό οι εκτρώσεις να εν προσιτές σε ούλλες τες γυναίκες χωρίς διακρίσεις τζαι κάθε άτομο που αναζητεί έκτρωση να έσσιει πρόσβαση σε υπηρεσίες ασφαλών εκτρώσεων σε ούλλον τον κόσμο. Στην πραγματικότητα όμως βλέπουμε πως η έκτρωση απαγορεύεται ή εν ποινικοποιημένη ή εξαιρετικά περιορισμένη (για παράδειγμα στην Ιρλανδία τζαι στην Πολωνία). Όταν η έκτρωση εν ποινικοποιημένη, σημαίνει ότι το πρόσωπο που θέλει να κάμει έκτρωση στερείται θεμελιωδών δικαιωμάτων πάνω στο σώμα, την υγεία, την αυτοδιάθεση, την αξιοπρέπειά του τζαι την πρόσβαση σε δικαιώματα χωρίς διακρίσεις. Τούτο σημαίνει ότι το άτομο είτε εννά αναζητήσει μεθόδους έκτρωσης που εννά έθεταν σε κίνδυνο τη ζωή ή/τζαι την υγεία του, είτε εννά προσπαθήσει να επιδιώξει να κάμει έκτρωση σε άλλη χώρα. Το δικαίωμα στην έκτρωση εν μόνον ένα μέρος των αγώνων για ασφαλή πρόσβαση σε φροντίδα σεξουαλικής τζαι αναπαραγωγικής υγείας για ούλλ@ς, η οποία εννά πρέπει να συνεπάγεται πρόσβαση σε συμβουλευτική υποστήριξη πριν τζαι μετά την έκτρωση αν χρειάζεται. Η έλλειψη πρόσβασης στες υπηρεσίες εκτρώσεων αποτελεί επίθεση στην ελευθερία της αυτοδιάθεσης τζαι αννοίει τον δρόμο για επικίνδυνες μεθόδους τερματισμού της εγκυμοσύνης. Ας μην ξεχνούμεν ότι η υπάρχουσα «διέξοδος» μέσω ιδιωτών γιατρών τζαι ιδιωτικών κλινικών συνεπάγεται οικονομικό βάρος που εμποδίζει άτομα με χαμηλό εισόδημα, μετανάστ@ς, έφηβ@ς τζαι άλλ@ς να κάμουν έκτρωση. Όσον το κράτος μονοπωλεί την εξουσία τζαι χρησιμοποιεί την για να καθορίσει ποιες ιατρικές τζαι χειρουργικές διαδικασίες εν προσιτές, εν απαραίτητο να προχωρήσουμε άμεσα σε μια συζήτηση τζαι τροποποίηση της νομοθεσίας τζαι να αποποινικοποιήσουμε τες εκτρώσεις χωρίς προϋποθέσεις για αιτιολόγηση τζαι ιατρικές γνωμοδοτήσεις. Πρέπει να εξασφαλιστεί ότι ούλλ@, ανεξαρτήτως φύλου τζαι ταυτότητας φύλου, εννά έχουν πρόσβαση σε τούτες τες υπηρεσίες όταν τες χρειάζουνται.
Τα φεμινιστικά κινήματα, όσοι/ες τάσσονται υπέρ της επιλογής τζιαι όσοι/ες παλέφκουν για αναπαραγωγική δικαιοσύνη εν πρέπει να επαναπαύκουνται, ακόμα τζαι σε χώρες που είδαν πρόοδο σε θέματα αναπαραγωγικών δικαιωμάτων ή θετικές νομικές μεταρρυθμίσεις στους νόμους για τες εκτρώσεις. Όσον τζίνοι που τάσσουνται εναντίον των εκτρώσεων πιέζουν για να επαναφέρουν οπισθοδρομικούς νόμους, τόσο πιο φανερό γίνεται ότι οι νομικές μεταρρυθμίσεις για τες εκτρώσεις εν ανεπαρκείς για να συνεχίσουν να εξασφαλίζουν πρόσβαση σε έκτρωση σε όσες το επιθυμούν. Η Αρμενία, η ΠΓΔΜ, η Γεωργία, η Ρωσία τζιαι η Σλοβακία έχουν πρόσφατα επαναφέρει προϋποθέσεις για πρόσβαση σε εκτρώσεις. Ακόμα τζιαι σε χώρες που οι εκτρώσεις εν νόμιμες, μεγάλες περίοδοι αναμονής τζιαι μεροληπτικές συμβουλευτικές υπηρεσίες δρουν σαν εμπόδια στην πρόσβαση μιας έκτρωσης με ασφάλεια. Νομοθετικές προτάσεις για σχεδόν καθολική απαγόρευση ή οπισθοδρόμηση σε πιο αυστηρούς νόμους για τες εκτρώσεις εγίναν επίσης στην Λετονία, Λιθουανία, Ισπανία, Ρουμανία τζιαι Πολωνία, αλλά εν επέρασαν, αφού απαντήθηκαν με δημόσια κατακραυγή τζιαι διαδηλώσεις. Ανδόρα, Μάλτα, Λίχτενσταϊν, Ιρλανδία, Μονακό τζαι Σαν Μαρίνο έχουν πάρα πολλά περιοριστικούς νόμους για τες εκτρώσεις, με τα τελευταία δύο να απαγορέφκουν τες εκτρώσεις εντελώς. Όπως τζιαι στην Κύπρο, οι Ποινικοί Κώδικες των περισσότερων χωρών που τούτες περιλαμβάνουν κυρώσεις για γυναίκες που υποβάλλουνται σε παράνομες εκτρώσεις, αλλά τζιαι για όσους τες βοηθούν [16]. Μέσα στο τωρινό κλίμα ανόδου της ακροδεξιάς τζιαι της επαναφοράς συντηρητικών παραδοσιακών αξίων στον δημόσιο λόγο, εν σημαντικό να μεν παραμείνουμε σιωπηλές μπροστά στες επιθέσεις που δέχουνται τα αναπαραγωγικά δικαιώματα τζιαι οι σεξουαλικότητές μας. Το δικαίωμα να αποφασίζουμε για τα σώματά μας χωρίς την παρέμβαση καμιάς εξουσίας που να απειλεί την υγεία μας, τη ζωή μας ή την ελευθερία μας, εν αναπόσπαστο κομμάτι των αγώνων μας για κοινωνική δικαιοσύνη. Τα σώματα μας εν δικά μας, τζιαι όι αναπαραγωγικές μηχανές κανενού συστήματος.
Συσπείρωση Ατάκτων
Δεκέβρης 2017
Υποσημειώσεις τζαι περαιτέρω θκιάβασμα
[1] Silvia Federici, “The reproduction of labour-power in the global economy, Marxist theory and the unfinished feminist revolution”
Silvia Federici, “The reproduction of labour-power in the global economy, Marxist theory and the unfinished feminist revolution”
[2] McBride Stetson, Dorothy (2003) Conclusion: Comparative abortion politics and the case for state feminism.
https://www3.nd.edu/~ggoertz/sgair/McBride%20Stetson2002chp13.pdf
[3] Braidotti, Rosi (2002) Metamorphoses: towards a materialist theory of becoming (Cambridge: Polity Press); Grosz, Elizabeth (1994) Volatile bodies: toward a corporeal feminism (Sydney: Allen and Unwin).
[4] Τούτος εν ένας όρος που εδιατυπώθηκεν πρώτα που την Katha Pollitt. Για περαιτέρω συζήτηση γυρώ που την έκτρωση σαν ένα ηθικό δικαίωμα, δες Pollitt, Katha (2014) Pro: Reclaiming abortion rights (New York: Picador).
[5] McBride Stetson, Dorothy (ibid)
[6] Για μια πιο εκτενή συζήτηση γυρώ που την πολιτική σημειολογία της αντιπροσώπευσης, δες Haraway, Donna (1992) The promises of monsters: a regenerative politics of inappropriate/d others, in: Lawrence Grossber, Cary Nelson & Paula A. Treichler (eds.) Cultural studies (New York, London: Routledge), pp. 295-337.
[7] Dorothy Roberts, “Reproductive Justice, Not Just Rights”
[8] Madame Tlank, “The Battle of all* Mothers (or: No Unauthorised Reproduction)”
Madame Tlank, “The Battle of all* Mothers (or: No Unauthorised Reproduction)”
[9] “Αυξάνονται οι αλλοδαποί, μειώνονται οι Κύπριοι”, Sigmalive
http://www.sigmalive.com/archive/simerini/politics/reportaz/451616
[10] An example of this argument can be found here: http://www.cna.org.cy/webnews.aspx?a=13b07a14e43f4f4e9bd2b891d8310818
[11] Woman who had illegal abortion released (Updated)
[12a] Ο περί Ποινικού Κώδικα Νόμος (ΚΕΦ.154), ΜΕΡΟΣ IV ΠΟΙΝΙΚΑ ΑΔΙΚΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΠΑΡΑΒΛΑΠΤΟΥΝ ΤΟ ΚΟΙΝΟ ΓΕΝΙΚΑ, Ποινικά Αδικήματα εναντίον των Ηθών
http://www.cylaw.org/nomoi/enop/non-ind/0_154/division-dd12fa068c-825c-475f-8af5-93cb97376e6e.html
[12b] www.un.org/esa/population/publications/abortion/doc/cyprus1.doc
[13] Εκτρώσεις: Τι προβλέπει η πρόταση νόμου του 2015
http://www.philenews.com/koinonia/eidiseis/article/437883/ektroseis-ti-problepei-i-protasi-nomoy-toy-2015
[14] Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου: Επιστημονικό Συνέδριο με γενικό θέμα: «Εκτρώσεις: Ιατρικές – Κοινωνικές – Νομικές – Πνευματικές διαστάσεις»
[15] Pollitt, Katha (ibid)
[16] Women’s sexual and reproductive health and rights in Europe
https://rm.coe.int/women-s-sexual-and-reproductive-health-and-rights-in-europe-issue-pape/168076dead
Η Συντεχνία Διδακτορικών Επιστημόνων Διδασκαλίας και Έρευνας (ΔΕΔΕ) εξαγγέλλει 48ωρη απεργία στις 22/01/2018 για διεκδίκηση των δικαιωμάτων των μελών της που εργάζονται στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Η Συντεχνία Διδακτορικών Επιστημόνων Διδασκαλίας και Έρευνας (ΔΕΔΕ) έχει εξαγγείλει 48ωρη προειδοποιητική απεργία στις 22 και 23 του Γενάρη στο πανεπιστήμιο Κύπρου, λόγω της άρνησης των πρυτανικών αρχών να συζητήσουν μία σειρά από αιτήματα και εισηγήσεις της που αφορούν τη βελτίωση της ποιότητας του ερευνητικού και διδακτικού έργου, καθώς επίσης στοιχειώδη δικαιώματα όπως αξιοπρεπή μισθό, άδεια μητρότητας και ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Τα αιτήματα αυτά, που θα λειτουργήσουν προς όφελος τόσο της ακαδημαϊκής κοινότητας όσο και της κοινωνίας σαν σύνολο, είχαν τεθεί από την ΔΕΔΕ επίσημα εδώ και δύο χρόνια, ωστόσο η πρυτανεία επέλεξε να τα αγνοήσει επιδεικτικά.
Ο Πρύτανης Κωνσταντίνος Χριστοφίδης σε πρόσφατη δήλωσή του έφτασε μέχρι το σημείο να ισχυριστεί ότι τα «παιδιά αυτά» [sic] δεν μπορούν να απεργήσουν γιατί δεν είναι εργαζόμενοι, προφανώς επειδή θεωρεί ερευνητές και διδάσκοντες, κατόχους διδακτορικού τίτλου, ως σκλάβους κι όχι ως ισότιμα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας. Δεν είναι η πρώτη φορά που ο συγκεκριμένος πρύτανης συμπεριφέρεται σαν τσιφλικάς απέναντι σε δουλοπάροικους. Παρόμοια αυταρχικότητα επέδειξε και απέναντι στους φοιτητές τους οποίους εξανάγκασε, με την απειλή της μη εγγραφής στα μαθήματα, να πληρώσουν για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη την οποία ο ίδιος επέλεξε, χωρίς καμία συζήτηση και χωρίς να δώσει εναλλακτική επιλογή. Φυσικά η αλαζονεία του δεν περιορίζεται στα «στενά» όρια του πανεπιστημίου. Πριν από λίγο καιρό είχε απειλήσει τους πολίτες της Λάρνακας με ακύρωση των σχεδίων για δημιουργία πανεπιστημιακής σχολής στη Λάρνακα, εάν οι Λαρνακείς δεν αποδέχονταν την κατασκευή βιομηχανικού λιμανιού στην πόλη τους.
Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι ερευνητές και διδάσκοντες που εκπροσωπεί η ΔΕΔΕ αποτελούν μία ακόμα κατηγορία επισφαλώς εργαζόμενων και πενιχρά αμειβόμενων ανθρώπων, η οποία εμφανίζεται όλο και συχνότερα τα τελευταία χρόνια στο πλαίσιο αλλαγής των εργασιακών σχέσεων που ακολουθεί ο νεοφιλελευθερισμός. Η στήριξή μας στις κινητοποιήσεις της ΔΕΔΕ είναι σημαντική και μας αφορά όλους γιατί διεκδικεί αυτονόητα δικαιώματα και αξιοπρέπεια. Ευελπιστούμε ότι ο αγώνας τους θα αποτελέσει την απαρχή διεκδικήσεων και από άλλες κατηγορίες επισφαλώς εργαζομένων όπως συμβασιούχων αορίστου χρόνου, εργαζομένων με παροχή υπηρεσιών ή ημιαπασχολούμενων στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, οι οποίοι αυτή τη στιγμή είναι έρμαια στις ορέξεις των αφεντικών.
Απέναντι στην ασυδοσία της κυριαρχίας απαντούμε με αλληλεγγύη.
Νίκη στον αγώνα της ΔΕΔΕ.
Συσπείρωση Ατάκτων
16/01/2018